173
8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 1/173

Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

Embed Size (px)

Citation preview

Page 1: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 1/173

Page 2: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 2/173

Digitized by 10uk1s

Γεώργιος Ρούσσος

ΚΑΣΣΙΑΝΗ

στέμμα και ράσο

δραματική μυθιστορία

Στη θρυλική αίθουσα του Χρυσοτρίκλινου, ο Θεόφιλος προσπερνά αδιάφορος τις

ωραιότερες κόρες του Βυζαντίου και στέκεται έκθαμβος μπροστά στην Κασσιανή. Ο

ηρωικός αυτοκράτορας με τον αδάμαστο χαρακτήρα και την αλύγιστη θέληση προβάλλει

στην τελετή κρατώντας το πολυπόθητο χρυσό μήλο, με σκοπό να το προσφέρει σ' αυτή

που θα διαλέξει για σύντροφο της ζωής του. Κοιτάζει με έκσταση την πανέμορφη, ταπεινή

 νέα, έτοιμος να της προσφέρει την καρδιά του και το πιο αστραφτερό στέμμα του κόσμου.

Η μοίρα, ωστόσο, έχει άλλα γραμμένα για το Ρόδο της Βασιλεύουσας. Η υπερήφανηΚασσιανή παραδέρνει απεγνωσμένα ανάμεσα σε ψεύτικα όνειρα και ανεκπλήρωτους

πόθους, ενώ βρίσκεται αντιμέτωπη με το παράφορο μίσος της Θεοδώρας, της γυναίκας που

αποκτά τελικά το στέμμα, αλλά όχι και την πραγματική αγάπη του Θεόφιλου.

Δολοπλοκίες, αντιπαλότητες και πάθη που οδηγούν στο θάνατο δε θα σταθούν ικανά να

λύσουν τα ισχυρά δεσμά που ενώνουν την ευσεβή κόρη με τον Πορφυρογέννητο. Η

Κασσιανή, μία από τις μεγαλύτερες μορφές της εκκλησιαστικής μας ποίησης, αναζητεί

τελικά στήριγμα και παρηγοριά στη βαθιά, ακλόνητη πίστη της.

Page 3: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 3/173

Digitized by 10uk1s

Ο Γεώργιος Ρούσσος (1910 – 1984) σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, αλλά

από νεαρή ηλικία τον κέρδισε η δημοσιογραφία και συνεργάστηκε με μεγάλες εφημερίδες

των Αθηνών. Εξέδωσε την επτάτομη Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας. Παράλληλα

ασχολήθηκε με τη συγγραφή θεατρικών έργων, όπως Ο Πρωτευουσιάνος (1940), που

σημείωσε μεγάλη επιτυχία, και ιστορικών δραμάτων, όπως τα Βασίλισσα Αμαλία.Κασσιανή, Αθάνατη Πολυαγαπημένη, Θεοδώρα η Μεγάλη, Φόνος στο Ιερό Παλάτι κ.ά.

Page 4: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 4/173

Digitized by 10uk1s

ΟΡΘΡΟΣ ΜΙΑΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ο πάνσεπτος ναός της Αγίας Σοφίας αστράφτει από φως και δόξα. Ένας πορφυρογέννητος στέφεται

συμβασιλέας. Ένας πρίγκιπας του Βυζαντίου ανεβαίνει στο θρόνο  –το μεγαλύτερο θρόνο της

οικουμένης. Μυριάδες πολυκάντηλα που κρέμονται στις αμέτρητες γωνιές του θρυλικού ναού τηςχριστιανοσύνης δημιουργούν φαντασμαγορικές ανταύγειες πάνω στα πολύχρωμα μωσαϊκά, πάνω

στους ολόλευκους κίονες, στα μάρμαρα τα πράσινα, τα μελίχροα, τα πορφυρά, τα αλαβάστρινα. Το

ασημένιο τέμπλο λάμπει, η χρυσοποίκιλτη Αγία Τράπεζα με τα αρίφνητα στολίδια της και με τα άγια

λείψανα προκαλεί έκσταση και δέος. Ώρα μεγάλη για την αυτοκρατορία, για τη χριστιανοσύνη, για

την ιστορία. 

Από την Ωραία Πύλη ο πατριάρχης ευλογεί το άνθος του Βυζαντίου. Χοροί από άνδρες και παιδιά

ψάλλουν γλυκόφωνα, χαρμόσυνα, πανηγυρικά. Η αρμονία σε κύματα ανάλαφρα κατακλύζει την

ατμόσφαιρα, αγγίζει τις καρδιές, μεταρσιώνει τα πνεύματα. Οι αχνογάλανοι καπνοί του μόσχου και

του λιβάνου ανεβαίνουν από τα αναρίθμητα θυμιατήρια και τυλίγουν τα πάντα μέσα στους

ευωδιαστούς ατμούς τους. Όλα εκεί μέσα θαμπώνουν τα μάτια και κάνουν τις ψυχές να γονατίζουναπό δέος. Γιατί η Αγία Σοφία είναι πλημμυρισμένη την ώρα εκείνη απ' ό,τι πιο λαμπερό, πιο ένδοξο,

πιο αρχοντικό έχει να επιδείξει η αθάνατη πόλη του Παμβασιλέως. Τιτουλάριοι κάθε είδους  –

μάγιστροι, πατρίκιοι, κόμητες, πρωτοσπαθάριοι, στράτορες, σιλεντιάριοι, κομήτες πλωίμων,

προτέκτορες, κένταρχοι – όλοι οι αξιωματούχοι της ένδοξης αυτοκρατορίας. Και από το άλλο μέρος,

οι αρχόντισσες  – οι πατρικίες, οι ζωστές, οι πρωτοσπαθάρισσες, οι υπάτισσες, οι κομήτισσες, οι

τριβούνισσες, οι μανδατόρισσες. Όλοι αυτοί, άρχοντες κι αρχόντισσες, με τις βαρύτιμες

ποικιλόχρωμες στολές και τα επιβλητικά εμβλήματα της εξουσίας τους, μοιάζουν μ' ένα ζωντανό

μωσαϊκό που ανακινείται και αναδιπλώνεται ελαφρά κάθε φορά που ο χορός αρχίζει ένα

καινούργιο δοξαστικό ή κάθε φορά που οι διάκονοι αναπέμπουν μια νέα δέηση. 

Μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα δόξας, δύναμης και πλούτου άρχισε την επίσημη εκείνη μέρα μιαθρυλική ερωτική ιστορία, ένα περιπαθές δραματικό ερωτικό ρομάντζο που συντάραξε το Βυζάντιο

και συγκλόνισε θρόνο, λαό και Εκκλησία. 

Η επιβλητική τελετή βρίσκεται μόλις στην αρχή της. Όλοι ατενίζουν προς τη μεγαλοπρεπή εξέδρα

που ορθώνεται στη μέση του ιερού χώρου, ακριβώς στο μέρος όπου ο μέγας ψηφιδωτός δικέφαλος

αετός τανύζει τα πελώρια φτερά του συμβολικά, όπως τεντώνει κι η αυτοκρατορία τις πελώριες

φτερούγες της σε Ανατολή και Δύση. Πάνω στην εξέδρα υψώνονται τρεις πορφυροντυμένοι θρόνοι

όπου στέκονται, ακίνητοι σαν είδωλα χρυσοστόλιστα, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Β', η Ευφροσύνη –η

γαληνότατη Αυγούστα – και ο διάδοχος του θρυλικότερου θρόνου της οικουμένης, ο Θεόφιλος,

αυτός ο αγέρωχος, ο ανδρείος, ο τόσο προσφιλής σε λαό και στρατό πρίγκιπας. Γι' αυτόν γίνεται η

σημερινή μεγάλη τελετή. Στέφεται συμβασιλέας. Ο ανήμπορος πατέρας του μοιράζεται από τώρα τοστέμμα του με τον άξιο διάδοχό του. Λόγοι υπέρτατης κρατικής ανάγκης οδήγησαν τον Μιχαήλ στην

αποφασιστική αυτή χειρονομία. Η χώρα κλυδωνίζεται από τη φοβερότερη θρησκευτική διαμάχη

που είδε ποτέ η χριστιανοσύνη, από την αδυσώπητη πάλη εικονολατρών και εικονομάχων. Ο

θρόνος χρειάζεται έναν αυτοκράτορα που να 'χει ακμαίες τις σωματικές και  τις πνευματικές του

δυνάμεις. Ο Θεόφιλος τα 'χει και τα δύο. Στα στιβαρά του χέρια τα ηνία της εξουσίας δεν θα

γλιστρούν όπως στα ασθενικά γεροντικά χέρια του πατέρα του.  

Να γιατί οι αξιωματούχοι και ο λαός του Βυζαντίου πανηγυρίζουν μ' ενθουσιασμό το μέγα αυτό

γεγονός. Ξέρουν πως από αύριο θα υπάρχει στο Ιερό Παλάτι ένας Αύγουστος με θέληση ατσαλένια,

με φιλοδοξία φλογερή, με σκέψη πλατιά, με ορμή καινούργια. Δεν ξέρουν, όμως, ούτε μπορούν να

φανταστούν πως όλα αυτά –φιλοδοξία, θέληση και σκέψη – σβήνουν, χάνονται και παραλύουν όταν

Page 5: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 5/173

Digitized by 10uk1s

το θελήσει αυτός που ο αρχαίος ποιητής ονόμαζε «αφέντη και θεών κι ανθρώπων»· ο Έρωτας ο

πρωταφέντης! 

Ο πατέρας του Θεόφιλου, αδιάλλακτος εικονομάχος, είχε πολεμήσει επίμονα τους «ξυλολάτρες»,

όπως τους αποκαλούσε. Τους είχε αναγκάσει να υποταχτούν στις αποφάσεις του και, προπάντων,να πάψουν να συνωμοτούν, φανερά τουλάχιστον, για την επαναφορά των εικόνων. Ωστόσο, τα

τελευταία χρόνια η αρρώστια του γερο-αυτοκράτορα είχε κάνει τους εικονολάτρες να

αναθαρρήσουν πάλι. Με τον ένθεο ζήλο και το φανατισμό που τους διέκρινε, είχαν οργανώσει ξανά

τις παλιές μυστικές ομάδες τους και είχαν αρχίσει να προπαγανδίζουν τις θρησκευτικές τους

αντιλήψεις, κυρίως στο στρατό και στους παλατιανούς, με σύστημα, με τρόπο υποχθόνιο,  με

επιμονή αφάνταστη. Σιγά σιγά, κατάφεραν να πάρουν με το μέρος τους ανώτερους αξιωματούχους

των ανακτόρων, της διοίκησης και του στρατού, και να απλώσουν τους πλοκάμους τους σ' όλες τις

καίριες θέσεις της αυτοκρατορίας. Ακόμα και την αυτοκράτειρα Ευφροσύνη, μια βασίλισσα

καλοπροαίρετη, θρησκόληπτη κι αδύναμη στη θέληση, είχαν κατορθώσει να προσηλυτίσουν. 

Κι όταν ένιωσαν ότι η παράταξή τους είχε δυναμώσει αρκετά, άρχισαν να καταστρώνουν ένα σχέδιοπαράτολμο. Μελετούσαν με ένα πραξικόπημα, μέσα σε μια νύχτα, να αναστηλώσουν σ' όλη τη

Βασιλεύουσα τις εικόνες που εδώ και είκοσι χρόνια είχαν αφαιρεθεί  –για δεύτερη φορά – από τους

ναούς του Βυζαντίου. Επωφελούμενοι της αρρώστιας και της ανημπόριας του αμείλικτου διώκτη

τους, του γηραιού Αυγούστου, θα αποτολμούσαν τη θρησκευτική αυτή επανάσταση και θα

εξανάγκαζαν έτσι τον Μιχαήλ Β', που θα βρισκόταν ξαφνικά προ τετελεσμένου γεγονότος, να

υποκύψει και να παραδεχτεί σιωπηρά τη νέα κατάσταση. Όμως να που τώρα, με τη στέψη του

Θεόφιλου, τα σχέδιά τους έμπαιναν σε κίνδυνο. 

Ενώ η επιβλητική τελετή συνεχιζόταν, σε μια απόμερη γωνιά της Αγίας Σοφίας, μισοκρυμμένοι πίσωαπό έναν αλαβάστρινο κίονα, δυο τιτουλάριοι από τους πιο επιφανείς αντάλλαζαν χαμηλόφωνα τις

σκέψεις τους, αποκάλυπταν τους φόβους που συνείχαν αυτούς κι όλους τους εικονολάτρες της

αυτοκρατορίας. 

«Μας περιμένουν μέρες σκοτεινές!» έλεγε ο ένας. 

«Περάσαμε δοκιμασίες αφάνταστες. Αλλά δεν λυγίσαμε!» αποκρίθηκε ο άλλος. 

«Τώρα φοβούμαι. Ο Θεόφιλος θα είναι ο σκληρότερος εικονομάχος απ' όσους ανέβηκαν στο θρόνο.

Είναι φανατικός. Κι αλύγιστος». 

«Νομίζεις πως θ' αρχίσουν νέες διώξεις;» 

«Είμαι βέβαιος! Εμάς, προπάντων, που έχουμε οφφίκια στο παλάτι, θα μας καταδιώξει χωρίς έλεος,

θα μας εξορίσει στα πιο απομακρυσμένα θέματα της αυτοκρατορίας». 

«Είμαστε πολλοί! Δεν θα μπορέσει να μας εξοντώσει όλους». 

«Θα απαλλαγεί απ' τους ικανότερους, τους πιο αποφασιστικούς. Κι όταν λείψουμε εμείς, οι

υπόλοιποι, οι δευτεραγωνιστές, θα αναγκασθούν να υποκύψουν. Και θα βρεθούν πολλοί που θα

αλλάξουν πίστη, θα πάνε με το μέρος των εχθρών μας. Και τότε,  θα μεταβληθούν σε λυσσασμένους

διώκτες μας – όπως συμβαίνει πάντα μ' όσους αλλαξοπιστούν». 

Page 6: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 6/173

Digitized by 10uk1s

«Πρέπει να πυκνώσουμε τις τάξεις μας!» 

«Ναι! Να συσπειρωθούμε ακόμα περισσότερο γύρω απ' την Κεφαλή!» 

«Σςςς! Μιλάς για τον αρχηγό εδώ μέσα; Οι καταδότες του Θεοφίλου είναι σκορπισμένοι ολούθε...» 

Και οι δυο επιφανείς εικονολάτρες, ρίχνοντας γύρω τους βλέμματα καχύποπτα, έκοψαν απότομα

την αποκαλυπτική συνομιλία. Προσπάθησαν να δώσουν πάλι στο πρόσωπό τους την κατανυκτική

έκφραση που επέβαλλε η ώρα, η ατμόσφαιρα, η τελετή. Μα πίσω απ' το ευλαβικό τους βλέμμα

δύσκολα κρυβόταν το βουβό μίσος που φώλιαζε στη φανατισμένη τους ψυχή για τον καινούργιο

εικονομάχο που ανέβαινε στο θρόνο την ημέρα εκείνη. 

Σε μια άλλη γωνιά του πάνσεπτου ναού, δυο αξιωματικοί, πρωτοσπαθάριοι, εξομολογούνταν κι

αυτοί τις σκέψεις τους, αποκάλυπταν τις ελπίδες τους. 

«Ο Θεόφιλος θα γίνει αυτοκράτορας σπουδαίος». 

«Ναι, το πιστεύω, το πιστεύουμε όλοι. Παρά τα τριάντα χρόνια του, έχει και χέρι γερό και νου

δυνατό και καρδιά φλογερή». 

«Θα οργανώσει στρατό, θα κυνηγήσει τους Άραβες». 

«Προπάντων θα πατάξει τους εικονολάτρες». 

«Το παλάτι έγινε φωλιά ξυλολατρών». 

«Θα τους ανακαλύψει ο Θεόφιλος. Θα τους καταδιώξει». 

«Κοίτα το βλέμμα του... και την έκφρασή του. Δείχνουν άνθρωπο που έχει σχέδια μεγαλεπίβολα».  

«Και κυρίως δύναμη θελήσεως να τα βάλει σε πράξη». 

«Αλίμονο στους ξυλολάτρες!» 

«Θα τους αφανίσει». 

«Αμήν!» 

Τις ίδιες σκέψεις, αλλά αντίστροφα, έκανε την ώρα εκείνη, καθώς παρατηρούσε την έκφραση του

Θεόφιλου, που φανέρωνε την αλύγιστη θέλησή του, και ένας άλλος αξιωματούχος, αλλά πολύ

ανώτερος αυτός, ένας από τους επιφανείς άρχοντες του Βυζαντίου· ο Βάρδας! Τιτουλάριος με

φιλοδοξίες αχαλίνωτες, άνθρωπος με αισθήματα βίαια, με καρδιά σκληρή, με σκέψη δίβουλη.

Αυτός που ύστερα από λίγα χρόνια θα κατόρθωνε να αναρριχηθεί ως το ύπατο αξίωμα του

κουροπαλάτη και κατόπιν να στεφθεί και καίσαρ, τώρα περιοριζόταν αναγκαστικά στο δευτερεύον

αξίωμα του τουρμάχη, του διοικητή μιας επαρχίας του Βυζαντίου. Και στη θέση αυτή, που ήταν

τόσο δυσανάλογη προς τις απέραντες φιλοδοξίες του, ένιωθε να πνίγεται και το μίσος του να

φουντώνει. 

Page 7: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 7/173

Digitized by 10uk1s

 Όμως, αν στα φανερά ήταν ένας τιτουλάριος υποτακτικός, στα κρυφά είχε δύναμη τεράστια. Γιατί

αυτός ήταν ο πραγματικός αρχηγός των εικονολατρών, η μυστηριώδης «Κεφαλή» που είχαν

αναφέρει με δέος οι δυο αξιωματούχοι, οι οποίοι κρυφοκουβέντιαζαν λίγο πρωτύτερα. Από

καιροσκοπισμό μάλλον παρά από τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, ο δοξομανής αυτός άρχοντας

είχε προσχωρήσει στη μυστική οργάνωση των εικονολατρών. Με τις ικανότητές του αλλά και με τιςμηχανορραφίες του, κατόρθωσε, αδίστακτος καθώς ήταν, να γίνει ο πολιτικός αρχηγός της

συνωμοσίας και να ονομαστεί «Η Κεφαλή του ιερού αγώνος», την οποία έψαχναν, του κάκου, οι

πράκτορες του αυτοκράτορα να ανακαλύψουν. Αυτός, λοιπόν, ο επικίνδυνος άνθρωπος κρατούσε

καρφωμένο τώρα το ερευνητικό του βλέμμα στο πρόσωπο του Θεόφιλου και προσπαθούσε να

μαντέψει τους μύχιους σκοπούς του. Δεν αμφέβαλλε ότι ο νέος συμβασιλέας μελετούσε κιόλας

μέτρα αυστηρά εναντίον των «ξυλολατρών». Αλλά κι αυτός με τη σειρά του έπαιρνε μέσα του

αντίθετες αποφάσεις· να δυναμώσει τη συνωμοτική κίνηση της πολυπλόκαμης οργάνωσης των

εικονολατρών και να ετοιμαστεί για σκληρούς αγώνες. 

«Θα κτυπήσεις, Θεόφιλε!» έλεγε μέσα του ο Βάρδας. «Αλλά κι εμείς είμαστε έτοιμοι ν'

αγωνισθούμε μέχρις εσχάτων. Θα αναμετρηθούμε! Και, μα τις πάνσεπτες εικόνες, ή θα πέσω ή θασε γκρεμίσω απ' το θρόνο!» 

Ο Θεόφιλος πάνω στον πορφυροντυμένο θρόνο, περιμένοντας τη μεγάλη ώρα της ζωής του, δεν

πρόσεχε την τελετή· είχε στραμμένο το βλέμμα στο μέλλον. Γνώριζε καλά ότι η στέψη του θα έδινε

το σύνθημα να εξαπολυθεί εναντίον του ένας αδυσώπητος και μυστικός πόλεμος των

εικονολατρών. Και ετοιμαζόταν για τη μεγάλη μάχη. Ενώ οι αρχιερείς και οι άρχοντες εδέονταν

«πολλά τα έτη του δεσπότου Θεοφίλου» αυτός προσευχόταν μέσα του στον Ύψιστο να τον

ενδυναμώσει, να κραταιώσει την ψυχή και το νου του για να αντιπαλέψει τους φανατισμένους

εχθρούς του. Ήξερε πως θα ήταν πολύ σκληρός ο αγώνας αυτός που του έταζε η μοίρα του, μα δενλιποψυχούσε. Η δόξα τού έγνεφε, τον καλούσε σε έργα μεγάλα. Το πεπρωμένο του δενόταν σφιχτά

την ώρα εκείνη με τα πεπραγμένα της θρυλικότερης αυτοκρατορίας της υφηλίου. Κι η σκέψη αυτή

δυνάμωνε διπλά τη θέλησή του κι έκανε πλατύτερους τους οραματισμούς του.  

Ξαφνικά, καθώς το ονειροπόλο βλέμμα του πλανιόταν ψηλά, στους θόλους του ναού, καθώς

περνούσε φευγαλέα απ' το γυναικωνίτη, ο Θεόφιλος ένιωσε απότομα μια δόνηση που τον άγγιξε ως

τα βάθη της ψυχής του. Εκεί, στο γυναικωνίτη, όπου συνωστίζονταν οι νεαρές αρχόντισσες, είδε ένα

πρόσωπο, δυο μάτια. Μια νέα αρχοντοπούλα, ντυμένη στα ολόλευκα, μ' ένα μαργαριταρένιο

διάδημα στα εβένινα μαλλιά της, έστεκε εκεί, όμορφη σαν Παναγία που τη ζωγράφισε ερωτευμένος

αγιογράφος, και κοίταζε προς το μέρος του. Τα μάτια της, που ακτινοβολούσαν, είχαν στυλωθεί

πάνω του τόσο επίμονα, που νόμιζες πως ήθελαν να τον γητέψουν. 

Τα ήξερε αυτά τα μάτια! Τα είχε πρωτοδεί εδώ και δυο μήνες στον Ιππόδρομο. Ήταν μια ημέρα

εαρινή που όλα χαμογελούσαν, όλα έλαμπαν. Ο απέραντος Ιππόδρομος της Βασιλεύουσας

δονούνταν από τα επιφωνήματα των ευγενών και από τους τραχείς αλαλαγμούς του λαού που

ζητωκραύγαζε τον Θεόφιλο για μια περιφανή νίκη του σε ιπποδρομία, όπου είχαν λάβει μέρος οι

ονομαστότεροι ιππείς της Βασιλεύουσας. Η συναρπαστική διαδρομή είχε κάνει τις μυριάδες των

θεατών να παρακολουθούν με φλογερό ενδιαφέρον. Και όταν ο Θεόφιλος έφτασε πρώτος στο

τέρμα, άρχοντες και λαός τον αποθέωσαν. Μετά τη νίκη του, σύμφωνα με το έθιμο, υποχρεώθηκε ο

πορφυρογέννητος να κάνει ένα γύρο στο στίβο για να δεχτεί τις επευφημίες των θεατών. Και τότε, ο

ενθουσιασμός του πλήθους έγινε παραλήρημα. 

Page 8: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 8/173

Digitized by 10uk1s

Οι ζητωκραυγές άφηναν πάντα ασυγκίνητο το γιο του Μιχαήλ. Γιατί ήξερε ότι ο λαός που τον

αποθέωνε σήμερα μπορούσε αύριο, από μια οποιαδήποτε αφορμή, να τον αποδοκιμάσει με την

 ίδια παραφορά. Αγαπούσε βαθιά το λαό, μα αποστρεφόταν τον όχλο. Κι όσο μπορούσε, απέφευγε

να έρχεται σε επαφή με τον όχλο το βυζαντινό, που στάθηκε πάντα ο πιο άστατος, ο πιο

αλλοπρόσαλλος, ο πιο ετεροκίνητος όχλος που γνώρισε η οικουμένη. 

Γι' αυτό και τώρα, ενοχλημένος μάλλον απ' τις έξαλλες εκείνες εκδηλώσεις, βιαζόταν να βγει το

γρηγορότερο απ' το στίβο και κεντούσε αδιάκοπα το άλογό του. Όμως το ζώο αντιστεκόταν. Λες και

ήθελε να χαρεί εκείνο τα θριαμβευτικά επιφωνήματα που άφηναν αδιάφορο τον αναβάτη του,

εξακολουθούσε να περνά αργά μπροστά απ' τις κερκίδες. Όταν, μάλιστα, έφτασε στις κερκίδες των

ευγενών, το πεισματάρικο ζώο κοντοστάθηκε κι απόμεινε σαν γοητευμένο. 

Εδώ οι εκδηλώσεις ήταν λιγότερο θορυβώδεις μα πιο θερμές. Οι δέσποινες και οι νέες της

βυζαντινής αυτοκρατορίας επευφημούσαν τον αυριανό Αύγουστο με έναν τρόπο που προκαλούσε

αίσθηση. Όρθιες οι περισσότερες, κουνώντας τα χέρια τους ή τις εσάρπες τους, φώναζαν: 

«Ζήτω ο Θεόφιλος!» 

«Πολλά τα έτη του Πορφυρογέννητου!» 

«Ζήτω! Ζήτω ο νικητής!» 

Δεν ξένιζε κανέναν το ξέσπασμα αυτό. Γιατί  ήξεραν όλοι ότι ο Θεόφιλος, ο πρίγκιπας με την

αρρενωπή ομορφιά, ήταν ο πολυαγαπημένος των γυναικών του Βυζαντίου. Η εποχή εκείνη, εποχή

αδιάκοπων και σκληρών αγώνων της αυτοκρατορίας, είχε επιβάλει στο δημόσιο αίσθημα τον τύπο

του γενναίου και αποφασιστικού άνδρα, του ηρωικού, του πολεμιστή που ξέρει να δίνει τη ζωή του

για την πατρίδα ή για τη γυναίκα που λατρεύει, για την αγαπημένη ή για τη Βασιλεύουσα. Και ολαμπρότερος εκπρόσωπος του τύπου αυτού ήταν ακριβώς ο Θεόφιλος με τον αδάμαστο χαρακτήρα,

την αλύγιστη θέληση και τον παράφορο ηρωισμό. Τον είχαν δει στα πεδία μάχης να ορμά

ασυγκράτητος πάνω στα στίφη των Αράβων για να σώσει ένα φίλο του ή να μονομαχεί μια ώρα

ολόκληρη με οκτώ άγριους κακούργους για να γλιτώσει από τα νύχια τους μια κόρη δυστυχισμένη.

Στο πρόσωπο του Θεόφιλου, λοιπόν, οι γυναίκες του Βυζαντίου θαύμαζαν τον ιππότη, τον αιώνιο

ιππότη που αιχμαλωτίζει κάθε γυναικεία καρδιά. 

Υπήρχε η φήμη ότι ο ίδιος δεν είχε σπουδαία ιδέα για το γυναικείο φύλο, ότι μάλιστα πολλές φορές

είχε εκφραστεί με περιφρόνηση για τις «βυζαντινές Εύες», όπως συνήθιζε να τις αποκαλεί. Ωστόσο,

αυτό δεν εμπόδιζε διόλου τις «Εύες» της Βασιλεύουσας να τρέφουν για τον αυστηρό πρίγκιπα μια

ζωηρότατη συμπάθεια, που μάλιστα για μερικές έφτανε τα όρια της λατρείας. Ίσως κι ο  ελαφρόςμισογυνισμός του να τον έκανε ακόμη πιο αγαπητό στις αρχόντισσες και τις γυναίκες του λαού, κατά

τον αιώνιο νόμο που λέει ότι μας ελκύει περισσότερο εκείνος που μας αποδιώχνει.  

Το ήξερε ο Θεόφιλος ότι είχε γίνει ένα είδος ινδάλματος για τις Βυζαντινές, μα αυτό τον άφηνε

αδιάφορο, όπως τον άφηναν ασυγκίνητο και οι παράφορες εκδηλώσεις των γυναικών που

πλημμύριζαν την ημέρα εκείνη τις κερκίδες των ευγενών. Γι' αυτό προσπερνούσε απαθής μπροστά

από τις βυζαντινές δέσποινες που τον αποθέωναν. Μα να που ξαφνικά ήρθε η δίδυμη λάμψη που

σκόρπιζαν τα μάτια της άγνωστης αρχοντοπούλας να τον καρφώσει μπροστά στις κερκίδες των

ευγενών. Ασυναίσθητα, έσυρε τους χαλινούς του αλόγου και στύλωσε το βλέμμα του πάνω στο

πρόσωπο της λευκοντυμένης Βυζαντινοπούλας. 

Page 9: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 9/173

Digitized by 10uk1s

Δεν την ήξερε, δεν την είχε ξαναδεί τη νέα αυτή. Φαινόταν κόρη αρχόντων, που όμως δεν θα

σύχναζε στο παλάτι, αφού πρώτη φορά την αντίκριζε. Ακίνητη η άγνωστη πατρικία  –ήταν η μόνη

που δεν επευφημούσε – σε μια στάση όλο αξιοπρέπεια και αρχοντιά, κοίταζε επίμονα τον

πορφυρογέννητο. Την κοίταξε κι εκείνος. Η ομορφιά της του είχε κάνει εντύπωση. Γιατί ήταν μια

ομορφιά ασυνήθιστη, παράξενη. Πάνω στο ωραίο πρόσωπό της θαρρούσε κανείς ότι είχεαποτυπώσει τη σφραγίδα της η ίδια η αγνότητα. Κι όμως, κατά έναν αλλόκοτο συγκερασμό, τα

μάτια της έδειχναν γυναίκα του έρωτα, του πάθους. Το πρόσωπο θύμιζε μορφή αγίας, αλλά όταν

πρόσεχες τα μάτια της σου έρχονταν άθελα στο νου οι γυναίκες που είναι προορισμένες από τη

μοίρα τους ν' ανάβουν πόθους τρικυμισμένους. Και η παράξενη αυτή αντίθεση είχε μια γοητεία

ξεχωριστή. 

Ο Θεόφιλος σαγηνεύτηκε. Λες και έφτασε μια στιγμή μονάχα για να τον αιχμαλωτίσει η μορφή της

άγνωστης. Απόμεινε να την κοιτάζει επίμονα, εκστατικά! Ευτυχώς, ο προνοητικός υπασπιστής του

βρέθηκε κοντά του για να τον σώσει από το σκάνδαλο. 

«Κύριέ μου», του ψιθύρισε, «σε παρατηρούν από παντού. Ο Αύγουστος αδημονεί!» 

Τότε μόνο συνήλθε. Τινάχτηκε στη σέλα, κέντησε απότομα το άλογο και προχώρησε. Το βλέμμα του,

όμως, εξακολουθούσε να το έχει στραμμένο προς την άγνωστη. Και μόνο όταν πια είχε προχωρήσει

αρκετά, γύρισε μπροστά το κεφάλι κι απομάκρυνε τη ματιά του. Ωστόσο, την καρδιά του την άφησε

εκεί, εμπρός στην ολόλευκη οπτασία της αρχοντοπούλας που δεν ήξερε. 

Από την ημέρα εκείνη του Ιπποδρόμου πέρασαν δυο ολόκληροι μήνες. Αλλά δεν πέρασε ούτε μια

ημέρα που να μην αναζητήσει ο Θεόφιλος την άγνωστη. Τη ζήτησε παντού, και μέσα κι έξω από το

παλάτι, αλλά μάταια. Μυστήριο κάλυπτε την ύπαρξή της. Μα το μυστήριο αυτό υποδαύλισε ακόμαπερισσότερο τη φλόγα που είχαν ανάψει μέσα του τα δυο λαμπερά μάτια της κόρης με την

παράξενη ομορφιά. 

Και να που τώρα, τη στιγμή που στεφόταν συμβασιλέας, πρόβαλε πάλι μπροστά του η άγνωστη.

Τώρα, όμως, δεν θα την έχανε. Αν δεν βρισκόταν σε τόσο επίσημη τελετή, θα έτρεχε ο ίδιος προς το  

μέρος της, θα την έπιανε από το χέρι και δεν θα την άφηνε παρά μονάχα όταν θα του αποκάλυπτε

ποια ήταν. Μα και τώρα η επιβλητικότητα του τόπου και της ώρας δεν τον εμπόδισαν να ενεργήσει.

Μ' ένα νεύμα κάλεσε τον υπασπιστή του. Και όταν εκείνος πλησίασε, ο Θεόφιλος, παραβλέποντας

κάθε τύπο και πρωτόκολλο, έσκυψε και του ψιθύρισε: 

«Νικηφόρε, η νέα του Ιπποδρόμου είναι εδώ! Βρίσκεται στο γυναικωνίτη. Δεξιά, στο τελευταίο τόξο.Φορά πάλι λευκή εσθήτα. Τρέξε! Πρέπει να μάθεις!» 

 Όλη τη σκηνή αυτή την είδε και την παρακολούθησε με ανησυχία μια άλλη Βυζαντινή, που έστεκε

όχι στο γυναικωνίτη αλλά εκεί όπου είχαν πάρει θέση οι επιφανείς δέσποινες της Βασιλεύουσας.

 Ήταν η Θεοδώρα. Αρχοντοπούλα από τις φημισμένες, αδελφή του Βάρδα, του μυστικού αρχηγού

των εικονολατρών. Υπήρχε η εντύπωση σ' όλους τους παλατιανούς και το βυζαντινό αρχοντολόι ότι

αυτή θα διάλεγε για γυναίκα του ο Θεόφιλος, όταν κάποτε θ' αποφάσιζε να νυμφευθεί. Το παλάτι

αυτή ευνοούσε. Ο αυτοκράτορας την προτιμούσε απ' όλες, η αυτοκράτειρα τη συμπαθούσε

ιδιαιτέρως. Η οικογένειά της ήταν από τις επιφανέστερες του Βυζαντίου, η ξανθή ομορφιά της ήταν

Page 10: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 10/173

Digitized by 10uk1s

ασύγκριτη. Όχι, δεν θα μπορούσε να βρει καλύτερη ο Θεόφιλος για να δώσει την καρδιά του και το

θρόνο του. Και παρά τον κάποιο μισογυνισμό του, δεν έκρυβε κι ο ίδιος, από τους φίλους του

τουλάχιστον, τη σκέψη ότι αν θα παντρευόταν ποτέ –αυτό το «αν» το τόνιζε ιδιαίτερα – τη Θεοδώρα

θα ζητούσε για γυναίκα του. 

 Έτσι, η αδελφή του Βάρδα βαυκαλιζόταν με το όνειρο της πορφύρας που την περίμενε. Κι όμως, να

τώρα που πρόβαλε μια άλλη αρχοντοπούλα να μπει ανάμεσα σ' αυτή και στο φλογερό της όνειρο.

Από τη γωνιά της είχε παρακολουθήσει όλη τη σκηνή. Και με το ένστικτο της γυναίκας είχε μαντέψει

αυτό που δεν είχε αντιληφθεί κανείς άλλος· ότι ο Θεόφιλος είχε συμπαθήσει, αν δεν την αγαπούσε

ήδη, τη λευκοντυμένη του γυναικωνίτη. 

«Αυτή;» ψιθύρισε η Θεοδώρα και η όψη της σκοτείνιασε. 

 Ήξερε ότι η αρχοντοπούλα εκείνη ήταν αντίπαλος που θα μπορούσε να αναμετρηθεί μαζί της και

 ίσως ίσως και να τη νικήσει ακόμα. 

«Θα δούμε, όμως!» είπε μέσα της η αδελφή του Βάρδα και δάγκωσε πεισματικά τα χείλη της.  

Η φράση αυτή σήμαινε ότι άρχιζε από τη στιγμή εκείνη μια πάλη άγρια ανάμεσα σ' αυτή και τη

λευκοντυμένη αρχοντοπούλα, μια πάλη που δεν επρόκειτο να λήξει παρά με τη νίκη της μιας και τον

αφανισμό της  άλλης. Γιατί η Θεοδώρα έκρυβε στα στήθη της μια καρδιά φιλόδοξη. Και για να

πραγματοποιήσει τα φιλόδοξα σχέδιά της, θα μπορούσε να τολμήσει πολλά. 

Ταραγμένος, ο Θεόφιλος κατέβηκε από το θρόνο ακολουθώντας τον πατριάρχη και τον

αυτοκράτορα πατέρα του, που πήγαιναν προς το μεγάλο άμβωνα. Όταν ανέβηκε σ' αυτόν, ο

πρίγκιπας, που σε δυο λεπτά θα γινόταν Αύγουστος, έριξε μια τελευταία ματιά στον υπασπιστή του.

Τον είδε να προχωρεί γοργά προς το μέρος της σκάλας του γυναικωνίτη και ησύχασε κάπως. 

«Αυτή τη φορά θα τη βρω!» σκέφτηκε ικανοποιημένος και προχώρησε προς την άκρη του άμβωνα. 

Μα κι από 'κεί, βρήκε καιρό να ξαναστραφεί και να προσηλώσει πάλι την ερευνητική ματιά του στην

κόρη του γυναικωνίτη – χωρίς καν να φαντάζεται ότι το βλέμμα του εκείνο, που χάιδευε σαν ζεστή

ακτίνα ήλιου την καρδιά της λευκοντυμένης άγνωστης, έφερνε σύννεφα ανησυχίας στη σκέψη της

Θεοδώρας. 

«Ούτε μια φορά δεν στράφηκε η ματιά του προς τα 'δώ!» ψιθύρισε με πίκρα η αδελφή του Βάρδα.

«Όλη την ώρα αυτή! Μόνον αυτή κοιτάζει!» 

Και θα εξακολουθούσε να την κοιτάζει ώρα πολλή ακόμα, αν σε μια στιγμή δεν ένιωθε ένα ελαφρό

σκούντημα της Αυγούστας. Έπρεπε να προχωρήσει. Η ώρα της στέψης είχε έρθει. Η μεγαλοπρεπής

τελετή είχε φτάσει τώρα στην επιβλητικότερη στιγμή της. Ο πατριάρχης κι ο αυτοκράτορας, με

βαθύτερη ευλάβεια κι οι δυο, με συγκίνηση ο πρώτος, με κάποιο δάκρυ ο πατέρας, σήκωσαν το

σφαιρικό, το ολόχρυσο, το αδαμαντοκόλλητο στέμμα του Βυζαντίου που είχε λαμπρύνει τις κεφαλές

των Κωνσταντίνων, των Ιουστινιανών, των Θεοδοσίων και αργά, τελετουργικά, με δέος, το

εναπόθεσαν πάνω στο νεανικό κεφάλι του Θεόφιλου. Για μια στιγμή, το πλήθος των αξιωματούχων

που κατέκλυζαν την Αγία Σοφία κράτησε την ανάσα του. Ακίνητοι, σαν να μαρμάρωσαν,

προσέβλεπαν όλοι με έκσταση στο νέο Αύγουστο. Ένιωσαν ένα ρίγος να περνά από τη σκέψη στην

καρδιά – ήταν σαν να ριγούσε από συγκίνηση κι υπερηφάνεια η ίδια η αυτοκρατορία. Και ξάφνου,

τη βαθιά σιωπή την έκοψε η κραυγή του κήρυκα: 

Page 11: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 11/173

Digitized by 10uk1s

«Δόξα και τιμή εις τον δεσπότην μας Θεόφιλον!» 

«Συ νικάς, Θεόφιλε!» απάντησαν οι άρχοντες με μια μυριόστομη φωνή που αντήχησε στον

απέραντο ναό. 

Κι αμέσως, ενώ ο χορός άρχιζε να ψάλλει το «Θεέ, φύλαττε τον νέον ημών άρχοντα», τα λάβαρα και

οι σημαίες που υψώνονταν δάσος πυκνό μέσα στο ναό προσέκλιναν δείχνοντας την υποταγή

στρατού, λαού και κλήρου στο νέο εστεμμένο. Όλες εκείνες οι πολύχρωμες, βαρύτιμες σημαίες, τα

επιβλητικά λάβαρα, τα  εντυπωσιακά φλάμπουρα με τους κοντούς, με τα αυτοκρατορικά

εμβλήματα, τους χρυσοκέντητους αητούς, τους σταυρούς, τα λιοντάρια και τα «εν τούτω νίκα»

χαμήλωσαν ευλαβικά ως κάτω για να προσκυνήσουν το νέο Ισαπόστολο. Και την ίδια στιγμή, οι

σαλπιγκτές, που είχαν τοποθετηθεί έξω και γύρω απ' την Αγία Σοφία, άρχισαν όλοι μαζί να

σαλπίζουν το γεγονός μ' έναν παιάνα έπαρσης και θριάμβου. 

«Άξιος! Άξιος! Άξιος!» ακούγονταν οι βουερές κραυγές του λαού που κατά μυριάδες συνωστίζονταν

έξω από την Αγία Σοφία. 

«Συ νικάς, Θεόφιλε!» βροντοφωνούσαν μέσα στο ναό οι πατρίκιοι και οι πρωτοσπαθάριοι.  

«Δόξα τω Θεώ τω αναδείξαντί σε βασιλέα!» έψαλλε ο δεξιός χορός. 

«Λάμπρυνον αυτόν, Κύριε!» αναφωνούσε ο αριστερός χορός. 

«Κραταίωσον αυτόν, Μεγαλοδύναμε!» εδέοντο κι οι δυο χοροί μαζί. 

Και η καρδιά του Βυζαντίου σπαρταρούσε από υπερηφάνεια. Τα μάτια ήταν δακρυσμένα, τα

πρόσωπα έλαμπαν, τα χέρια έτρεμαν ανάλαφρα απ' τη συγκίνηση. Ώρα του θρύλου! Το Βυζάντιοέστεφε τον αυτοκράτορά του  – τον έναν απ' τους 109 Αυγούστους που ανέβηκαν στο μεγαλύτερο

θρόνο της οικουμένης κατά τα 1.070 χρόνια της ένδοξης, της εκπληκτικής μα και τόσο πολυτάραχης

ζωής της αυτοκρατορίας. 

Βίαια χτυπούσε κι η καρδιά του Θεόφιλου. Συμβασιλέας! Αύγουστος! Πόσο γρήγορα η αγαθή του

μοίρα ερχόταν να δώσει σάρκα στο φλογερό του όνειρο. Δεν ήταν η δίψα της εξουσίας που τον είχε

κάνει να περιμένει ανυπόμονα τούτη την ώρα. Η φιλοδοξία, ο πόθος για έργα ευγενικά κι ωραία 

ήταν που τον κέντριζε αδιάκοπα όλα τα χρόνια της αναμονής. 

Είχε σχέδια, είχε σκοπούς μεγάλους. Ονειρευόταν να γίνει ένας από τους τρανούς αυτοκράτορες

του Βυζαντίου, αυτούς που είχαν δοξαστεί για το μεταρρυθμιστικό τους έργο. Για τούτο σήμερα,

που πραγματοποιούνταν ο φλογερός πόθος του, ένιωθε την αντρίκεια του καρδιά να πλημμυρίζει

από συναισθήματα ορμητικά. Καθώς πατούσε τον καθαγιασμένο εκείνον άμβωνα, απ' όπου είχαν

κηρύξει το θείο λόγο οι μεγαλύτεροι πατριάρχες της χριστιανοσύνης και όπου είχαν στεφθεί όλοι οι

αυτοκράτορες και οι Αυγούστες, ένιωθε να τον συνεπαίρνει μια δύναμη υπερκόσμια, σαν να

αποσπόταν από το έδαφος, να σηκωνόταν ψηλά, να μετεωριζόταν και να 'φτανε στο ύψος των πιο

επιφανών αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, που με την ξαναμμένη φαντασία του τους έβλεπε τη

στιγμή εκείνη να περνούν μπροστά του σε μια παρέλαση όλο αίγλη και ακτινοβολία.  

Αλλά αυτά ήταν του μέλλοντος... Την ώρα εκείνη, ο Θεόφιλος ένιωθε στην καρδιά μια άλλη θέρμη,

Page 12: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 12/173

Digitized by 10uk1s

πρωτόγνωρη. Ήταν ο έρωτας που ερχόταν. Από τη στιγμή που αντίκρισε πάνω στο γυναικωνίτη την

άγνωστη με το αγνό πρόσωπο και τα φλογερά μάτια, αισθάνθηκε ότι αγαπούσε. Κι ακόμα

περισσότερο, ότι ο έρωτας εκείνος που δυο μήνες τώρα μεγάλωνε κρυφά μέσα του θα άλλαζε τη

ζωή του. Ακόμα και η σύμπτωση ότι έπειτα από δυο μηνών άκαρπες αναζητήσεις ξανάβρισκε την

ποθητή άγνωστη τη στιγμή ακριβώς που στεφόταν αυτοκράτορας  –την επισημότερη στιγμή τουβίου του – έπαιρνε γι' αυτόν σημασία συμβολική. 

«Αυτή η γυναίκα είναι σταλμένη από τη μοίρα μου!» είπε μέσα του.  

Και με την αποφασιστική αυτή σκέψη έστρεψε πάλι το βλέμμα προς το μέρος της. Μα τώρα, η

άγνωστη δεν υπήρχε πια στο γυναικωνίτη. Η λευκή οπτασία είχε εξαφανιστεί. Ο νεαρός Αύγουστος

ταράχτηκε. Λίγο ακόμα και θα έχανε την αγαλματένια στάση που του επέβαλλε η στιγμή. Γιατί είχε

φύγει; Τι έκρυβε η παράξενη φυγή της; 

Η περίλαμπρη τελετή έφτανε πια στο τέλος της, όταν επέστρεψε ο υπασπιστής. Με μια ματιά που

του έριξε ο Θεόφιλος, κατάλαβε ότι δεν έφερνε ευχάριστες ειδήσεις. Δεν μπόρεσε όμως να τον

καλέσει κοντά του. Η εθιμοτυπία, αμείλικτη, το απαγόρευε. Έτσι ο νέος αυτοκράτορας, που την ώρα

εκείνη όλοι ζήλευαν την ευδαιμονία του, πέρασε μερικά λεπτά αγωνίας, ώσπου να τελειώσει η

τελετή. Όταν, επιτέλους, οι σάλπιγγες σήμαναν θριαμβικά το τέλος, ο Θεόφιλος, αφήνοντας να

περιμένουν όλοι οι τιτουλάριοι, που συνωστίζονταν για να του υποβάλουν τα συγχαρητήριά τους,

προφασίστηκε μια μικρή αδιαθεσία και αποσύρθηκε στον Ερυθρό Οικίσκο, που υπήρχε μες στην

Αγία Σοφία ακριβώς για ν' αναπαύονται οι βασιλείς. Πίσω του προχώρησε ο υπασπιστής του, ο  

Νικηφόρος, που είχε μαντέψει τι έκρυβε η ξαφνική αδιαθεσία του Αυγούστου. 

«Λοιπόν;» ρώτησε ο Θεόφιλος με ανυπομονησία, μόλις έπεσαν πίσω απ' τον υπασπιστή ταπαραπετάσματα που έκλειναν τη μικρή είσοδο. 

Ο Νικηφόρος κατέβασε το κεφάλι με αμηχανία. 

«Δεν έμαθες το όνομά της;» ξαναρώτησε ο Θεόφιλος πιο νευρικά. 

«Αλίμονο, όχι κύριε μου! Φαίνεται, Αύγουστε, ότι είχε αντιληφθεί τη διαταγή που μου έδωσες.

Μόλις ανέβηκα στο γυναικωνίτη, την είδα να με κοιτάζει κατάματα σαν να περίμενε την εμφάνισή

μου. Κι αμέσως όρμησε προς αντίθετη κατεύθυνση, λες και την κυνηγούσαν, ανακατεύτηκε με τις

άλλες πατρικίες και χάθηκε στην αντικρινή πτέρυγα». 

«Δεν την κατεδίωξες;» 

«Χωρίς να χάσω ούτε στιγμή. Αλλά δεν την πρόφθασα». 

Ο Θεόφιλος δάγκωσε τα χείλη του με θυμό. Μα ο αφοσιωμένος υπασπιστής πρόλαβε το ξέσπασμά

του. Έβγαλε από τη ζώνη του ένα εγκόλπιο ολόχρυσο και του το έδωσε. 

«Το βρήκα», είπε, «εκεί όπου στεκόταν η άγνωστη. Θα ήταν κρεμασμένο στο στήθος της, αλλά με τη

βία της να φύγει για να μην την προφθάσω, όταν άρχισε να σπρώχνεται ανάμεσα στις αρχόντισσες,

που της έφραζαν το δρόμο, θα έσπασε φαίνεται η αλυσίδα και θα έπεσε». 

Page 13: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 13/173

Digitized by 10uk1s

Ο Θεόφιλος άρπαξε με λαχτάρα το πολύτιμο κόσμημα. Ίσως μάθαινε απ' αυτό ποια ήταν η άγνωστη. 

Το εγκόλπιο ήταν ένα ολόχρυσο φύλλο μηλιάς μ' ένα σταυρό   από διαμάντια στη μέση. Στο πίσω

μέρος του είχε χαραγμένες πέντε λέξεις: «Στην ωραιότερη κόρη του Βυζαντίου». Τίποτε άλλο.

Κανένα άλλο σημάδι. Ο Θεόφιλος έπεσε σε μεγαλύτερη αμηχανία. Ποιος, άραγε, είχε χαρίσει τοεγκόλπιο αυτό στην άγνωστη; Τα λόγια της αφιέρωσης άφηναν την εντύπωση ότι κάποιος άνδρας

 ίσως της είχε δωρήσει το βαρύτιμο αυτό κόσμημα. Τάχα να ήταν ο μνηστήρας της; Ή μήπως ο

σύζυγός της; Η υποψία αυτή κέντρισε την καρδιά του νέου Αυγούστου. Αν ήταν παντρεμένη η

άγνωστη; Αν ανήκε πια σε άλλον άνδρα; 

«Νικηφόρε», είπε στον υπασπιστή του που έστεκε πλάι του βουβός. «Πρέπει να μάθεις σήμερα σε

ποιον ανήκει το εγκόλπιο». 

«Με ποιον τρόπο, δέσποτα;» 

«Να επισκεφθείς αμέσως όλους τους μεγάλους χρυσοπράτες της Βασιλεύουσας. Κάποιος απ'αυτούς θα 'χει κατασκευάσει τούτο εδώ το εγκόλπιο και θα θυμάται ασφαλώς σε ποιον το

πούλησε». 

Ο υπασπιστής προσκύνησε χωρίς να πει λέξη κι έφυγε βιαστικά, ενώ ο Θεόφιλος, καταβάλλοντας

προσπάθεια, ξαναβρήκε την παγερή έκφραση που επέβαλλε ο τόπος κι η στιγμή και βγήκε από τον  

Ερυθρό Οικίσκο, για να παραδοθεί στις αξιώσεις και στα κελεύσματα της αδυσώπητης εθιμοτυπίας. 

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, ο νέος Αύγουστος, κλεισμένος στο ιδιαίτερο σπουδαστήριό του,

βημάτιζε νευρικά. Περίμενε με αδημονία την επιστροφή του υπασπιστή του, που η αργοπορία του

έδειχνε ότι μάλλον αποτύγχανε στην έρευνά του. Δεν είχαν περάσει παρά λίγες ώρες από τότε που

ο οικουμενικός πατριάρχης αναφωνούσε από το μέγα άμβωνα της χριστιανοσύνης εκείνο τοβαρυσήμαντο «Άξιος!» κι όμως ο νέος Ισαπόστολος είχε  σχεδόν ξεχάσει ότι τώρα υπήρχε ένα

στέμμα που λάμπρυνε αλλά και βάραινε το νεανικό κεφάλι του. Το μεγάλο γεγονός της ημέρας, της

ζωής του, είχε χάσει τώρα τη σημασία που του έδινε αυτός  –και μαζί του όλο το Βυζάντιο – λίγες

ώρες πρωτύτερα. Γιατί τώρα τον κρατούσε αιχμάλωτο η ανάμνηση της άγνωστης.  

«Μπορεί να 'χει, λοιπόν, τόση δύναμη μια γυναίκα», αναρωτιόταν με ταραχή ο Θεόφιλος, «που να

σε κάνει να βλέπεις σχεδόν μ' αδιαφορία εκείνο που άλλοτε αποτελούσε το μεγάλο σου όνειρο;» 

Αυτή η σκέψη που αναδύθηκε από μέσα του σαν αποκάλυψη του έκανε βαθιά εντύπωση. Ποτέ δεν

είχε νιώσει έρωτα αληθινό. Οι εφήμεροι έρωτες που είχαν περάσει απ' τη ζωή του είχαν συγκινήσει

μονάχα τις αισθήσεις του και κάποτε και την καρδιά του, μα τόσο επιφανειακά, ώστε να τον κάνουνστο τέλος να πιστέψει ότι ποτέ γυναίκα δεν θα μπορούσε να τον απομακρύνει από τα βασιλικά του

καθήκοντα. Και τώρα... 

Απ' τις σκέψεις αυτές που τον κρατούσαν σ' αναστάτωση τον απέσπασε ο ερχομός του Νικηφόρου.

Μόλις τον είδε να προβάλλει ανάμεσα απ' τα βαριά παραπετάσματα, έτρεξε προς το μέρος του με

ανυπομονησία που ήταν τόσο αντίθετη προς τις συγκρατημένες επιβλητικές κινήσεις που ζητά το

πρωτόκολλο από έναν αυτοκράτορα. 

«Έμαθες το όνομά της;» 

«Όχι, Αύγουστε!» 

Page 14: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 14/173

Digitized by 10uk1s

Τα μάτια του Θεόφιλου σκοτείνιασαν, μα ο Νικηφόρος πρόφτασε να τον καθησυχάσει.  

«Έμαθα, όμως, σε ποιαν ανήκε άλλοτε το εγκόλπιο αυτό». 

«Σε γυναίκα;» φώναξε ο Θεόφιλος με φανερή ανακούφιση. 

«Στην Αυγούστα!» αποκρίθηκε ο υπασπιστής. 

«Στην αυτοκράτειρα; Ανήκε το κόσμημα αυτό στη μητέρα μου;» 

«Μου το εβεβαίωσε ο χρυσοπράτης Ιγνάτιος». 

Ο νέος Αύγουστος είχε μείνει έκπληκτος. Μα δεν ήταν απ' τους ανθρώπους που βασανίζονταν πολύ

με απορίες και δισταγμούς. 

«Θα μάθω τώρα αμέσως από την ίδια την Αυγούστα!» είπε με απόφαση και κινήθηκε προς τηνέξοδο. 

«Θα πρέπει να αναγγελθείς για να γίνεις δεκτός στα διαμερίσματα της γαληνοτάτης!» παρατήρησε

με σεβασμό ο Νικηφόρος. 

«Κατά μέρος η εθιμοτυπία!» απάντησε κοφτά ο νέος συμβασιλέας. «Αρκετά με τυράννησε όλη την

ημέρα». 

Και σφίγγοντας νευρικά το εγκόλπιο στην παλάμη του, βγήκε βιαστικά από το ιδιαίτερο τρίκλινο. 

Η αυτοκράτειρα Ευφροσύνη έτρεφε για τον Θεόφιλο μια στοργή αληθινά μητρική, κι ας ήταν μητριά

του. Άτεκνη η ίδια, δεν είχε προβάλει αξιώσεις διαδοχής στο θρόνο κι έτσι δεν είχε συγκρουστεί με

τον Θεόφιλο. Αλλά και από ιδιοσυγκρασία ήταν μια καλοκάγαθη γυναίκα με καλοσυνάτη καρδιά και

ευγενική ψυχή. Αποτελούσε σπάνιο παράδειγμα μητριάς που αγαπά το παιδί από τον πρώτο γάμο

του άνδρα της. Ήξερε ότι ο Θεόφιλος δεν την αγαπούσε κατά βάθος  –προπάντων για την κρυφή

εικονολατρία της –, αλλά δεν μνησικακούσε. Γι' αυτό όταν της ανήγγειλαν ότι ο νέος Αύγουστος την

παρακαλούσε να τον δεχτεί αμέσως, παρέβλεψε κι αυτή κάθε εθιμοτυπία και διέταξε να τον

οδηγήσουν ευθύς κοντά της. 

Ο Θεόφιλος μπήκε στο τρίκλινο με βήμα νευρικό. Χωρίς περιστροφές, έδειξε στην αυτοκράτειρα τοεγκόλπιο και ρώτησε: 

«Αυτό το κόσμημα ανήκε κάποτε στην Αυγούστα; Σε ποια το δώρισε η γαληνοτάτη;» 

Η Ευφροσύνη δεν δυσκολεύτηκε να το αναγνωρίσει. 

«Στους γάμους μου το είχα δωρίσει, ως ανάμνηση, σε μια από τις έξι νεαρές πατρικίες που

παραστάθηκαν ως παράνυμφες». 

«Το όνομά της, Αυγούστα;» 

Page 15: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 15/173

Digitized by 10uk1s

«Κασσιανή». 

«Κασσιανή;» φώναξε με οδυνηρή κατάπληξη ο νέος Αύγουστος. 

«Ναι, η Κασσιανή. Η κόρη του πατρικίου Ευστρατίου». 

Ο Θεόφιλος κλονίστηκε σαν να είχε δεχτεί χτύπημα. 

«Αυτή;» ψιθύρισε και κοίταξε την αυτοκράτειρα με βλέμμα που φανέρωνε την απόγνωσή του.  

Η Ευφροσύνη μάντεψε ότι κάποιο δράμα παιζόταν τη στιγμή εκείνη μέσα στο νου και στην καρδιά

του Θεόφιλου, μα δεν ήθελε να τον πληγώσει με αδιάκριτες ερωτήσεις. Απόμεινε να τον κοιτάζει με

συμπόνια και αμηχανία. Πέρασαν λίγα λεπτά δραματικής σιωπής και, ξαφνικά, ο Θεόφιλος

καταλήφθηκε από μια ακατανίκητη διάθεση να μιλήσει, να πει σε κάποιον το βουβό δράμα του. Και

σαν να μονολογούσε, άρχισε να μιλά στην Αυγούστα για τον κρυφό του  έρωτα. Η Ευφροσύνη

άκουγε με συγκίνηση. Ωστόσο, δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί ο Θεόφιλος είχε κυριευτεί απότόση απελπισία. Και, στο τέλος, δεν κρατήθηκε. Διέκοψε σε μια στιγμή την εξομολόγηση του νέου

και ρώτησε με απορία: 

«Μάρτυς μου η Θεοτόκος, αλλά απορώ τι είναι εκείνο που σε φέρνει σε απόγνωση. Επειδή έχεις

αγαπήσει μια κόρη που δεν έχει στις φλέβες της αίμα βασιλέων;»  

«Α, θα 'μουν υπερήφανος και για την κόρη ενός αρκουδιάρη ακόμα, όπως υπερηφανευόταν κι ο

Ιουστινιανός για τη μεγάλη Θεοδώρα, αν συνέβαινε να αγαπώ αληθινά μια τέτοια κόρη».  

«Σωστά! Στο θρόνο του Βυζαντίου έχουν ανεβεί και γυναίκες με ταπεινότερη καταγωγή. Τότε, όμως,

τι σε χωρίζει από την κόρη του Ευστρατίου;» 

«Τι με χωρίζει;» φώναξε απελπισμένα ο Θεόφιλος. «Ξεχνάς ότι ο Ευστράτιος είναι από τους

φανατικότερους εικονολάτρες της Βασιλεύουσας; Κι ακόμα χειρότερα, πως η Κασσιανή αποτελεί γι'

αυτούς τους δαιμονισμένους ξυλολάτρες ένα είδος ηρωίδας, ένα είδος μούσας που εμπνέει και

ενθουσιάζει με τα ποιήματά της τους φανατισμένους όχλους τους; Πώς είναι δυνατόν να μοιρασθώ

το θρόνο με μια κόρη που, αντιθέτως, πρέπει να πλήξω αυτή πρώτη από όλους του εικονολάτρες;»  

Αληθινά, ο Θεόφιλος είχε βρεθεί σε τραγικό αδιέξοδο. Η μοίρα τον είχε σπρώξει ν' αγαπήσει εκείνη

ακριβώς που έπρεπε ν' αποστρέφεται και που με τη σειρά της έπρεπε κι αυτή να τον μισεί βαθιά.

Αυτός που ονειρευόταν να συνεχίσει το σπουδαίο έργο των μεταρρυθμιστών αυτοκρατόρων, που

ετοιμαζόταν τώρα, μετά τη στέψη του, ν' αρχίσει νέο διωγμό των ξυλολατρών, πώς θα μπορούσε νασυνθηκολογήσει έτσι εύκολα και να νυμφευτεί την Κασσιανή, που θεωρούνταν η φλογερότερη

εικονολάτρισσα; 

Την αγαπούσε, όμως! Ο έρωτας είχε κιόλας ρίζες βαθιές μέσα στην καρδιά του. Όχι, δεν μπορούσε

τώρα πια να την ξεχάσει. Αυτό το γνώριζε καλά και δεν ήταν από τους ανθρώπους που μπορούν να

ξεγελούν τον εαυτό τους και να παρηγορούνται με ελπίδες κούφιες. Την αγαπούσε παράφορα και

το τεράστιο εμπόδιο που υψωνόταν τώρα μπροστά του, αντί να του παγώνει την καρδιά, έκανε το 

αίσθημά του πιο οδυνηρό αλλά και πιο παράφορο. Τον έρωτα τον γιγαντώνει η απελπισία. 

Ωστόσο, η αυτοκράτειρα Ευφοσύνη δεν έκανε τις ίδιες σκέψεις. Με τη γυναικεία νοοτροπία της

έβλεπε το ζήτημα απλούστερα, λιγότερο δραματικά, πιο ανθρωπινά. 

Page 16: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 16/173

Digitized by 10uk1s

«Νομίζω, Αύγουστε, ότι το εμπόδιο δεν είναι τόσο μεγάλο». 

«Ανυπέρβλητο!» 

«Κι όμως, πιστεύω ότι υπάρχει λύση». 

«Καμιά! Από το ένα μέρος το βασιλικό καθήκον μου, από το άλλο το αίσθημα που νιώθω για την

κόρη αυτή. Δεν χωρεί κανείς συμβιβασμός». 

«Ας δούμε. Τι είναι αυτό που θα σ' εμπόδιζε να νυμφευθείς την Κασσιανή;» 

«Η τυφλή λατρεία της προς τις εικόνες». 

«Κι αν η λατρεία αυτή μεταβληθεί σε αδιαφορία κι ίσως σε αποστροφή;»  

Ο Θεόφιλος την κοίταξε με ζωηρή απορία. Αλλά η αυτοκράτειρα εξακολούθησε στο ίδιο θετικόπνεύμα: 

«Πολλοί εικονολάτρες άλλαξαν ιδέες και έγιναν εικονοκλάστες. Η εικονομαχία δεν είναι μια λέξη

χωρίς νόημα. Κρύβει ιδέες καινούργιες, ωραίες, ελκυστικές. Είναι η πρόοδος, ο πολιτισμός. Με τις

μεταρρυθμίσεις που επεδίωξαν και επιδιώκουν όλοι οι εικονομάχοι αυτοκράτορες, τι άλλο

επιζητούν από το να φέρουν στο Βυζάντιο τις ιδέες που θα δώσουν καινούργιο αίμα και καινούργια

ορμή στην αυτοκρατορία; Αυτές οι νέες ιδέες γαλβανίζουν στο τέλος κάθε Βυζαντινό που ποθεί

κατά βάθος το μεγαλείο της αυτοκρατορίας μας. Κι αυτό το ομολογώ εγώ, που για πολύ καιρό

έμεινα προσηλωμένη στις εικονολατρικές αντιλήψεις και που στο τέλος, κάτω απ' την επιρροή του

έργου του Αυγούστου πατέρα σου, αρχίζω να βλέπω την πλάνη μου. Γιατί, άραγε, δεν θα

γαλβανίσουν οι ωραίες αυτές ιδέες και την αγνή ψυχή της Κασσιανής; Μελέτησες ποτέ αυτά ταπερίφημα ποιήματά της που έχουν γίνει ύμνοι και θούρια των εικονολατρών;» 

«Ποτέ μου!» 

«Να τα μελετήσεις τώρα. Και θα δεις ότι η κόρη έχει νου πολύ καλλιεργημένο και καρδιά που

πάλλεται για υψηλά, πλατιά ιδανικά». 

«Πού θέλει να καταλήξει η Αυγούστα;» 

«Στο ότι η  Κασσιανή είναι εικονολάτρις κατά λάθος, από σύμπτωση. Αν βρεθεί κάποιος να της

ανοίξει τα μάτια, στο τέλος δεν μπορεί, θα αλλάξει ιδέες, θα 'ρθει προς τις δικές σου αντιλήψεις,γιατί προς αυτές τη σπρώχνει η ιδιοσυγκρασία της, το πνεύμα της. Αυτός ο κάποιος μπορεί να είσαι

εσύ, Θεόφιλε. Να είναι η αγάπη σου!» 

Ο νέος συμβασιλέας άκουγε με λαχτάρα τα λόγια της Ευφροσύνης. Ήθελε να μιλήσει, μα η

συγκίνηση και η αξιοπρέπεια του έκοβαν τα λόγια. Η Ευφροσύνη τον κοίταξε με το θερμό, στοργικό

της βλέμμα. 

«Θεόφιλε, θα 'θελες να ενεργήσω εγώ για λογαριασμό σου; Έχω κάποιο μικρό σχέδιο στο νου.

Θέλεις να το βάλω σε εφαρμογή;» 

«Ω, μητέρα!» ψιθύρισε ο ερωτευμένος πορφυρογέννητος και της φίλησε την άκρη των δαχτύλων. 

Page 17: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 17/173

Digitized by 10uk1s

Για πρώτη φορά την αποκαλούσε μητέρα. Τόση ήταν η ευγνωμοσύνη που ένιωθε εκείνη τη στιγμή

για τη βοήθεια που ανέλπιστα ερχόταν να του δώσει η ίδια η μητριά του  – κι ας της έδειχνε πάντα

αδιαφορία κι αντιπάθεια. 

Σ' ένα από τα μεγαλοπρεπέστερα μέγαρα του Βυζαντίου, στην ανατολική πλευρά του, μέσα σε ένα

τρίκλινο φωτεινό και απέριττα στολισμένο, μια κόρη ζωγράφιζε και τραγουδούσε με σιγανή, απαλή

φωνή. Στο πλάι της μια από τις θεραπαινίδες της συνόδευε το τραγούδι χτυπώντας ανάλαφρα τις

χορδές ενός οργάνου που έμοιαζε με βάρβιτο. Από τον κήπο έρχονταν οι χαρωποί κελαηδισμοί των

πουλιών και το άρωμα των λουλουδιών που πλημμύριζαν το δωμάτιο και την ψυχή της νέας.  

Η Κασσιανή  –αυτή ήταν η νέα που τραγουδούσε – ζωγράφιζε την Παρθένο Μαρία την ώρα που

άγγελος Κυρίου  τής προσφέρει το θεόσταλτο κρίνο, όταν τα παραπετάσματα στο βάθος

παραμερίστηκαν απότομα και η αρχόντισσα Θέκλα, η μητέρα της, μπήκε λαχανιασμένη στο

δωμάτιο. 

«Κόρη μου, η βεστιτόρισσα Αγγελίνα έρχεται σταλμένη από τη γαληνοτάτη. Η Αυγούστα σε καλεί

στο παλάτι». 

«Η Αυγούστα εμένα;» απόρησε η νέα. 

«Ναι, κόρη μου. Σε καλεί κοντά της για σήμερα. Θα σε δεχθεί το μεσημέρι στο ιδιαίτερο τρίκλινό

της». 

«Στο ιδιαίτερο τρίκλινο;» 

«Έτσι είπε η βεστιτόρισσα Αγγελίνα. Για κάτι σπουδαίο θα έχει να σου μιλήσει η Αυγούστα. Αλλά

απορώ κι εγώ, κόρη μου. Τι μπορεί να 'χει να πει σε σένα η γαληνότατη δέσποινα;» 

Μια σκέψη πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό της Βυζαντινοπούλας. Κι αμέσως άρχισε η καρδιά

της να χτυπά βίαια. Μάντεψε ότι η πρόσκληση της αυτοκράτειρας ήταν σχετική με τον Θεόφιλο. Το

επεισόδιο του Ιπποδρόμου τής είχε δώσει την πρώτη εντύπωση πως ο πορφυρογέννητος είχε νιώσει

γι' αυτή ενδιαφέρον ζωηρό. Το επίμονο βλέμμα που της έριξε την ημέρα εκείνη τής αποκάλυψε ότι

είχε εντυπωσιαστεί με την ομορφιά της. Προς στιγμήν, μια τρελή ελπίδα φτερούγισε μέσα της· μα

γρήγορα συνήλθε. Από το γιο του Μιχαήλ Β' τη χώριζε άβυσσος. Τη χώριζαν προπάντων οι άγιες

εικόνες που αυτή λάτρευε από παιδί, ενώ εκείνος καταδίωκε με τόσο πείσμα.  

Αναθρεμμένη η Κασσιανή σε σπίτι όπου η εικονολατρία ήταν δεύτερη πίστη, αντίκριζε με

αποστροφή, αν όχι με μίσος, κάθε εικονομάχο. Τον Θεόφιλο, προπάντων, της είχαν μάθει να τον

θεωρεί σχεδόν αντίχριστο οι καλόγεροι που σύχναζαν στο σπίτι της. Γι' αυτό η φλογερή ματιά, με

την οποία την αγκάλιασε στον Ιππόδρομο ο Θεόφιλος, μόνο για μια στιγμή έκανε την παρθενική

καρδιά της να χτυπήσει με λαχτάρα. Όταν ξαναβρήκε την ψυχραιμία της, ένιωσε ντροπή για την

τολμηρή σκέψη που είχε περάσει, έστω κι άθελά της, από το μυαλό της. Πώς ήταν δυνατόν να

αισθανθεί γι' αυτή έρωτα αγνό ο υπερόπτης πρίγκιπας –έτσι τον φανταζόταν – που μάλιστα για τις

γυναίκες, καθώς έλεγε η φήμη, δεν ένιωθε παρά περιφρόνηση; Μα κι αν ακόμα συνέβαινε αυτό το

απίθανο, πώς ήταν δυνατόν να συγκινηθεί αυτή από έναν τέτοιο έρωτα και ν' αγαπήσει τον ίδιο τον

αντίχριστο, όπως τον αποκαλούσαν οι ρασοφόροι που μπαινόβγαιναν στο αρχοντικό της; Και μόνο

που το σκεφτόταν η ευλαβής κόρη ένιωθε σαν να είχε πέσει σ' ένα αμάρτημα βαρύ. 

Page 18: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 18/173

Digitized by 10uk1s

 Έτσι την ημέρα εκείνη, όταν γύρισε στο σπίτι της μετά τον Ιππόδρομο, έτρεξε να κλειστεί στην

κάμαρά της. Με μια παράξενη ταραχή, έπεσε στα γόνατα μπροστά στο εικονοστάσιο κι άρχισε να

προσεύχεται. 

«Ήμαρτον, Θεοτόκε!» έλεγε. «Η καρδιά μου είναι αδύνατη! Βοήθησέ με, Δέσποινα, να διώξω από τησκέψη μου τον αμαρτωλό διαλογισμό!» 

Με την κατανυκτική προσευχή ένιωσε την καρδιά της να ξαλαφρώνει. Μα για λίγο. Τη νύχτα, στο

όνειρό της, ξαναγύρισε επίμονη η σκηνή του Ιπποδρόμου και η μορφή του Θεόφιλου κυριάρχησε

στις υπνοφαντασίες της. Αναστατωμένη, σηκώθηκε από την κλίνη της πολύ πρωί, σχεδόν αυγή, κι

έπεσε πάλι στα γόνατα μπροστά στο εικονοστάσιο. 

«Δυνάμωσέ με, Ιησού!» ικέτευσε η ωραία αρχοντοπούλα. 

Του κάκου. Τη φορά αυτή η προσευχή ήταν ανίκανη να διώξει από τη σκέψη της τη γοητευτική

ανάμνηση. Το αντίθετο. Όσο περνούσε η ώρα τόσο περισσότερο κυριαρχούσε μέσα της η μορφήτου Θεόφιλου. 

Από την ημέρα εκείνη άρχισε μέσα στην καρδιά της Κασσιανής μια πάλη βουβή. Αγωνιζόταν να

ξεριζώσει από το νου της τον Θεόφιλο, να ξανανιώσει την παλιά αποστροφή που έτρεφε μέσα της

για τον εστεμμένο αντίχριστο. Μάταια! Ο έρωτας ζέσταινε σιγά σιγά την καρδιά της, όπως οι ακτίνες

του ανοιξιάτικου ήλιου θερμαίνουν λίγο λίγο το μπουμπούκι του ρόδου που ετοιμάζεται ν' ανοίξει,

ν' απλώσει τα πέταλά του. Στην καρδιά της κόρης του Ευστράτιου είχε ρίξει τις πρώτες του αχτίδες ο

ήλιος της αγάπης. 

Κράτησε δυο μήνες αυτή η πάλη. Κι ήρθε, τέλος, να δώσει δραματική λύση στο βουβό αγώνα της

Κασσιανής η σκηνή της Αγίας Σοφίας. Την ημέρα εκείνη η Κασσιανή κατέφυγε στο γυναικωνίτη σαννα ντρεπόταν να βρεθεί μαζί με τις άλλες αρχόντισσες κοντά στον πορφυρογέννητο, σαν να

φοβόταν μήπως προδώσει την ταραχή της. Από 'κεί κοίταζε κρυφά, φοβισμένη, αυτόν που δυο

μήνες τώρα δεν έφευγε στιγμή από το νου της. Κι όταν ο Θεόφιλος στράφηκε και την κοίταξε κι

αυτός, η εικονολάτρισσα Βυζαντινοπούλα ανακάλυψε στη φλογερή ματιά του ότι κι ο Θεόφιλος την

αγαπούσε. 

Η ανακάλυψη την τρόμαξε. Λες και η μοίρα της η ίδια την ειδοποιούσε την ώρα εκείνη ότι το δράμα

της άρχιζε από τη μοιραία εκείνη ματιά του νέου Αυγούστου. Και φοβήθηκε περισσότερο, όταν είδε

τον Θεόφιλο να ψιθυρίζει κάτι στον υπασπιστή του και κατόπιν τον Νικηφόρο να έρχεται βιαστικός

προς το γυναικωνίτη. Έφυγε πανικόβλητη. Λαχανιασμένη κατέβηκε από το γυναικωνίτη, βγήκε από

το ναό σαν την κυνηγημένη περιστέρα, ανέβηκε στο φορείο της και πρόσταξε τους υπηρέτες νατρέξουν γρήγορα. Όταν όμως έφτασε στο σπίτι της, όταν κλείστηκε στην κάμαρά της και αισθάνθηκε

τον εαυτό της... ασφαλή, δοκίμασε μια παράξενη μεταμέλεια. Γιατί να φύγει; Γιατί να θέλει να

γλιτώσει απ' αυτό που της έστελνε το ριζικό της; Και ποιος κατόρθωσε ποτέ να ξεφύγει από τη

μοίρα του; Και ήταν, άραγε, κακή η μοίρα αυτή που επιτέλους ήθελε –αν τα προαισθήματά της ήταν

αληθινά – να την ανεβάσει στο θρόνο; 

«Αυγούστα του Βυζαντίου!» ψιθύρισε με θάμβος, μια στιγμή που είχε βγει στον  εξώστη του

δωματίου της για να πάρει ανάσα κι από 'κεί αντίκρισε την Επτάλοφη που απλωνόταν μπροστά στα

ονειροπόλα μάτια της. 

 Όμως ευθύς, μια άλλη φωνή μέσα της –η τραχιά φωνή των καλόγερων που την είχαν γαλουχήσει –

Page 19: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 19/173

Digitized by 10uk1s

αποκρίθηκε σκληρά στην πρώτη σκέψη: 

«Τρελή! Άμυαλη! Θα προδώσεις, λοιπόν, την πίστη σου; Θα δεχθείς να γίνεις γυναίκα ενός

εικονομάχου λυσσασμένου;» 

«Θα κρατήσω την πίστη μου!» αποκρινόταν στα λόγια αυτά η πρώτη φωνή, η φωνή του έρωτα. «Δεν

θα προδώσω τις άγιες εικόνες». 

«Δεν θα σ' αφήσει ο θεοκατάρατος». 

«Αν μ' αγαπά, θα μου το επιτρέψει». 

«Και θ' ανεχθείς να ζεις κοντά σ' έναν καταραμένο;»  

«Μπορεί κοντά μου να βρει εκείνος τη σωτηρία. Μπορεί με την αγάπη μου να λιώσει μέσα στην

ψυχή του το μίσος κατά των εικόνων και να ξαναβρεί την πίστη που έχει χάσει». 

«Όνειρα τρελά!» 

«Η αγάπη έχει πραγματοποιήσει όνειρα τολμηρότερα». 

Με ένα τέτοιο όνειρο άρχισε να βαυκαλίζεται η ερωτευμένη κόρη. Κι αυτή η τολμηρή, η τόσο

τολμηρή ελπίδα που φανέρωνε τη νεανική της αφέλεια, την πλημμύρισε για καιρό, για εβδομάδες

ολόκληρες, με νεανικό ενθουσιασμό. Και ξάφνου, να τώρα που ερχόταν τόσο αναπάντεχα να της

φέρει το μεγάλο μήνυμα η απεσταλμένη της αυτοκράτειρας, που με τη σειρά της έλπιζε κι αυτή πως

ο Θεόφιλος με την αγάπη του θα μπορούσε να μεταβάλει την εικονολάτρισσα Κασσιανή σε

εικονομάχο φανατική. 

Δεν είχε αμφιβολία η Κασσιανή ότι η πρόσκληση εκείνη είχε κάποια σχέση με τον Θεόφιλο. Τι ήταν

όμως αυτό που ήθελε να της πει η Αυγούστα; Άραγε, είχε κάτι ευχάριστο να της αναγγείλει; Ή

μήπως συνέβαινε το αντίθετο; Μήπως επρόκειτο να την προειδοποιήσει ότι το παλάτι δεν θα

έβλεπε με καλό μάτι το ειδύλλιο του νέου συμβασιλέα με την κόρη ενός πατρικίου, και μάλιστα

πατρικίου εικονολάτρη, που βρισκόταν από χρόνια μακριά από την Αυλή; Αυτή τουλάχιστον την

εντύπωση της έδινε η αιφνιδιαστική εκείνη πρόσκληση. Η αυτοκράτειρα δεν συνήθιζε να προσκαλεί

στα μυθικά διαμερίσματα του βασιλικού γυναικωνίτη αρχόντισσες που δεν ανήκαν στην Αυλή της.

Και, μάλιστα, έτσι εσπευσμένα και ανεξήγητα. Την καλούσαν λοιπόν ίσως για να την απειλήσουν,

για να της δηλώσουν απερίφραστα, ή έστω και με τα υπονοούμενα που συνήθιζε η βυζαντινή

εθιμοτυπία, ότι αν αφηνόταν να παρασυρθεί σ' έναν τέτοιο ερωτικό δεσμό, θα προκαλούσε τηνοργή του Ιερού Παλατιού. Κι αλίμονο σε εκείνον που θα έπεφτε στη δυσμένεια  των αυτοκρατόρων. 

Αυτές οι νέες σκέψεις τάραξαν την Κασσιανή. Και προς στιγμήν άρχισε να συλλογίζεται αν έπρεπε

να πάει στο παλάτι. Χωρίς κι η ίδια να το νιώσει, ο εγωισμός της είχε εξεγερθεί και μόνο στην ιδέα

ότι μπορούσαν να την ταπεινώσουν με μια απειλή ή με μια εκβιαστική προειδοποίηση. 

«Δεν πρέπει να πάω!» είπε ξαφνικά με πείσμα και στράφηκε να αναγγείλει την απόφασή της στη

μητέρα της, που ετοίμαζε κιόλας τα φορέματά της. Αλλά δεν πρόφτασε. Τα παραπετάσματα

παραμερίστηκαν για δεύτερη φορά και στο δωμάτιο της κόρης μπήκε ο πατέρας της Κασσιανής,

συνοδεύοντας ένα γέρο κληρικό με επιβλητικό ανάστημα και έκφραση παράξενη. Ο νέος

επισκέπτης ήταν ο ηγούμενος Ναυκράτιος. 

Page 20: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 20/173

Digitized by 10uk1s

Η πατρικία Θέκλα και η κόρη της έσπευσαν να ασπαστούν ευλαβικά το χέρι του κοσμοξακουσμένου

καλόγερου. 

«Καθίστε, άγιε ηγούμενε!» είπε με βαθύ σεβασμό ο πατρίκιος Ευστράτιος. 

Ο ρασοφόρος κούνησε το κεφάλι αρνητικά και στάθηκε στη μέση του δωματίου. Το αυστηρό του

βλέμμα στυλώθηκε στο πρόσωπο της Κασσιανής. Ο Ευστράτιος, η Θέκλα και η κόρη τους μάντεψαν

αμέσως ότι κάτι σπουδαίο είχε φέρει στο αρχοντικό τους τον Ναυκράτιο.  

Ο περιλάλητος αυτός ηγούμενος της μονής των Στουδιτών ήταν ο αρχηγός των εικονολατρών, ο

εκκλησιαστικός και φανερός ηγέτης τους, γιατί ο πολιτικός αρχηγός τους, που παρέμενε άγνωστος

και κρυβόταν κάτω από το μυστηριώδες ψευδώνυμο «η Κεφαλή», ήταν ο Βάρδας, ο αδελφός της

φιλόδοξης Θεοδώρας. Ο Ναυκράτιος ήταν από τους καλόγερους εκείνους που η αδιαλλαξία και ο

φανατισμός τούς οδηγούσε στα άκρα. Πιστεύοντας ότι οι δοξασίες τους είναι οι μόνες αληθινές, οι

μόνες θεάρεστες, αγωνίζονταν να τις επιβάλλουν με ένα μένος άγριο και σκοτεινό.  

«Ευστράτιε!» άρχισε να λέει με την αυστηρή φωνή του ο αρχηγός των εικονολατρών. «Θείαι βουλαί

με φέρνουν εις τον οίκον σου. Είσαι από τα εκλεκτότερα τέκνα της Εκκλησίας μας, από τους πλέον

επιφανείς υπέρμαχους της ορθοδοξίας. Έχεις πληρώσει ακριβά τη λατρεία σου προς τις άγιες

εικόνες αλλά, αν γνωρίζω καλά τη χριστιανική καρδιά σου, είσαι πάντα έτοιμος να υποστείς

οποιαδήποτε θυσία ζητήσει από σένα ο καθηγιασμένος αγών μας». 

«Με τρομάζεις, άγιε ηγούμενε!» ψιθύρισε ανήσυχος ο Ευστράτιος. «Ποια νέα θυσία ζητά από μένα

η Εκκλησία;» 

Ο Ναυκράτιος δεν απάντησε αμέσως. Έριξε ένα βλέμμα παγερό, σχεδόν επιτιμητικό στην Κασσιανή,

κίνησε παράξενα, απειλητικά το ολόλευκο κεφάλι του και είπε: 

«Σήμερα η αυτοκράτειρα Ευφροσύνη εκάλεσε την κόρη σου στο παλάτι». 

«Πραγματικά!» επιβεβαίωσε ο Ευστράτιος. «Δεν είναι λίγη ώρα που μας ήρθε το μήνυμα».  

«Και η Κασσιανή μου», πρόσθεσε η πατρικία Θέκλα, «ετοιμαζόταν τώρα να πάει».  

«Τότε», φώναξε ο Ναυκράτιος, «έφθασα εγκαίρως για να την εμποδίσω». 

«Να την εμποδίσεις;» απόρησε ο πατέρας. 

«Μάλλον να τη γλιτώσω, έπρεπε να πω. Ναι, ήρθα να τη σώσω. Η πρόσκλησις αυτή κρύβει μέγα

κίνδυνο για τη θυγατέρα σου. Είναι μια παγίδα, μια σατανική πλεκτάνη».  

«Άγιε ηγούμενε, εξήγησέ μας!» ψιθύρισε πιο ανήσυχος τώρα ο Ευστράτιος. 

«Οι μιαροί άνθρωποι του παλατιού», φώναξε τώρα με μανία ο Ναυκράτιος, «σχεδιάζουν την

καταστροφή της Κασσιανής. Θέλουν να τη ρίξουν στην ακόλαστη αγκάλη του τρισκατάρατου

Θεοφίλου». 

Ο Ευστράτιος και η Θέκλα τινάχτηκαν. 

Page 21: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 21/173

Digitized by 10uk1s

«Αυτό είναι τερατώδες! Ούτε στις βάρβαρες χώρες των Αράβων και των Σλάβων, δεν μπορούν οι

βασιλείς να κατακτήσουν μια γυναίκα χωρίς τη θέλησή της».  

«Δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσουν βία. Με τη σατανικότητα που τους διακρίνει έχουν βρει άλλη

μέθοδο για να επιτύχουν το μιαρό σκοπό τους. Θα μεταχειρισθούν το δέλεαρ του θρόνου, τηςπορφύρας!» 

«Της πορφύρας;» 

«Ναι! Πρόκειται να τη ζητήσει ο θεοκατάρατος Θεόφιλος εις γάμον». 

«Εις γάμον;» φώναξαν με μια φωνή κι οι τρεις, πατέρας, μητέρα και κόρη. 

«Ο ακόλαστος αυτός δελεάσθηκε από τα θέλγητρα της Κασσιανής. Και πιστεύει, ο επηρμένος

αντίχριστος, ότι θα την κάμει να αλλαξοπιστήσει, να προδώσει την αληθινή του Χριστού Εκκλησία. Ο

επικατάρατος! Ο Ηλιογάβαλος του Βυζαντίου!» 

Το μένος του ηγουμένου ήταν ασυγκράτητο. Έβριζε τον Θεόφιλο με το πάθος του φανατικού που

δεν μπορεί να συγκρατήσει τη γλώσσα του. Και ο πατρίκιος Ευστράτιος έστεκε αμίλητος,

εμβρόντητος, σε αμηχανία φοβερή. Χίλιες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό του. Τέλος, δοκίμασε

μια ερώτηση: 

«Άγιε ηγούμενε, είναι άραγε ακριβή όλα αυτά; Μήπως είμεθα θύματα κάποιας παρεξηγήσεως;»  

«Όχι, Ευστράτιε! Όσα είπα είναι μέχρι κεραίας αληθή. Έμπιστοί μου, από τους ανθρώπους μας του

παλατιού, με επληροφόρησαν». 

«Απίστευτο! Και τι πρέπει, λοιπόν, να κάμω εγώ;» 

«Πρώτα να μην αφήσεις την Κασσιανή να πάει σήμερα στο παλάτι».  

«Μα θα οργισθεί πολύ η Αυγούστα!» τόλμησε να πει η Θέκλα.  

«Και πότε η οργή του παλατιού επτόησε τον πατρίκιο Ευστράτιο;» φώναξε ο Ναυκράτιος. «Μήπως

σ' όλο το βίο σου δεν σε εκράτησαν μακριά από αυτό το παλάτι των χριστιανομάχων;»  

«Σαράντα χρόνια τώρα με καταδιώκουν!» παραδέχτηκε με πικρία ο πατέρας της Κασσιανής.  

«Και θα σε καταδιώκουν όσο ζεις, Ευστράτιε! Ανάμεσα σ' αυτούς και σε μας δεν θα υπάρξει ειρήνη

παρά μόνον όταν αφανισθεί από τη γη το μαύρο γένος των εικονομάχων. Ως τότε θα τους

πολεμούμε, φανερά και κρυφά, με το ίδιο πάθος και την ίδια αυταπάρνηση που έριχνε και τους

πρωτομάρτυρες στις φωτιές του Διοκλητιανού και στα άγρια θηρία του Νέρωνα».  

Η σπηλαιώδης φωνή του φανατισμένου καλόγερου αντηχούσε παράξενα. Ο Ευστράτιος τον κοίταζε

με δέος. Η Θέκλα έσκυβε το κεφάλι με φόβο Θεού. Και μόνο η Κασσιανή δεν φαινόταν πτοημένη

από τα λόγια του Ναυκράτιου. Η έκφρασή της έδειχνε αυτοπεποίθηση.  

«Κι αν μας στείλουν», ρώτησε ο Ευστράτιος, «την πρόταση αυτή από το παλάτι, τι θα κάμω, άγιε

ηγούμενε;» 

Page 22: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 22/173

Digitized by 10uk1s

«Θα αρνηθείς!» 

«Να αρνηθώ; Αυτό θα ισοδυναμεί με ύβρη φοβερή κατά του αυτοκράτορος».  

«Θα τον σύρουν στη φυλακή!» φώναξε η Θέκλα. 

«Ένας πατρίκιος που θα συρθεί στη φυλακή για την πίστη του θα μείνει στο μαρτυρολόγιο ως ένας

όσιος! Η θυσία σου, Ευστράτιε, θα φλογίσει τις καρδιές των μυριάδων οπαδών μας, που τον

τελευταίο καιρό αρχίζουν να κρύπτουν την πίστιν των ή και να δείχνουν διάθεσιν να

συνθηκολογήσουν με τους αντιπάλους μας. Η θυσία σου, τίμιε πατρίκιε, θα γίνει λάβαρον διά τους

νέους αγώνες μας. Ο αγών που ανελάβαμε θέλει θύματα, χρειάζεται νέους μάρτυρες».  

Ο πατέρας της Κασσιανής δεν απάντησε αμέσως στα λόγια αυτά. Έσκυψε το κεφάλι κι απόμεινε

συλλογισμένος,  σαν να αναμετρούσε τη βαρύτητα της απόφασης που καλούνταν να λάβει. Πάλη

δεινή γινόταν μέσα του. 

Μα ξαφνικά, βγήκε στη μέση η πατρικία Θέκλα. Στάθηκε μπροστά στον άνδρα της και με το

αποφασιστικό ύφος της μητέρας που προασπίζει την ευτυχία του παιδιού της, είπε: 

«Ευστράτιε, μη δώσεις υπόσχεση. Η Κασσιανή πρέπει να πάει στο παλάτι».  

«Αρχόντισσα!» φώναξε με οργή ο Ναυκράτιος. 

«Πρέπει να πάει!» ξανάπε η Θέκλα, σε τόνο ακόμα πιο αποφασιστικό. «Πρόκειται για την ευτυχία

του παιδιού μου, άγιε ηγούμενε! Εμείς θυσιάσαμε τη ζωή μας και δεν γογγύζω διόλου γι' αυτό. Το

μέλλον, όμως, της Κασσιανής δεν θέλω και δεν έχω το δικαίωμα να το θυσιάσω ασυλλόγιστα».  

«Πατρικία Θέκλα», φώναξε μανιασμένος ο Ναυκράτιος, «πράττεις αμάρτημα βαρύ! Προδίδεις την

πίστιν μας!» 

«Η Θεοτόκος Μαρία θα με κρίνει! Ήταν κι Αυτή μητέρα και θα νιώσει τη μεγάλη απόφαση που

παίρνει αυτή την ώρα η μητρική καρδιά μου!» 

Αυτά τα απλά μα τόσο συγκινητικά λόγια αποστόμωσαν το φανατικό καλόγερο. Ωστόσο, δεν

εγκατέλειψε τον αγώνα. Στράφηκε τώρα στην Κασσιανή: 

«Τέκνον μου», είπε, «σε εξορκίζω να μην κάμεις αυτή την καταραμένη επίσκεψη. Κασσιανή,

φυλάξου! Σώσε την ψυχή σου. Ο χριστεπώνυμος λαός σε λατρεύει. Το όνομά σου έχει γίνει σύμβολογια τους εικονολάτρες. Τα εμπνευσμένα σου ποιήματα συγκινούν βαθύτατα και ενθουσιάζουν τα

πλήθη. Σιγά σιγά δημιουργείται γύρω από το όνομά σου ένας θρύλος που μόνο τις παρθένες που

άγιασαν έχει περιβάλει. Γιατί απορρίχνεις όλη αυτή τη θεόσταλτη δόξα για να κερδίσεις την

κολασμένη πορφύρα με την οποία θέλει να τυλίξει το αγνό σου σώμα ένας αντίχριστος; Θέλεις να

θυσιάσεις τη Βασιλεία των Ουρανών για τη βασιλεία την εγκόσμια;» 

Η Κασσιανή, που είχε ακούσει τα λόγια αυτά με μεγάλο σεβασμό, έμεινε για λίγο σιωπηλή

κοιτάζοντας πότε τον ηγούμενο και πότε τον πατέρα της. Φαινόταν σαν να ζύγιζε κι αυτή την

απόφαση που έπαιρνε μέσα της. Τέλος, πλησίασε προς το εικονοστάσιο, ύψωσε τα χέρια της προς

τις άγιες εικόνες, σαν να ήθελε να ορκιστεί, και είπε: 

Page 23: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 23/173

Digitized by 10uk1s

«Όχι, άγιε ηγούμενε. Θα πάω στο παλάτι. Νιώθω να με στέλνει εκεί θεία βουλή. Αισθάνομαι σαν να

είμαι προορισμένη να ξαναφέρω στην αληθινή πίστη τον Θεόφιλο. Ναι, άγιε πατέρα! Θα πάω στο

παλάτι, μα όχι για να χάσω την ψυχή μου, παρά για να κερδίσω μια ψυχή παραπλανημένη». 

«Προφάσεις, δικαιολογίες!» φώναξε με οργή ασυγκράτητη ο Ναυκράτιος. «Σε έχει υποτάξει οΣατανάς της φιλοδοξίας. Το δέλεαρ της πορφύρας σε σέρνει προς τον όλεθρο. Αλλά, Κασσιανή,

άκουσέ με! Αυτά τα χέρια που σε εβάπτισαν, που σε έχρισαν, που σε υποδέχθηκαν στην Εκκλησία

του Χριστού, αυτά τα ίδια θα σου ρίξουν λίθον αναθέματος αν γίνεις γυναίκα αυτού του μιαρού. Θα 

σε καταρασθώ μ' όλη τη δύναμη της ψυχής μου, αν υποταχθείς στον Θεόφιλο!» 

Και με τα λόγια αυτά ο φοβερός αρχηγός των εικονολατρών κίνησε προς την έξοδο. Έφευγε

αφήνοντας πίσω του το ρίγος που έφερνε και στους τρεις η απειλή του αναθέματος και της

κατάρας. 

Η απειλή, όμως, δεν άλλαξε τα πράγματα. Η κόρη δεν είχε μεταπεισθεί και ακόμη λιγότερο η

μητέρα της. Έτσι, λίγες ώρες αργότερα το αρχοντικό φορείο της Κασσιανής, που ήταν ντυμένη μετην αυστηρή επισημότητα που επέβαλλε η περίσταση, έφτανε στο παλάτι. 

Η αυτοκράτειρα δέχτηκε την Κασσιανή στη μικρή ιδιαίτερη αίθουσα, όπου δεχόταν συνήθως τις

αρχόντισσες προς τις οποίες ήθελε να δείξει ιδιαίτερη συμπάθεια κι αγάπη. Μόλις η νέα μπήκε στο

τρίκλινο αυτό με τους πορφυρούς τάπητες και τους κίονες από μάρμαρα πρασινόχροα, η Αυγούστα,

με μια κίνηση της κεφαλής, διέταξε τις σιλεντιάρισσες και τις βεστιτόρισσες, που την περιστοίχιζαν,

να αποσυρθούν. Έτσι, έμειναν μόνες η μητριά του Θεόφιλου και η κόρη του Ευστράτιου.  

«Κόρη μου», είπε η Ευφροσύνη όταν έβαλε την Κασσιανή να καθίσει κοντά της, «δεν θα μαντεύεις ίσως γιατί σε εκάλεσα έτσι απρόοπτα». 

«Όχι, γαληνοτάτη!» αποκρίθηκε η νέα, κοκκινίζοντας ελαφρώς για το μικρό της ψέμα. 

«Δεν μου αρέσουν οι περιφράσεις, ούτε είμαι συνηθισμένη να  λέω εκείνο που σκέπτομαι με

υπονοούμενα και με τον περίτεχνο τρόπο που συνηθίζουν πολλοί στο παλάτι και στα αρχοντικά της

Βασιλεύουσας. Θα σου μιλήσω απλά, καθαρά». 

Η Κασσιανή αισθάνθηκε την καρδιά της να χτυπά δυνατά. Θα άκουγε, άραγε, από τα χείλη της

αυτοκράτειρας αυτό που έτρεμε κι η ίδια να πιστέψει; Η Ευφροσύνη την κοίταξε με καλοσύνη και

συμπάθεια και, χαμογελώντας για την ταραχή που έβλεπε στη νέα, είπε: 

«Κόρη μου, η καλή σου μοίρα θέλησε να αισθανθεί για σένα αγάπη αληθινή ο πρίγκιπας Θεόφιλος,

ο σημερινός συμβασιλεύς». 

«Γαληνοτάτη!» ψιθύρισε με λαχτάρα η νέα. 

Κάτι θέλησε να πει ακόμα, αλλά η ταραχή τής είχε παραλύσει τη γλώσσα.  

«Ναι, Κασσιανή!» επανέλαβε η Αυγούστα. «Ο Θεόφιλος είναι ερωτευμένος μαζί σου. Κι ακόμα

περισσότερο, έχει λάβει κιόλας την απόφαση να σε ζητήσει εις γάμον». 

Page 24: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 24/173

Digitized by 10uk1s

Μέσα στην ψυχή της Κασσιανής είχε σηκωθεί τώρα τρικυμία που έκανε τη νέα να ανασαίνει βαριά. 

«Ο νέος Αύγουστος», εξακολούθησε η Ευφροσύνη, «θέλει να μοιρασθεί μαζί σου το στέμμα. Η

καρδιά του αλλά κι η σκέψη του σε έκριναν άξια ν' ανεβείς στο θρόνο που εδόξασε η Αγία Ελένη. Σε

λίγες ημέρες πρόκειται να κάμει πρόταση επίσημη στον ευγενικό πατέρα σου. Όμως θέλησε, πρινφθάσει στο τελειωτικό αυτό διάβημα, να έχει και τη δική σου γνώμη. Να μάθει και τα δικά σου

αισθήματα». 

Στα τελευταία αυτά λόγια η Κασσιανή κινήθηκε ελαφρώς από τη θέση της. Και η Ευφροσύνη,

παρεξηγώντας την κίνηση αυτή, έσπευσε να την καθησυχάσει: 

«Ω, κόρη μου, μην τρομάζεις. Δεν είναι βέβαια ο Θεόφιλος τόσο παράλογος, ώστε να αξιώνει να

βρουν και από μέρους σου ανταπόκριση τα αισθήματά του. Πιστεύει ότι ο έρωτας θα 'ρθει

αργότερα, σιγά σιγά. Όμως ζητά να μάθει μήπως υπάρχει κιόλας κάποιος άλλος στην καρδιά σου».  

«Κανείς!» φώναξε αυθόρμητα η Κασσιανή και τα μάτια της άστραψαν. Θα ήθελε ακόμη ναπροσθέσει: «Μόνον ο Θεόφιλος», αλλά η παρθενική αιδώς δεν την άφησε και πάλι να μιλήσει. 

Η αυτοκράτειρα, βαθιά ικανοποιημένη από την κατηγορηματική απάντηση, χάιδεψε το χέρι της

Κασσιανής που έτρεμε ελαφρώς από την ταραχή της και θέλησε να εξακολουθήσει. Είχε φτάσει

τώρα η κρίσιμη στιγμή που η Αυγούστα θα ρωτούσε την κόρη του πατρικίου Ευστράτιου για τις

θρησκευτικές της πεποιθήσεις. Θα τη ρωτούσε, δηλαδή, αν ήταν πρόθυμη να παραμερίσει ή

τουλάχιστον να μετριάσει τη λατρεία της προς τις άγιες εικόνες, ώστε να μη σκανδαλιστεί κανείς

μέσα στο παλάτι από το γεγονός ότι αυτή, μια εικονολάτρισσα, θα ανέβαινε στο θρόνο. Η

καλοκάγαθη Ευφροσύνη σκόπευε μάλιστα να νουθετήσει την Κασσιανή, αν την έβρισκε αδιάλλακτη

στην πίστη της, να της προβάλει το δικό της παράδειγμα που, εικονολάτρισσα τον πρώτο καιρό,

απέφευγε να εκδηλώνει την πίστη της για να μην έρχεται σε σύγκρουση με τον αυτοκράτορα και νακάνει, τέλος, ό,τι μπορούσε για να την πείσει να παραμερίσει από την ψυχή της τη διαφορά των

θρησκευτικών αντιλήψεων. Κι όλα αυτά γιατί η αυτοκράτειρα Ευφροσύνη είχε κιόλας, από την

πρώτη στιγμή, συμπαθήσει την Κασσιανή και ποθούσε αληθινά να τη δει γυναίκα του Θεόφιλου και

συμβασίλισσα δική της. 

Στα σκοτεινά αυλικά παρασκήνια είχε αρχίσει κιόλας να πλέκει τον ιστό της μια μαύρη

μηχανορραφία  – τόσο μαύρη όσο λευκή ήταν η αγάπη της Κασσιανής και του Θεόφιλου. Μια

δολοπλοκία που την ύφαινε ο θρησκευτικός φανατισμός και οι άγριες προσωπικές φιλοδοξίες. 

 Όταν η Αυγούστα κάλεσε κοντά της την πρωτοβεστιτόρισσα Αγγελίνα για να τη στείλει στο σπίτι του

πατρικίου Ευστράτιου, η αρχόντισσα αυτή, που ήταν ένα είδος υπασπίστριας της αυτοκράτειρας,ήξερε κιόλας για ποιο σκοπό προσκαλούσαν στο παλάτι την Κασσιανή. Και τον ήξερε, γιατί

απλούστατα είχε κρυφακούσει όλη τη συνομιλία της Ευφροσύνης και του Θεόφιλου. Η

πρωτοβεστιτόρισσα αυτή ήταν όργανο των εικονολατρών, ή μάλλον του μυστηριώδους αρχηγού

των εικονολατρών, του σατανικού Βάρδα. Γυναίκα ακόλαστη, κατόρθωνε να κρύβει τον αληθινό της

χαρακτήρα κάτω από μια θρησκοληψία γεμάτη υποκρισία. Άσχημη, κολακευόταν να πιστεύει ότι

είχε εμπνεύσει φλογερό πάθος στον αρρενωπό Βάρδα, που υποκρινόταν τον ερωτευμένο μόνο και

μόνο για να έχει μια γυναίκα έμπιστή του, ένα είδος κατασκόπου του μέσα στο παλάτι, κοντά στην

αυτοκράτειρα. 

Η Αγγελίνα γνώριζε τα μεγάλα σχέδια του Βάρδα. Ήξερε πως ονειρευόταν ν' ανεβεί στο θρόνο με τη

βοήθεια των εικονολατρών και βαυκαλιζόταν κι αυτή με την ιδέα ότι κοντά του θα γινόταν

Page 25: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 25/173

Digitized by 10uk1s

Αυγούστα. Κατασκόπευε, λοιπόν, και πρόδιδε αδιάντροπα την ανυποψίαστη αυτοκράτειρα. 

 Έτσι, την ημέρα εκείνη, λίγο πριν φύγει από το παλάτι για το σπίτι της Κασσιανής, η Αγγελίνα

έστειλε στον Βάρδα μήνυμα. Κι εκείνος κινήθηκε αμέσως. Έτρεξε στον ηγούμενο Ναυκράτιο και του

ζήτησε να πάει ευθύς στο σπίτι του Ευστράτιου και να προλάβει την αναχώρηση της Κασσιανής. Και  ο ηγούμενος, που μέσα στο φανατισμό του δεν μπορούσε να διακρίνει ποιοι απώτεροι σκοποί

κινούσαν τον αδελφό της Θεοδώρας, έτρεξε στο σπίτι του Ευστράτιου και δοκίμασε, χωρίς επιτυχία,

να εμποδίσει την επίσκεψη της Κασσιανής στο παλάτι.  

 Όμως ο Ναυκράτιος ήταν από τους σκληροτράχηλους εκείνους ανθρώπους που τα εμπόδια, αντί να

τους αποθαρρύνουν, τους δυναμώνουν. 

«Αυτόν το γάμο θα τον εμποδίσω!» είπε μέσα του φεύγοντας από το μέγαρο του Ευστράτιου. «Η

Κασσιανή, η Κασσιανή η δική μας, δεν πρέπει να παντρευθεί το τέρας».  

Την ίδια ώρα πήγε σε μια υπόγεια μυστική εκκλησία, όπου συγκεντρώνονταν, όσες φορές ήτανανάγκη, οι πιο επιφανείς εικονολάτρες. Από 'κεί έστειλε κάποιον υποτακτικό του με ένα επείγον

μήνυμα. Μισή ώρα αργότερα, κατέβαινε τη σκοτεινή σκάλα του υπόγειου ναού ο υπασπιστής του

Θεόφιλου. Όταν ο Νικηφόρος μπήκε στο νάρθηκα της εκκλησίας, όπου ήταν συγκεντρωμένοι γύρω

από τον Ναυκράτιο μερικοί από τους πιο φανατικούς ρασοφόρους εικονολάτρες, ο ηγούμενος

χωρίς περιφράσεις άρχισε αμέσως να του λέει: 

«Νικηφόρε, ο αντίχριστος που αναγκάζεσαι χάριν του αγώνος μας να υπηρετείς, θέλει να νυμφευθεί

την κόρη του Ευστρατίου. Αυτός ο φοβερός γάμος δεν πρέπει να γίνει. Η νέα λατρεύει με πάθος τις

άγιες εικόνες. Είναι η ποιήτριά μας, η ηρωίδα μας. Οι πιστοί τη λατρεύουν, πολλοί ορκίζονται στο

όνομά της. Αν πάει στο παλάτι, θα γίνει αργά ή γρήγορα μια εξωμότις και το πλήγμα κατά της

εικονολατρίας θα είναι απ' τα δεινότερα που θα μας καταφέρει ο επικατάρατος Θεόφιλος. Ταπροτερήματά της την προορίζουν για έργα θεάρεστα. Πρέπει να αφιερώσει την ζωή της εις την

διακονίαν της Εκκλησίας του Χριστού. Θα γίνει η αρχηγός των γυναικών που λατρεύουν τις εικόνες

και θα πολλαπλασιάσει τον αριθμό τους όσο καμιά άλλη θρησκευόμενη Βυζαντινή. Γνωρίζεις δε ότι

όσο περισσότερες γυναίκες έχουμε με το μέρος μας τόσο ταχύτερα θα φθάσουμε εις τον μεγάλον

σκοπό μας. Οι γυναίκες, τέκνον μου, κυβερνούν τον κόσμο αθόρυβα, εκ του παρασκηνίου, αλλ'

αποφασιστικά. Εις τις γυναίκες οφείλεται η μεγάλη διάδοσις του χριστιανισμού κατά τους πρώτους

αιώνας.  Οι γυναίκες έγιναν οι ενθερμότεροι κήρυκες της νέας θρησκείας του Ναζωραίου και εις

αυτές εστηρίχθησαν πάντα διά την διάδοσιν του χριστιανισμού οι Απόστολοι. Η Κασσιανή λοιπόν θα

βοηθήσει πολύ, πάρα πολύ, εις την εξάπλωσιν της εικονολατρίας. Ενώ, αν νυμφευθεί τον Θεόφιλο,

θα παύσει να είναι δική μας. Γνωρίζω τον χαρακτήρα της. Δεν θα θελήσει ποτέ αυτή να εργασθεί

εναντίον του θρόνου, όπως τόσες άλλες πιστές μας παλατιανές. Θα χαθεί για μας, αν γίνει γυναίκατου θεομίσητου. Και δεν πρέπει να χαθεί». 

Στην έκφραση του υπασπιστή δεν υπήρχε τίποτε που να δείχνει ότι αισθανόταν τύψεις που πρόδιδε

τον κύριό του. Ο θρησκευτικός φανατισμός του δικαίωνε μέσα του ως και την προδοσία. Είχε

τοποθετηθεί κοντά στον Θεόφιλο από τους εικονολάτρες, έπειτα από  διάφορα τεχνάσματα που τον

εμφάνισαν ως μανιακό τάχα εικονομάχο. Και εξακολουθούσε να υποκρίνεται φανερά το φανατικό

διώκτη των εικόνων, ενώ κρυφά κατασκόπευε τον Θεόφιλο και πρόδιδε κάθε του κίνηση. Έτσι και

τώρα που καλούνταν να κινηθεί εναντίον των σχεδίων του βασιλιά του, υποσχέθηκε χωρίς καμιά

δυσκολία στον Ναυκράτιο πως θα έκανε ό,τι του ζητούσαν.  

«Ξέρω καλά», είπε, «το χαρακτήρα του Θεοφίλου. Θα τον στρέψω κατά της Κασσιανής. Θα τον

Page 26: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 26/173

Digitized by 10uk1s

εξοργίσω εναντίον της. Άγιε ηγούμενε, άφησε να ενεργήσω όπως γνωρίζω». 

«Η ευλογία του Κυρίου επάνω σου, τέκνον μου!» φώναξε ο Ναυκράτιος και τα μάτια του άστραψαν

από ικανοποίηση. 

Ο Νικηφόρος γύρισε βιαστικά στο παλάτι. Και τη στιγμή που περνούσε τη μεγάλη αυλή των

ανακτόρων, είδε το φορείο της Κασσιανής που πήγαινε μπροστά. 

«Έφθασα στην ώρα!» ψιθύρισε. 

Αμέσως ανέβηκε στο ιδιαίτερο διαμέρισμα του αυτοκράτορα, όπου ο Θεόφιλος, αμίλητος,

δύσθυμος, είχε παραδοθεί στις σκέψεις του. Ο υπασπιστής πλησίασε ταπεινά: 

«Αύγουστε», του είπε, «στη μεγάλη αυλή διασταυρώθηκα με το φορείο της κόρης του Ευστρατίου». 

«Επιτέλους!» φώναξε άθελά του ο Θεόφιλος και σηκώθηκε από το κάθισμά του.  

 Έφτασε μια φράση μόνο του Νικηφόρου για να διαλύσει τη δυσθυμία του ερωτευμένου βασιλιά. 

«Αύγουστε», ξανάπε ο Νικηφόρος, «είναι πολύ ωραία η Κασσιανή». 

«Ναι, είναι ωραία!» επανέλαβε ο Θεόφιλος και το πρόσωπό του έλαμψε από χαρά.  

«Έχει από τις ομορφιές εκείνες που αιχμαλωτίζουν την καρδιά, που παραλύουν τη σκέψη». 

Ο Θεόφιλος κοίταξε τώρα ξαφνιασμένος τον υπασπιστή του. 

«Πραγματικά», παραδέχτηκε, «έχει μια ομορφιά που σαγηνεύει!» 

«Και ανήκει, φαίνεται, στον τύπο των γυναικών εκείνων που έχουν προσωπικότητα, που έχουν δικές

τους σκέψεις και δική τους θέληση». 

Ο Νικηφόρος πρόφερε τα λόγια αυτά με το αθωότερο, το φυσικότερο ύφος του κόσμου. Ήξερε

όμως ότι κάθε του φράση αναστάτωνε τον Θεόφιλο. Γνώριζε το χαρακτήρα του κυρίου του. Ήξερε

τον εγωισμό του, τον κάποιο μισογυνισμό του, την αποστροφή του ιδίως προς τις γυναίκες που

έχουν προσωπικότητα και αρνούνται να υποταχτούν στην ανδρική θέληση. 

Ο Αύγουστος άκουγε με ενδιαφέρον αλλά και με κάποια δυσαρέσκεια που δεν κατόρθωνε να

κρύψει. Και σε μια στιγμή, στράφηκε και τον κοίταξε στα μάτια: 

«Νικηφόρε, βλέπω ότι γνωρίζεις πολλά πράγματα για την κόρη του Ευστρατίου». 

«Πράγματι, Αύγουστε. Από μια σύμπτωση συμβαίνει να γνωρίζω το χαρακτήρα αυτής της νέας».  

«Μίλησε καθαρότερα!» διέταξε ο Θεόφιλος, που μάταια προσπαθούσε να κρύψει τη νευρικότητά

του. 

Page 27: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 27/173

Digitized by 10uk1s

Και ο υπασπιστής, με ύφος ακόμα πιο υποκριτικό, ετοιμάστηκε για το μεγάλο χτύπημα. 

«Γνωρίζει, βέβαια, ο Αύγουστος το στρατηγό Λεόντιο». 

«Και τον γνωρίζω και τον εκτιμώ βαθιά. Είναι γενναίος στρατηγός και αφοσιωμένος». 

«Ο Λεόντιος, λοιπόν, ήταν κάποτε ερωτευμένος με την κόρη του Ευστρατίου. Αλλά ο έρωτάς του δεν

εκράτησε πολύ. Κόπηκε, έσβησε, μόλις εκείνος έμαθε τις αντιλήψεις της Κασσιανής».  

Τώρα πια, η ταραχή του Θεόφιλου δεν κρυβόταν. 

«Τι εννοείς, δομέστιχε;» 

«Ο ίδιος ο Λεόντιος μου είπε ότι η κόρη του Ευστρατίου δεν είναι μόνο μια εικονολάτρις

φανατισμένη, αλλά έχει και κλίσεις πολύ ελεύθερες. Την υπακοή που οφείλει η γυναίκα στον άνδρα

της την εννοεί διαφορετικά από τις άλλες γυναίκες. Νομίζει ότι ο σύζυγος οφείλει να σέβεται τηγυναίκα του όσο κι εκείνη αυτόν. Πιστεύει ότι η γυναίκα πρέπει να έχει γνώμη εις τα πράγματα του

οίκου της και γνώμη μάλιστα βαρύνουσα. Και από το άλλο μέρος, έχει χαρακτήρα πεισματάρικο,

άκαμπτο. Όλα αυτά έκαμαν τον Λεόντιο να πνίξει το αίσθημά του. Κατάλαβε ότι τέτοια γυναίκα δεν

θα μπορούσε να γίνει σύζυγος, όχι πια τέλεια αλλά ούτε ανεκτή! Έχει πολλή αξιοπρέπεια ο

Λεόντιος. Είναι από τους άνδρες εκείνους που δεν ανέχονται γυναικοκαμώματα, σαν κι αυτά που

κάνουν γελοίους μερικούς παντρεμένους άρχοντες που έχουν χάσει την προσωπικότητα και τη

θέλησή τους κοντά στις απαιτητικές γυναίκες τους». 

Κάθε λέξη του Νικηφόρου άγγιζε τον ανύποπτο Θεόφιλο βαθιά. Ο εγωισμός του περνούσε

δοκιμασία σκληρή. Πώς ήταν δυνατόν να ανεβάσει στο θρόνο μια τέτοια γυναίκα; Θα επενέβαινε

ολοένα στα πράγματα της αυτοκρατορίας, θα είχε δικά της όνειρα, δικούς της σκοπούς. Έπειτα, ηφανατική προσήλωσή της στην εικονολατρία πώς θα μπορούσε να  καμφθεί με τέτοιο αλύγιστο

χαρακτήρα που είχε, όπως έλεγε ο υπασπιστής του; 

Ο Θεόφιλος έμεινε για λίγο πελαγωμένος μέσα σε σκέψεις και  αισθήματα που

αλληλοσυγκρούονταν. Και, ξαφνικά, πήρε μια απόφαση: 

«Πρέπει να μιλήσω μαζί της!» είπε με φωνή αλλοιωμένη από την ταραχή. Και κινήθηκε προς τα

διαμερίσματα της αυτοκράτειρας. 

Πήγαινε με την απόφαση να μιλήσει στην Κασσιανή απότομα, κοφτά, να της αξιώσει να δηλώσει

απερίφραστα ότι αποκήρυσσε την εικονολατρία. 

«Κι αν αρνηθεί», σκεφτόταν, «αν επιμείνει να κρατήσει την ανόητη πίστη της... τότε μόνο την

περιφρόνησή μου θα αντιμετωπίσει. Αν ανάμεσα σε μένα και στις γελοίες αντιλήψεις που της

εμπνέουν οι καλόγηροι διαλέξει την ξυλολατρία του Ναυκρατίου, τότε θα πει ότι δεν είναι άξια ούτε

για τον Θεόφιλο ούτε για τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου». 

Μ' αυτές τις σκέψεις διέσχισε ο Θεόφιλος τους διαδρόμους που οδηγούσαν στο γυναικωνίτη. Όταν

όμως έφτασε μπροστά στο τρίκλινο όπου βρισκόταν η αυτοκράτειρα με την Κασσιανή, σταμάτησε

σαν κάτι μέσα του να τον ειδοποιούσε ότι πήγαινε να κάνει κάτι το ανεπανόρθωτο. Με τη σκέψη

Page 28: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 28/173

Digitized by 10uk1s

πλημμυρισμένη από αμφιβολίες κι ερωτηματικά, στάθηκε μπροστά στα παραπετάσματα που τον

χώριζαν από την αγαπημένη του. Και τότε, άθελά του, άκουσε τη φωνή της Ευφροσύνης που

μιλούσε στην κόρη του Ευστράτιου. Ήταν ακριβώς η στιγμή που η αυτοκράτειρα ρωτούσε την

Κασσιανή αν υπήρχε άλλος στην καρδιά της. 

Στην ερώτηση αυτή ο Θεόφιλος ταράχτηκε βαθιά. Ήταν η μεγάλη απορία και του ίδιου, ήταν το

αγωνιώδες ερωτηματικό που του είχε κλέψει πολλές φορές τη γαλήνη και τον ύπνο. Ξεχνώντας τη

βασιλική του αξιοπρέπεια, πλησίασε στα βαριά παραπετάσματα, τα ανασήκωσε με ταραχή και σαν

τον τελευταίο ωτακουστή ευνούχο στύλωσε το αφτί του κι άκουσε... 

Η Κασσιανή στην ευγενική ερώτηση της Ευφροσύνης απάντησε με μια λέξη μονάχα: «Κανείς!» Αλλά

στη λέξη αυτή, στον τόνο της, υπήρχε όλη η θερμή αγάπη που δονούσε την ψυχή της

αρχοντοπούλας. Και ο Θεόφιλος διαισθάνθηκε ότι εκείνο το «κανείς» έκρυβε μια ομολογία έρωτα.

Και μεμιάς η καρδιά του πλημμύρισε από θερμά κύματα αγάπης που έλιωσαν, ως διά μαγείας, και

θυμούς και εγωισμούς και αποφάσεις σκληρές κι απότομες. Έπαψε να είναι ο αυτοκράτορας, που

βλέπει την ευτυχία του μέσα από το βασιλικό καθήκον, και έγινε μεμιάς ο άνδρας, ο νέος, οερωτευμένος,  που δεν μπορεί να νιώσει τίποτα έξω απ' αυτό που του εμπνέει ο έρωτας και δεν

μπορεί να κάνει άλλη σκέψη έξω απ' αυτή που του υπαγορεύει η καρδιά του που αγαπά. 

Χωρίς να διστάσει πια, αδιαφορώντας ξανά για την εθιμοτυπία, μπήκε απότομα στο τρίκλινο.

Προχώρησε και στάθηκε μπροστά στην Κασσιανή. Την  κοίταξε για λίγο βουβός. Εκείνη τη στιγμή

ένιωθε τόσο έντονα την ακατανίκητη γοητεία της αγάπης, ώστε δεν χρειαζόταν παρά μια μικρή

ενθάρρυνση, για να αφήσει τον εαυτό του ελεύθερο και να δείξει και να πει πόσο παράφορα

ερωτευμένος ήταν. Κι όμως η μοίρα, που επρόκειτο να καταδιώκει απάνθρωπα σ' όλη τη ζωή τους

αυτούς τους δύο θρυλικούς εραστές του Βυζαντίου, δεν άφησε και τώρα να συμβεί κάτι. Ο νέος

Αύγουστος στράφηκε προς την αυτοκράτειρα: 

«Να με συγχωρεί η Αυγούστα», είπε με κάποια προσποίηση. «Δεν ήξερα  ότι είχες επίσκεψη και

μάλιστα μια επίσκεψη τόσο... γοητευτική!» 

Η Κασσιανή χαμήλωσε τα μάτια ντροπαλά, ενώ η Ευφροσύνη κοίταζε κάπως παραξενεμένη το

συμβασιλέα. Δεν τον είχε ακούσει άλλη φορά να κάνει φιλοφρονήματα σε γυναίκα. Χαμογέλασε

καλοσυνάτα. Και θέλοντας να επωφεληθεί από τη στιγμή, έριξε τη δύσκολη ερώτηση που από την

πρώτη ώρα ήθελε να κάνει. Αλλά επιδέξια, με πλάγιο τρόπο. 

«Η Κασσιανή», είπε μιλώντας στον Θεόφιλο, «είναι η κόρη του πατρικίου Ευστρατίου, που

δυστυχώς δεν τον βλέπουμε συχνά στο παλάτι. Λυπούμεθα ειλικρινά που ορισμένες αντιλήψεις του

τον κράτησαν και τον κρατούν μακριά από το θρόνο. Ελπίζω, όμως, ότι τώρα θα λησμονηθεί τοπαρελθόν και ο ευγενικός Ευστράτιος θα πάρει στην Αυλή μας την υψηλή θέση που ταιριάζει στη

σωφροσύνη, στην αξία και στα τόσα άλλα προτερήματά του». 

Με τα τόσο διακριτικά αυτά λόγια της επεδίωκε να πάρει μια απάντηση από την Κασσιανή, έστω και

έμμεση, με την οποία να δείχνει η ηρωίδα των εικονολατρών ότι δεν θα επέμενε φανατισμένα στις

ιδέες της. Όμως η Κασσιανή δεν είδε έτσι την παρέμβαση της Ευφροσύνης. Είχε μια υπερηφάνεια

που δεν ανεχόταν την παραμικρή ταπείνωση. Φαντάστηκε ότι ο πλάγιος τρόπος με τον οποίο η

Αυγούστα αναφερόταν στην εικονολατρία της απέβλεπε στο να αποσπάσει μια ομολογία

αποκήρυξης των αντιλήψεών της. Και η υποψία αυτή έφερε μέσα της, αυτόματα, μια αντίδραση. Τα

λόγια που της είχε πει ο Ναυκράτιος, ότι τάχα θα της ζητούσαν στο  παλάτι αντάλλαγμα βαρύ, ότι θα

αξίωναν να προδώσει την πίστη της προς τις άγιες εικόνες για να κερδίσει το στέμμα, ξανάρθαν στο

Page 29: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 29/173

Digitized by 10uk1s

νου της και παραμέρισαν κάθε άλλο συναίσθημα. Ήταν η κόρη που αγαπά, αλλά ήταν και η γυναίκα

η αγέρωχη που δεν ανέχεται το παραμικρό χτύπημα του εγωισμού της. Με σεβασμό αλλά και

θάρρος στράφηκε κι είπε στην Αυγούστα: 

«Δεν είναι φταίξιμο του πατέρα μου που μένει τόσα χρόνια μακριά απ' το παλάτι». 

Η Ευφροσύνη κι ο Θεόφιλος, που δεν περίμεναν τέτοια απάντηση, κοίταξαν την Κασσιανή  – η

αυτοκράτειρα με κάποια ανησυχία, ο Αύγουστος με απορία. 

«Θέλεις να πεις ότι το λάθος είναι της Αυλής, του παλατιού, του αυτοκράτορα;» 

Η ερώτηση αυτή, που αυθόρμητα έκανε ο Θεόφιλος, έκρυβε κιόλας κάποιον εκνευρισμό. Μα η

Κασσιανή δεν είχε πια τρόπο να υποχωρήσει. Διαισθανόταν ότι η συνομιλία έπαιρνε δρόμο

επικίνδυνο, μα δεν μπορούσε τώρα πια ν' αφήσει αναπάντητα τα λόγια του. Με τον ίδιο σεβασμό

και το ίδιο θαρραλέα, αποκρίθηκε: 

«Απομακρύνθηκε απ' το παλάτι ο ευγενικός πατέρας μου όπως όλοι οι άρχοντες που λάτρευαν τις

άγιες εικόνες». 

Ο Θεόφιλος ξαφνιάστηκε. Η απάντηση της Κασσιανής περιείχε πρόκληση και κατηγορία. Και,

κυρίως, αποκάλυπτε την πίστη της στην εικονολατρία. Ανυπόμονος καθώς ήταν, θέλησε αμέσως να

ξεκαθαρίσει αυτό που τον βασάνιζε. Και προχωρώντας ένα βήμα προς την αγαπημένη του, στάθηκε

μπροστά της, την κοίταξε επίμονα και ρώτησε: 

«Και οι αντιλήψεις της κόρης του Ευστράτιου είναι άραγε το ίδιο αδιάλλακτες όπως και του πατέρα

της;» 

Η αυτοκράτειρα ένιωσε ότι η συνομιλία είχε φτάσει σε σημείο κρίσιμο. Θέλησε να μπει ανάμεσα

στους δυο ερωτευμένους, που από την υπερηφάνειά τους οδηγούνταν προς τη μοιραία σύγκρουση,

και ν' απαλύνει λίγο την ατμόσφαιρα. Αλλά δεν μπόρεσε, δεν πρόφθασε. Πειραγμένη βαθιά η

Κασσιανή, βιάστηκε ν' απαντήσει: 

«Οι δικές μου αντιλήψεις είναι ακριβώς οι αντιλήψεις του πατέρα μου, οι αντιλήψεις που

πρεσβεύει χρόνια τώρα η οικογένειά μου». 

Ο Θεόφιλος δέχτηκε την απάντηση σαν χτύπημα. Ωστόσο, έκανε μια τελευταία προσπάθεια.  

«Απάντηση αόριστη», είπε. «Μπορεί να ερμηνευθεί και με τον έναν και με τον άλλο τρόπο». 

«Διόλου αόριστη!» αποκρίθηκε η Κασσιανή σχεδόν με πείσμα. «Πρεσβεύω κι εγώ ότι η

εικονολατρία είναι η μόνη, η αληθινή πίστη». 

«Κόρη μου!» είπε η αυτοκράτειρα σαν να 'θελε να συγκρατήσει την Κασσιανή.  

Μα ο νέος Αύγουστος με μια χειρονομία νευρική την έκανε να σταματήσει. Και γυρίζοντας αμέσως

προς την αγαπημένη του, που τον κοίταζε κατάματα απτόητη, της είπε:  

«Θαρρώ ότι δεν ήταν ανάγκη να 'ρθει στο παλάτι η κόρη του Ευστρατίου για να βροντοφωνάξει

αυτά που ξέρουμε τόσο καλά για τον πατέρα της και για την ίδια».  

Page 30: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 30/173

Digitized by 10uk1s

«Με κάλεσαν και ήρθα!» αποκρίθηκε κοφτά εκείνη. Και η έκφρασή της έδειχνε την αγανάκτηση που

την είχε πια κυριέψει. 

Τώρα στέκονταν αντιμέτωποι όχι ο νέος και η κόρη που αγαπιούνται, αλλά ο άνδρας που αξιώνει

υπακοή απ' τη γυναίκα και η γυναίκα που ζητά να μην πληγώνουν την υπερηφάνειά της. Οαυτοκράτορας που απαιτεί υποταγή και η πατρικία που αρνείται να υποκύψει. Καμιά δύναμη δεν

ήταν ικανή να συγκρατήσει τη στιγμή εκείνη τον Θεόφιλο και την Κασσιανή. Σαν να υπήρχε πίσω

τους ένας δαίμονας και τους υπέβαλλε τα πικρά εκείνα λόγια. 

Η Κασσιανή κοίταζε τον Θεόφιλο προκλητικά. Την είχε ανάψει η υποψία πως την είχαν καλέσει στο

παλάτι για να παζαρέψουν την καρδιά της και την πίστη της. Και ήταν πολύ περήφανη για να δεχτεί

τέτοια ταπείνωση ακόμα κι απ' αυτόν που λάτρευε. 

Σε ανάλογη τραγική παρεξήγηση βρισκόταν και ο Θεόφιλος. Μην μπορώντας κι αυτός να μαντέψει

την πάλη που γινόταν στην επαναστατημένη ψυχή της κόρης, υπέθετε ότι η Κασσιανή του

απαντούσε έτσι απότομα γιατί η τυφλή προσήλωσή της προς την εικονολατρία την είχε κάνει κιαυτή μανιακή σαν τους καλόγερους εκείνους που πάνω στον άγριο φανατισμό τους μπορούσαν να

φτάσουν και στο έγκλημα ακόμα, για να υπερασπίσουν την πίστη τους. Και ένα τόσο φανατισμένο

πλάσμα ο Θεόφιλος έπρεπε να το φοβάται  – και ως εικονολάτρισσα και ως γυναίκα. Έτσι, η διπλή

φοβερή παρεξήγηση έφερε στη θέση δυο εχθρών τους δυο αυτούς νέους, που τους είχε δέσει

μυστικά η πιο βαθιά αγάπη. 

Η Ευφροσύνη δοκίμασε να μετριάσει την εντύπωση που είχαν προκαλέσει τα σκληρά λόγια της

Κασσιανής, μα ο Θεόφιλος της έγνεψε να σωπάσει. 

«Όχι, Αυγούστα!» είπε αγριεμένος. «Άφησε αυτή την κόρη να μιλήσει όπως νιώθει». 

«Μ' ερώτησαν κι απάντησα. Με προσκάλεσαν! Έπρεπε να μιλήσω». 

«Πόσο καλύτερα θα 'ταν να μην είχες προφέρει αυτά τα λόγια».  

«Αν είναι απειλή αυτό, τότε λυπούμαι που θ' αναγκασθώ να υπερηφανευθώ για τη γενναιότητα της

ψυχής μου. Η κόρη του Ευστρατίου δεν λυγά εύκολα». 

«Η κόρη του Ευστρατίου δεν λυγά εύκολα!» επανέλαβε τα λόγια της ο Θεόφιλος μ' ένα τόνο

χλευαστικό. «Ιδού λοιπόν και μια αρχοντοπούλα του Βυζαντίου που χρησιμοποιεί γλώσσα που

μονάχα οι άνδρες συνήθιζαν ως τώρα». 

«Η υπερηφάνεια δεν δόθηκε από τον Πλάστη μόνο για τους άνδρες. Και οι γυναίκες έχουν

υπερήφανη καρδιά και μπορούν και πρέπει να την προστατεύουν». 

«Και να υβρίζουν την πίστη του βασιλιά τους;» 

«Δεν ύβρισα! Αντιμίλησα μονάχα σ' αυτούς που βρίζουν κάθε μέρα, κάθε ώρα, την πίστη τη δική

μου, την αληθινή μας πίστη!» 

«Τι πλάσμα τυφλωμένο!» φώναξε ο Θεόφιλος μόλις κρατώντας την αγανάκτησή του. «Και να

σκεφθεί κανείς ότι μπόρεσα να νιώσω αγάπη για μια τέτοια γυναικούλα!» 

Page 31: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 31/173

Digitized by 10uk1s

 Ήταν πολύ βαριά η τελευταία φράση. Τα μάτια της Κασσιανής για μια στιγμή πήγαν να

βουρκώσουν. Μα η πληγωμένη αξιοπρέπειά της τη συγκράτησε. Δάγκωσε τα χείλη της και, χωρίς να

πει λέξη, στράφηκε απότομα και προχώρησε προς την έξοδο. Με βάδισμα αγέρωχο βγήκε από την

αίθουσα. 

Βαθιά σιωπή ακολούθησε την αναχώρησή της. Ο Θεόφιλος είχε απομείνει βουβός κι αμήχανος. Και

ξαφνικά, λες και ξυπνούσε από λήθαργο, τίναξε πίσω το κεφάλι του, έριξε ένα βλέμμα αλλόκοτο

στην Ευφροσύνη και με μεγάλα νευρικά βήματα βγήκε από το τρίκλινο. Μισή ώρα αργότερα

κάλπαζε πάνω στ' άλογό του προς τις ακτές του Βοσπόρου. Πίσω του πήγαινε ο ραδιούργος

υπασπιστής του. 

«Γιατί αυτός ο τρελός καλπασμός;» τον ρώτησε κάποια στιγμή ο Νικηφόρος.  

Ο Θεόφιλος κράτησε το άλογό του, κοίταξε επίμονα τον αξιωματικό του και είπε με παράξενο ύφος: 

«Γιατί θέλω να ποδοπατήσω κάποιες σκέψεις φοβερές που καλπάζουν μέσα στο μυαλό μου!» 

Η Κασσιανή γύρισε στο σπίτι της αναστατωμένη, αλλά με την πεποίθηση ότι είχε κάνει μια ηρωική

πράξη. Στους γονείς της διηγήθηκε με υπερηφάνεια όλη τη σκηνή και περίμενε πως θα την

αγκάλιαζαν μ' ενθουσιασμό και θα την επαινούσαν. Αλλά και ο Ευστράτιος και η Θέκλα έδειξαν

βαθιά απογοήτευση. 

«Δεν χαίρεστε, λοιπόν;» ρώτησε η Κασσιανή. 

«Δεν χαίρεται κανείς, όταν χάνει κάτι μεγάλο!» απάντησε μελαγχολικά ο Ευστράτιος. 

«Εσύ, πατέρα, μου μιλάς έτσι;» 

«Εγώ, παιδί μου. Και σου μιλώ μ' αυτή τη γλώσσα, ακριβώς γιατί είμαι πατέρας. Και λαχταρώ την

ευτυχία σου». 

«Είναι, λοιπόν, μεγάλη ευτυχία η δόξα της πορφύρας;» 

«Είναι, κόρη μου! Σου το λέω εγώ, που γεννήθηκα για να γίνω τρανός κι έμεινα σ' όλη τη ζωή μου

μακριά από το καθετί που θα μου έφερνε δόξα μεγάλη».  

«Κι όμως, καλέ μου κύρη, έμεινες πιστός στις ιδέες σου».  

«Ναι! Έμεινα και μένω. Γιατί αυτό πρέπει να κάνει κάθε άνδρας που σέβεται τον εαυτό του. Το ότι

δεν συνθηκολόγησα είναι παρηγοριά για μένα. Όμως, τι πικρή παρηγοριά! Πολλοί που ξεκινήσαμε

μαζί υπέρμαχοι της εικονολατρίας επήγανε στο αντίπαλο στρατόπεδο, επήρανε τιμές αφάνταστες,

απόκτησαν πλούτη αμέτρητα. Και σήμερα κανένας δεν θυμάται από πού έχουν ξεκινήσει». 

«Ώστε θα με συμβούλευες να τους μιμηθώ κι εγώ; Ν' απαρνηθώ τις ιδέες μου;» 

«Σ' έναν άνδρα δεν θα 'δινα ποτέ μου τέτοια συμβουλή. Όμως για μια γυναίκα που αγαπά,  το

πράγμα διαφέρει». 

Page 32: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 32/173

Digitized by 10uk1s

«Τι εννοείς;» 

«Αυτό, παιδί μου, που του κάκου προσπαθείς να κρύψεις. Ότι αγαπάς τον Θεόφιλο. Δεν έπρεπε,

Κασσιανή, ν' αφήσεις να ριζώσει μέσα στην καρδιά σου η επικίνδυνη αυτή αγάπη. Τώρα όμως είναι

πια αργά για να την πολεμήσεις». 

Η Κασσιανή έσκυψε το κεφάλι ταραγμένη, ντροπιασμένη. 

«Ναι, κόρη μου, το είχα μαντεύσει από προχθές. Γι' αυτό, παραμερίζοντας τις ιδέες και τις

αντιλήψεις μου, σ' άφησα να δεχθείς την πρόσκληση της αυτοκράτειρας. Και δεν θέλησα να

θυσιάσω και τη δική σου ευτυχία στο βωμό της πίστης μας». 

«Μα ήθελες, λοιπόν, να προδώσω αυτό που πιστεύω;» 

«Όχι, παιδί μου! Έκαμες άριστα που υπερασπίστηκες την πίστη σου. Όμως δεν περιορίστηκες σ'

αυτό. Μου φαίνεται ότι επρόσβαλες και του Θεοφίλου την πίστη. Ο πληγωμένος εγωισμός σου σεπαρέσυρε σε λόγια βαριά, ανεπανόρθωτα. Θαρρώ πως είσαι θύμα της επαναστατικής

υπερηφάνειάς σου, όπως κι εκείνος είναι θύμα της οργής του. Ο Θεός να δώσει να μη μετανιώσετε

σκληρά κι οι δυο σας». 

Και με τα απαισιόδοξα αυτά λόγια ο πατρίκιος Ευστράτιος  βγήκε από το δωμάτιο, αφήνοντας μόνη

την κόρη του. Και το ίδιο σιωπηλή αλλά περίλυπη βγήκε σε λίγο από το δωμάτιο και η Θέκλα.  Η

Κασσιανή απόμεινε μόνη. Κοίταξε γύρω της σαν χαμένη. Πάλεψε για λίγο ν' αντιδράσει, μα του

κάκου. Και ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη να φύγει, να κρυφτεί. Έτρεξε στην κάμαρά της, ρίχτηκε στην

παρθενική της κλίνη και ξέσπασε σε κλάματα. 

Η ίδια μεταμέλεια έδερνε τον Θεόφιλο. Από την πρώτη στιγμή άρχισε μέσα του αγώνας. Ο εγωισμός

μαχόταν τον έρωτα. Ήταν στιγμές που πίστευε ότι σε μια τέτοια «γυναικούλα ανάξια» έτσι έπρεπε

να φερθεί. Μα έρχονταν και ώρες που ένιωθε να διαγράφεται στη σκέψη του ένα τυραννικό

ερωτηματικό: Μήπως είχε πέσει σε λάθος βαρύ; Μήπως ο εγωισμός και η οργή του του είχαν

θολώσει το μυαλό; Μήπως είχε υπερβάλει; Ήξερε  τις εικονολατρικές ιδέες της. Τότε γιατί

αγανάκτησε όταν την άκουσε να τις διακηρύσσει θαρραλέα; Και γιατί είναι «γυναικούλα» μια

γυναίκα που προτιμά να χάσει ένα θρόνο παρά να επιτρέψει να ποδοπατήσουν την αξιοπρέπειά

της; Σ' αυτά τα ερωτηματικά έδινε αλληλοσυγκρουόμενες απαντήσεις. Άλλοτε δικαιολογούσε τη

στάση του κι άλλοτε κατέκρινε τον εαυτό του, ταλανίζοντας έτσι το νου του.  

Τις πρώτες μέρες πάσχισε να δαμάσει τον καημό του. Νόμιζε πως, αν έβριζε αδιάκοπα μέσα του την

Κασσιανή, θα κατόρθωνε να την ξεχάσει. Μάταιος κόπος. Η ανάμνησή της τον πονούσε. Στις βρισιές

που μονολογούσε απαντούσε ο ίδιος  –η ερωτευμένη καρδιά του – με τέτοια λόγια που, αν

μπορούσε να τ' ακούσει η Κασσιανή, θα ένιωθε αφάνταστη ικανοποίηση και ευτυχία. 

Η αυτοκράτειρα παρακολουθούσε το βουβό του δράμα, αλλά στην αρχή απέφευγε να του μιλήσει.

Δεν ήθελε να πληγώσει τον εγωισμό του. Μα όταν είδε ότι ο Θεόφιλος αφέθηκε στον πόνο του, ότι

παράτησε κάθε προσπάθεια που έκανε για να ξεχάσει, ότι αποτραβήχτηκε στα ιδιαίτερα

διαμερίσματά του κι έπεσε σε βαριά μελαγχολία, η Ευφροσύνη αποφάσισε να επέμβει και πάλι. Και

έστειλε στη μητέρα της Κασσιανής μια μανδατόρισσά της έμπιστη, την Πουλχερία. Ήθελε να μάθει

τις σκέψεις και τις τωρινές διαθέσεις της Κασσιανής. 

Page 33: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 33/173

Digitized by 10uk1s

Η Πουλχερία μίλησε ιδιαιτέρως με τη Θέκλα. Η μητέρα της Κασσιανής δεν δυσκολεύτηκε ν' ανοίξει

την καρδιά της στη μανδατόρισσά της Ευφροσύνης. Με δάκρυα στα μάτια τής αποκάλυψε πόσο

σκληρά είχε μεταμεληθεί η κόρη της για την παραφορά που είχε δείξει στη μοιραία εκείνη

συνάντηση. Μίλησε με μεγάλη ευγλωττία η πατρικία Θέκλα, μ' αυτή την απίστευτη ευγλωττία που

μπορεί να  δείχνει η μάνα όταν προστατεύει την ευτυχία του παιδιού της. Και όταν έπαψε, ηΠουλχερία δεν μπορούσε να κρατήσει κι αυτή τα δάκρυά της. 

«Θέκλα, ησύχασε!» τη βεβαίωσε. «Θα πω το καθετί στην Αυγούστα. Πρέπει να διαλυθεί η τραγική

αυτή παρεξήγηση». 

 Έτσι, το απόγευμα της ίδιας ημέρας η Αυγούστα πήγε στα διαμερίσματα του Θεόφιλου. 

«Έρχομαι», του είπε, «να σου ανταποδώσω μια επίσκεψη που μου έκαμες εδώ και λίγες

εβδομάδες». 

Ο Θεόφιλος μάντεψε τι ήθελε και θέλησε να τη σταματήσει. Ο ανδρικός εγωισμός του δεν ανεχότανπαρηγοριές από άλλους. Η Ευφροσύνη, όμως, δεν τον άφησε να προχωρήσει. 

«Θεόφιλε», άρχισε να λέει χωρίς περιφράσεις, «δεν ταιριάζει σ' έναν άνδρα, κι ακόμα περισσότερο

σ' ένα βασιλέα, να αφήνεται έρμαιο των παθών του». 

«Έχει δίκιο η γαληνοτάτη!» αποκρίθηκε με έναν πικρό μορφασμό ο Θεόφιλος. «Όμως ο βασιλέας

δεν είναι ένας άνθρωπος κι αυτός με καρδιά, πόθους, όνειρα, αισθήματα και αδυναμίες, όπως κάθε

άλλος άνδρας;» 

«Να παλέψεις, Θεόφιλε!» 

«Επάλεψα! Παλεύω! Θα παλέψω. Όμως...» 

«Και θ' αφήσεις να σε υποτάξει έτσι η θλίψη;» 

Ο Θεόφιλος σήκωσε τους ώμους. Μα η Αυγούστα επέμενε: 

«Ο συμβασιλέας του Βυζαντίου ανήκει πρώτα απ' όλα στην αυτοκρατορία. Το στέμμα που εδέχθηκε

του επιβάλλει καθήκοντα μεγάλα. Ο αυτοκράτωρ περίμενε πολλά από το διάδοχό του. Είναι γέρος

και ανήμπορος κι ο Θεόφιλος ήταν πραγματικά ο ιδανικός συμπαραστάτης που χρειαζόταν. Κι όμως,

ο Θεόφιλος κλείνεται στο σπουδαστήριό του κι εγκαταλείπει τα πάντα. Η αυτοκρατορία απειλείται

από κινδύνους, μα ο συμβασιλέας, εβδομάδες τώρα, από τότε που μοιράσθηκε το στέμμα και τοθρόνο με τον πατέρα του, αδρανεί, αφήνεται άβουλα να τον καταβάλλει η μελαγχολία». 

«Γιατί με πληγώνεις, Αυγούστα;» φώναξε σ' ένα ξαφνικό ξέσπασμα ο Θεόφιλος. «Μήπως δεν ξέρεις

ποια αιτία μ' έχει φέρει σ' αυτή την αλλόκοτη κατάσταση που και μένα με τρομάζει;» 

«Ξέρω την αιτία. Και γι' αυτό ακριβώς παραξενεύομαι μαζί σου». 

Ο Θεόφιλος την κοίταξε περίεργα. 

«Δεν σε καταλαβαίνω. Θέλεις να καταλήξεις κάπου;» 

Page 34: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 34/173

Digitized by 10uk1s

«Ναι, έρχομαι να σου πω ότι η Κασσιανή υποφέρει το ίδιο όπως κι εσύ, ότι είναι πικρά μετανιωμένη

που μίλησε απότομα την ημέρα εκείνη». 

Ο Θεόφιλος τινάχτηκε. Η καρδιά του άρχισε να χτυπά γοργά, βίαια. 

«Είναι αλήθεια αυτό;» 

«Έστειλα στο σπίτι της, ερώτησα, έμαθα. Σ' αγαπά. Και υποφέρει. Ο πόνος την κάνει να κλείνεται

στην κάμαρά της και να ξεσπά σε κλάμα χωρίς τέλος... Τι ανόητα που είναι τα νιάτα. Δραματοποιούν

τα πιο ασήμαντα πράγματα και παραδίνονται στην απελπισία, ενώ με λίγη θέληση...» 

«Γαληνοτάτη...» 

«Μα ναι, Θεόφιλε! Η ευτυχία είναι μπροστά σας. Δεν έχετε παρά ν' απλώσετε τα χέρια σας και να

την κάμετε δική σας». 

Το πρόσωπο του νέου φωτίστηκε. Έφτασαν αυτά τα λίγα ενθαρρυντικά λόγια της αυτοκράτειρας για

να τον κάνουν να ξαναβρεί την αισιοδοξία του. Μα δεν κράτησε πολύ η μεταβολή. 

«Αυγούστα, ξεχαστήκαμε!» είπε σε μια στιγμή κουνώντας μελαγχολικά το κεφάλι. «Με τα καλά σου

λόγια με παρέσυρες και λησμονήσαμε το κυριότερο. Με την κόρη αυτή μας χωρίζουν πάντα οι

εικόνες». 

«Κι αν η ίδια η Κασσιανή σε βεβαιώσει ότι θα ξεχάσει την εικονολατρία της μπαίνοντας στο

παλάτι;» 

Ο Θεόφιλος ξαφνιάστηκε. Σκέφτηκε για λίγο κι ύστερα είπε: 

«Θα την πιστέψω, βέβαια. Μα, δυστυχώς, δεν θα είναι αρκετό. Όλη η Βασιλεύουσα γνωρίζει τη

σκηνή με μένα και την Κασσιανή και τα υβριστικά λόγια που ξεστόμισε η ίδια εναντίον των

εικονομάχων. Λοιπόν, μόνο αν η μεταμέλειά της πάρει κάποια δημοσιότητα... Διαφορετικά, θα

γελάσουν όλοι εις βάρος μου. Θα νομίσουν ότι το ερωτικό μου πάθος με τύφλωσε. Οι εικονομάχοι

θα φρυάξουν, οι εικονολάτρες θα θριαμβολογήσουν. Όλο το έργο του πατέρα μου θα κλονισθεί από

τα θεμέλια. Όχι! Η μόνη λύση, δυστυχώς, είναι να αποκηρύξει δημοσίως η Κασσιανή τη λατρεία της

προς τις εικόνες». 

«Μα αυτό θα είναι φοβερό». 

«Το ξέρω. Και γι' αυτό απελπίζομαι ακόμα περισσότερο». 

«Και θα δεχθείς εσύ, Θεόφιλε, να ταπεινωθεί μπροστά σ' όλη τη Βασιλεύουσα η γυναίκα που

αγαπάς;» 

«Η ημέρα εκείνη», φώναξε μ' απελπισία ο Θεόφιλος, «θα είναι η πιο δυστυχισμένη της ζωής μου.

Μα δεν μπορεί να γίνει αλλιώτικα. Πρέπει η Κασσιανή να υποστεί αυτή τη θυσία  – για την αγάπη

μας!» 

Η Αυγούστα κατάλαβε πόσο δύσκολη ήταν η θέση του Θεόφιλου, που ήθελε να συνταιριάζει τον

έρωτα από τη μια με τη σκληρή επιταγή του καθήκοντος από την άλλη. Κούνησε το κεφάλι

Page 35: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 35/173

Digitized by 10uk1s

μελαγχολικά. 

«Έτσι σκληρή», σκέφτηκε, «είναι η μοίρα των εστεμμένων, η μοίρα όλων των ανθρώπων που έχουν

εξουσία μεγάλη. Έρχονται στιγμές που πρέπει να πνίξουν άσπλαχνα τα πιο θερμά αισθήματά τους,

γιατί αυτό προστάζει το καθήκον». 

Ακολούθησε βαριά σιωπή. Ο Θεόφιλος με το κεφάλι ανάμεσα στα χέρια του είχε παραδοθεί σε

σκέψεις. Έμοιαζε τσακισμένος, γερασμένος. Ήξερε ότι η Κασσιανή με την ακαταδάμαστη

υπερηφάνεια που τη διέκρινε δεν θα δεχόταν ποτέ να υποστεί τέτοιο διασυρμό. Μα από το άλλο

μέρος, έβλεπε ότι κι αυτός δεν μπορούσε να υποχωρήσει. 

«Κι όμως, υπάρχει κάποια λύση!» φώναξε σε μια στιγμή η αυτοκράτειρα. «Νομίζω ότι υπάρχει

τρόπος και ο πληγωμένος σου εγωισμός να ικανοποιηθεί και η δική της αξιοπρέπεια να μην μπει σε

σκληρή δοκιμασία». 

«Σ' ακούω μ' ανυπομονησία». 

«Μπορεί σε μια μικρή συγκέντρωση του παλατιού ν' ανοίξεις συζήτηση με την Κασσιανή. Τάχα

τυχαία, χωρίς πρόθεση. Δεν θα μιλήσεις, βέβαια, καθαρά για τους εικονολάτρες. Τα λόγια σου όμως

θα κρύβουν νοήματα που θα είναι σχετικά με την εικονολατρία. Τότε θα πάρει αφορμή η Κασσιανή

και με τον ίδιο  εύσχημο τρόπο θα σου απαντήσει. Και οι απαντήσεις της δεν θα λένε φυσικά

καθαρά πως δεν είναι εικονολάτρις φανατική, το νόημά τους όμως θα είναι σχετικό, ανάλογο. Έτσι,

θα κάμεις μια έμμεση και αξιοπρεπή ομολογία αποκηρύξεως μπροστά στους παλατιανούς». 

Το πρόσωπο του Θεόφιλου άστραψε. 

«Αυγούστα», είπε με ενθουσιασμό, «η λύση σου είναι σπουδαία. Κι έχει και το μέγα προτέρημα ότιθα δείξει από μέρους μου ανωτερότητα, την ανωτερότητα που πρέπει να δείχνει κάθε ηγεμόνας

προσέχοντας να μην ταπεινώνει εκείνους που τον έθιξαν. Αλλά το πιο σπουδαίο ακόμα είναι πως η

Κασσιανή θα βγει από τη δοκιμασία αυτή με την αίγλη μιας κόρης που δεν ταπεινώθηκε για να

κερδίσει την πορφύρα». 

Η χαρά τον είχε συνεπάρει. 

«Αυγούστα», φώναξε, «για μια φορά ακόμα με λυτρώνεις από ένα δράμα». Και την αγκάλιασε με τη

διαχυτικότητα που ένας γιος σφίγγει πάνω στο στήθος του την αγαπημένη του μητέρα. 

Η Ευφροσύνη θέλησε να βολιδοσκοπήσει ξανά την Κασσιανή. Ωστόσο, είχε την άτυχη έμπνευση να

στείλει πάλι στο μέγαρο του Ευστράτιου την Αγγελίνα, την ερωμένη του Βάρδα. Όταν ανήγγειλαν

στην Κασσιανή τη νέα επίσκεψη της αυτοκρατορικής απεσταλμένης, η αρχοντοπούλα βρισκόταν

στον κήπο της, σε μια απόμερη γωνιά, όπου συνήθιζε να καταφεύγει σαν τη λαβωμένη ελαφίνα που

αποτραβιέται μέσα στο δάσος για να  κρύψει τον πόνο της. Έτρεξε αμέσως με χτυποκάρδι να

υποδεχτεί την Αγγελίνα. Και με τα πρώτα λόγια άνοιξε την καρδιά της κι αποκάλυψε τα αληθινά

αισθήματά της. Δεν έκρυψε ότι αγαπούσε παράφορα τον Θεόφιλο ούτε πως είχε μετανιώσει οικτρά

για τη σκηνή του παλατιού. Μα δεν παρέλειψε να ξαναπεί πως, αν της ζητούσαν να αποκηρύξει την

πίστη της, θα έδινε την ίδια απάντηση. 

Page 36: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 36/173

Digitized by 10uk1s

Γι' αυτό, τώρα που μάθαινε τη λύση που είχε βρει η αυτοκράτειρα, δεν μπόρεσε κι αυτή, όπως και ο

Θεόφιλος, να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό της. Αγκάλιασε την πρωτοβεστιτόρισσα και τη φίλησε

όπως θα φιλούσε μια πολυαγαπημένη αδελφή της – χωρίς να ξέρει πως φιλούσε ένα θηλυκό Ιούδα

που μια ώρα αργότερα, στην αγκαλιά του ερωμένου της Βάρδα, θα του αποκάλυπτε τα πάντα.  

«Δεν θα κρατήσει πολύ η χαρά αυτής της ανόητης ερωτευμένης!» είπε ο αδελφός της Θεοδώρας.

Και η σκοτεινή ματιά του έδειξε πως κάποιο καινούργιο σχέδιο άρχισε πάλι να πλέκεται μέσα στη

σατανική του σκέψη. 

Ενώ ήταν αποφασισμένο να οργανωθεί στο παλάτι η ανεπίσημη συγκέντρωση, η κατάσταση   του

αυτοκράτορα επιδεινώθηκε. Οι γιατροί είπαν πως δεν θα ζούσε παρά λίγους μήνες. Τότε ο Μιχαήλ

Β' κάλεσε το γιο του και του μίλησε: 

«Θεόφιλε», του είπε, «πριν φύγω από τον κόσμο πρέπει να σε δω στο θρόνο αποκαταστημένο. Οιεικονολάτρες είναι έτοιμοι στην παραμικρή ανωμαλία να ξεσηκώσουν τον όχλο. Την ευκαιρία αυτή

θα τη βρουν με το θάνατό μου, αν εσύ δεν στέκεσαι γερά πάνω στο θρόνο».  

«Μα είναι άδικοι οι φόβοι σου, πατέρα!» 

«Μην είσαι αισιόδοξος, παιδί μου. Όσο υπάρχω, όσο αναπνέω, οι εχθροί μας κάθονται ήσυχα. Γιατί

φοβούνται ότι κι από 'δώ, από την κλίνη μου, μπορώ να τους συντρίψω. Εσένα, όμως, δεν θα σε

φοβηθούν». 

Ο Θεόφιλος έκανε μια κίνηση. 

«Μη διαμαρτύρεσαι, γιε μου. Δεν είναι εις βάρος σου το ότι δεν είσαι ακόμα τόσο σκληρός όσο

χρειάζεται για έναν ηγεμόνα αυτής της χώρας. Ανατράφηκες αλλιώτικα εσύ. Εγώ ανδρώθηκα μες

στην τραχιά ζωή του στρατοπέδου. Είκοσι χρόνια με το χέρι στο σπαθί, στο τέλος συνηθίζεις στην

ιδέα ότι τους εχθρούς σου πρέπει να τους χτυπάς χωρίς έλεος. Γι' αυτό με τρέμουν. Όταν όμως δεν

θα υπάρχω πια, θα σηκωθούν, θα θελήσουν να σε ανατρέψουν». 

«Θα παλέψω!» απάντησε αποφασιστικά ο Θεόφιλος. 

«Το ξέρω. Και γνωρίζω ακόμα ότι θα παλέψεις γερά και ότι στο τέλος θα συντρίψεις κι εσύ όλους

τους εχθρούς σου. Αλλά πρέπει από τώρα να αρχίσει  η ετοιμασία σου, όπως κι αυτοί θα έχουν

αρχίσει από τώρα να οργανώνουν τη συνωμοσία. Γι' αυτό πρέπει να γίνεις αυτοκράτορας αληθινός,πριν εγώ πεθάνω». 

Ο Θεόφιλος έκανε άλλη μια κίνηση διαμαρτυρίας. Μα ο Μιχαήλ τον σταμάτησε. 

«Άφησε τις αντιρρήσεις. Εδώ δεν πρόκειται για μας. Πρόκειται για το υπέρτατο καθήκον μας στην

αυτοκρατορία». 

«Ποια είναι η θέλησή σου;» ψιθύρισε ο Θεόφιλος σκύβοντας το κεφάλι με υποταγή.  

«Θα παραιτηθώ από το θρόνο και θα γίνεις μόνος αυτοκράτορας εσύ, για να μπορέσεις να

συγκεντρώσεις στα χέρια σου όσο ακόμα θα ζω όλες τις εξουσίες, ώστε να συνηθίσουν όλοι στην

Page 37: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 37/173

Digitized by 10uk1s

ιδέα ότι ο βασιλιάς είσαι εσύ! Έτσι, ουσιαστικά δεν θα φέρει καμιά μεταβολή ο θάνατός μου». 

«Πατέρα!...» είπε βουρκωμένος ο Θεόφιλος. 

«Αύγουστε, κατά μέρος οι συγκινήσεις!» φώναξε απότομα ο άρρωστος, σαν να 'δινε διαταγή σεαξιωματικό του. «Αυτή την ώρα, την επίσημη, δεν συζητά ένας πατέρας με το γιο του, αλλά ο

αυτοκράτορας με το συμβασιλέα του, που μελετούν και αποφασίζουν για τα μεγάλα ζητήματα του

Βυζαντίου. Παρακαλώ, να λες τη γνώμη σου κι όχι να παρασύρεσαι από αισθήματα!»  

Και κρύβοντας μ' αυτά τα λόγια και τη δική του συγκίνηση, πρόσθεσε: 

«Λοιπόν, θα γίνουν όπως τα είπα! Όμως πρέπει μαζί με την παραίτησή μου να γίνει κι ο γάμος σου».  

«Ο γάμος μου;» 

«Ναι, πρέπει να νυμφευθείς, Θεόφιλε. Και μάλιστα σύντομα. Καθώς γνωρίζεις, ο γάμος ενόςαυτοκράτορα φέρνει πάντα σάλο. Γιατί όλοι οι πατρίκιοι φιλοδοξούν να δουν τις θυγατέρες τους

Αυγούστες. Κι όταν η εκλογή του αυτοκράτορα δεν πέσει στη δική τους κόρη, θα χολωθούν βαριά,

θ' αρχίσουν να τρέφουν εχθρικές διαθέσεις. Γι' αυτό ο γάμος ενός εστεμμένου απαιτεί περίσκεψη».  

Στα λόγια αυτά ο Θεόφιλος ταράχτηκε. 

«Πού θες να καταλήξεις, Αύγουστε;» φώναξε ανήσυχος. «Θέλεις, λοιπόν, να πεις ότι το βασιλικό

μου αξίωμα μου επιβάλλει να κάμω ένα γάμο πολιτικού υπολογισμού; Ότι πρέπει να νυμφευθώ όχι

τη γυναίκα που θέλω, αλλά τη γυναίκα που πρέπει;» 

«Ησύχασε», απάντησε ο πολύπειρος πατέρας. «Όχι, δεν φθάνω ως εκεί. Αναγνωρίζω στην καρδιά ταδικαιώματά της. Στη θέση σου κι εγώ θα 'κανα αυτό που η καρδιά μου θα ζητούσε, αλλά θα

πρόσεχα να κρατήσω τα προσχήματα. Αυτό συμβουλεύω και σένα».  

«Δεν σε καταλαβαίνω», είπε με αμηχανία ο Θεόφιλος. 

Ο αυτοκράτορας ανακάθισε στο κρεβάτι του, αγκάλιασε μ' ένα ζεστό βλέμμα, που έκλεινε όλη τη

στοργή του, το γιο του και είπε: 

«Έχω από καιρό ένα σχέδιο γύρω από το γάμο σου. Θέλω να γίνει αφορμή να δείξουμε για

τελευταία φορά και με τρόπο περιφανή ότι δεν μισούμε εμείς τον κόσμο των εικονολατρών αλλά

ότι, αντίθετα, αυτοί είναι που τρέφουν μίσος μαύρο εναντίον του θρόνου. Λοιπόν, εσκέφθηκα νακάμω μια τελευταία φιλική χειρονομία προς αυτές τις μυριάδες των παραπλανημένων, ώστε όσοι

είναι καλόπιστοι ν' αναγνωρίσουν τις αγαθές προθέσεις μας και να φρονιματισθούν. Θα τους

δώσουμε, έτσι, μια τελευταία ευκαιρία να μεταμεληθούν και να πάψουν να συνωμοτούν». 

«Το σχέδιο, ποιο είναι το σχέδιό σου;» ρώτησε ο Θεόφιλος με αγωνία. 

«Είναι απλό. Θα οργανώσουμε μια εορτή επίτηδες και θα καλέσουμε στην αίθουσα του

Χρυσοτρίκλινου δώδεκα αρχοντοπούλες, τις ωραιότερες του Βυζαντίου. Κι απ' αυτές θα διαλέξεις τη

μέλλουσα αυτοκράτειρα». 

«Πατέρα!...» 

Page 38: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 38/173

Digitized by 10uk1s

«Μη σπεύδεις. Από τις δώδεκα αυτές Βυζαντινοπούλες, οι έξι θα ανήκουν σε οικογένειες

εικονομάχων και οι άλλες έξι σε οικογένειες εικονολατρών. Έτσι, θ' αποδείξουμε σ' όλη τη

Βασιλεύουσα ότι δεν ξεχωρίζουμε εικονομάχους από εικονολάτρες, αλλ' ότι αγαπούμε και τους δυο

το ίδιο. Είναι απαραίτητη αυτή η συμφιλιωτική χειρονομία. Δεν πρέπει να συνεχισθεί αυτός ο

άγριος διχασμός. Κι εμείς, από το μέρος μας, πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να πάρει τέλος.Αν όμως εξακολουθήσουν κι ύστερα από τη φιλική αυτή εκδήλωση να συνωμοτούν εναντίον μας,

τότε εγώ ο ίδιος, πριν πεθάνω, θα διατάξω να εξοντωθούν οι αμετανόητοι αυτοί άρχοντες, που υπό

το πρόσχημα της εικονολατρίας βυσσοδομούν κατά του στέμματος και του έθνους».  

«Και δεν νομίζεις, σεβαστέ πατέρα, ότι το αποτέλεσμα θα είναι ακριβώς το αντίθετο; Ότι οι γονείς

των έξι κοριτσιών που θα ανήκουν σε οικογένειες εικονολατρών θα εξαγριωθούν ακόμα

περισσότερο, γιατί θα υποθέσουν ότι θέλουμε να τους εξευτελίσουμε μονάχα και τίποτε άλλο;»  

Ο Μιχαήλ κοίταξε τώρα το γιο του λίγο ειρωνικά: 

«Πώς θα τους εξευτελίσουμε», είπε, «αφού αυτή που θα διαλέξεις θα είναι κόρη εικονολάτρη;» 

Ο Θεόφιλος πετάχτηκε όρθιος και ο πατέρας του, καθώς τον είδε αναστατωμένο, δεν μπόρεσε να

κρατήσει τα γέλια του. 

«Μην ταράζεσαι, Θεόφιλε. Ναι, ξέρω το μυστικό σου! Ξέρω αυτή που πρόκειται να διαλέξεις». 

Ο νέος τα είχε χάσει. Κάτι ήθελε να πει, αλλά η ταραχή τού έδενε τη γλώσσα. Μα τον βοήθησε ο

πατέρας του. 

«Είναι σπουδαία κόρη η Κασσιανή!» είπε ξαφνικά ο αυτοκράτορας, τονίζοντας τα λόγια του. 

Ο Θεόφιλος δεν κρατήθηκε πια. Μια ερώτηση του έκαιγε τα χείλη: 

«Δεν σε κάνει, λοιπόν, διστακτικό το ότι είναι εικονολάτρισσα;» 

«Διόλου!» απάντησε ο Μιχαήλ. «Ερώτησα, έμαθα, έβαλα πολλούς και εξετάσανε. Όλοι  συμφωνούν

ότι είναι μια κόρη με τίμια σκέψη και καθαρή καρδιά. Από την ώρα που θα γίνει γυναίκα σου, θα

κρατήσει τον όρκο που θα σου 'χει δώσει. Εξάλλου, είμαι βέβαιος πως γρήγορα θα φωτισθεί ο νους

της και θα δει ότι κάτω από τον εικονολατρικό φανατισμό κρύβεται οπισθοδρομικότητα και

στενοκέφαλη νοοτροπία». 

«Ναι, πατέρα!» είπε τώρα με υπερηφάνεια ο Θεόφιλος. «Αυτό θα γίνει! Η Κασσιανή θα φωτισθείκοντά μου. Και θ' αλλάξει ιδέες». 

«Έτσι, και ο Θεόφιλος θα βρει μια σύντροφο πολύτιμη και ο θρόνος θα στολισθεί με μια Αυγούστα

σπουδαία». 

Συγκινημένος ο νέος έσκυψε και φίλησε το χέρι του πατέρα του. Κι εκείνος του χάιδεψε τρυφερά το

σγουρό κεφάλι του και πρόσθεσε: 

«Αλλά όπως είπαμε, Θεόφιλε. Θα κρατηθούν και τα προσχήματα». 

«Έστω, πατέρα. Θα γίνει η εορτή που επιθυμείς. Μόνο που θα μοιάζει με κωμωδία». 

Page 39: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 39/173

Digitized by 10uk1s

«Γιε μου, πολλές φορές η εξουσία θα σ' αναγκάζει ίσως να πρωταγωνιστείς σε τέτοιες κωμωδίες.

 Άλλες όμως φορές, θα σε κάνει πρωταγωνιστή σε τραγωδίες που μονάχα τους δυνατούς ανθρώπους

δοκιμάζουν». 

Βαθιά εντύπωση προξένησε σ' όλη τη Βασιλεύουσα η είδηση ότι θα καλούνταν στο παλάτι δώδεκααρχοντοπούλες, οι πιο όμορφες, κι απ' αυτές θα διάλεγε ο Θεόφιλος τη μέλλουσα Αυγούστα. Αυτό

το έθιμο ήταν φερμένο στην Επτάλοφη από τη βαθιά Ανατολή, μα είχε εγκαταλειφθεί εδώ και  

χρόνια, επειδή τα βασιλόπουλα του Βυζαντίου παντρεύονταν συνήθως σύμφωνα με τις επιταγές της

πολιτικής. Και να τώρα που ερχόταν ο Θεόφιλος ν' αναστήσει την παλιά συνήθεια. Κι αυτό που είχε

προβλέψει ο Μιχαήλ πραγματοποιήθηκε. Η χειρονομία αυτή της Αυλής αποτέλεσε για το πλήθος

των εικονολατρών μια σοβαρή ένδειξη ότι ο Μιχαήλ Β' και ο συμβασιλέας Θεόφιλος δεν ήταν οι

λυσσαλέοι διώκτες των εικονολατρών, όπως ήθελαν να τους παραστήσουν οι φανατικοί καλόγεροι.

Και πολλοί μεταστράφηκαν κι έπαψαν να μισούν και να κακολογούν τους δυο βασιλείς. Ο πολύς

λαός των «ξυλολατρών» άρχισε να σκέφτεται μήπως δεν είχαν βάση τα προπαγανδιστικά λόγια των

αρχηγών τους, που προσπαθούσαν να τους πείσουν ότι ο Μιχαήλ και ο Θεόφιλος άλλο δεν

σκέφτονταν παρά το πώς να αφανίσουν απ' το πρόσωπο της γης όλους τους εικονολάτρες. 

Πέρασαν δυο εβδομάδες μέσα σε μια γενική αναταραχή. Το ενδιαφέρον του κόσμου όλο και

μεγάλωνε. Είχαν γίνει γνωστά πια τα ονόματα των κοριτσιών που είχαν κληθεί και όλοι οι

Βυζαντινοί, άνδρες και γυναίκες, δεν είχαν άλλο θέμα συζήτησης απ' αυτό. Καθένας έλεγε τη γνώμη

του, καθένας υποστήριζε τη μια ή την άλλη νέα που κατά τη γνώμη του συγκέντρωνε τις

περισσότερες ελπίδες να κερδίσει στη δύσκολη αυτή εκλογή. Είχαν μοιραστεί σε διάφορα

στρατόπεδα, καθένα με τη δική του αρχοντοπούλα. Φιλονικούσαν, βρίζονταν, συμπλέκονταν. Σιγά

σιγά, δημιουργούνταν ένας φανατισμός που πήγαινε να χωρίσει τη Βασιλεύουσα σε... δώδεκα

παρατάξεις, όσες ήταν και οι υποψήφιες νύφες. 

Κι έφτασε η περίφημη ημέρα. Από τα ξημερώματα είχε συγκεντρωθεί πλήθος λαού έξω από το

παλάτι και είχε κατακλύσει τους γύρω χώρους. Τώρα οι φιλονικίες είχαν φτάσει στο κατακόρυφο.

Και τα στοιχήματα έδιναν κι έπαιρναν, όπως όταν βρίσκονταν στον Ιππόδρομο και στοιχημάτιζαν

ποια άρματα και ποια άλογα θα κέρδιζαν. Προμηνύονταν επεισόδια. 

Λίγο πριν από το μεσημέρι άρχισαν να φτάνουν, επιτέλους, τα φορεία με τις υποψήφιες. Οι δώδεκα

αυτές καλλονές ανήκαν στις ενδοξότερες, ισχυρότερες και πλουσιότερες οικογένειες του Βυζαντίου.

 Άστραφτε η ομορφιά τους, άστραφταν και τα χρυσοποίκιλτα φορεία τους. 

«Συ νικάς, Ζωή!» φώναζε έξαλλο το πλήθος στο πέρασμα της κόρης ενός πατρικίου. 

«Ευδοξία, συ νικάς!» αντιλαλούσε απ' την άλλη άκρη η μυριόστομη κραυγή των οπαδών μιας άλλης

ομορφιάς. 

Κι όσο περνούσε η ώρα τόσο ο αναβρασμός μεγάλωνε.  

Ο Βάρδας, από έναν εξώστη των ανακτόρων, παρακολουθούσε τις εκδηλώσεις του λαού και

χαμογελούσε σατανικά. Γιατί ο φανατισμός αυτός που έδειχναν οι Βυζαντινοί ήταν έργο δικό του.

Αποτελούσε ένα από τα τόσα τεχνάσματα του αδίστακτου αυτού άρχοντα με τις τόσο   σκοτεινές

φιλοδοξίες. Είχε κινητοποιήσει όλους τους φανατισμένους εικονολάτρες που ανήκαν στη μυστική

οργάνωση, της οποίας η μυστηριώδης Κεφαλή ήταν ο ίδιος. Τους είχε δώσει διαταγή να

Page 40: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 40/173

Digitized by 10uk1s

συγκεντρωθούν μπροστά στο παλάτι όταν θα πήγαιναν οι υποψήφιες και να επευφημήσουν με

παραφορά την αδελφή του, Θεοδώρα. Από το άλλο μέρος, χωρίς να φαίνεται ο ίδιος αλλά μέσω του

αδελφού του Πετρωνά, που παρουσιαζόταν ως φανατικός... εικονομάχος, οργάνωσε μια άλλη

ομάδα τριακοσίων περίπου νέων, φανατικών εικονομάχων, που τους έπεισε να συγκεντρωθούν κι

αυτοί έξω απ' το παλάτι και ν' αποδοκιμάσουν την Κασσιανή. 

«Έτσι», σκέφτηκε ο μηχανορράφος, «θα δώσω την εντύπωση ότι ο λαός του Βυζαντίου αγαπά τη

Θεοδώρα και αυτή κρίνει άξια να γίνει αυτοκράτειρα, ενώ αντίθετα την Κασσιανή τη μισεί... ως

εικονολάτρισσα. Η κόρη του Ευστρατίου, ευερέθιστη καθώς είναι, θα ταραχθεί και θα φθάσει

αναστατωμένη στο Χρυσοτρίκλινο. Κι εκεί ο μεγάλος της εγωισμός, που θα 'χει πληγωθεί βαριά, θα

αποτελειώσει αυτό που θα έχουν αρχίσει οι αποδοκιμασίες του όχλου».  

Και έτσι έγινε. Όταν φάνηκε το φορείο που έφερνε στα ανάκτορα τη Θεοδώρα, οι εγκάθετοι

ξέσπασαν σε θριαμβευτικά επιφωνήματα: 

«Θεοδώρα, συ νικάς!» 

Για ώρα πολλή φώναζαν, θριαμβολογούσαν: 

«Χαίρε, χαίρε, Θεοδώρα!» 

 Έτσι δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι ο  λαός, με ένα στόμα, ανακήρυσσε τη Θεοδώρα ως την πιο

ωραία από τις υποψήφιες. Και την εντύπωση αυτή έτρεξαν αμέσως να διαλαλήσουν μέσα στο

παλάτι οι αυλικοί που ήταν μυστικά όργανα των εικονολατρών. 

Σε λίγο φάνηκε και το φορείο της κόρης του Ευστράτιου. Ευθύς οι νεαροί εικονομάχοι του Πετρωνά

όρμησαν καταπάνω του, το περικύκλωσαν κι άρχισαν να φωνάζουν με μανία: 

«Αίσχος στην εικονολάτρισσα!» 

«Μακριά από το παλάτι η λυσσασμένη ξυλολάτρισσα!» 

Η Κασσιανή τα 'χασε. Ο πατέρας της και οι άλλοι συγγενείς της που τη συνόδευαν θέλησαν να

αντιδράσουν, αλλά ήταν αδύνατο να επιβληθούν στους αλλόφρονες αυτούς νεαρούς που

ούρλιαζαν σαν δαιμονισμένοι. Στο τέλος, οι μαινόμενοι εκείνοι εικονομάχοι θέλησαν να εμποδίσουν

το φορείο να συνεχίσει το δρόμο του προς το παλάτι. 

«Πίσω!» ούρλιαζαν και κουνούσαν απειλητικά τα χέρια τους. 

Ο Ευστράτιος και οι συγγενείς του, που περικύκλωναν το φορείο της Κασσιανής, θέλησαν να

απομακρύνουν από το επικίνδυνο εκείνο μέρος την Κασσιανή, γιατί φοβήθηκαν τα χειρότερα. Η

γενναία κόρη όμως τους εμπόδισε. Η αγωνία της είχε μεταβληθεί σε πείσμα. 

«Θα μείνω!» είπε. 

Και η επιμονή τής βγήκε σε καλό. Γιατί ξάφνου ο λαός, που ως τότε παρακολουθούσε τη σκηνή

αμέτοχος, ξέσπασε σε επιδοκιμασίες υπέρ της Κασσιανής. Είχαν συγκινηθεί με την περιπέτειά της κι

ένιωσαν την ανάγκη να αντιδράσουν κατά των λυσσαλέων νεαρών εικονομάχων. Ακόμα και κάποιοι

εγκάθετοι εικονομάχοι τώρα μεταστράφηκαν απότομα. Και μια μυριόστομη κραυγή αντιλάλησε

Page 41: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 41/173

Digitized by 10uk1s

πέρα ως πέρα: 

«Χαίρε, Κασσιανή! Χαίρε, ρόδον της Βασιλεύουσας!» 

«Συ νικάς! Ωραία, συ νικάς!» 

Οι άνθρωποι του Πετρωνά δοκίμασαν να αντιδράσουν, αλλά μάταια. Πολλοί θερμόαιμοι κινήθηκαν

απειλητικά εναντίον τους. Έτσι, οι νεαροί εικονομάχοι αναγκάστηκαν να παραμερίσουν γρήγορα και

να διαλυθούν. 

«Χαίρε, κρίνο της Βασιλεύουσας!» φώναζε νικητής ο λαός. «Κασσιανή, συ νικάς!» 

Και με τις επευφημίες αυτές, μέσα σε μια ατμόσφαιρα αποθέωσης, το φορείο της Κασσιανής

οδηγήθηκε ως τα προπύλαια των ανακτόρων. 

Το επεισόδιο αυτό όμως αναστάτωσε την Κασσιανή. Υπέθετε ότι οι αποδοκιμασίες εκείνες ήταναυθόρμητες. Ώστε, συλλογιζόταν, υπήρχαν άνθρωποι που τη μισούσαν τόσο πολύ, ώστε να της

επιτίθενται τόσο απάνθρωπα μέσα στο δρόμο; Και οι άνθρωποι αυτοί ήταν εικονομάχοι, δηλαδή

οπαδοί του Θεόφιλου! Τι σήμαινε αυτό; Τη χώριζε λοιπόν από τους φανατικούς αυτούς τέτοιο

αγεφύρωτο χάσμα, ενώ αυτή βαυκαλιζόταν με το όνειρο ότι η αγάπη της θα μπορούσε να σβήσει

αυτό το μίσος; Με τέτοιες απαισιόδοξες σκέψεις μπήκε στο Ιερό Παλάτι. 

Μέσα στα θρυλικά ανάκτορα όλοι οι παλατιανοί βρίσκονταν επί ποδός. Άρχοντες, τιτουλάριοι,

θαλαμηπόλοι, ευνούχοι, έξι χιλιάδες άνθρωποι ντυμένοι με τις πολύχρωμες στολές τους

πηγαινοέρχονταν στους απέραντους καλλιμάρμαρους διαδρόμους, μπαινόβγαιναν στααπαστράπτοντα χρυσοτρίκλινα. Για τις υποψήφιες νύφες είχε διατεθεί ολόκληρη στρατιά από

αυλικούς, που τις υποδέχονταν σύμφωνα με την αυστηρή βυζαντινή εθιμοτυπία. 

 Ήταν πραγματικά υπέροχες οι δώδεκα αρχόντισσες. Και ήταν όλες άξιες για βασίλισσες του

Βυζαντίου. Κι όλες έλπιζαν. Όμως όταν μπήκε στην αίθουσα η Κασσιανή, έγινε το ίδιο που

συμβαίνει στον έναστρο ουρανό όταν προβάλλει η αρχόντισσα Σελήνη. Τα άστρα, που ως την ώρα

εκείνη συναγωνίζονταν ποιο θα λάμψει περισσότερο, τώρα χλόμιασαν, έσβησαν. Η ομορφιά της

Κασσιανής τα σκέπασε όλα. 

 Ήταν η πιο ωραία η Κασσιανή. Μα περισσότερο κι από την ομορφιά της έκανε αίσθηση η απλότητά

της. Με ένα λευκό φόρεμα, με μοναχό στολίδι της ένα μαργαριταρένιο διάδημα, θάμπωνε,σαγήνευε. 

Οι άλλες υποψήφιες ταράχτηκαν στην εμφάνισή της. Ένιωσαν ότι μπροστά τους βρισκόταν μια

αντίπαλος ασυναγώνιστη. Όχι, δεν υπήρχε πια ελπίδα γι' αυτές. Ακόμα και η Θεοδώρα, η αδελφή

του Βάρδα, που ήταν φημισμένο το κάλλος της σ' όλη τη Βασιλεύουσα, αισθάνθηκε ανησυχία. Κι

όταν σε λίγο ο τελετάρχης οδήγησε όλες τις υποψήφιες στο Χρυσοτρίκλινο, η Θεοδώρα ήταν

εξουθενωμένη. Η ιστορική  αυτή αίθουσα με τους πορφυροβαμμένους τοίχους, τα δυο ολόχρυσα

λιοντάρια που ανάμεσα στα δόντια τους κρατούσαν τις άκρες των παραπετασμάτων και με το

θρυλικό θρόνο του Αυγούστου, που ήταν ένα μικρό θαύμα τέχνης, γαλβάνισε τη φαντασία των

δώδεκα υποψηφίων.  Το ελάχιστο εκείνο δείγμα της αμύθητης πολυτέλειας του Ιερού Παλατιού

τους έδωσε αμέσως μια ζωηρή εικόνα του μεγαλοπρεπούς βίου που τις περίμενε, αν η Θεία

Page 42: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 42/173

Digitized by 10uk1s

Πρόνοια ήθελε να ευλογήσει τα όνειρά τους. 

Βαθιά συγκινημένες, κάθισαν στα πολυτελή καθίσματα που ήταν στρωμένα με βαρύτιμα υφάσματα

φερμένα από την Περσία. Οι δώδεκα βασίλισσες της ομορφιάς χάιδευαν τώρα με το βλέμμα τους

τον πανύψηλο αυτοκρατορικό θρόνο και προσεύχονταν στη Βασίλισσα των Ουρανών να τιςβοηθήσει. Οι καρδιές τους χτυπούσαν δυνατά, η αγωνία τους κορυφωνόταν.  

 Όταν όλα ήταν έτοιμα, ο αρχιευνούχος διέσχισε το μεγάλο διάδρομο των ανακτόρων και πήγε να

ειδοποιήσει τον πορφυρογέννητο μνηστήρα. Σε λίγο, τα βαρύτιμα παραπετάσματα σηκώθηκαν,

σαράντα πρωτοσπαθάριοι των λογχοφόρων παρατάχτηκαν εκατέρωθεν και ο Θεόφιλος πρόβαλε

κρατώντας στο δεξί του χέρι το πολυπόθητο χρυσό μήλο που θα πρόσφερε σ' αυτή που θα διάλεγε

για βασίλισσα της καρδιάς του και της Βασιλεύουσας. 

«Τιμή και δόξα εις τον καίσαρα Θεόφιλον!» φώναξε ο πρωτοσπαθάριος. 

Ο Θεόφιλος, συγκινημένος κι αυτός, προχώρησε αργά. Στάθηκε στην πρώτη κατά σειρά κόρη, τηνκοίταξε, θαύμασε την ομορφιά της, μα την προσπέρασε. Προχώρησε στη δεύτερη, ενώ η πρώτη

κατέβαζε το κεφάλι για να κρύψει δυο δάκρυα που κυλούσαν κιόλας από τα μάτια της. Με την ίδια  

απάθεια σχεδόν, ο Θεόφιλος προσπέρασε και τη δεύτερη, που η άτυχη δεν κατόρθωσε να κρύψει

ένα λυγμό, έπειτα την τρίτη, την τέταρτη... Έτσι βιαστικά προσπέρασε τις μισές σχεδόν από τις

ωραίες Βυζαντινοπούλες, αδιάφορος μπροστά στην ομορφιά τους. Και έφτασε, τέλος, μπροστά στην

Κασσιανή. 

Την κοίταξε με έκσταση. Του κάκου προσπάθησε να επιβληθεί στον εαυτό του. Η θερμή ερωτική

ματιά με την οποία αγκάλιαζε το πρόσωπο της αγαπημένης κόρης πρόδιδε τα αισθήματά του.

Εκείνη είχε κατεβάσει τα μάτια, ενώ η παρθενική ντροπή έβαφε ρόδινα τα μάγουλά της. Ένιωθε την

καρδιά της να χτυπά με ρυθμό που γινόταν όλο και πιο γρήγορος, όλο και πιο βίαιος. Να, λοιπόν,που είχε φτάσει η ονειρεμένη στιγμή. Να που βρισκόταν μπροστά της ο αγαπημένος άνδρας έτοιμος

να της προσφέρει την καρδιά του και την ευτυχία. Και μαζί μ' αυτά τα δυο υπέρτατα αγαθά τής

χάριζε και το πιο αστραφτερό στέμμα του κόσμου! Το τολμηρό της όνειρο γινόταν πραγματικότητα.

 Έρωτας και Δόξα! Ποια άλλη γυναίκα αξιώθηκε να δοκιμάσει τόση ευτυχία; 

Τη στιγμή, ωστόσο, που ο Θεόφιλος μεθυσμένος από αγάπη ήταν έτοιμος να προσφέρει το χρυσό

μήλο στην Κασσιανή, είδε τον Νικηφόρο να τον κοιτάζει επίμονα. Υπήρχε ειρωνεία στη ματιά του 

άπιστου υπασπιστή. Ήταν σαν να του έλεγε: Ώστε, καίσαρ, ξεχνάς την υπόσχεση που έδωσες στον  

εαυτό σου; Λησμονείς την προσβολή που σου είχε κάμει η Κασσιανή και την απόφαση που είχες

λάβει να την αναγκάσεις να ανακαλέσει δημοσίως; Αφήνεις τη βασιλική σου αξιοπρέπεια τόσο

βαριά εκτεθειμένη μπροστά σε όλη την Αυλή για χάρη μιας γυναίκας;  

Αυτά φαντάστηκε ο Θεόφιλος ότι ήθελε να πει ο υπασπιστής με το σαρκαστικό εκείνο βλέμμα του.

Ασυναίσθητα, στράφηκε κι έριξε γύρω του ένα βλέμμα εξεταστικό· και νόμισε πως είδε όλους τους

αυλικούς να τον κοιτάζουν κι αυτοί με ζωηρή περιέργεια. Σε μερικών την έκφραση υπήρχε

περιφρόνηση. Τότε ένιωσε να ορθώνεται μέσα του ο βασιλέας. Μέσα σε μια στιγμή ξύπνησε ο

εγωισμός του. Όχι! Δεν έπρεπε ν' αφήσει την εντύπωση σε όλους τους αυλικούς ότι ο έρωτας τον

τύφλωνε τόσο πολύ, ώστε να καταπίνει τέτοιες βαριές προσβολές. Ήταν ανάγκη απόλυτη για τη

βασιλική του αξιοπρέπεια να εκδηλώσει η Κασσιανή μπροστά σε όλους τους αυλικούς τη

μεταμέλειά της για τα επηρμένα λόγια που του είχε πει στη μοιραία εκείνη συνομιλία που είχε μαζί

της στα διαμερίσματα της Αυγούστας. Έπρεπε, πριν της δώσει το χρυσό μήλο της εκλογής, να δείξει

την υποταγή της, την υποταγή που χρωστά στον άνδρα της κάθε γυναίκα, και που του χρωστούσε κι

Page 43: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 43/173

Digitized by 10uk1s

η Κασσιανή διπλά – στον άνδρα αλλά και στο βασιλιά. 

 Έτσι αναμμένος, ο Θεόφιλος κοίταξε με βλέμμα επίμονο την Κασσιανή που κρεμόταν από τα χείλη

του και, ξαφνικά, είπε με δυνατή φωνή, για να τον ακούσουν όλοι, το μεγάλο λόγο: 

«Ω, γύναι! Ως άρ' εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα!» 

Βαριά, μοιραία αντήχησαν τα πολυσήμαντα αυτά λόγια. Κι οι αυλικοί μάντεψαν αμέσως την

απώτερη σημασία τους. Διαισθάνθηκαν ότι κάτι σπουδαίο θα συνέβαινε σε λίγο. Γιατί ο Θεόφιλος

διάλεξε το περιβόητο εκείνο γνωμικό για να προκαλέσει την απάντηση μεταμέλειας που ήθελε να

πάρει από την αγαπημένη κόρη; Ήταν τάχα μόνο ο εγωισμός του και οι εικονοκλαστικές δοξασίες

που έφεραν στα χείλη του τα επικίνδυνα εκείνα λόγια ή μήπως είχε προβάλει τη στιγμή εκείνη κι ο

παλιός μισογυνισμός του; 

Απ' τα νεανικά του χρόνια ο Θεόφιλος είχε καλλιεργήσει μέσα του ένα παράξενο αίσθημα για τις

γυναίκες. Δεν ήταν μισογυνισμός πραγματικός, τουλάχιστον με τη σημασία που αποδίδουμε στηλέξη. Ούτε αποστροφή αληθινή αισθανόταν προς το γυναικείο φύλο. Μάλλον ήταν κάτι σαν φόβος,

σαν ανησυχία, αυτό που ένιωθε κάθε φορά που βρισκόταν μπροστά σε μια γυναίκα  – και

προπαντός σε γυναίκα ικανή να σαγηνεύσει, να εμπνεύσει ερωτικό πάθος. Δεν τις αποστρεφόταν τις

γυναίκες, ωστόσο τις απέφευγε. Δεν είχε ταπεινή ιδέα γι' αυτές, όπως συνέβαινε με τους

περισσότερους άνδρες του καιρού του, όμως στεκόταν διστακτικός μπροστά τους λες κι αντίκριζε

έναν εχθρό κρυφό και επικίνδυνο. 

Τα παράξενα αυτά αισθήματα τα χρωστούσε στην αγωγή του. Είχε ανατραφεί, είχε ανδρωθεί με

τρόπο διαφορετικό απ' ό,τι οι άλλοι νέοι του Βυζαντίου. Από τα δεκαπέντε χρόνια του, άρχισε να

προετοιμάζεται για τα βαριά καθήκοντα για τα οποία τον προόριζε η καταγωγή του. Μεγάλωνε με

την ιδέα ότι αργά ή γρήγορα θα τον καλούσε η μοίρα του να κυβερνήσει τη μεγαλύτερηαυτοκρατορία της οικουμένης. Και για να γίνει ένας αυτοκράτορας λαμπρός, όπως φιλοδοξούσε,

έπρεπε να υποτάξει μέσα του κάθε ανθρώπινη αδυναμία. Και, προπαντός, να κρατηθεί μακριά απ'

τη γυναίκα – τη γυναίκα που μπορεί να γίνει έμπνευση και κίνητρο για έναν άνδρα, αλλά μπορεί και

να τον σύρει στον αφανισμό. Γύρω του ο Θεόφιλος έβλεπε μύρια παραδείγματα επιφανών ανδρών

που χάθηκαν γιατί  αφοσιώθηκαν σε μια ανάξια γυναίκα. Στα χρονικά της αυτοκρατορίας που

μελετούσε, έβλεπε Αυγούστους προορισμένους για έργα μεγάλα, που όταν έμπαινε στη ζωή τους

μια επικίνδυνη γυναίκα, εξουθενώνονταν και καταντούσαν ο περίγελος του Βυζαντίου. Έτσι, σιγά

σιγά γεννήθηκε μέσα του ένας απροσδιόριστος φόβος για τη γυναίκα. 

Μα ήρθε ο έρωτας και τότε μέσα του έγινε βαθιά μεταβολή. Άλλαξαν οι ιδέες του. Έπαψε πια να

εκφράζεται με περιφρόνηση για τις... «Εύες», όπως συνήθιζε πρώτα ν' αποκαλεί όλες συλλήβδην τιςγυναίκες, υπαινισσόμενος το προπατορικό αμάρτημα. Η αγάπη της Κασσιανής έφερε αυτή τη ριζική

αλλαγή. Ωστόσο, δεν κατόρθωσε να ξεριζώσει ολότελα απ' την ψυχή του τις πρώτες ιδέες. Βαθιά

μέσα του έμεινε κρυμμένος ο παλιός του φόβος για το γυναικείο φύλο. Και να τώρα, σ' αυτή την

κρίσιμη στιγμή, που ερχόταν να βρικολακιάσει ο παλιός του «μισογυνισμός». 

 Όταν είδε, ή φαντάστηκε, πως γύρω του οι παλατιανοί τον κοίταζαν με ειρωνεία και συμπόνια, λες

και τον οικτίραν που είχε καταντήσει υποχείριο μιας γυναίκας, ένιωσε την ακατανίκητη ανάγκη να

αντιδράσει. Κυριεύθηκε από την εχθρική διάθεση που ένιωθε άλλοτε εναντίον του γυναικείου

φύλου και ολωσδιόλου αυθόρμητα ήρθαν στα χείλη του τα φοβερά εκείνα λόγια. Αλλά το γνωμικό

αυτό έκρυβε και κάποιο άλλο νόημα. Ήταν ένα από τα άρθρα της πίστεως των εικονομάχων.  

Page 44: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 44/173

Digitized by 10uk1s

Η άγρια διαμάχη εικονομάχων και εικονολατρών είχε ξεκινήσει από το ζήτημα των εικόνων, του

τρόπου δηλαδή που έπρεπε να προσκυνούν και να λατρεύουν οι αληθινοί χριστιανοί τις άγιες

εικόνες. Όμως, σταδιακά, πήρε διαστάσεις,  έλαβε πλατύτερο νόημα,  περιέλαβε από τη μια τους

οπαδούς των κοινωνικών και των πολιτικών μεταρρυθμίσεων που υποστήριζαν οι εικονομάχοι

βασιλείς και από το άλλο μέρος τους συντηρητικούς, τους αντιδρώντες στις μεταρρυθμίσεις. Έτσι, κιοι δυο παρατάξεις δημιούργησαν τις κοσμοθεωρίες τους, που διέφεραν σε χίλιες δυο ιδέες και

αντιλήψεις. Μία απ' τις διαφορές αυτές ήταν κι εκείνη που αφορούσε την ερμηνεία του

προπατορικού αμαρτήματος. 

Οι εικονομάχοι πίστευαν ακράδαντα ότι όλες οι συμφορές του ανθρώπου οφείλονταν στο

προπατορικό αμάρτημα που ήταν έργο της πρώτης γυναίκας. Συμπέραιναν, λοιπόν, ότι το γυναικείο

φύλο είναι αιώνια υπόλογο για τα δεινοπαθήματα του κόσμου. Οι εικονολάτρες απαντούσαν πως η

Εύα, όταν έπειθε τον Αδάμ να φάει τον απαγορευμένο καρπό, δεν ήταν αυτεξούσια, δεν ενεργούσε

με τη δική της θέληση και σκέψη, αλλά ήταν όργανο του Παντοκράτορα, που τη χρησιμοποίησε ως

μέσο για να δοκιμάσει τον Αδάμ, τον εκλεκτό του. Επομένως, δεν είχε ενοχή η Εύα. Κι απόδειξη,

πρόσθεταν, ότι ο Πανάγαθος δεν τη θεώρησε υπεύθυνη για το προπατορικό αμάρτημα ήταν ότιδιάλεξε γυναίκα για να δώσει μέσω αυτής τη σωτηρία του κόσμου.  

Πράγμα παράξενο. Οι εικονομάχοι που είχαν σ' όλα τα άλλα ζητήματα αντιλήψεις προοδευτικές,

στο θέμα αυτό έδιναν μια εξήγηση στενοκέφαλη, αφού φόρτωναν στο γυναικείο φύλο όλο το κρίμα

των προπατόρων και αυτομάτως έβαζαν τη γυναίκα σε θέση υποδεέστερη από τον άνδρα. Αντίθετα,

οι εικονολάτρες, που είχαν κατά κανόνα αντιλήψεις συντηρητικές, υπερασπίζοντας τη γυναίκα και

ανεβάζοντάς τη στο ίδιο επίπεδο όπου τοποθετούσαν και τον άνδρα, έδειχναν σκέψη πλατιά και

προοδευτικές αντιλήψεις. Μα η αντινομία αυτή είχε την εξήγησή της. Και ήταν απλή. Οι γυναίκες

του Βυζαντίου, όλες σχεδόν, ήταν εικονολάτρισσες και μάλιστα φανατικότερες από τους άνδρες.

 Ήταν οι καλύτερες, οι πιο φανατισμένες προπαγανδίστριες της εικονολατρίας. Αυτό όμως είχε

εξοργίσει τους εικονομάχους. Και τους είχε στρέψει τόσο πολύ εναντίον του γυναικείου φύλου,ώστε πάνω στο φανατισμό τους έφταναν στο άλλο άκρο και θεωρούσαν τη γυναίκα πλάσμα

υποδεέστερο από τον άνδρα και την Εύα τη μόνη υπεύθυνη για το προπατορικό αμάρτημα. 

Αυτές, λοιπόν, ήταν οι δυο αντιλήψεις γύρω από το προπατορικό αμάρτημα που χώριζαν  –μαζί με

τόσα άλλα – τους εικονομάχους από τους εικονολάτρες. Και φωνάζοντας ο Θεόφιλος μπροστά  σ'

όλους τους αυλικούς ότι καθετί φαύλο και ολέθριο προέρχεται απ' τη γυναίκα, διαλαλούσε και τις

εικονομαχικές του αντιλήψεις. Ήταν σαν να 'θελε να αναγκάσει την Κασσιανή να ομολογήσει ότι θα

έπαυε να πιστεύει στις εικονολατρικές ιδέες και να παραδεχθεί μπροστά σ' όλους τους αυλικούς

πως αναγνώριζε κι αυτή την υπεροχή του ανδρικού φύλου. Την προσκαλούσε να δηλώσει δημοσία

υποταγή στον άνδρα, στο βασιλέα και στον εικονομάχο! Και σ' αντάλλαγμα της χάριζε το θρόνο και

την καρδιά του. Να σε ποιο δίλημμα δραματικό έβαλαν ξαφνικά την υπερήφανη κόρη τουΕυστράτιου τα μοιραία λόγια του αγαπημένου άνδρα. 

Μπροστά σε τέτοιο δίλημμα, ποια γυναίκα θα αντιστεκόταν ως το τέλος; Ποια δεν θα διάλεγε τη

δόξα και τον έρωτα; Μα η Κασσιανή δεν ήταν από τις γυναίκες που αναζητούσαν την ευτυχία,

αδιαφορώντας με ποιο τίμημα θα την πλήρωναν. Είχε υπερηφάνεια αλύγιστη, αξιοπρέπεια που δεν

ανεχόταν καμιά ταπείνωση. 

Η αυτοκράτειρα είχε στρέψει το βλέμμα της στην Κασσιανή, κι ήταν σαν να την ικέτευε να

υποχωρήσει. Η Θεοδώρα βαρυανάσαινε με αγωνία και κοιτούσε την αντίζηλο με φθόνο. Ο Βάρδας

αγωνιζόταν να μην προδώσει τη μεγάλη ταραχή του. Ήταν πεπεισμένος ότι η Κασσιανή θα σώπαινε

ή έστω θ' απαντούσε στα προκλητικά λόγια του Θεόφιλου με τρόπο που να μη θίγει τον εγωισμό

Page 45: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 45/173

Digitized by 10uk1s

του. Με τη σειρά τους και οι άλλες υποψήφιες δεν αμφέβαλλαν ότι η αντίζηλός τους είχε πια

κερδίσει. Δεν είχε παρά να πει δυο λέξεις: «Μάλιστα, τρισαύγουστε!» και θα ήταν αμέσως η

γαληνότατη αυτοκράτειρα του Βυζαντίου. Δεν είχε παρά να απλώσει το χέρι της και να πάρει το

στέμμα που της πρόσφερε με τόση γενναιοδωρία ο αυτοκράτορας. Ο μόνος που φοβόταν ήταν ο

Θεόφιλος. Διαισθανόταν ότι δεν θ' άκουγε από τα χείλη της Κασσιανής τη φράση που ποθούσε, ότικάτι φοβερό ερχόταν να τον πλήξει. Κι η αγωνία του φούντωνε όσο περνούσαν οι στιγμές, που του

φαίνονταν αιώνες. 

Η Κασσιανή, από την άλλη μεριά, στεκόταν κυκλωμένη απ' όλα αυτά τα πάθη, απ' όλους αυτούς

τους αντιπάλους που τη φθονούσαν. Έπρεπε να διαλέξει ανάμεσα στην αγάπη και στο θρόνο ή την

υπερηφάνεια και την αξιοπρέπειά της. Αμίλητη, αγέρωχη, ζύγιζε μέσα της τα λόγια που θα

ξεστόμιζε. Ήξερε πως από την απάντησή της θα κρινόταν όλη η ζωή της. Ήξερε ότι με μια φράση της

μονάχα μπορούσε να χάσει ευθύς και έρωτα και δόξα και Θεόφιλο και θρόνο. Ωστόσο, η

υπερηφάνειά της –ο εγωισμός της, ίσως – της υπαγόρευαν να θυσιάσει αγάπη και πορφύρα, παρά

να υποστεί τέτοιο διασυρμό μπροστά σε ό,τι εκλεκτότερο είχε να δείξει μια οικουμενική

αυτοκρατορία. 

Και πήρε τη μεγάλη απόφαση. Όχι, δεν θα ταπεινωθεί. Μία που φιλοδοξεί να γίνει βασίλισσα δεν

μπορεί, δεν έχει το δικαίωμα να διασύρει έτσι την αξιοπρέπειά της. Ανασήκωσε το κεφάλι, ίσιωσε

το κορμί της κι έδωσε τη μοιραία απάντηση: 

«Ναι, Αύγουστε! Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττω!» 

Της ήταν αδύνατο να μην προφέρει τα θρυλικά εκείνα λόγια. 

«Μεθαύριο», σκέφτηκε, «θα αναλογίζεται ο ίδιος ο Θεόφιλος ότι προτίμησα να ταπεινωθώ παρά να

χάσω την πορφύρα. Μπορεί να κολακεύεται τότε επειδή για την αγάπη του δέχθηκα να υποστώτέτοιο διασυρμό, αλλά στο βάθος της ψυχής του θα με κρίνει αυστηρά και θα με βλέπει ως ένα

πλάσμα επιπόλαιο, που πούλησε την υπερηφάνειά του για την πρόσκαιρη δόξα. Όχι! Δεν θα

ντροπιασθώ. Θα σώσω την αξιοπρέπειά μου όπως έσωζαν την πίστη τους και οι οσίες στα παλιά

χρόνια». 

Σεισμός αν είχε σείσει το παλάτι, δεν θα 'ταν τόσο φοβερή η εντύπωση όσο αυτή που προκάλεσαν

τα λόγια της κόρης του Ευστράτιου. Ανάστατοι, όλοι έστρεψαν τα μάτια τους προς τον Θεόφιλο.

Κάτωχρος εκείνος, με ματιά που έκαιγε, κοίταζε βουβός την Κασσιανή. Μόλο που ήξερε τον

αγέρωχο χαρακτήρα της αγαπημένης του, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι στα λόγια του θααπαντούσε τόσο απότομα, προκλητικά σχεδόν. Γιατί ήταν πρόκληση βαριά να αντιμιλά, κι έτσι

μάλιστα κοφτά, μια αρχοντοπούλα στο συμβασιλέα, στον αυριανό Ισαπόστολο. 

Για λίγα λεπτά βασίλεψε στο υπέρλαμπρο Χρυσοτρίκλινο βαριά σιωπή, που προμηνούσε θύελλα. Οι

παλατιανοί περίμεναν να ξεσπάσει η οργή του Θεόφιλου. Και πράγματι, είχαν μαντέψει σωστά γιατί

γνώριζαν καλά το χαρακτήρα του κυρίου τους. Όταν ο Θεόφιλος συνήλθε κάπως από την

κατάπληξη, κύματα οργής ξεπήδησαν από τη θολωμένη σκέψη του και πλημμύρισαν την ψυχή του.

Μέσα σε μια στιγμή, έγινε ο αυτοκράτορας που δεν ανέχεται να βλέπει τους κοινούς θνητούς να

του αντιμιλούν και να τον αποστομώνουν πανηγυρικά, όπως τον αποστόμωσε η Κασσιανή μπροστά

σε όλο το παλάτι με την περίφημη απάντησή της. 

Page 46: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 46/173

Digitized by 10uk1s

Με βλέμμα αναμμένο, ο Θεόφιλος κοίταξε την αγέρωχη Κασσιανή κι άφησε να ξεσπάσει η

αγανάκτησή του. 

«Ω, κόρη προπετής», είπε με πίκρα αλλά και οργή. «Μακάρι να μην είχες πει αυτά τα λόγια!» 

Και έρμαιο πια της ασυγκράτητης οργής του, έστρεψε απότομα τα νώτα του στην αγαπημένη κόρη

και προχώρησε με βαρύ βήμα στην επόμενη αρχοντοπούλα. Ήταν η Θεοδώρα, η αδελφή του

Βάρδα! 

Η αστραφτερή ομορφιά της έκανε αίσθηση στον Θεόφιλο. Αλλά δεν έπαιξε το κάλλος της νέας ρόλο

αποφασιστικό στην ξαφνική απόφασή του. Ήταν ο θυμός και το πείσμα που τον εξώθησαν την ώρα

εκείνη να κάνει τη μοιραία χειρονομία. Θέλοντας να δώσει διέξοδο στον τρελό θυμό του και μαζί

ένα μάθημα σκληρό στην αυθάδεια της Κασσιανής, στάθηκε μπροστά στην αδελφή του Βάρδα και

της είπε: 

«Ξέρεις εσύ, ωραία κόρη, ποιο είναι το μεγαλύτερο προτέρημα μιας νέας σεμνής;» 

«Η μετριοφροσύνη και η υπακοή, Αύγουστε!» αποκρίθηκε γρήγορα η Θεοδώρα, σαν να είχε

ετοιμάσει την απάντηση, και χαμήλωσε τα μάτια όπως κάνουν όσοι θέλουν να κρύψουν την

αληθινή τους σκέψη. 

«Και ποιο είναι το πρώτο καθήκον της γυναίκας απέναντι του ανδρός;»  

«Η υποταγή, καίσαρ!» απάντησε με τον ίδιο μηχανικό τρόπο η Θεοδώρα και χαμήλωσε ακόμα πιο

πολύ το βλέμμα. 

«Μια ερώτηση ακόμα, ωραία και σεμνή κόρη. Ποιο είναι το καθήκον μιας Αυγούστας;»  

«Να έχει θέλησή της τη θέληση του κυρίου της και αυτοκράτορά της».  

«Εύγε, Θεοδώρα! Συ νικάς!» φώναξε τότε ο Θεόφιλος και ρίχνοντας ένα βλέμμα  φλογερής οργής

στην Κασσιανή, πρόσφερε το χρυσό μήλο στην αδελφή του Βάρδα. 

«Χαίρε, Θεοδώρα!» ακούστηκαν δυο βροντερές φωνές που δόνησαν όλο το παλάτι. 

 Ήταν οι δυο αδελφοί της Θεοδώρας. Ο σατανικός Βάρδας και ο αδίστακτος Πετρωνάς, που

επιτέλους έβλεπαν να πετυχαίνουν –και τόσο ανέλπιστα – τα σκοτεινά σχέδιά τους. 

Και όλοι οι παλατιανοί, σαν από σύνθημα, βιάστηκαν να προσθέσουν στις ζητωκραυγές των δυο

αδελφών τις δικές τους επευφημίες. 

«Χαίρε, η εκλεκτή!» 

«Χαίρε, ρόδο της Βασιλεύουσας». 

«Συ νικάς, Θεοδώρα!» 

Μόνο η αυτοκράτειρα Ευφροσύνη δεν κούνησε τα χείλη της να χαιρετίσει. Γιατί μόνο αυτή είχε

πλήρη επίγνωση της τραγωδίας που άρχιζε την ώρα εκείνη μέσα στο παλάτι. 

Page 47: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 47/173

Digitized by 10uk1s

Ενώ η Θεοδώρα μεθυσμένη από χαρά έσφιγγε νευρικά στα χέρια της το χρυσό μήλο που της

πρόσφερε ο Θεόφιλος  –ή, πιο σωστά, η οργή και η αγανάκτηση του νέου Αυγούστου και η

αδιαλλαξία της Κασσιανής – εκείνος στράφηκε και ξανακοίταξε την αγαπημένη. Νόμιζε πως θα την

έβλεπε, τώρα τουλάχιστον, συντετριμμένη απ' το τραγικό πάθημα  – ποθούσε να τη δει

εξουθενωμένη απ' το χτύπημα που της είχε δώσει. Γελιόταν. Για μια φορά ακόμα έδειχνε πόσο λίγο ήξερε την αδάμαστη αυτή καρδιά. Η υπερήφανη αρχοντοπούλα ήταν απ' τις σπάνιες εκείνες

γυναίκες που ξέρουν να κρύβουν βαθιά τον πόνο τους και να μην αφήνουν ποτέ να προδοθεί ο

μυστικός καημός τους. Έτσι ο Θεόφιλος, κατάπληκτος, είδε να στέκεται αντίκρυ του  η Κασσιανή

αγέρωχη και ασυγκίνητη, με το κεφάλι ψηλά, με μια έκφραση που φανέρωνε μονάχα περιφρόνηση

για όσα έβλεπε και άκουγε γύρω της. Σάστισε ο ανυποψίαστος βασιλέας. Και μέσα στη διπλή του

ταραχή, αντί να δει το μεγαλείο που κρυβόταν στην περήφανη εκείνη στάση, αρπάχτηκε από μια

σκέψη άδικη, όσο κι η πρώτη σκέψη που είχε κάνει. 

«Είναι λοιπόν», σκέφτηκε, «πωρωμένη αυτή η κόρη, ώστε να μην την αγγίζουν εύκολα οι

συγκινήσεις που δονούν τους άλλους ανθρώπους; Δεν ένιωθε, λοιπόν, για μένα τίποτα; Ούτε ένα

δάκρυ δεν κύλησε απ' τα μάτια της. Ώστε δεν μ' αγαπούσε; Οι άλλες δεν μπορούσαν να κρατήσουντα δάκρυά τους όταν τις προσπερνούσα  – και δεν μ' αγαπούσαν ούτε ήξεραν ότι έτρεφα γι' αυτές

αισθήματα αγάπης. Και τούτη που ήξερε, που ήλπιζε, που ήταν βέβαιη και για την αγάπη μου και

για την εκλογή της, δέχεται έτσι ακλόνητα το κτύπημα; Από τι πέτρα είναι καμωμένη η καρδιά της;» 

Την ξανακοίταξε επίμονα. Με βλέμμα θολό απ' το θυμό του, προσπάθησε να ψάξει ως τα βάθη της

ψυχής της. Να βρει κάτι που να φανερώνει πόνο, κάτι που να τον παρηγορήσει. Τίποτα! Τίποτα δεν

έδειχνε ότι τη στιγμή εκείνη η Κασσιανή μπορούσε να υποφέρει. Το αντίθετο. Την είδε  –ή νόμισε –

να τον κοιτάζει με βλέμμα που έσταζε ειρωνεία. Σαν να αισθανόταν όχι καημό και αγανάκτηση,

αλλά οίκτο και καταφρόνια. Σαν να 'λεγε: Μπορεί να είναι ένας Αύγουστος τόσο μικρός; Γιατί να

πικραίνομαι που έχασα ένα θρόνο, αφού θα ήμουν καταδικασμένη να τον μοιράζομαι με έναν

ασήμαντο άνθρωπο, που έχει πάθη ταπεινά, που θέλει δούλους γύρω του, που θέλει δούλη κιαυτήν ακόμα που λέει πως λατρεύει; 

Δεν ήταν βέβαια αυτές οι σκέψεις που τρικύμιζαν την ώρα εκείνη το μυαλό της αγέρωχης

Βυζαντινοπούλας. Μα ο Θεόφιλος αυτές φανταζόταν. Γιατί ακριβώς ήταν οι δικές του σκέψεις.

Αμείλικτη η λογική ύψωνε τη φωνή της για να του πει ότι ο θυμός τον είχε παρασύρει σ' ένα

σφάλμα ανεπανόρθωτο, βαρύ. 

Θέλησε ν' αντιδράσει. Τίναξε πίσω το κεφάλι του κι απομακρύνθηκε με βήματα μεγάλα, νευρικά.

Φοβήθηκε για μια στιγμή μήπως φτάσει να κάνει κάτι ανήκουστο· ν' αρπάξει από τα χέρια της

Θεοδώρας το περιλάλητο μήλο της εκλογής και να φύγει από τη φοβερή εκείνη αίθουσα αφήνοντας

εμβρόντητους τους παλατιανούς και τις υποψήφιες – και πάνω απ' όλους την αυτοκρατορία. 

Γι' αυτό έφυγε. Σαν τον άνθρωπο που προσπαθεί να φυλαχτεί από έναν κίνδυνο, να κρυφτεί από

τον ίδιο τον εαυτό του, βγήκε από το Χρυσοτρίκλινο με βία, αφήνοντας κατάπληκτους τους

αυλικούς που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν την απότομη αποχώρησή του. Έτρεξε να κλειστεί στο

ιδιαίτερο σπουδαστήριό του για ν' αφήσει μέσα εκεί να ξεσπάσει ελεύθερα η οργή του εναντίον,

τώρα πια, του ίδιου του εαυτού του. Μόνο εκεί μέσα μπόρεσε να συλλάβει το μέγεθος της διπλής

συμφοράς του. Είχε χάσει για πάντα τη μόνη γυναίκα που μπόρεσε να αγαπήσει και είχε υποσχεθεί

να ζήσει δίπλα σε μια γυναίκα που του ήταν αδιάφορη.  

Τον ίδιο σπαραγμό ζούσε την ώρα εκείνη και η Κασσιανή. Με σκληρό αγώνα κατόρθωνε να κρύβει

από τα χαιρέκακα βλέμματα των αυλικών τον πόνο της, αλλά μέσα της βουβά κύματα απελπισίας

Page 48: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 48/173

Digitized by 10uk1s

κατέκλυζαν την καρδιά της. 

 Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η αγέρωχη κόρη δεν θέλησε να μείνει με τις άλλες Βυζαντινοπούλες στη

λαμπρή γιορτή που θα επακολουθούσε. Αδιαφορώντας για τα σχόλια που θα προκαλούσε,

στηρίχτηκε στο μπράτσο του πατέρα της και βγήκε απ' το Χρυσοτρίκλινο. Και το περήφανο πέρασμάτης προξένησε τώρα ακόμα πιο βαθιά εντύπωση από εκείνη που είχε προκαλέσει όταν έμπαινε

θριαμβευτικά στην αίθουσα του Χρυσοτρίκλινου. 

«Έλα, κόρη μου», της είπε ο πατέρας της. «Μέσα εδώ δεν έχουμε καμιά θέση». 

«Πραγματικά!» αποκρίθηκε εκείνη, με φωνή πονεμένη. «Η δική μου θέση δεν είναι μέσα στα

παλάτια. Είναι αλλού. Δεν γεννήθηκα εγώ για τα μεγαλεία τα εγκόσμια». 

Και καθώς πρόφερε τα λόγια αυτά, που είχαν νόημα προφητικό, τα μάτια της πήγαν να γεμίσουν

από δάκρυα. Τα πρώτα δάκρυα που θα 'χυνε για την αγάπη και το στέμμα που είχε χάσει. Ήταν οι

πρώτες στάλες απ' τους ποταμούς δακρύων που θα έχυνε σ' όλη της τη ζωή για το μεγάλο έρωταπου δεν γεύτηκε, για το ένδοξο στέμμα που δεν άστραψε πάνω στο ωραίο της κεφάλι.  

Page 49: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 49/173

Digitized by 10uk1s

ΜΕΤΑΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ

Πέρασαν δυο μήνες από τη δραματική ημέρα του Χρυσοτρίκλινου. Εξήντα μέρες άχαρες, γεμάτες

συννεφιά κι εξήντα νύχτες όλο σκέψεις, αϋπνία και μεταμέλεια. 

Η Κασσιανή, κλεισμένη στο ιδιαίτερο δωμάτιό της, προσπαθούσε να ξεχάσει και να ξεχαστεί στη

μουσική, στο διάβασμα, στη ζωγραφική. Ώρες ολόκληρες έκρουε με τα απαλά της δάχτυλα τις

χορδές της άρπας της, παίζοντας άλλοτε ένα θρησκευτικό ύμνο και άλλοτε μια αγαπημένη της

μπαλάντα. Μια μπαλάντα που μιλούσε για κάποια κόρη που σ' όλη τη ζωή της αγωνίζεται να

συναντήσει τον αγαπημένο της μα δεν το κατορθώνει, γιατί κάθε φορά, στην κρίσιμη στιγμή, κάποιο

εμπόδιο καινούργιο ορθώνεται ξαφνικά μπροστά της. Κι όταν τέλος, ύστερα από χρόνια πολλά,

κατορθώνει ν' ανταμωθεί με τον καλό της, δεν είναι πια παρά μια γριά λευκόμαλλη κι αφανισμένη

από το χρόνο. Είχε ιδιαίτερη προτίμηση η Κασσιανή στο ρομαντικό αυτό τραγούδι. Μα δεν

μπορούσε να ξέρει ακόμα ότι η κόρη της μπαλάντας ήταν αυτή η ίδια, που θα αγωνιζόταν σ' όλη τη

ζωή της να ξαναβρεί τον αγαπημένο άνδρα... 

Περισσότερο όμως κι απ' τη μουσική έβρισκε ανακούφιση στη ζωγραφική της. Προσπαθούσε να

τελειώσει την εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Την είχε αρχίσει τότε που της έστειλε η

αυτοκράτειρα το πρώτο μήνυμα να πάει στο παλάτι. Τις λίγες εκείνες ημέρες της ευτυχίας της είχε

σκεφτεί ότι την εικόνα αυτή θα τη δώριζε στον αγαπημένο της την ημέρα της μνηστείας ως δώρο

αρραβώνων. Θα του τη χάριζε και θα του έλεγε: «Αυτή είναι η τελευταία που ζωγράφισα,

αγαπημένε μου. Δεν θα ξαναζωγραφίσω πια εικόνες, αφού θα προσπαθήσω τώρα να γίνω μια καλή

σύζυγος ενός εικονομάχου. Όμως, σε παρακαλώ, φύλαξε την εικόνα αυτή σαν ανάμνηση της θυσίας

που κάνω σήμερα ν' απαρνηθώ για χάρη σου τη λατρεία προς τις άγιες εικόνες, με την οποία έζησα

ως τώρα». 

Αλήθεια, πόσο βέβαιη ήταν τότε για τη βαθιά αγάπη του και πόσο οικτρά διαψεύστηκε. Είναιστιγμές τώρα που, καθώς σκύβει πάνω στην εικόνα και ασυναίσθητα αναλογίζεται τις ευτυχισμένες

εκείνες μέρες, τα μάτια της θολώνουν. Ο βουβός πόνος που βόσκει στην καρδιά της πάει να

ξεσπάσει, μα τότε στυλώνει ικετευτικό το βλέμμα στην ιλαρή μορφή της Παρθένου Μαρίας. Και η

Πονολύτρια της δίνει δύναμη και θάρρος. 

Τον ίδιο καιρό ο Θεόφιλος, κλεισμένος στα διαμερίσματά του, περνούσε μαύρες ώρες μεταμέλειας.

Θα έπαιρνε για το πείσμα μιας στιγμής μια γυναίκα που δεν τον συγκινούσε, που αντίθετα, καθώς

μοιραία ερχόταν σε σύγκριση με την Κασσιανή, τον έκανε να αισθάνεται αποστροφή και

αγανάκτηση. Κι αυτό το δεύτερο μαρτύριο δεν ήταν πιο μικρό από το πρώτο  – τον πόνο για τηχαμένη ευτυχία. 

Τα αισθήματά του αυτά τα είχε αντιληφθεί η Θεοδώρα. Στην αρχή πίστευε ότι με τον καιρό θα

κέρδιζε την αγάπη του μέλλοντος συζύγου της, όπως είχε κερδίσει και το μισό θρόνο. Γρήγορα όμως

πείστηκε ότι η καρδιά δεν μοιράζεται όπως το στέμμα. Η Θεοδώρα δεν ήταν αφελής. Αντίθετα, είχε

μια ευφυΐα που έφτανε ως την πανουργία. Κατάλαβε ότι ο Θεόφιλος εξακολουθούσε ν' αγαπά την

Κασσιανή. Και πιστεύοντας ότι θα μπορούσε να αγωνιστεί και να εξουδετερώσει αυτό το αίσθημα,

παραπονέθηκε μια μέρα στον Θεόφιλο: 

«Αύγουστε και κύριέ μου», του είπε. «Θα ήταν πολύ, άραγε, αν άκουγες τη μνηστή σου να

παραπονιέται ότι δεν είσαι όσο πρέπει τρυφερός μαζί της;» 

Page 50: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 50/173

Digitized by 10uk1s

«Ένας βασιλέας, Θεοδώρα», αποκρίθηκε κοφτά εκείνος, «μπορεί και να μην είναι τρυφερός προς

στη μνηστή του. Έχει τόσες ασχολίες». 

«Ο δικός μου βασιλέας όμως δεν έχει, φαίνεται, πολλές ασχολίες, αφού είναι διαρκώς κλεισμένος

στο σπουδαστήριό του». 

«Κλείνεται γιατί έχει να σκεφθεί πολλά». 

«Πολλά ή ένα και μονάχο και το ίδιο πάντα;» 

«Τι εννοείς;» 

«Θεόφιλε, γιατί το κρύβεις; Σκέπτεσαι διαρκώς αυτήν, την Κασσιανή». 

Ο Θεόφιλος ταράχτηκε. Μα δεν δίστασε να απαντήσει. 

«Θεοδώρα, άκουσέ με μια για πάντα. Εκείνη την ημέρα της εκλογής επρόκειτο να προσφέρω το

θρόνο, το στέμμα, κι όχι την καρδιά μου. Τα δυο πρώτα θα τα έχεις ύστερα από λίγες ημέρες και για

όλη τη ζωή σου. Η καρδιά όμως δεν είναι χρυσό μήλο να σ' το προσφέρω. Θα 'πρεπε να την

αποκτήσεις εσύ η ίδια. Και καθώς βλέπεις, αυτό δεν το μπορείς...» 

«Θεόφιλε, τα λόγια σου είναι πιο κοφτερά κι απ' το αστάλι του σπαθιού σου!» είπε αναστενάζοντας

η Θεοδώρα. 

«Θεοδώρα!» φώναξε ο Θεόφιλος θυμωμένος. «Πάψε, για τ' όνομα του Κυρίου, να παίζεις μαζί μου

την παντομίμα της απελπισμένης μνηστής. Δεν ταιριάζει στη νοημοσύνη σου. Ούτε και στη δική

μου». 

Αυτά τα λόγια είπε μονάχα ο Θεόφιλος και έφυγε αηδιασμένος προς τα διαμερίσματά του, ενώ

πίσω του έτρεχε να τον προφθάσει με μικρά, αστεία πηδήματα, ο νάνος του ο Λίλιος.  

Αυτός ο χαριτωμένος γελωτοποιός του παλατιού ήταν πολύ αγαπητός στον Θεόφιλο. Με τις

τούμπες, με τ' αστεία του, με τις εξυπνάδες του, με τα παράξενα λόγια του, που άλλοτε έμοιαζαν με

παλαβές κουβέντες αγαθού τρελού κι άλλοτε έκλειναν μια σοφία που έκανε εντύπωση, είχε το

μυστικό ν' απομακρύνει από το νου του κυρίου του κάθε σκέψη μελαγχολική. Κι όμως, τις

εβδομάδες που ακολούθησαν τη μοιραία τελετή του Χρυσοτρίκλινου και, προπάντων, τις τελευταίες

αυτές ημέρες, πήγαιναν χαμένες οι προσπάθειες του γελωτοποιού, που ωστόσο ήταν ανεξάντλητος

σε κωμικά τεχνάσματα. Του κάκου όλα. Ο κύριός του, σιωπηλός, αγέλαστος, περνούσε τις ώρες τουκλεισμένος στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του. 

Ο Λίλιος, ο μισερός αυτός ανθρωπάκος που έκρυβε μια πολύ ευαίσθητη καρδιά, ένιωθε το βουβό

μαρτύριο του κυρίου του και τον συμπονούσε. Κι ήταν στιγμές που κυριευόταν κι αυτός από

βαρυθυμία, σαν να του μετέδιδε ο κύριός του κάτι απ' τη βαριά μελαγχολία του. Αλλά ο ρόλος του

Λίλιου δεν ήταν να μοιράζεται τον πόνο του αφέντη του. Ο ρόλος του ήταν να διασκεδάζει  τον

Θεόφιλο με τα τρελούτσικα λόγια του και τα ακόμα πιο τρελά καμώματά του. Για τούτο και τη φορά

αυτή, όταν είδε τον κύριό του να φεύγει απ' τη Θεοδώρα τόσο αηδιασμένος, λυπήθηκε πολύ. 

«Υποφέρει ο κύριός μου!» ψιθύρισε ο πανέξυπνος γελωτοποιός. «Για μια  γυναίκα! Χμ! Μπροστά

στο γιο της Αφροδίτης όλοι, εστεμμένοι και κοινοί θνητοί, το ίδιο υποφέρουν. Άντε λοιπόν, Λίλιο,

Page 51: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 51/173

Digitized by 10uk1s

πάμε να δούμε αν μπορούμε να βοηθήσουμε λιγάκι τον ευγενικό μας κύριο». 

Μπήκε στο μικρό τρίκλινο όπου είχε καταφύγει ο νέος Αύγουστος κι άρχισε αμέσως τα ανεξάντλητα

κόλπα του. Έκανε δυο τούμπες μπροστά του, μπερδεύτηκε στα πόδια του, άρχισε τις κωμικές

γκριμάτσες, μιμήθηκε το φουσκωμένο βάδισμα μερικών κούφων αυλικών, έκανε χίλια τεχνάσματα.Μάταια! Ο Θεόφιλος έμενε βυθισμένος στη μελαγχολία του. 

Τότε ο τετραπέρατος Λίλιος αποφάσισε κάτι παράτολμο. Στάθηκε αντίκρυ απ' τον Θεόφιλο, έδωσε

στη μορφή του τη μελαγχολική έκφραση του κυρίου του  –αλλά γυρισμένη στο κωμικό – αναστέναξε

δυο τρεις φορές αστεία και δίνοντας στη φωνή του τον τόνο της φωνής του Θεόφιλου, είπε: 

«Μπα, φουκαρά μου Λίλιο, δεν θα με κάμεις να γελάσω. Είμαι ένας απελπισμένος της αγάπης εγώ,

και οι απελπισμένοι του έρωτα δεν στέκει να γελούν! Αυτό λέει το ερωτικό... πρωτόκολλο». 

Ο Θεόφιλος γέλασε χωρίς να το θέλει. 

«Εύγε, Λίλιο!» παραδέχτηκε. «Τα κατάφερες και τη φορά αυτή». 

«Κουράστηκε όμως ο φουκαράς ο Λίλιος, κουράστηκε πολύ!» είπε ο γελωτοποιός κι άρχισε τάχα να

σφουγγίζει τον ιδρώτα του. 

«Έπρεπε βέβαια να φας δυο δυνατές με το μαστίγιο γιατί ετόλμησες να ειρωνευθείς τη μελαγχολία

του κυρίου σου αλλά σ' το συγχωρώ, αφού κατόρθωσες να τον κάμεις να γελάσει. Έλα, πάρε δέκα

χρυσά για τον κόπο σου». 

«Δεν τα θέλω! Ο Λίλιος δεν δέχεται δώρα παρά μονάχα από πλούσιους». 

«Κι είμαι φτωχός εγώ, Λίλιο;» 

Ο γελωτοποιός έκαμε μια τούμπα στον αέρα κι έδωσε την απάντηση:  

«Φτωχός! Φτωχός! Πολύ φτωχός. Σου τα πήραν όλα! Όλα σου τα πήραν». 

«Και ποια είναι αυτά τα όλα;» 

«Το μισό θρόνο σου τον σούφρωσαν. Τη μισή κορόνα σου την πήρανε. Το γέλιο σου το κλέψανε. Τη

χαρά σου την άρπαξαν κι αυτή. Σου πήρανε την ησυχία σου, σου πήρανε τη γαλήνη σου. Όλα, όλα σ'

τα πήρανε. Τίποτε δεν έχεις πια! Μόνο η καρδιά σου έμεινε. Αλλά κι αυτή ραγισμένη. Για πέταμαείναι κι αυτή». 

Ο Θεόφιλος έριξε στο γελωτοποιό μια λοξή ματιά. 

«Και ποιοι τα έκαμαν όλα αυτά, Λίλιο;» 

«Δυο μεγάλοι εχθροί του Θεόφιλου. Ο πρώτος εχθρός είναι ο εύκολος θυμός του Θεόφιλου. Κι ο

δεύτερος, το σκληρό πείσμα του Θεόφιλου. Χο, χο! Χο, χο! Αλλά υπάρχει και τρίτος εχθρός του

Θεόφιλου μες στο παλάτι. Μόνο που αυτός φορά φουστάνια». 

Ο Θεόφιλος θύμωσε. Κατάλαβε ότι ο υπαινιγμός αφορούσε τη Θεοδώρα. 

Page 52: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 52/173

Digitized by 10uk1s

«Λίλιο!» είπε αυστηρά, «επρόσβαλες τη μέλλουσα Αυγούστα. Θα τιμωρηθείς». 

Ο τετραπέρατος γελωτοποιός κοίταξε κοροϊδευτικά τον Θεόφιλο. 

«Έχεις κάποιον άλλον να τιμωρήσεις πρώτα, Αύγουστε!» είπε κάνοντας μια γκριμάτσα αμίμητη. 

Και χωρίς να προσθέσει τίποτε άλλο, έσυρε απ' τη θήκη που είχε κρεμάσει από τη μέση του για να

παριστάνει το στρατηγό –δηλαδή για να διακωμωδεί τους στρατηγούς που δεν το κουνούσαν απ' το

παλάτι – ένα μικρούτσικο ξίφος. Έκανε δυο τρία πηδήματα, πλησίασε ένα βαρύ πολύπτυχο

παραπέτασμα στην άκρη της αίθουσας και με την άκρη του σπαθιού του τρύπησε τη βελούδινη

κουρτίνα σ' ένα σημείο που φούσκωνε λιγάκι. Μια κραυγή πόνου ακούστηκε κι ένα ανθρώπινο

κορμί σωριάστηκε κάτω. 

Μπροστά στον κατάπληκτο Αύγουστο βρισκόταν τραυματισμένος, κρατώντας τα νώτα του που είχε

τρυπήσει με το ξιφάκι του ο Λίλιος, ένας από τους ευνούχους του γυναικωνίτη.  

Ο Θεόφιλος τον άρπαξε, τον σήκωσε ψηλά και τον ξανάριξε κάτω.  

«Τι θέλεις εδώ; Γιατί κρυφάκουγες;» 

Ο ευνούχος έτρεμε. 

«Έλεος!» 

«Ποιος σ' έστειλε;» φώναξε με οργή ο συμβασιλέας. 

Ο ευνούχος, παρόλο που ήταν πανικόβλητος, δεν μιλούσε. Ο Θεόφιλος άρπαξε ένα μαστίγιο. Αλλά οευνούχος ούτε με την απειλή αυτή δεν εννοούσε να λύσει τη γλώσσα του. 

«Κι όμως, θα μιλήσεις!» είπε με πείσμα ο Αύγουστος. 

Κάλεσε αμέσως τρεις σπαθάριους και τους διέταξε: 

«Κατεβάστε τον αυτόν στα υπόγεια. Και σιωπή!» 

Σε λίγο, σ' ένα από τα σκοτεινά υπόγεια του παλατιού όπου είχαν το βασίλειό τους οι βασανιστές, ο

ευνούχος, δεμένος πάνω σ' ένα χοντρό ξύλο, παραδινόταν στο μαστιγωτή. Στο έκτο χτύπημα

αναγκάστηκε να λύσει τη γλώσσα του. 

«Ποιος σ' έστειλε;» 

«Η μέλλουσα βασίλισσα!» 

Ο Θεόφιλος αναπήδησε. Είχε φανταστεί ότι ο ευνούχος ήταν κάποιος κατάσκοπος των

εικονολατρών και γι' αυτό επέμενε τόσο πολύ να εξιχνιάσει το ζήτημα. Και να που ανακάλυπτε ότι ο

ευνούχος αυτός ήταν σταλμένος να τον κατασκοπεύει από τη Θεοδώρα. 

«Σε πλήρωσε;» τον ρώτησε με οργή. 

Page 53: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 53/173

Digitized by 10uk1s

«Με πλήρωσε», αποκρίθηκε ο ευνούχος. 

Δεν έλεγε την αλήθεια. Δεν τον είχε πληρώσει η Θεοδώρα. Ανήκε κι αυτός στη μυστική οργάνωση

των εικονολατρών και είχε διαταχθεί  –μαζί με άλλους ευνούχους, θαλαμηπόλους και τιτουλάριους

του παλατιού – να υπηρετεί με κάθε τρόπο τη Θεοδώρα. Αυτό όμως ήταν αδύνατο και να τοφανταστεί ο Αύγουστος. Γύρισε στα ιδιαίτερα διαμερίσματά του κι εκεί προσπάθησε να βρει μια

εξήγηση. Γιατί τον κατασκόπευε η Θεοδώρα; Ασφαλώς προσπαθούσε να μάθει αν είχε καμιά σχέση

ή επικοινωνία με την Κασσιανή. Πώς είχε  τολμήσει όμως να χρησιμοποιήσει τη βδελυρή αυτή

μέθοδο; Η κόρη αυτή δεν είχε παρά μόλις πέντε εβδομάδες στο παλάτι, κι όμως, να που έβαζε σε

ενέργεια μεθόδους που έδειχναν ότι ήταν μια γυναίκα επίφοβη για την ησυχία και τη δική του και

του παλατιού. Αγανάκτησε. Για μια στιγμή σκέφτηκε να καλέσει αμέσως τη Θεοδώρα και να την

επιτιμήσει αυστηρότατα. Θα δημιουργούνταν όμως σκάνδαλο. Και ο Θεόφιλος από χαρακτήρα

απέφευγε τα σκάνδαλα. Έτσι προτίμησε ν' αφήσει το πράγμα να περάσει σιωπηρά, ωστόσο τώρα

αισθάνθηκε αληθινή αποστροφή για την επικίνδυνη αυτή γυναίκα. 

 Όταν η Θεοδώρα έμαθε από τον τρομοκρατημένο ευνούχο ότι ο Θεόφιλος τον είχε ανακαλύψει,κάλεσε αμέσως τον αδελφό της. 

«Βάρδα», του είπε, «φοβούμαι! Έκαμες πολλά για μένα, αλλά να τώρα που όλα κινδυνεύουν να

χαθούν». 

«Τι άλλο υπάρχει;» 

«Ο Θεόφιλος μένει πάντα το ίδιο ψυχρός κι αδιάφορος απέναντί μου. Στο βάθος με αποστρέφεται.

Προχθές ακόμα με πρόσβαλε. Όχι, Βάρδα, δεν μ' αγαπά καθόλου!»  

«Μην κάνεις σαν κοριτσόπουλο. Τι σου χρειάζεται η αγάπη του; Ο θρόνος, Θεοδώρα, θέλειανθρώπους χωρίς μεγάλη ευαισθησία, χωρίς αισθήματα». 

«Χωρίς καρδιά;» 

«Χωρίς καρδιά!» είπε με σκληρή φωνή ο Βάρδας. «Η καρδιά είναι το πιο αδύνατο μέρος του εαυτού

μας. Οι αδυναμίες της μας παρασύρουν, μας ρίχνουν σε σφάλματα. Και μια Αυγούστα δεν πρέπει να

κάνει σφάλματα. Στην ανάγκη, Θεοδώρα, πρέπει και την καρδιά σου ακόμα να πνίξεις, αν θέλεις όχι

μόνο ν' ανεβείς στο θρόνο, αλλά και ν' αποκτήσεις τα δικαιώματα και τις εξουσίες μιας αληθινής

Αυγούστας». 

Η Θεοδώρα άκουγε όπως ο υποτακτικός μαθητής ακούει το σοφό δάσκαλο. 

«Έχεις δίκιο, Βάρδα!» είπε στο τέλος. «Αλλά ξεχνάς ότι κι αν πνίξω εγώ τη δική μου καρδιά, μένει η

καρδιά του Θεοφίλου που κτυπά για μια άλλη γυναίκα. Δεν φοβάσαι ότι η αδυναμία του αυτή

μπορεί να τον παρασύρει σε αποφάσεις παράφορες;» 

Ο Βάρδας σηκώθηκε. 

«Ορκίζομαι, Θεοδώρα», είπε με τραχιά φωνή, «ότι αυτή η άλλη θα πάψει να σ' ενοχλεί». 

Τα μάτια του άστραφταν καθώς πρόφερε τη βαριά απειλή. 

Page 54: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 54/173

Digitized by 10uk1s

Το άλλο βράδυ ένας άρχοντας  –όπως έδειχνε η περιβολή του – περνούσε  τη χαμηλή πορτούλα

κάποιου καταγωγίου που βρισκόταν στην άκρη της πόλης, σε μια κακόφημη συνοικία, όπου κι αυτοί

οι νυκτοφρουροί έτρεμαν να ζυγώσουν... Προχώρησε στο εσωτερικό του καταγώγιου, έψαξε με το

βλέμμα, βρήκε αυτούς που ζητούσε, πλησίασε. 

 Ήταν τρεις, άνθρωποι του υπόκοσμου, ληστές, φονιάδες, ψυχές παραδομένες στο σατανά. Το

άνομο κέρδος ήταν ο μόνος τους θεός. Η δίψα του ήταν το μόνο πράγμα που βασάνιζε τη μαύρη

σκέψη τους. 

Αναγνώρισαν τον άγνωστο, αλλά δεν κουνήθηκαν από τη θέση τους. Με τα μάτια μόνο τον ρώτησαν

κάτι, και όταν πήραν την απάντηση που περίμεναν, όταν είδαν το σιωπηλό άρχοντα να ρίχνει

μπροστά τους ένα σακουλάκι γεμάτο χρυσά νομίσματα, πετάχτηκαν πάνω κι άπλωσαν τα αρπαχτικά

χέρια τους προς το μικρό θησαυρό που τους είχε ρίξει δόλωμα ο άγνωστος. 

«Θα πάρετε άλλα τόσα», είπε ο άγνωστος, «αν πετύχετε!» 

«Κάνουμε ό,τι τάζουμε!» απάντησε ένας από τους κακοποιούς. 

«Θα κάνουμε ό,τι μας γυρέψει η αφεντιά σου!» είπε ο δεύτερος. «Φτάνει η πληρωμή να είναι

καλή». 

«Τότε, ακούστε!» είπε με φανερή ικανοποίηση ο άγνωστος και παίρνοντας θέση κοντά τους, άρχισε

να τους εξηγεί τι ζητούσε απ' αυτούς. 

Οι τρεις κακοποιοί άκουγαν μ' ενδιαφέρον τη φορά αυτή. Και κάθε τόσο κουνούσαν τα κεφάλια

τους σαν να συμφωνούσαν με ό,τι τους έλεγε ο άγνωστος. 

«Η δουλειά είναι δύσκολη! Πρέπει να πάρουμε κι άλλους μαζί μας. Να δουλέψουμε και τα μαχαίρια

μας;» 

«Όχι! Το αίμα που χύνεται χωρίς ανάγκη δεν βγαίνει ποτέ σε καλό». 

«Ένα άλλο τώρα. Θα πειραχθεί η αφεντιά σου, αν απ' τη δουλειά αυτή βγάλουμε εμείς και κάτι

περισσότερο;» 

«Τι θες να πεις;» 

«Ε, να! Μπορούμε να την πουλήσουμε ύστερα σε τίποτα μπαρμπερίνους;» 

«Σκλάβα;» 

Ο άγνωστος ταράχτηκε. Όχι, αυτό δεν το είχε επιζητήσει. Αλλά οι δισταγμοί του δεν κράτησαν πολύ.  

«Πουλήστε την! Έτσι θα ησυχάσουμε μια για πάντα!» είπε με βραχνή φωνή ο Βάρδας – γιατί αυτός

ήταν ο μυστηριώδης άρχοντας. 

Η νύχτα είχε απλώσει τα πρώτα πέπλα της. Στον απέραντο κήπο του μεγάρου του Ευστράτιου η

Κασσιανή βάδιζε κάτω απ' τα δέντρα. Αφοσιωμένη στις σκέψεις της, δεν είχε αντιληφθεί τρεις σκιές

που αθόρυβα πήδησαν απ' τον τοίχο. Αναλογιζόταν τη φοβερή τελετή του Χρυσοτρίκλινου, όπου

Page 55: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 55/173

Digitized by 10uk1s

της είχε χαμογελάσει για τελευταία φορά η τύχη της. Την τυραννούσε η πιο δραματική αμφιβολία:  

«Αν σώπαινα», συλλογιζόταν, «θα κέρδιζα το θρόνο! Και τον Θεόφιλο! Αλλά ένας θρόνος κι ένας

άνδρας που κερδίζεται με το ψέμα μπορεί, άραγε, να κάμει ευτυχισμένη μια κόρη; Μια κόρη σαν

εμένα;» 

Δεν πρόφτασε να δώσει απάντηση στην απορία της. Οι τρεις σκιές την περικύκλωσαν. Μια βρόμικη

παλάμη έκλεισε βάναυσα το στόμα της και τέσσερα άλλα χέρια την άρπαξαν και τη σήκωσαν ψηλά.

Βρισκόταν στο έλεος των κακούργων που είχε στείλει ο Βάρδας. 

Μα τη στιγμή που η Κασσιανή σφάδαζε στα χέρια των τριών κακοποιών, μια άλλη σκιά πρόβαλε

μέσα απ' τα πυκνά φυλλώματα ενός δέντρου και η πλατιά λεπίδα ενός σπαθιού άστραψε στο

μισοσκόταδο. 

«Κακούργοι!» φώναξε άγρια ο άγνωστος κι όρμησε πάνω τους. 

Οι τρεις κακοποιοί ταράχτηκαν. Θρασύδειλοι, όπως όλοι του φυράματός τους, άφησαν την

Κασσιανή να σωριαστεί καταγής κι οπισθοχώρησαν για να γλιτώσουν απ' τις σπαθιές του

μυστηριώδους υπερασπιστή της. 

«Καθάρματα!» ακούστηκε τώρα μια άλλη φωνή, λυσσασμένη. «Έτσι φεύγετε, σαν λαγοί μπροστά σ'

ένα σκυλί που γαβγίζει αλλά δεν δαγκώνει;» 

 Ήταν ο Βάρδας. Δεν είχε εμπιστοσύνη στους κακούργους και είχε έρθει να παρακολουθήσει

αυτοπροσώπως το βρομερό τους έργο. Κρυμμένος μες στα δέντρα είχε δει όλη τη σκηνή. Κι όταν

παρουσιάστηκε ο άγνωστος υπερασπιστής της αρχοντοπούλας, δεν δίστασε. Τράβηξε κι αυτός το

σπαθί του, έτοιμος για όλα. Και 'κεί, μπροστά στη λιπόθυμη Κασσιανή, οι δυο άνδρες άρχισαν ναχτυπιούνται με λύσσα. 

«Ποιος είσαι συ;» ρώτησε ασθμαίνοντας ο Βάρδας, όταν άρχισε να καταλαβαίνει ότι δεν θα

κατόρθωνε να καταβάλει τον άγνωστο αντίπαλό του. 

«Τι θέλεις να μάθεις τ' όνομά μου; Δεν σου φτάνει που μαθαίνεις το σπαθί μου;» 

«Δεν θα προφθάσω να το μάθω, γιατί το δικό μου σπαθί θα σε περάσει πέρα ως πέρα...» 

«Ω, Βάρδα, αν η δύναμη του χεριού σου έφθανε τη δύναμη του μίσους σου, ασφαλώς τώρα θα με

είχες περάσει κατάστηθα». 

«Ώστε με γνωρίζεις;» 

«Σε ξέρω, αλλά πιο πολύ σε μάντευσα. Μόνο ο Βάρδας μπορούσε ν' αγγαρέψει τρεις κακοποιούς

για ένα έγκλημα που πάλι μονάχα ο Βάρδας θα μπορούσε να σκεφθεί και να αποφασίσει». 

Τα λόγια αυτά έπεσαν σαν ράπισμα στο πρόσωπο του αδελφού της Θεοδώρας. Μανιασμένος

ρίχτηκε επάνω στον άγνωστο. Εκείνος τον περίμενε ατάραχος. Και μ' ένα γρήγορο, γερό χτύπημα,

τον αφόπλισε και στήριξε την αιχμή του σπαθιού του στο στήθος του. 

«Άνθρωπε κακέ και καυχησιάρη!» του είπε τότε με περιφρόνηση. «Θα μπορούσα να δώσω τέλος

Page 56: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 56/173

Digitized by 10uk1s

στη ζωή και στα πονηρά σου έργα. Αλλά δεν έχω το δικαίωμα να κρίνω και να παίρνω ζωές

ανθρώπινες. Ο Κύριος θα σε κρίνει». 

Και τον άφησε. 

Ο Βάρδας, που στο μεταξύ είχε αναγνωρίσει τον αντίπαλό του, έφυγε ντροπιασμένος αλλά με

σχέδια εκδικητικά στο νου του. Ο αντίπαλός του πλησίασε την Κασσιανή, που   στο μεταξύ είχε

συνέλθει. Όταν η κόρη αναγνώρισε το σωτήρα της, έμεινε κατάπληκτη. 

«Στρατηγέ Λεόντιε, εσύ;» ψιθύρισε. 

«Ζητώ να με συγχωρέσεις», είπε εκείνος, «που μπήκα ακάλεστος στον πατρικό σου κήπο». 

«Αν δεν έμπαινες, πού θα βρισκόμουν τώρα; Σου χρωστώ ευγνωμοσύνη». 

Ο στρατηγός άφησε να περάσουν λίγες στιγμές σιωπής κι ύστερα ψιθύρισε με πίκρα:  

«Όχι, όχι ευγνωμοσύνη. Είναι σκληρή για μένα αυτή η λέξη. Θα ήμουν ευτυχισμένος αν άκουα απ'

τα χείλη σου μια άλλη λέξη... Την περιμένω τόσα χρόνια, Κασσιανή...» 

Ο Λεόντιος ήταν ο νεότερος και ενδοξότερος στρατηγός της Βασιλεύουσας. Με αλλεπάλληλα

κατορθώματα προσωπικής ανδρείας στα πεδία των μαχών μα και με τα αφάνταστα ηγετικά

προσόντα που είχε δείξει, κατόρθωσε να φτάσει σε πολύ νεαρή ηλικία στον επίζηλο βαθμό του

στρατηγού. Όλοι πίστευαν ότι ήταν η μέλλουσα στρατηγική δόξα του Βυζαντίου. Κι όμως, αυτή τη

λαμπρή σταδιοδρομία ήρθε να διακόψει απότομα ο έρωτας. 

Ο στρατιώτης με την ηρωική αλλά απλή καρδιά είχε λαβωθεί  από το φτερωτό γιο της Αφροδίτης.Στους γάμους του αυτοκράτορα Μιχαήλ και της Ευφροσύνης αντίκρισε για πρώτη φορά την

Κασσιανή, που ήταν μια από τις γαμήλιες συνοδούς της αυτοκράτειρας, κι αμέσως ένιωσε αίσθημα

φλογερό για την ωραία κόρη του Ευστράτιου. Από τη στιγμή εκείνη, ορκίστηκε ότι δεν θα

παντρευόταν ποτέ αν δεν κατόρθωνε να κάνει σύντροφό του την ωραία Βυζαντινοπούλα. Μα η

μοίρα είχε επιφυλάξει μια δοκιμασία θλιβερή για το γενναίο στρατηγό. Η Κασσιανή δεν

ανταποκρίθηκε στο αίσθημά του, παρόλο που ο Λεόντιος έκανε τα πάντα για να τη συγκινήσει. Ήταν

η εποχή που η Κασσιανή είχε αφοσιωθεί τόσο πολύ στη λατρεία του Χριστού, ώστε να σκέφτεται

σοβαρά να κλειστεί σε μοναστήρι. Το ράσο την τραβούσε σαν ένας παράξενος μαγνήτης.

Αναθρεμμένη σε σπίτι σχεδόν θρησκόληπτο, είχε μια προδιάθεση για τη μοναστική ζωή. Έτσι, το

φλογερό αίσθημα του Λεόντιου δεν βρήκε παρά την αδιαφορία της κόρης του Ευστράτιου.  

Ο Λεόντιος τη ζήτησε επίσημα από τον πατέρα της σε γάμο, αλλά ο πατρίκιος Ευστράτιος, αν και

έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για τον επιφανή στρατηγό, αναγκάστηκε να του δώσει αρνητική απάντηση. 

«Η Κασσιανή, στρατηγέ», του είπε, «θα αφοσιωθεί στα θεία. Τα εγκόσμια την αφήνουν αδιάφορη».  

Ο γενναίος στρατηγός πέρασε φοβερή δοκιμασία. Το χτύπημα ήταν τόσο σκληρό, ώστε για να

συνέλθει ζήτησε να τον μεταθέσουν σε κάποια μακρινή επαρχία. Κι ο αυτοκράτορας, παρόλο που

τον ήθελε κοντά του, συγκατάνευσε να τον τοποθετήσει αρχηγό όλων των στρατευμάτων που

φρουρούσαν τα απέραντα ανατολικά σύνορα της αυτοκρατορίας. Ούτε κι εκεί όμως κατόρθωσε ο

Λεόντιος να λυτρωθεί από το μαρτύριό του. Αντίθετα, η μοναξιά έκανε οξύτερο το ερωτικό του

πάθος. Κι έφτασε η στιγμή που δεν μπορούσε πια να υπομένει. Ζήτησε μια άδεια και γύρισε στη

Page 57: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 57/173

Digitized by 10uk1s

Βασιλεύουσα. 

Ο πρώτος που σκέφτηκε ο Λεόντιος μόλις επέστρεψε ήταν ο υπασπιστής του Θεόφιλου, ο

Νικηφόρος. Τον θεωρούσε φίλο του πιστό. Σ' αυτόν έτρεξε ν' ανοίξει την καρδιά του. Ο Νικηφόρος

προσποιήθηκε ότι τον άκουγε με λύπη κι όταν εκείνος τέλειωσε, του διηγήθηκε όσα είχαν συμβεί μετην περιλάλητη εκλογή του Χρυσοτρίκλινου. Ο Λεόντιος, που για πρώτη φορά άκουγε το γεγονός,

έμεινε κατάπληκτος όταν άκουσε την απάντηση που είχε δώσει η Κασσιανή στον Θεόφιλο. Η

υπερήφανη αυτή απάντηση και η περιφρόνηση σχεδόν με τη οποία η κόρη του Ευστράτιου είχε

αρνηθεί το στέμμα, του έκαναν βαθύτατη εντύπωση.  

7<J 

«Είναι μια γενναία καρδιά!» ψιθύρισε με θαυμασμό. 

«Είναι μια εγωπαρμένη!» είπε ο Νικηφόρος, που αντιπαθούσε την Κασσιανή. 

«Την αδικείς», διέκοψε ο Λεόντιος. «Ίσως και να μην μπορείς να την καταλάβεις. Είναι ένα πλάσμα

υπέροχο». 

Ο Λεόντιος είχε πάρει κιόλας μια ξαφνική απόφαση· να δοκιμάσει για μια ακόμα φορά να

συγκινήσει την Κασσιανή και, αν αποτύχαινε ξανά, τότε θα ξανάφευγε από τη Βασιλεύουσα, θα

ξαναπήγαινε στις μακρινές ανατολικές επαρχίες και στην πρώτη μάχη θα ορμούσε τυφλά πάνω στον

εχθρό, για να βρει το θάνατο που θα τον λύτρωνε από το αβάσταχτο μαρτύριό του. 

Μ' αυτές τις σκέψεις, οδήγησε ασυναίσθητα το άλογό του προς το μέγαρο του Ευστράτιου. Μια

ανεξήγητη παρόρμηση τον έσπρωχνε προς τα 'κεί. Όταν έφτασε κοντά στον κήπο της Κασσιανής,

αντιλήφθηκε τρεις υπόπτους, που διασκελούσαν τον ψηλό τοίχο και πηδούσαν μέσα. Αμέσωςπήδησε απ' το άλογό του, αναρριχήθηκε κι αυτός στον ψηλό τοίχο και κατέβηκε στον κήπο. Έτσι

συνέβη να βρεθεί ο Λεόντιος σαν από μηχανής θεός στη δύσκολη εκείνη στιγμή και να σώσει την

Κασσιανή από τα χέρια των τριών κακούργων. 

Η Κασσιανή αντίκριζε τώρα, ύστερα από δυο ολόκληρα χρόνια, το γενναίο άνδρα που ήξερε ότι είχε

αισθανθεί γι' αυτή έρωτα παράφορο. Είχε φανταστεί ότι με τον καιρό το παλιό φλογερό αίσθημα

είχε σβήσει. Μα να που έβρισκε τον Λεόντιο το ίδιο ερωτευμένο. Από τα πρώτα λόγια άφησε το

πάθος του να ξεχειλίσει. 

Η Κασσιανή τον άκουσε με προσοχή. Το απελπισμένο ύφος του Λεόντιου μαρτυρούσε ότι ο

άνθρωπος αυτός βρισκόταν στα πρόθυρα της απόγνωσης. Τόσο πολύ λοιπόν την αγαπούσε; 

«Δεν έμαθα», έλεγε ο Λεόντιος, «να εκφράζω με περίτεχνα λόγια τα αισθήματά μου. Αυτό είναι μια

τέχνη που μόνο στα μέγαρα διδάσκεται κι ασκείται. Κι εγώ όλη μου τη ζωή την πέρασα στις

κατασκηνώσεις των στρατοπέδων. Όμως εκεί, στα πολεμικά πεδία, συνήθισα να μιλώ μια άλλη

γλώσσα. Με την τίμια γλώσσα του πολεμιστή σου λέω, Κασσιανή, ότι ζωή χωρίς εσένα δεν υπάρχει

πια για μένα!» 

Η Κασσιανή συγκινήθηκε. Τα λόγια του ερωτευμένου πολεμιστή έφτασαν ως την πληγωμένη της

καρδιά σαν βάλσαμο. Την ανακούφιζαν. Είχε ανάγκη από παρηγοριά. Και την παρηγοριά αυτή

ερχόταν να της δώσει ο Λεόντιος με τη βαθιά αφοσίωση που της έδειχνε. Πόσο την κολάκευε αυτή η

λατρεία! Αισθάνθηκε συμπόνια για τον ευγενικό αυτόν άνθρωπο, που τόσο έπασχε εξαιτίας της.

Page 58: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 58/173

Digitized by 10uk1s

Λίγο ακόμα και θα ένιωθε τη συμπάθεια εκείνη που προηγείται κάθε αισθήματος αγάπης. Μα την

κρίσιμη στιγμή, ο Λεόντιος με μια φράση του γκρέμισε όσα είχε χτίσει ως τη στιγμή εκείνη.

Παρεξηγώντας την επίμονη σιωπή της αρχοντοπούλας, είπε: 

«Το ξέρω ότι για την Κασσιανή, που πέρασε αδιάφορη μπροστά από ένα στέμμα, ένας άνθρωποςσαν και μένα δεν μετρά πολύ. Όμως έχω κι εγώ φιλοδοξίες υψηλές, αισθάνομαι μέσα μου δυνάμεις

απίστευτες. Μια παρόρμηση μονάχα, ένα κίνητρο ισχυρό μού χρειάζεται και είμαι βέβαιος ότι θα

φθάσω ψηλά. Η αγάπη σου, Κασσιανή, θα μου δώσει τα φτερά που θα με φέρουν ψηλά, ίσως τόσο

ψηλά όσο βρίσκεται κι ο Θεόφιλος». 

Αν ο Λεόντιος γνώριζε την ακαταμάχητη γοητεία που ασκούσε στην Κασσιανή το όνομα αυτό, δεν

θα το είχε προφέρει ποτέ. Μεμιάς η ανάμνηση του αγαπημένου άνδρα έφερε στην καρδιά της

κόρης αναστάτωση. Κάθε συμπόνια για τον Λεόντιο υποχώρησε αμέσως. Ας υπέφερε! Κι αυτή

υπέφερε. Ήταν η μοίρα του να υποφέρει, όπως ήταν και η δική της. 

«Λεόντιε», του είπε με αποφασιστικότητα, «λυπούμαι που πρέπει πάλι να σε πικράνω. Η καρδιάμου ανήκει...» 

«Ξέρω», τη διέκοψε εκείνος. «Την έχει κυριέψει η λατρεία του Κυρίου». 

Προς στιγμήν η Κασσιανή σκέφτηκε να τον αφήσει στην πλάνη του. Μα μετάνιωσε αμέσως,

χρωστούσε να του μιλήσει με όλη την ειλικρίνειά της. 

«Κάνεις ένα λάθος, στρατηγέ. Δεν σου μιλώ για τη λατρεία που σαν ευλαβής χριστιανή τρέφω προς

το Θείον. Εννοώ άλλα αισθήματα, εγκόσμια». 

«Θέλεις να πεις ότι υπάρχει άλλος άνδρας; Και... το όνομά του;»  

Η Κασσιανή δίστασε λίγο. Μα τέλος είπε σταθερά: 

«Θεόφιλος». 

Τινάχτηκε ο Λεόντιος. 

«Αυτός που σε πρόσβαλε τόσο θανάσιμα;» 

«Υπερβάλλεις. Αγνοείς τα πράγματα». 

«Μα όλη η Βασιλεύουσα γνωρίζει ότι με την έξαλλη εγωπάθεια που τον δέρνει σε πρόσβαλε βαριά.

Κι ότι εσύ του ανταπέδωσες την ύβρη». 

«Δεν είναι έτσι!» φώναξε τώρα η Κασσιανή. «Δεν τον προσέβαλα, δεν με ύβρισε. Όλα έγιναν από

μια ολέθρια έμπνευση. Ήταν κάτι μοιραίο...» 

Η Κασσιανή μιλούσε με απελπισία. Ήταν ένα ξέσπασμα που αποκάλυπτε ότι η πληγή μέσα της ήταν

πάντα ματωμένη. 

«Ώστε λοιπόν τον αγαπάς ακόμα;» ρώτησε ο Λεόντιος με ζήλια και κάποιο φθόνο. 

Page 59: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 59/173

Digitized by 10uk1s

«Θα τον αγαπώ όσο υπάρχω!» 

Ο Λεόντιος, για λίγα λεπτά απόμεινε κοιτάζοντας κατάματα την Κασσιανή. Έπειτα τίναξε πίσω το

κεφάλι του και απομακρύνθηκε χωρίς να πει λέξη. Λίγες ώρες αργότερα ένας μανδάτορας του

παλατιού έφερνε στο σπίτι του ένα καταπληκτικό μήνυμα: 

«Ο συμβασιλεύς διατάσσει να φύγεις αυτή τη νύκτα από τη Βασιλεύουσα. Να γυρίσεις αμέσως στη

θέση σου!» 

Τι σήμαινε αυτό; Πώς μπορούσαν να του φέρονται με τρόπο που μόνο σ' έναν απλό αξιωματικό θα

δικαιολογούνταν; Αγανάκτησε. Έτρεξε αμέσως στο παλάτι  και ζήτησε να παρουσιαστεί στον

Θεόφιλο. Τον άφησαν να περιμένει μισή ώρα. Τέλος, ήρθε ένας ευνούχος να του αναγγείλει ότι ο

συμβασιλέας αρνιόταν να τον δεχθεί. Η νέα προσβολή ήταν βαρύτερη από την πρώτη. 

Ο Λεόντιος κατέφυγε στον Νικηφόρο. Του μίλησε με αγανάκτηση. 

«Τόσο ξαφνικά ο νέος Αύγουστος αλλάζει διαθέσεις για τους ανθρώπους που έως χθες ακόμα

τιμούσε;» είπε με πικρία. 

«Φαίνεται ότι έλαβε ορισμένες πληροφορίες εις βάρος σου». 

«Θα 'θελα να τις ακούσω». 

«Σε κατηγόρησαν ότι εκμαυλίζεις νέες για τις οποίες ο βασιλεύς τρέφει εκτίμηση».  

«Εκμαυλίζω εγώ; Τι άθλια συκοφαντία είναι αυτή;» 

«Κι εγώ προσεπάθησα να υπεραμυνθώ της τιμιότητός σου. Οι δρουγγάριοι όμως που, καθώς ξέρεις,

παρακολουθούν τους πάντες μυστικά βεβαιώνουν ότι έχεις παραπλανήσει τη θυγατέρα σεβαστού

άρχοντα». «Το όνομά της;» 

«Η κόρη του πατρικίου Ευστρατίου». 

Ο Λεόντιος ταράχτηκε. Τόσο φοβερή συκοφαντία δεν μπορούσε να τη φανταστεί. Ζήτησε

περισσότερες πληροφορίες και ο Νικηφόρος του αφηγήθηκε ότι οι δρουγγάριοι είχαν αναφέρει πως

τον είδαν να πηδά τον τοίχο του κήπου της Κασσιανής και να συναντιέται με την ωραία νέα κάτω

από τα δένδρα. 

Ο Λεόντιος έφριξε. 

«Ασφαλώς», συλλογίστηκε, «με είδαν να μπαίνω προχθές στον κήπο της Κασσιανής. Αλλά πώς το

επεισόδιο αυτό τους έφθασε για να δημιουργήσουν όλο αυτό το ανατριχιαστικό ψέμα;» 

Τι έπρεπε να κάνει τώρα; Θα μπορούσε, βέβαια, να αποδείξει εύκολα ότι επρόκειτο για

παρεξήγηση. Τότε όμως θα ήταν αναγκασμένος να ομολογήσει ότι πράγματι είχε μπει μια νύχτα

στον κήπο του μεγάρου του Ευστράτιου. Αλλά έτσι θα κηλίδωνε το όνομα της κόρης ανεπανόρθωτα,

γιατί βέβαια κανείς δεν θα πίστευε ότι ένας στρατηγός τόλμησε, χωρίς να προσκληθεί, να

συναντήσει μια αρχοντοπούλα, τη νύχτα, μέσα στον κήπο της. Η θέση του ήταν δεινή. Είτε σώπαινε

είτε μιλούσε, η Κασσιανή θα έβγαινε μειωμένη από την ιστορία αυτή. Ξάφνου είδε να περνά από

Page 60: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 60/173

Page 61: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 61/173

Digitized by 10uk1s

μου». 

Και με μια νευρική χειρονομία βγήκε από το τρίκλινο βιαστικός, για να κρύψει τα αληθινά του

συναισθήματα από τον υπασπιστή του. 

Η ημέρα που η Θεοδώρα θα περιβαλλόταν την ονειρευτή πορφύρα πλησίαζε, μα η ανησυχία τόσο

των αδελφών της όσο και της ίδιας μεγάλωνε αντί να λιγοστεύει. Φοβόταν η φιλόδοξη νέα,

φοβόταν πολύ. Από τη μία, η επίγνωση ότι η εκλογή της οφειλόταν σε ένα πείσμα της στιγμής κι

από την άλλη, η αδιαφορία που της έδειχνε ο Θεόφιλος την κρατούσαν σε αδιάκοπη αγωνία. Συχνά

τη βασάνιζαν εφιαλτικά όνειρα. Άλλοτε έβλεπε την Κασσιανή, με το αστραφτερό στέμμα στο

κεφάλι, να λάμπει στο πλευρό του Θεόφιλου, κι άλλοτε έβλεπε τον ίδιο τον Θεόφιλο να προχωρεί

βλοσυρός καταπάνω της, να της αφαιρεί από τους ώμους την αυτοκρατορική πορφύρα και να τη

ρίχνει σαν ικέτης στα πόδια της Κασσιανής. Ω, αν μπορούσε να την αφανίσει αυτή την επικίνδυνη

αντίπαλο!... Πόσο τη φοβόταν και τη μισούσε, το κατάλαβε σε μια παννυχίδα της μονής τηςΕυαγγελιστρίας όταν την ξαναντίκρισε έπειτα από τόσο καιρό. 

Στην παννυχίδα  –την ολονυκτία της μονής αυτής – συνήθιζαν να πηγαίνουν οι επιφανέστερες

αρχόντισσες του Βυζαντίου. Άλλοτε προσεύχονταν μες στον περίφημο ναό κι άλλοτε αναπαύονταν

μέσα στους ξενώνες της μονής, όπου έβρισκαν την ευκαιρία να μιλήσουν για τα τελευταία γεγονότα

της Βασιλεύουσας. Οι κοινωνικές συγκεντρώσεις στο Βυζάντιο ήταν σπάνιες. Έτσι οι πανηγύρεις

αλλά και οι ολονυχτίες στους ναούς και στις μονές αποτελούσαν μοναδική ευκαιρία για τις

αρχόντισσες της Βασιλεύουσας, για να ιδωθούν και να μιλήσουν. 

 Ήταν λίγο μετά τον εσπερινό. Καθώς προχωρούσαν σε αντίθετες κατευθύνσεις, η Κασσιανή για να

περάσει στο διπλανό δωμάτιο και η Θεοδώρα για να μπει στο κελί -προσευχητήριο της ηγουμένης,οι δυο αντίζηλες βρέθηκαν απρόοπτα στην πόρτα που έφερνε από το ένα δωμάτιο στο άλλο. Η

πόρτα ήταν στενή. Έπρεπε η μια από τις δυο να παραμερίσει για να περάσει η άλλη. Μα καμιά δεν

υποχώρησε. Έμειναν κι οι δυο ακίνητες και κοιτάχτηκαν κατάματα, προκλητικά. Το επεισόδιο έγινε

αμέσως αντιληπτό από τις άλλες αρχόντισσες. Κάρφωσαν όλες τα μάτια τους στις δυο

αρχοντοπούλες και περίμεναν με φλογερή περιέργεια την εξέλιξη. Κι αυτό ερέθισε ακόμα

περισσότερο τις δυο αντίζηλες. Πρώτη αποφάσισε να λύσει τη σιωπή η αδελφή του Βάρδα.  

«Νομίζω ότι η κόρη του Ευστρατίου μπορεί να κάμει τόπο στη Θεοδώρα!» είπε με φωνή αυταρχική.  

Τα μάτια της Κασσιανής άστραψαν. 

«Και γιατί, άραγε;» 

«Γιατί το επιβάλλει η διαφορά της θέσεως». 

«Περίεργο. Όσο κι  αν ψάχνω στη μνήμη μου, δεν θυμούμαι καμιά Θεοδώρα που να κρατά από

γενιά περιφανέστερη απ' τη γενιά του Ευστρατίου». 

«Ώστε ξέχασες κιόλας την τελετή του Χρυσοτρίκλινου;» 

Η Κασσιανή δεν ήταν φαντασμένη, ούτε είχε κλίση στις μικρολογίες. Μα τώρα είχε παρασυρθεί απ'

τον προσβλητικό τόνο της Θεοδώρας. Και της απάντησε με διάθεση να την εξευτελίσει: 

Page 62: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 62/173

Digitized by 10uk1s

«Α ναι, τώρα θυμάμαι. Ήσουν εκείνη που έσκυψες και μάζεψες   από χάμω κάποιο μήλο που

προσέφεραν σε μένα και που εγώ αρνήθηκα να σκύψω να το πάρω». 

Η αυριανή Αυγούστα ένιωσε σαν να την είχαν χαστουκίσει. 

«Κάνε μου τόπο να περάσω!» φώναξε θυμωμένη. 

«Μόνο γιατί το επιβάλλει η διαφορά της ηλικίας!» απάντησε με σαρκασμό η Κασσιανή.  

Και με μια κίνηση όλο μεγαλοπρέπεια έστρεψε τα νώτα και απομακρύνθηκε. Τα τελευταία λόγια της

είχαν αποτελειώσει τη Θεοδώρα, που είχε την αιώνια γυναικεία αδυναμία να εμφανίζεται

μικρότερη απ' ό,τι ήταν και να βεβαιώνει πως μόλις είχε φτάσει τους είκοσι δυο Μαΐους της, ενώ η

κακογλωσσιά του Ιερού Παλατιού την ήθελε είκοσι εννέα χρονών. 

Η συνάντηση αυτή, που έδωσε αφορμή σε σχόλια πολλά, αναστάτωσε και τις δυο αρχοντοπούλες. Η

Θεοδώρα θεωρούσε τη φιλοτιμία της πληγωμένη βαθιά, αλλά και η Κασσιανή οργίστηκε καθώςξαναθυμόταν το αγέρωχο ύφος της μέλλουσας Αυγούστας. Η Θεοδώρα, παρόλο που είχε τόσο

ανέλπιστα πετύχει την πραγματοποίηση του τολμηρότερου ονείρου της, ζήλευε άγρια την

Κασσιανή, γιατί ήξερε πως αυτή βασίλευε στην καρδιά του Θεόφιλου. Με τη σειρά της, κι η

Κασσιανή κολακευόταν μεν γιατί η Θεοδώρα δεν είχε καμιά θέση στην καρδιά του

πορφυρογέννητου, αλλά δεν μπορούσε όμως και να ησυχάσει στη σκέψη ότι η επηρμένη αδελφή

του Βάρδα της είχε αρπάξει την τελευταία στιγμή το αστραφτερό στέμμα. Ήταν φιλόδοξες και οι

δυο, αλλά η φιλοδοξία της Κασσιανής δεν είχε το άρρωστο πάθος που χαρακτήριζε τη Θεοδώρα. Κι

αν δεν έφευγε στιγμή από το νου της το μοιραίο εκείνο επεισόδιο ήταν γιατί ο πρωταγωνιστής του

επεισοδίου λεγόταν Θεόφιλος. Αυτόν κι όχι τον Αύγουστο αγαπούσε. Τον αρρενωπό γόη, τον

πολυαγαπημένο των γυναικών του Βυζαντίου κι όχι τον εστεμμένο άνδρα προσπαθούσε αλλά δεν

μπορούσε να ξεχάσει η Κασσιανή. Και τώρα που τον είχε χάσει πια για πάντα, ένιωθε ότι τοναγαπούσε μ' ένα πάθος που δεν μπορούσε να δαμάσει.  

Είχε παλέψει πολύ από τότε. Είχε αγωνιστεί να ξαναβρεί την παλιά γαλήνη που είχε όταν ήταν

αφοσιωμένη στη λατρεία του Κυρίου, να ξαναγυρίσει στον Χριστό, να ξαναγυρίσει στα παρθενικά

οράματά της. Γαλήνη όμως δεν υπήρχε πια γι' αυτή. Στο μεταξύ, είχε αρχίσει να ξαναπηγαίνει στο

αρχοντικό της ο Ναυκράτιος. Ήθελε να ξανακερδίσει την ψυχή της, να την ξαναφέρει, όπως έλεγε,

στο δρόμο που θα την οδηγούσε μακριά απ' τα εγκόσμια, προς το μοναστήρι. 

«Δώσε πίστη, Κασσιανή», της έλεγε ο θεόληπτος ηγούμενος, «στα λόγια του πνευματικού πατέρα

σου. Η καλλιέργεια του νου και της ψυχής σου σε προορίζουν για έργα  μεγάλα και θεάρεστα. Ο

Κύριος έριξεν επάνω σου, ωσάν ακτίνα ηλίου, το ζωογόνο βλέμμα του και σε καλεί εις την χορείανεκείνων που θυσιάζονται διά την δόξαν Του. Εις τους ουρανούς, κόρη μου! Εκεί σε περιμένει ένας

θρόνος και μια πορφύρα που τα χέρια του Θεόφιλου δεν θα έχουν τη δύναμη να σου τα

αφαιρέσουν». 

Αυτή τη φορά δεν ήταν ο Ναυκράτιος με τα ξεσπάσματα οργής και τα αναθέματά του. Ήταν ο

πολύπειρος καλόγερος που γνώριζε να «ετάζη νεφρούς και καρδίας», να παραμυθεί τον πάσχοντα,

να χύνει βάλσαμο στην πληγωμένη καρδιά της κόρης. Και η Κασσιανή, που διψούσε για παρηγοριά,

άκουγε τα λόγια του Στουδίτη και δάκρυζε από ιερή συγκίνηση. Σε τέτοιες ώρες παρασυρόταν τόσο

πολύ από το όραμα μιας Κασσιανής στεφανωμένης με το φεγγίο της αγιοσύνης, ώστε έπαιρνε

ακόμα και την απόφαση να ζητήσει αμέσως στο ράσο την ευτυχία που της είχε αρνηθεί ο κόσμος. 

Page 63: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 63/173

Digitized by 10uk1s

Ο Ναυκράτιος αγαπούσε αληθινά, αν και με τον τρόπο του, την «πνευματική  του κόρη», όπως την

έλεγε. Ο λυσσαλέος τρόπος με τον οποίο είχε πολεμήσει την εκλογή της δεν είχε μειώσει την αγάπη

του προς την ένθερμη εικονολάτρισσα. Ο φανατισμός του τον έκανε να πιστεύει ακλόνητα ότι θα

έσωζε την Κασσιανή, αν την παρέσυρε στο δρόμο της εγκατάλειψης των εγκοσμίων. Γι' αυτό την

κατηχούσε ώρες ολόκληρες. Αλλά οι μακρές εκείνες ομιλίες του αρχηγού των εικονολατρών ήτανμοιραίο να οδηγήσουν σε νέα συμφορά. Κάποιος απ' τους ευνούχους του μεγάρου του Ευστράτιου

κρυφάκουγε. Ήταν ένας κατάσκοπος πληρωμένος από τον Πετρωνά και τον Βάρδα, που σχεδίαζαν

νέα πλεκτάνη. 

Και ο Θεόφιλος όμως δεν μπορούσε να ξεχάσει την τελετή του Χρυσοτρίκλινου. Δεν μπορούσε να

πάρει τη σκληρή απόφαση ότι τώρα πια όλα είχαν τελειώσει. Ότι η Κασσιανή ήταν χαμένη για

πάντα. Η μεταμέλεια είχε ξεσπάσει μέσα του άγρια. Σε μια στιγμή παραφοράς είχε αφήσει να φύγει

μέσα απ' τα χέρια του η αληθινή αγάπη, η μεγάλη ευτυχία που ανταμώνει κάθε άνθρωπος μια φορά

στη ζωή του! Και τώρα, η σκέψη αυτή τον έφερνε σ' απελπισία.  

«Κι αν ακόμα», συλλογιζόταν, «ήταν δικαιολογημένοι οι φόβοι μου κι η Κασσιανή προσπαθούσε

μετά τη στέψη της να αντιδράσει στο έργο μου, πάλι το κακό θα ήταν μικρότερο απ' αυτό που

αντικρίζω τώρα. Γιατί ποια μεγαλύτερη συμφορά μπορεί να τύχει σ' έναν άνδρα από το να

παντρευθεί γυναίκα που δεν αγαπά, που ούτε καν συμπαθεί;... Λένε ότι ένας εστεμμένος πρέπει να

πνίγει τα αισθήματά του κάτω απ' την επιταγή εκείνου που συμφέρει το στέμμα. Πόσους όμως

τέτοιους βασιλιάδες έχει να δείξει η Ιστορία; Γιατί στα αισθηματικά ζητήματα πρέπει να

παρουσιάζεται σκληρότερος απ' το γρανίτη; Πιο απάνθρωπη μοίρα απ' τη μοίρα των

πορφυρογέννητων δεν υπάρχει σ' αυτόν τον κόσμο!» 

Τέτοιες σκέψεις τυραννούσαν το μυαλό του Θεόφιλου. Για ν' αντιδράσει, προσπαθούσε νααφοσιωθεί όσο μπορούσε πιο πολύ στις υποθέσεις της αυτοκρατορίας. Στο στράτευμα ιδίως

αφιέρωνε πολλές από τις ώρες του. Μα ούτε ο στρατός ούτε τα πλατιά σχέδια που είχε στο μυαλό

του μπορούσαν να τον κερδίσουν. Ο έρωτας ήταν πιο δυνατός κι από τις φιλοδοξίες του κι από τα

όνειρα που είχε πλάσει για μια ένδοξη βασιλεία. Τότε προσπάθησε να δοθεί αλλού. Και στράφηκε

στο περιλάλητο ζήτημα των εικόνων που ανέκαθεν ήταν η ψύχωσή του. Σε κάποια από τις δύσκολες

ώρες που περνούσε κλεισμένος στο σπουδαστήριό του, ώρες πάλης πεισματικής με τον ίδιο τον

εαυτό του, πήρε την απόφαση ν' αρχίσει ένα νέο αγώνα εναντίον των εικονολατρών. 

Τρία πράγματα τον εξώθησαν σ' αυτή τη ριψοκίνδυνη απόφαση. Το πρώτο ήταν τα μεγάλα σχέδια

που είχε κάνει πριν ακόμα ανεβεί στο θρόνο. Είχε ονειρευτεί να σταθεροποιήσει τη δύναμη της

αυτοκρατορίας, που τελευταία είχαν αρχίσει να την απειλούν από διάφορα σημεία της Ευρώπης καιτης Ασίας. Ήταν ανάγκη να αρχίσει μια σειρά από μικρής έκτασης πολέμους σε ορισμένα σημεία

των βυζαντινών συνόρων, όπου παρουσιάζονταν διάφοροι μικροί αλλά ενοχλητικοί εχθροί. Για να

ξεκινήσει όμως για τέτοιες εκστρατείες έπρεπε πρώτα να εκκαθαρίσει την κατάσταση στο εσωτερικό

της επικράτειας. Υπήρχε ένας εχθρός μέσα στα τείχη της Βασιλεύουσας, κι αυτός ήταν πιο

επικίνδυνος από εκείνους που καραδοκούσαν πέρα, στη μεθόριο του Βυζαντίου· οι εικονολάτρες!

Αυτοί έσκαβαν κρυφά τα θεμέλια του θρόνου του, άπλωναν παντού τα δίχτυα τους, χώριζαν το λαό

σε δυο αλληλομισούμενες μερίδες, κλόνιζαν τη συνοχή του στρατεύματος, γέμιζαν με κατασκόπους

το παλάτι, εξαγόραζαν τους αξιωματικούς της πολιτείας και, τέλος, ετοίμαζαν το μεγάλο χτύπημα

που είχαν σχεδιάσει οι αρχηγοί τους· το πραξικόπημα, την ανταρσία. 

Ο δεύτερος λόγος που εξώθησε τον Θεόφιλο στην απόφαση ενός νέου διωγμού ήταν οι υποχθόνιες

Page 64: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 64/173

Digitized by 10uk1s

ενέργειες του Βάρδα. Ο μυστικός αυτός αρχηγός των εικονολατρών λογάριαζε ότι ένας καινούργιος

διωγμός κατά των εικονολατρών θα του έφερνε διπλή ωφέλεια. Από το ένα μέρος θα συνάσπιζε

γύρω του ακόμα πιο πολύ τους εικονολάτρες και θα τους έκανε τυφλά του όργανα, και από το  άλλο

θα κλόνιζε τη θέση του ίδιου του Θεόφιλου που θα 'χανε ένα μέρος από την αγάπη του λαού, καθώς 

θα ήταν υποχρεωμένος να διατάξει το διωγμό των εικονολατρών. Με το διπλό αυτόν υπολογισμό οΒάρδας προσπαθούσε να εξωθήσει τον Θεόφιλο στην απόφαση ν' αρχίσει ένα νέο αγώνα κατά των

«ξυλολατρών». Και στην προσπάθεια αυτή είχε βοηθό του τον Πετρωνά, που έδινε καθημερινά στον

αυτοκράτορα παραπλανητικές αναφορές. Η αλήθεια ήταν ότι τον τελευταίο καιρό, από τη στέψη

του Θεόφιλου και μετά, η κίνηση των εικονολατρών είχε γίνει ζωηρότερη. Στα μοναστήρια ιδίως

οργανώνονταν συχνά μυστικές συγκεντρώσεις στις οποίες προσέρχονταν εκατοντάδες μοναχών για

ν' ακούσουν φανατισμένους προπαγανδιστές, που με τους φλογερούς λόγους τους προσπαθούσαν

να τους εμψυχώσουν και να τους προετοιμάσουν για νέους αγώνες. Πέρα όμως από την κίνηση

αυτή δεν υπήρχε τίποτε σοβαρότερο. Αλλά ο Πετρωνάς παρουσίαζε τα πράγματα εντελώς

διαφορετικά. Ανέφερε σχεδόν κάθε μέρα στον Θεόφιλο ότι οι εικονολάτρες οργανώνονταν

πυρετωδώς και ότι δεν θ' αργούσαν ν' αποτολμήσουν πραξικόπημα. Ήταν, λοιπόν, ανάγκη να τους

χτυπήσουν αμέσως, να προλάβουν. 

Ο τρίτος  λόγος που έσπρωχνε το νέο Αύγουστο προς την παράτολμη ενέργεια ήταν καθαρά

συναισθηματικός. Ανέκαθεν αποστρεφόταν τους εικονολάτρες, που τους θεωρούσε μάζα

παραπλανημένων στενοκέφαλων ανθρώπων, μα τώρα τους μισούσε αληθινά, εξαιτίας της

Κασσιανής. Σαν να θεωρούσε την εικονολατρία υπαίτιο του ερωτικού του δράματος. 

«Αυτοί», σκεφτόταν, «αυτοί οι φανατισμένοι καλόγηροι θόλωσαν τη σκέψη της Κασσιανής ως το

σημείο να βάζει πάνω απ' την καρδιά της και την ευτυχία της τις θρησκευτικές της αντιλήψεις και να

φτάνει ν' αποκρούει για χάρη τους ακόμα και το στέμμα».  

Και το μίσος αυτό κόχλαζε ολοένα και πιο πολύ μέσα στην ταραγμένη ψυχή του. Ώσπου ξεχείλισε. ΟΘεόφιλος έφερε το ζήτημα στο μεγάλο συμβούλιο της αυτοκρατορίας. Κι όταν άκουσε τη γνώμη των

συμβούλων του, που οι περισσότεροι συμφώνησαν με τις αδιάλλακτες αντιλήψεις του, ανακοίνωσε

την απόφαση που είχε κιόλας λάβει μέσα του. 

«Θα τους κτυπήσω!» είπε. «Πρέπει να κτυπήσουμε πριν ξεσηκωθούν. Και θα αρχίσω από τα

μοναστήρια, απ' αυτές τις φοβερές σφηκοφωλιές της εικονολατρίας». 

 Έτσι άρχισε ένας αμείλικτος διωγμός των ομοϊδεατών της Κασσιανής. Καλόγεροι συλλαμβάνονταν,

διαπομπεύονταν στους δρόμους και κλείνονταν στις φυλακές, εικονολάτρες, άρχοντες και άνθρωποι

του λαού, στέλλονταν στην εξορία. 

Αυτό περίμενε κι ο Βάρδας για να βάλει σ' ενέργεια το δεύτερο μέρος του σατανικού σχεδίου του.

 Όταν ο διωγμός έφτασε στο κατακόρυφο, παρουσιάστηκε στον Θεόφιλο και απερίφραστα

κατήγγειλε ότι οι μοναχοί, εξαγριωμένοι από τις διώξεις, ήταν πια έτοιμοι για την ανταρσία. Μια απ'

αυτές τις μέρες, είπε, θα ξεχύνονταν στη Βασιλεύουσα και θα αναστήλωναν σ' όλους τους ναούς της

Πόλης τις άγιες εικόνες. Η εξέγερση θα γινόταν νύχτα, με τρόπο τόσο αιφνιδιαστικό, ώστε να μην

προφτάσει ο στρατός να αντιδράσει. Και το άλλο πρωί θα ξυπνούσαν οι Βυζαντινοί και θα έβρισκαν

σ' όλους τους ναούς υψωμένες τις εικόνες που είχε κατεβάσει εδώ και τόσα χρόνια ο Λέων ο Σοφός. 

Ο Θεόφιλος πείστηκε. Ήταν τέτοια η στιγμή και τόσο εχθρική η διάθεσή του εναντίον των

εικονολατρών, ώστε θα μπορούσε να πιστέψει και χειρότερα ακόμη. 

Page 65: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 65/173

Digitized by 10uk1s

«Είναι γνωστός ο αρχηγός της συνωμοσίας;» φώναξε αναμμένος. 

«Ναι, τον γνωρίζουμε. Ο ηγούμενος Ναυκράτιος». 

«Το φανταζόμουν. Ο τρομερός αυτός καλόγηρος είναι ικανός για όλα. Να συλληφθεί. Να κλεισθεί σ'ένα δικό μας μοναστήρι. Για την τύχη του θα αποφασίσω αργότερα». 

«Και οι άλλοι; Οι συνένοχοί του;» 

«Να συλληφθούν κι αυτοί. Όλοι!» 

«Μέσα στους συνωμότες, Αύγουστε», είπε ο αδελφός της Θεοδώρας κάνοντας τάχα πως κόμπιαζε,

«υπάρχει κάποιος που ίσως θα 'πρεπε να εξαιρεθεί». 

«Καμιά εξαίρεση!» φώναξε ασυγκράτητος ο Θεόφιλος. 

«Ούτε για την κόρη του Ευστρατίου;» 

Ο Θεόφιλος έμεινε εμβρόντητος. Η Κασσιανή ανάμεσα στους πρωταίτιους της συνωμοσίας; Την

είχαν παρασύρει λοιπόν οι καλόγεροι ως το σημείο αυτό; Πέρασαν λίγα λεπτά δραματικής πάλης.

Πώς να υποχωρήσει και να κάνει για χάρη της μια εξαίρεση, που λίγο πριν αρνιόταν τόσο

κατηγορηματικά; Στράφηκε προς το μέλλοντα γυναικαδελφό του, τον κοίταξε επίμονα και είπε

βαριά: 

«Βάρδα, πρόσεξε! Βραβεύω αυτόν που αγαπά τον αγώνα μου αλλά εκείνον που τον δολιεύεται τον

χτυπώ αμείλικτα... Είσαι βέβαιος ότι η κόρη αυτή έχει αναμειχθεί στη συνωμοσία;»  

Αντί να απαντήσει, ο Βάρδας κάλεσε ένα σπαθάριο.  

«Οδήγησε εδώ τη δουλίσκη και τον ευνούχο». 

Ο Βάρδας ήξερε τι έκανε. Και οι μηχανορραφίες του ήταν πάντα καλά οργανωμένες. Πράγματι, και ο

ευνούχος και η δουλίσκη που οδηγήθηκαν αμέσως μπροστά στον αυτοκράτορα βεβαίωσαν όσα ο

Βάρδας είχε πει στον Θεόφιλο. Οι δυο αυτοί υπηρέτες του μεγάρου του Ευστράτιου αποκάλυψαν

ότι ο Ναυκράτιος πήγαινε συχνά στο αρχοντικό του πατρικίου και συνομιλούσε ώρες ολόκληρες με

την Κασσιανή. Σε μια τέτοια συνομιλία τους ο ηγούμενος ανήγγειλε στην Κασσιανή ότι έφτασε η

ώρα της δράσης και της ζήτησε να τεθεί επικεφαλής του λαού που θα ξεσηκωνόταν σε ανταρσία. Κι

εκείνη, κατέληγαν σύμφωνοι οι δυο ψευδομάρτυρες, δέχτηκε με χαρά. 

Πώς μπορούσε ν' αμφιβάλλει ο Θεόφιλος; Όλα έδειχναν ότι η Κασσιανή ήταν ένοχη. Προφανώς είχε

παρασυρθεί από το φανατισμό της και ίσως από την αποστροφή της εναντίον του Θεόφιλου.  

«Να συλληφθεί!» είπε σε μια έκρηξη θυμού. «Ναι, να συλληφθεί και η κόρη του Ευστρατίου!»  

Δεν ήταν μόνο η οργή που έπνιγε την ώρα εκείνη κάθε άλλη σκέψη του Θεόφιλου. Ήταν κι ο

πληγωμένος του εγωισμός, που δεχόταν καινούργιο χτύπημα. Αυτή η νέα πράξη της Κασσιανής του

έδειχνε για μια φορά ακόμα ότι η αγέρωχη κόρη του Ευστράτιου δεν έτρεφε γι' αυτόν κανένα

αίσθημα. Κι αν είχε νιώσει κάτι, θα ήταν τόσο ρηχό, ώστε στην πρώτη δοκιμασία έσβησε, χάθηκε.  

Page 66: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 66/173

Digitized by 10uk1s

«Γυναίκα είναι κι αυτή!» έλεγε μέσα του μια φωνή που είχε καιρό να ακούσει, η φωνή του παλιού

του μισογυνισμού, που άρχιζε πάλι να ξυπνά. «Το στέμμα κι όχι εμένα είχε αγαπήσει. Κι όταν το

έχασε, γύρισε εύκολα στην πρώτη αγάπη της, την εικονολατρία, που φαίνεται ότι για τους

μανιακούς αυτούς είναι ένα πάθος που μπορεί να πνίξει κάθε άλλο αίσθημα». 

Σε λίγο μια κουστωδία σπαθάριων έφτασε στο μέγαρο του Ευστράτιου. Χωρίς να δώσουν καμιά

εξήγηση, όρμησαν προς το γυναικωνίτη. Με γυμνωμένα τα σπαθιά, λες κι ήταν να συλλάβουν

φονιά, μπήκαν μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιο της Κασσιανής. Βρήκαν τη θεοσεβή κόρη να στέκεται

μπροστά σε μια εικόνα του Ναζωραίου και να προσεύχεται, Προσέφευγε συχνά η Κασσιανή στην

εικόνα εκείνη. Το βλέμμα του Εσταυρωμένου, που είχε τόσο πόνο και τόση εγκαρτέρηση, της θύμιζε

πόση οδύνη επιφυλάσσει καμιά φορά η Θεία Πρόνοια στα ανθρώπινα πλάσματα. Έτσι είχε

προσφύγει στο γλυκό Ναζωραίο και την ημέρα εκείνη, που χωρίς καμιά συγκεκριμένη αφορμή την

είχε κυριέψει μαύρη απελπισία. Στην ηλικία που κάθε ζωντανό λουλούδι ανθοβολεί, αυτή είχε

αρχίσει να μαραίνεται. Η καρδιά της διψούσε γι' αγάπη. 

«Ναι, Κύριε!» ψιθύριζε, καθώς στεκόταν με ενωμένα τα χέρια μπροστά στον Εσταυρωμένο.«Γνωρίζω ότι οι ηδονές του κόσμου τούτου είναι σταγόνες μπροστά στον ωκεανό της ευτυχίας που

απλώνεται εκεί πάνω για τους πιστούς Σου. Μα είμαι τόσο νέα, τόσο νέα. Διψώ για λίγη εγκόσμια

χαρά και ευτυχία. Νιώθω πως αμαρτάνω, αλλά ευσπλαχνίσου με την άμοιρη  – είμαι μονάχα είκοσι

δύο χρονών και δεν εγεύθηκα καμιά χαρά. Αλλά και πάλι, Θεέ μου, όχι όπως ποθώ εγώ, αλλά όπως

είναι το θέλημα το δικό σου!» 

Αυτά προσευχόταν η Κασσιανή, όταν όρμησαν  στο δωμάτιό της και την άρπαξαν βίαια οι

σπαθάριοι. Η γενναία κόρη ξαφνιάστηκε, ανησύχησε. Ωστόσο, δεν τα 'χασε. Ρώτησε γιατί τη

συλλάμβαναν, όμως κανείς δεν της έδωσε απάντηση. 

Σε λίγο, με δύο σπαθάριους μπροστά και δύο πίσω, η Κασσιανή διέσχιζε τους απέραντουςδιαδρόμους του παλατιού. Κατάπληκτη ακόμα αλλά κρατώντας την ψυχραιμία της, βάδιζε με το ίδιο

αγέρωχο βήμα που είχε και την προηγούμενη φορά, όταν πήγαινε να πάρει το χρυσό μήλο της

εκλογής. Ξαφνικά, από ένα διασταυρούμενο διάδρομο των ανακτόρων πρόβαλε η Θεοδώρα

ακολουθούμενη από μερικές αρχόντισσες. Οι σπαθάριοι προσκύνησαν τη μέλλουσα Αυγούστα, η

Κασσιανή όμως, που ξαναβρήκε μεμιάς όλη την υπερηφάνειά της, ούτε καν έσκυψε το κεφάλι. Η

Θεοδώρα δάγκωσε τα χείλη. 

«Τόσο με μισείς, λοιπόν, Κασσιανή;» είπε με οργή η αδελφή του Βάρδα. «Και δεν συλλογίζεσαι ότι

ένα τέτοιο μίσος μπορεί να πληρωθεί με δάκρυα;» 

«Είμαι έτοιμη!» απάντησε η Κασσιανή και γύρισε αλλού το πρόσωπο, με περιφρόνηση. 

Η Θεοδώρα κατάλαβε ότι δεν έπρεπε να συνεχίσει. Η προηγούμενη συνάντησή της με την Κασσιανή

στην παννυχίδα της Ευαγγελιστρίας της είχε μάθει πόσο επικίνδυνο ήταν να προκαλεί αυτή την

αδάμαστη κόρη. Γι' αυτό, παίρνοντας κι εκείνη ύφος αγέρωχο, απομακρύνθηκε. Τη γέμιζε η

ικανοποίηση ότι στην αδυσώπητη μονομαχία που είχε αρχίσει εδώ και μήνες για το λαμπρότερο

στέμμα της οικουμένης, είχε επιτέλους νικήσει αυτή. 

Είχε μπει στο παλάτι η Κασσιανή αλύγιστη, μα όσο προχωρούσε προς τα διαμερίσματα του

Θεόφιλου τόσο ένιωθε το θάρρος της να υποχωρεί. Αλλόκοτη λιποψυχία την κυρίευε. Θα αντίκριζε

εκείνον! Θα βρισκόταν πάλι μπροστά στον άνδρα που είχε αγαπήσει με τόσο πάθος  –και που στο

βάθος αγαπούσε πάντα – αλλά θα αντίκριζε και τον αυταρχικό ηγεμόνα, το φανατισμένο

Page 67: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 67/173

Digitized by 10uk1s

εικονομάχο, που ήθελε, που έπρεπε να μισεί τώρα πια. Κι αλήθεια, ήταν ώρες που η Κασσιανή

ένιωθε μίσος σχεδόν γι' αυτόν τον αλαζονικό αυτοκράτορα, τον πεισματάρη άνδρα. Μέσα της

πάλευαν έχθρα κι αγάπη, λατρεία και αποστροφή. Ήταν στιγμές που την κυρίευε η οργή εναντίον

του ανθρώπου που για χάρη του εγωισμού του είχε ποδοπατήσει την αγάπη της. Και τότε ένιωθε

πως θα μπορούσε να κάνει ακόμα και κακό μεγάλο στο σκληρόκαρδο αυτόν άνδρα, που είχεσπαράξει την καρδιά της. Έρχονταν όμως άλλες στιγμές που ξεχνούσε κάθε ταπείνωση και του

συγχωρούσε τα πάντα. Τότε η αγάπη θέρμαινε και πάλι την καρδιά της και πικρό παράπονο για τη

χαμένη ευτυχία ανέβαινε απ' τα βάθη της ψυχής της.  

Μια από τις στιγμές αυτές, της συγγνώμης, ήταν και τούτη εδώ. Όσο πλησίαζε στην αίθουσα που

την περίμενε εκείνος τόσο πιο πολύ αισθανόταν τα θερμά κύματα της αγάπης να ξεσπούν μέσα της

και να σκεπάζουν, να λιώνουν τους πάγους της καρδιάς. 

 Όταν μπήκε στην ιδιαίτερη αίθουσα, ο Θεόφιλος σηκώθηκε απ' το γραφείο του, προχώρησε προς το

μέρος της και την κοίταξε με βλέμμα επίμονο. Εκείνη δάμασε τη συγκίνηση της, κατάφερε πάλι να

επιβληθεί στον εαυτό της και να κρύψει τα αισθήματά της κάτω από την αλύγιστη υπερηφάνειάτης, που τόσες συμφορές της είχε φέρει. 

Ο Θεόφιλος έριξε μια φευγαλέα ματιά στους δυο αδελφούς της Θεοδώρας που ήταν παρόντες και

είπε: 

«Κατηγορείσαι, κόρη του Ευστρατίου, ότι έχεις αναμειχθεί εις στάσιν. Και μάλιστα εις στάσιν που

αποβλέπει να εκμηδενίσει το έργον του αυτοκράτορα πατέρα μου. Η κατηγορία είναι πολύ βαριά.

Δεν θέλω να πιστέψω ότι είναι δυνατόν να ενέχεσαι σε μια τέτοια φοβερή συνωμοσία». 

«Κι όμως, ενέχεται!» είπε ο Βάρδας, που στεκόταν πίσω από το βασιλέα και περίμενε ν' αρπάξει τη

στιγμή. 

Ο Θεόφιλος τον κοίταξε με αυστηρότητα. 

«Λοιπόν, Βάρδα», του είπε, «ας ακούσουμε. Ποιος κατηγορεί την κόρη αυτή;» 

«Εγώ!» φώναξε με θράσος ο Πετρωνάς, που καραδοκούσε πίσω απ' τον Βάρδα, και έκανε δυο

βήματα μπροστά. 

Κοίταξε την Κασσιανή με το στυγνό του βλέμμα και φώναξε: 

«Καταγγέλλω ότι η νέα αυτή συνωμοτεί! Μαζί με τον ηγούμενο Ναυκράτιο εξεγείρει αυτούς τουςτρελούς, τους εικονολάτρες, και ετοιμάζονται να κατεβάσουν κρυφά όλους τους μοναχούς στη

Βασιλεύουσα, να ξεσηκώσουν και πολίτες, να πάρουν με το μέρος τους και στρατιωτικούς και μέσα

σε μια νύχτα να αναστηλώσουν τις εικόνες. Αρχηγός όλης της συνωμοτικής κινήσεως είναι βέβαια ο

Ναυκράτιος. Η ψυχή όμως της συνωμοσίας είναι αυτή εδώ η κόρη».  

Η Κασσιανή απόμεινε άναυδη. Τέτοια βρομερή συκοφαντία! Θέλησε να διαμαρτυρηθεί αμέσως, να

φωνάξει, να αποκαλύψει την πλεκτάνη, μα η πληγωμένη αξιοπρέπειά της τη συγκράτησε. Έλπιζε ότι

ο Θεόφιλος θα αντιλαμβανόταν μόνος του ότι όλα αυτά ήταν ψεύδη ασύστολα. Και σώπασε. Αλλά ο

Θεόφιλος παρεξήγησε τη σιωπή της. Ωστόσο, θέλησε να τη βοηθήσει.  

«Πετρωνά», είπε με απειλητικό τόνο στη φωνή του. «Θέλω αποδείξεις καθαρές». 

Page 68: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 68/173

Digitized by 10uk1s

«Θα τις έχει ο Αύγουστος», απάντησε με ιταμότητα εκείνος. 

Κι αμέσως στράφηκε στην Κασσιανή: 

«Ομολογείς ότι είσαι εικονολάτρις φανατική;» 

«Σέβομαι και τιμώ τις άγιες εικόνες!» αποκρίθηκε με παρρησία η κόρη του Ευστράτιου.  

Ο Θεόφιλος, που μόνο η λέξη «εικονολάτρης» ήταν αρκετή για να τον εξοργίσει, ταράχτηκε, ενώ ο

Πετρωνάς γαυριώντας εξακολουθούσε τις ερωτήσεις: 

«Ερχόταν συχνά στο μέγαρό σας ο Ναυκράτιος;» 

«Είναι ο πνευματικός πατήρ μου». 

«Συνομιλούσατε ώρες ολόκληρες στο διαμέρισμά σου;» 

«Μου εξηγούσε τα ιερά κείμενα». 

Ο Θεόφιλος τα είχε χάσει. Τα λόγια της Κασσιανής αποτελούσαν σχεδόν μια ομολογία. Άλλωστε, ο

σατανικός Πετρωνάς δεν του άφηνε καιρό να σκεφτεί προσεκτικότερα. Εξακολουθούσε αμείλικτος: 

«Επήγαινες στα γυναικεία μοναστήρια; Για να εξεγείρεις τις μοναχές;...» 

«Ως ευσεβής κόρη επήγαινα. Αλλά για να προσεύχομαι». 

«...Και έδωσες στον Ναυκράτιο μια εικόνα που παρίστανε τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου;»  

Πήγε να δακρύσει η Κασσιανή. Θυμήθηκε ότι την εικόνα αυτή την προόριζε άλλοτε για τον Θεόφιλο. 

«Πραγματικά!» ψιθύρισε συγκινημένη. «Είχα ζωγραφίσει αυτή την εικόνα για άλλο σκοπό. Έπειτα

όμως την εδώρισα στον άγιο ηγούμενο των Στουδιτών». 

«Άγιος είναι μόνο ο Θεός!» φώναξε με προσποιητή οργή ο Βάρδας. «Ο Ναυκράτιος είναι όργανο

διαβολικής συνεργίας». 

«Βλαστημάς, άρχοντα», είπε με σθένος η Κασσιανή και κοίταξε κατάματα το θανάσιμο εχθρό της. 

Τώρα ο Θεόφιλος μόλις μπορούσε να κρύψει την ταραχή του. Έβλεπε ότι δεν μπορούσε να υπάρξει

αμφιβολία πως η Κασσιανή ήταν αναμειγμένη στη συνωμοσία. Συνεπώς θα βρισκόταν στη σκληρή

ανάγκη να διατάξει τη φυλάκισή της. Δεν υπήρχε πια τρόπος υποχώρησης. Είχε εκτεθεί με όσα είχε

δηλώσει τόσο κατηγορηματικά στον Βάρδα. 

Θέλησε να καταβάλει μια τελευταία προσπάθεια. Στράφηκε προς τον Πετρωνά και είπε με ύφος

αυστηρό: 

«Αυτά που καταγγέλλουν οι δυο μάρτυρές σου μπορεί να δείχνουν ότι η αρχόντισσα είναι

εικονολάτρις αμετανόητη, όμως δεν αποδεικνύουν ότι είναι αναμεμειγμένη και στη συνωμοσία που

κατήγγειλες. Η συνωμοσία είναι έγκλημα βαρύ. Τιμωρείται και με θάνατο. Πώς είναι δυνατόν να

Page 69: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 69/173

Digitized by 10uk1s

στείλω μια γυναίκα σε ισόβια κάθειρξη, εάν το έγκλημά της δεν είναι αποδεδειγμένο κατά τρόπο

που να μην επιδέχεται αμφισβήτηση; Θέλω αποδείξεις ακλόνητες, Πετρωνά». 

Μα ο αδελφός της Θεοδώρας είχε στήσει την πλεκτάνη του με περίτεχνη πανουργία κι είχε λάβει τα

μέτρα του. 

«Έχει δίκιο ο Αύγουστος», απάντησε, «να μου ζητά αποδείξεις αδιαφιλονίκητες. Τις έχω έτοιμες». 

Και με ένα σατανικό μειδίαμα βγήκε από την αίθουσα, για να ξαναμπεί ακολουθούμενος από έναν

καλόγερο και μια νέα. Η Κασσιανή αναγνώρισε στο πρόσωπο του καλόγερου το μοναχό Ανθέμιο,

τον αφοσιωμένο μαθητή του Ναυκράτιου, και στο πρόσωπο της νέας την έμπιστη θεραπαινίδα της,

την Άννα. Αυτοί οι δυο ψευδομάρτυρες έρχονταν να προδώσουν το δάσκαλό του ο ένας, την κυρά

της η άλλη. Τους είχε και τους δυο εξαγοράσει με χρυσάφι και υποσχέσεις ο αδελφός της

Θεοδώρας. Και οι συκοφαντίες που σε λίγο αράδιασαν κι οι δυο τους με θράσος ανείπωτο εναντίον

της Κασσιανής παρουσίασαν την κόρη του Ευστράτιου ως πραγματική ένοχο στάσης κατά του

αυτοκράτορα και του νόμου. 

«Εγώ μετέφερα απ' το σπίτι της στο κελί του ηγουμένου  μου την εικόνα της Θεοτόκου, που θα είχαν

οι επαναστάτες ως λάβαρο την ώρα της εξεγέρσεως!» είπε ο πουλημένος καλόγερος. 

«Ο Ναυκράτιος εδίσταζε», κατήγγειλε η θεραπαινίδα. «Αλλά η κυρία μου του έδινε θάρρος. Την

άκουσα να του λέει: "Μη φοβάσαι. Εγώ θα αναλάβω την ευθύνη. Και ο αυτοκράτορας δεν θα

καταδιώξει εμένα"». 

«Στη μονή», πρόσθεσε ο Ανθέμιος, «όλοι οι πατέρες έλεγαν ότι μπροστά στην Κασσιανή θα

ξεθυμάνει η οργή του Αυγούστου». 

«Και άκουσα ακόμα την κυρία μου», είπε η θεραπαινίδα, «να λέει ότι η ίδια τριγύριζε στην Πόλη και

εξήγειρε τις αφελείς γυναίκες και διέδιδε ότι ο Θεόφιλος θέλει να περάσει διά στόματος μαχαίρας

όσους προσκυνούν τις άγιες εικόνες». 

Η Κασσιανή άκουγε κι έφριττε. Το μέγεθος της συκοφαντίας τής παρέλυε το νου και την καρδιά. Η

πληγωμένη της αξιοπρέπεια την έπνιγε. Έβλεπε ότι είχε πέσει θύμα πλεκτάνης, αλλά γι' αυτόν

ακριβώς το λόγο αγανακτούσε κατά του Θεόφιλου, που τον έβλεπε να δίνει προσοχή και πίστη σε

τέτοιες αθλιότητες. Τόσο άγριο, λοιπόν, ήταν το μίσος που φώλιαζε στην καρδιά του κατά των

εικονολατρών, ώστε να του θολώνει το μυαλό και να μην τον αφήνει να ξεχωρίσει το ψέμα από την

αλήθεια; Στράφηκε και τον κοίταξε επίμονα. Και είδε στο βλέμμα του οργή κι είδε το ύφος του, που

ήταν σαν να την επέπληττε βαριά, σαν να την κατηγορούσε. Τότε ορθώθηκε μέσα της η αγέρωχηγυναίκα που δεν καταδέχεται να παρακαλέσει. 

«Όχι, δεν του αξίζει καμιά απάντηση!» σκέφτηκε με πείσμα κι έστρεψε αλλού το βλέμμα. 

Κι αληθινά, ο Θεόφιλος δεν ήταν πια κύριος του εαυτού του. Όταν τελείωσαν οι ψευδομάρτυρες να

αραδιάζουν τις συκοφαντικές κατηγορίες τους, σηκώθηκε από το κάθισμά του και με μια χειρονομία

νευρική διέταξε όλους, και τους «μάρτυρες» και τον Βάρδα και τον Πετρωνά, να φύγουν από το

τρίκλινο. Μόνος τώρα με την Κασσιανή, στάθηκε αντίκρυ της και με φωνή αυστηρή της είπε:  

«Συνωμοτείς, λοιπόν; Και φθάνεις να εκμεταλλεύεσαι ακόμα και τα αισθήματα που σου είχε δείξει

κάποτε ο βασιλέας σου; Και γίνεσαι όργανο τυφλό στα χέρια των πιο απαίσιων εχθρών μου, για να

Page 70: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 70/173

Digitized by 10uk1s

σκάψεις τα θεμέλια του θρόνου και του έργου μου;» 

Η Κασσιανή ένιωσε ως τα βάθη της καρδιάς της τη βαριά προσβολή. Παράπονο πικρό τη συνεπήρε.

Μα συγκρατήθηκε και πάλι. Κι η αγανάκτηση ξανάρθε να πνίξει κάθε άλλο συναίσθημα. Με ύφος

ψυχρό αποκρίθηκε: 

«Δεν μ' έσυραν μπροστά σου, Αύγουστε, για να με βρίσεις, αλλά για να με δικάσεις». 

«Επρόδωσες τα αισθήματα που είχα για σένα!» 

«Κι εσύ επρόδωσες την απέραντη εκτίμηση που είχα προς το νέο αυτοκράτορα του Βυζαντίου». 

«Αυτό δεν είναι τόλμη πια, είναι θράσος! Και τέτοιο θράσος μόνο σε μια ειδωλολάτρισσα

ταιριάζει». 

«Ειδωλολάτρες δεν είναι αυτοί που προσκυνούν τις άγιες εικόνες, αλλά εκείνοι που τιςκαταδιώκουν με λύσσα». 

«Η οργή σου και τα ασυλλόγιστα λόγια σου φανερώνουν την ενοχή σου».  

«Ένοχη μπροστά σε έναν επί γης βασιλέα σημαίνει αθώα εμπρός στον Βασιλέα των Ουρανών». 

«Θα τιμωρηθεί η ύβρις σου!» 

«Τιμώρησέ με. Το μόνο που σου μένει πια να κάμεις. Αλλά θα είναι η δεύτερη φορά που θα

γελιέσαι και θα παίρνεις το θάρρος μου για θράσος, την υπερηφάνειά μου για αλαζονεία, τα δίκαια

λόγια μου για ύβρεις. Όσο σκληρά όμως και αν με τιμωρήσεις, εγώ δεν θα πάψω να θλίβομαι που οαυτοκράτορας του Βυζαντίου δεν βρίσκεται εκεί ψηλά, όπου τον είχε ανεβάσει η αγνή φαντασία

μιας κόρης της Βασιλεύουσας». 

Ο Θεόφιλος δεν μπορούσε πια ν' ακούσει ούτε λέξη. Έρμαιο του θυμού του καθώς ήταν τώρα,

χτύπησε ένα μικρό κύμβαλο και μ' ένα νεύμα διέταξε τους σπαθάριους, που μπήκαν τρεχάτοι στην

αίθουσα, να οδηγήσουν έξω την Κασσιανή. 

Δεν πέρασαν πολλές ώρες από τη στιγμή εκείνη κι ο Θεόφιλος άφηνε όλη την οργή του να ξεσπάσει

πάνω στους καλόγερους που συλλάμβαναν διαρκώς οι δρουγγάριοι του Πετρωνά. Μια σειρά νέων

διωγμών έδωσε το δικαίωμα στον αδελφό του Βάρδα να καταφύγει στις πιο σκληρές και βίαιες

διώξεις. 

Αναστατώθηκε η Βασιλεύουσα. Στα μοναστήρια άρχισαν να κάνουν λιτανείες και ολονύκτιες

δεήσεις. Πολλοί καλόγεροι ξεκινούσαν να φύγουν μακριά από την Πόλη. Αγώνας δεινός είχε

ξεσπάσει ανάμεσα στους ρασοφόρους και στον αυτοκράτορα. Φυλακίσεις, εξορίες, ακόμα και

βασανιστήρια είχαν διαταχθεί για τους ενεχόμενους. 

Ωστόσο, η συνωμοσία είχε αποδειχθεί. Ο Ναυκράτιος ήταν πράγματι ο πρωτοστάτης και το σχέδιό

του περιελάμβανε γενική εξέγερση όλων των μοναχών. Η Κασσιανή δεν είχε, βέβαια, καμιά σχέση μ'

όλα αυτά, αλλά η εξέγερση είχε όντως οργανωθεί. Οι καλόγεροι, χιλιάδες ολόκληρες, θα έμπαιναν

ξαφνικά την ορισμένη ώρα στη Βασιλεύουσα και τη νύχτα θα αναστήλωναν τις εικόνες σ' όλες τις

εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης. Έτσι τουλάχιστον σχεδίαζαν να κάνουν. 

Page 71: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 71/173

Digitized by 10uk1s

Ο Θεόφιλος, όσο έρχονταν στο φως οι λεπτομέρειες αυτές τόσο καταλαμβανόταν από μανία.

Μάταια ο Ιωάννης ο Γραμματικός, ο σοφός του δάσκαλος και πολύπειρος σύμβουλος,

προσπαθούσε να του εμπνεύσει μετριοπάθεια και επιείκεια για τους υπαιτίους. Ο Θεόφιλος ήταν

ανένδοτος. 

«Θα τους συντρίψω!» απαντούσε στο σοφό Βυζαντινό και μόλο το σεβασμό που του είχε, αρνιόταν

ν' ακούσει καν τις συμβουλές του πολύπειρου δασκάλου του.  

«Αύγουστε», επέμενε ο Ιωάννης, «μην παραφέρεσαι. Η οργή εχάλασε βασίλεια. Ο θυμός μοιάζει με

άλογο αφηνιασμένο κι αλίμονο σε κείνον που βρίσκεται στη ράχη του». 

«Θα τους αφανίσω!» φώναζε ο Θεόφιλος φανατισμένος. 

Ο στρατός, που μισούσε τους καλόγερους όσο τον αποστρέφονταν κι εκείνοι, επικροτούσε όλα τα

μέτρα που λάμβανε ο Θεόφιλος, ακόμα και τα πιο σκληρά. Οι μορφωμένοι ήταν επίσης με το μέρος

του, το ίδιο και η επίσημη Εκκλησία. Μόνο ο κλήρος των μοναστηριών και οι λαϊκές τάξεις,προπάντων δε οι γυναίκες, αναθεμάτιζαν μέρα και νύχτα το «νέο Αντίχριστο». 

Ωστόσο, λίγες μέρες μετά την ανακάλυψη της συνωμοσίας, ο Θεόφιλος κατάλαβε ότι θα έπρεπε να

φυλακίσει και να εξορίσει το μισό Βυζάντιο, αν ήθελε να βγει νικητής σ' αυτή την πεισματωμένη

πάλη. Κατάλαβε ακόμα ότι οι εικονολάτρες είχαν παντού φίλους, παντού συνεργάτες, κρυφούς και

φανερούς, ακόμα και μέσα στο ίδιο το παλάτι είχαν κατορθώσει να βάλουν πολλούς ανθρώπους

τους. Άρχισε να φοβάται την προδοσία, τους κατασκόπους. Έφτασε να μην εμπιστεύεται ούτε τους

πιο αφοσιωμένους συνεργάτες του. Μέσα σ' αυτή την απογοήτευση και την αηδία που δοκίμαζε,

αισθάνθηκε την ανάγκη ενός αγαπημένου προσώπου, που να μπορεί ελεύθερα κι ακίνδυνα να του

ανοίξει την καρδιά του. Ο πατέρας του ήταν άρρωστος, κατάκοιτος, η μητριά του κατά βάθος

συμπαθούσε, ακόμα τους εικονολάτρες. Σκέφτηκε λοιπόν τη Θεοδώρα, τη μέλλουσα γυναίκα του,που τη νόμιζε φίλη και οπαδό της μεταρρυθμιστικής μερίδας. Και ένα απόγευμα πήγε, χωρίς να

προειδοποιήσει, στα διαμερίσματά της. Ένιωθε τον εαυτό του απομονωμένο και πάνω στη μοναξιά

έλπιζε ότι στη Θεοδώρα μπορούσε να 'βρισκε μια καρδιά έτοιμη να συγκινηθεί και να ενθουσιαστεί

με τα ίδια όνειρα και τους ίδιους σκοπούς που συγκινούσαν και ενθουσίαζαν τον ίδιο. 

Ανακάλυψε ότι γελιόταν οικτρά. Είχε φτάσει μπροστά στην ιδιαίτερη αίθουσα όπου η ωραία μνηστή

του περνούσε τις ημέρες της περιμένοντας τη στέψη. Και ήταν έτοιμος να παραμερίσει τα

παραπετάσματα, όταν άκουσε μια ανδρική φωνή να λέει: 

«Ανησυχείς άδικα, Θεοδώρα. Όλα πάνε καλά για μας. Το σχέδιό μας επέτυχε. Εκείνη που φοβόσουν

βρίσκεται στη φυλακή. Ο Θεόφιλος τη μισεί όσο και τις αμαρτίες του. Κι αυτό το χρωστάς σε μένακαι στον Πετρωνά. Οι μάρτυρες που παρουσιάσαμε την ενοχοποίησαν σοβαρά». 

«Κι αν η Κασσιανή θελήσει να μιλήσει;» 

«Δεν θα κερδίσει τίποτα. Γιατί τώρα ο Αύγουστος είναι απόλυτα βέβαιος για την ενοχή της. Εξάλλου

είναι τόσο το μίσος του κατά των εικονολατρών, ώστε δεν θέλει πια ν' ακούσει ούτε μια λέξη

συμπαθείας γι' αυτούς. Για κανέναν τους. Ούτε και γι' αυτή που άλλοτε ελάτρευε». 

«Κι όμως, δεν θα ησυχάσω, Βάρδα, παρά την ημέρα της στέψης. Εξάλλου, τρέμω μήπως ο Θεόφιλος

πληροφορηθεί ότι κι εγώ η ίδια λατρεύω τις άγιες εικόνες». 

Page 72: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 72/173

Digitized by 10uk1s

«Δεν θα το πληροφορηθεί. Ο Πετρωνάς εξαφάνισε τους τρεις καλόγηρους που γνώριζαν την

αληθινή σου πίστη». 

«Ωστόσο, αδελφέ μου, δεν πρέπει να εξοργίζετε τόσο πολύ τον Θεόφιλο κατά των εικονολατρών.

Αυτό μπορεί να βλάψει κι εμάς τους ίδιους αργότερα». 

«Αργότερα θα είναι αργά!» φώναξε με σαρκασμό ο Βάρδας. «Τότε θα είσαι πια η αυτοκράτειρα». 

Ο Θεόφιλος οπισθοχώρησε πελιδνός. Τέτοια προδοσία! Η αγανάκτηση τον έπνιξε. Για μια στιγμή

έκανε να σύρει το ξίφος του και να ορμήσει μέσα, καταπάνω στο δόλιο Βάρδα. Μα κάτι τον

κράτησε. Μια άλλη σκέψη πέρασε σαν αστραπή απ' το μυαλό του. Απομακρύνθηκε αμέσως από την

αίθουσα εκείνη και σε λίγο έβγαινε βιαστικός από το παλάτι. 

 Έξω από τη Βασιλεύουσα ήταν το γυναικείο μοναστήρι της Παντάνασσας. Οι πανύψηλοι τοίχοι και ησιδερένια εξώπορτά του το έκαναν να φαίνεται περισσότερο σαν φυλακή παρά σαν ησυχαστήριο.

Το μοναστήρι αυτό το χρησιμοποιούσε κάποτε το παλάτι και ως φυλακή των γυναικών της

ανώτερης τάξης που είχαν παραβεί το νόμο. Την ηγουμένη τη διάλεγε πάντοτε ο βασιλιάς, για να

'χει έτσι ένα δεσμοφύλακα της απόλυτης εμπιστοσύνης του, και η μοναχή Μακρίνη, που

ηγουμένευε την εποχή εκείνη, ήταν μα την αλήθεια ο καλύτερος δεσμοφύλακας που μπορούσε να

βρει ο Θεόφιλος. Όταν οι σπαθάριοι της έφεραν την Κασσιανή, η Μακρίνη, με το ενστικτώδες μίσος

της άσχημης γυναίκας για κάθε ωραία ομόφυλή της, έκλεισε την όμορφη κόρη του Ευστράτιου σ'

ένα κελί που βρισκόταν ψηλά, απομονωμένο. Της φέρθηκε όπως σε μια φυλακισμένη. Την έβαλε να

κοιμηθεί σε αχυρένιο στρώμα, της άφησε λίγο ψωμί και νερό μονάχα και διπλομαντάλωσε πίσω της

την πόρτα. Και μέσα στο ανήλιαγο εκείνο κελί, η φυλακισμένη αρχοντοπούλα άφησε τον πόνο της

να ξεσπάσει ελεύθερα σ' ένα κλάμα όλο παράπονο και πίκρα.  

Πέρασε εκεί μέσα ώρες δοκιμασίας. Διαισθανόταν ότι δεν είχε πέσει θύμα πλάνης, αλλά

μηχανορραφίας του Βάρδα. 

«Θα πρέπει όμως να μ' αγαπά ακόμα ο Θεόφιλος», συλλογιζόταν, «για να με κατατρέχει με τόση

λύσσα ο Βάρδας. Κι όμως, εγώ μόνο αποστροφή νιώθω τώρα πια γι' αυτόν τον άκαρδο και σκληρό

άνδρα». 

 Ένα βράδυ, την ώρα που όλες οι μοναχές βρίσκονταν στο ναό για την αγρυπνία, η Κασσιανή είδε να

μπαίνει στο κελί της ο Λεόντιος, τυλιγμένος μ' ένα μεγάλο μαύρο μανδύα.  

«Εσύ;» ψιθύρισε κατάπληκτη. 

«Ναι, Κασσιανή», αποκρίθηκε ο γενναίος πολεμιστής. «Χθες έφθασα στη Βασιλεύουσα. Δεν

μπορούσα να ησυχάσω εκεί κάτω, στην εξορία μου. Ήθελα να σε δω για μια ακόμα φορά. Ήρθα να

σου ζητήσω ένα τελευταίο ναι... ή τελευταίο όχι». 

«Πώς μπήκες εδώ μέσα;» 

«Η πορτάρισσα είναι εξαδέλφη μου. Μπήκα εύκολα κι ακόμα ευκολότερα μπορώ να φύγω,

παίρνοντας και σένα μαζί μου». 

Page 73: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 73/173

Digitized by 10uk1s

«Μαζί σου; Εμένα;» 

«Φθάνει να το θελήσεις. Έχω ετοιμάσει την απόδρασή σου. Έξω μας περιμένουν άλογα και

αφοσιωμένοι άνθρωποί μου. Πρέπει να φύγεις. Ξέρω καλά ποιος σε κατατρέχει και φοβούμαι για τη

ζωή σου. Ο Βάρδας είναι δόλιος. Δεν είσαι ασφαλής εδώ. Θα σε κρύψω σ' άλλο μοναστήρι,  όπουδεν θα σε βρουν όλοι οι δρουγγάριοι του Πετρωνά». 

Ο Λεόντιος είχε έναν προστακτικό τόνο στη φωνή του. Αλλά και κάτι παράξενο στο ύφος του, κάτι

που πρόδιδε ότι βρισκόταν σε κατάσταση έξαλλη. 

«Απορώ, Λεόντιε», είπε η φυλακισμένη. «Μου προτείνεις να δραπετεύσω. Με ποιο δικαίωμα το

κάνεις;» 

«Με το δικαίωμα της καρδιάς μου! Είναι η δεύτερη φορά που σου μιλώ για την αγάπη μου. Την

πρώτη αρνήθηκες να μ' ακούσεις. Δεν επέμενα τότε γιατί δεν ήξερα ακόμα πόσο πολύ σ' αγαπώ.

Μα εκεί κάτω, στην Παφλαγονία, όπου μ' εξόρισε ο Θεόφιλος, κατάλαβα. Είναι αδύνατον να ζήσωχωρίς εσένα». «Λεόντιε, παρασύρεσαι από το αίσθημά σου...» «Ίσως! Αλλά κι εσύ παρασύρεσαι

από την αγάπη σου για τον Θεόφιλο. Αλλά αυτή σε σέρνει στο χαμό. Η καρδιά ενός εστεμμένου

είναι άστατη και η πορφύρα είναι ένδυμα που γλιστρά εύκολα, χρειάζονται ένα σωρό πανουργίες

και δολιότητες για να την κρατήσεις στους ώμους σου. Κι εσύ είσαι ανίκανη για ένα τέτοιο έργο,

πονηρό και σκοτεινό. Όχι, η πορφύρα δεν είναι για σένα». 

Μιλούσε με θέρμη. Ο έρωτας τον έκανε να βρίσκει λόγια πειστικά, που έκαναν εντύπωση στην

Κασσιανή. Και θα εξακολουθούσε να μιλά με την ίδια φλογερή επιμονή, αν δεν ακούγονταν βαριά

βήματα που πλησίαζαν. Κάποιος ερχόταν στο κελί της φυλακισμένης αρχοντοπούλας.  

«Πολλά τα έτη του Αυγούστου! Καλώς ήλθες ο Δεσπότης και Κύριος!» ακούστηκε ξάφνου η φωνήτης ηγουμένης. 

 Ήταν ο Θεόφιλος. Η Κασσιανή κοίταξε σαν χαμένη τον Λεόντιο, που ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει

τον αυτοκράτορα. 

«Πρέπει να φύγεις», ψιθύρισε με αγωνία η νέα. 

Και προλαβαίνοντας κάθε αντίρρησή του, τον έσπρωξε προς το διπλανό στενό καμαράκι του κελιού.

Την ίδια στιγμή, άνοιξε η πόρτα και παρουσιάστηκε ο αυτοκράτορας.  

Ερχόταν να ικετεύσει συγγνώμη. Η αποκαλυπτική συνομιλία της Θεοδώρας και του Βάρδα τον είχεσυγκλονίσει. Αισθανόταν σαν να βρισκόταν τόσο καιρό σε μια κάμαρα σκοτεινή και ξάφνου άνοιξαν

διάπλατα τα παράθυρα και πλημμύρισαν με φως τα πάντα. Είχε φτάσει να φυλακίσει μια αθώα, τη

γυναίκα που αγαπούσε; Γιατί τώρα το 'βλεπε πάλι, ότι την αγαπούσε όσο κι αν είχε παλέψει να

πνίξει το ερωτικό του πάθος. Έπρεπε να επανορθώσει. 

Η Κασσιανή, μόλο που ήταν θορυβημένη, στάθηκε μπροστά του με αξιοπρέπεια, όπως πάντα, και

τον κοίταξε κατάματα. 

«Έρχεται ο Αύγουστος να δει αν φρουρείται καλά η φυλακισμένη του;» τον ρώτησε με σαρκασμό. 

«Όχι, Κασσιανή!» απάντησε εκείνος, παραβλέποντας τα ειρωνικά λόγια της. «Έρχεται ο Θεόφιλος να

Page 74: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 74/173

Digitized by 10uk1s

αποδώσει δικαιοσύνη. Η αθωότης σου έλαμψε». 

«Τι συγκινητική σκηνή», φώναξε η νέα και τα μάτια της γέμισαν δάκρυα. «Ο δίκαιος βασιλιάς

έρχεται ο ίδιος να βγάλει από τη φυλακή το θύμα του. Ασφαλώς οι χρονικογράφοι του παλατιού του

θα τρέξουν να καταγράψουν στα βιβλία τους την ιστορική αυτή χειρονομία, για να διασωθεί στιςεπερχόμενες γενεές». 

Δεν την τρόμαζε η φυλακή. Τη φαρμάκωνε η σκέψη ότι αυτός που την καταδίκασε με τόσο ελαφριά  

καρδιά ήταν ο άνδρας που είχε λατρέψει σαν θεό της. Και τώρα που τον έβλεπε μεταμελημένο, την

κυρίευε η αγανάκτηση του ανθρώπου που πάσχει άδικα. 

Ο Θεόφιλος δικαιολογούσε την αγανάκτησή της. 

«Ο βασιλιάς είναι άνθρωπος κι αυτός», της είπε. «Κάποτε παρασύρεται, δίνει πίστη στο συκοφάντη

και το μοχθηρό. Μα ο καλός βασιλιάς ξεχωρίζει απ' τον ανάξιο από την ευκολία με την οποία

αναγνωρίζει το σφάλμα του και επανορθώνει το κακό που έχει κάμει. Κασσιανή, δεν έρχομαι μόνονα ζητήσω να λησμονήσεις μια κακή πράξη μου. Έρχομαι, προπάντων, να ζητήσω συγχώρεση γιατί

σ' αδίκησα ακόμα πιο βαριά στην τελετή του Χρυσοτρίκλινου».  

«Μ' αδίκησες;» φώναξε η Κασσιανή με σπαραγμό. «Το λες σαν να ήμουν και τότε κατηγορούμενη

και με δίκαζες, όπως με δίκασες και προχθές, μπροστά στους δυο αγαπημένους αδελφούς της

μέλλουσας Αυγούστας». 

«Σωστά το είπες», απάντησε εκείνος κουνώντας το κεφάλι μελαγχολικά. «Πραγματικά, τη μαύρη

εκείνη μέρα είχα φερθεί σαν δικαστής άτεγκτος και αλύγιστος. Όμως στο βάθος δεν εδίκαζα εσένα,

αλλά εμένα τον ίδιο. Και η απόφαση που έβγαλα ήταν μια καταδίκη του εαυτού μου.

Καταδικάσθηκα να χάσω τη γυναίκα που μου είχε στείλει η καλή μου μοίρα». 

«Μάταια λόγια!» ψιθύρισε η Κασσιανή με πόνο. «Άσκοπη μεταμέλεια. Μοιάζεις με το δικαστή που

αναγνωρίζει ότι επλανήθηκε όταν πια έχει πέσει το κεφάλι του αθώου που έστειλε στο δήμιο με τη

στραβή του απόφαση». 

«Δεν είναι αργά!» φώναξε με απόφαση ο ερωτευμένος Αύγουστος. «Κι αν ήρθα εδώ, δεν ήταν μόνο

για να ζητήσω τη συγγνώμη σου. Ήρθα για να σου πω ότι η καρδιά μου και ο θρόνος μου ανήκουν

σε σένα». 

Η Κασσιανή αναστατώθηκε. Αισθάνθηκε ότι πράγματι ο αγαπημένος της ερχόταν ειλικρινά

μετανιωμένος να επανορθώσει το βαρύ του σφάλμα και για μια στιγμή δοκίμασε τη γλυκιά μέθηπου φέρνει η αναπάντεχη πραγματοποίηση ενός τολμηρού ονείρου που έχει πια σβήσει. Λίγο

ακόμα και θα έπεφτε στην αγκαλιά του. Όμως μια ολέθρια σκέψη πέρασε από το μυαλό της. 

«Με τι ευκολία», συλλογίστηκε, «μου προσφέρει το στέμμα. Έτσι μου το είχε προσφέρει και τότε! Κι

όμως, με την ίδια ευκολία το πήρε απ' το κεφάλι μου για να το τοποθετήσει στο κεφάλι μιας άλλης,

απ' την οποία το ξαναπαίρνει τώρα. Τόσο άστατος είναι; Ή τον κάνει ο εγωισμός του να δείχνει έτσι

επιπόλαιος;» 

Η περιπέτεια που είχε ζήσει είχε κάνει απαισιόδοξη την Κασσιανή. Είχε γελαστεί πολύ σκληρά για

να ξαναπιστέψει τώρα. 

Page 75: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 75/173

Digitized by 10uk1s

«Όχι!» είπε ξαφνικά. «Δεν δέχομαι. Με τρομάζει η άστατη μοίρα κάθε εστεμμένου. Θα χρειάζεται

να παλεύω για να στέκομαι εκεί όπου ζητάς να μ' ανεβάσεις. Και στο Ιερό Παλάτι όποιος θέλει να

παλέψει πρέπει να είναι έτοιμος να φθάσει και στο έγκλημα ακόμα, για να κρατήσει εκείνο που

έχει. Δεν είμαι άξια για τέτοια πάλη, δεν είμαι άξια για τέτοια βασίλισσα!...» 

Ο Θεόφιλος απόμεινε γεμάτος θαυμασμό για την άρνηση της Κασσιανής. Την κοίταζε και

συλλογιζόταν ότι μια τέτοια γυναίκα ανώτερη δεν έπρεπε να τη χάσει. Μα τότε άνοιξε η πόρτα του

διπλανού κελιού και μπήκε ο Λεόντιος. Κάθε άλλον περίμενε ο Θεόφιλος να δει εκτός από το

στρατηγό του. Πότε είχε έρθει; Πώς έφευγε από τη θέση του, τη μακρινή Σελεύκεια, όπου τον είχε

εξορίσει; 

«Λεόντιε!» του είπε τραχιά. «Τι ζητάς εδώ;» 

«Συ νικάς, Αύγουστε!» απάντησε ο στρατηγός και χαιρέτησε στρατιωτικά τον αυτοκράτορα. 

«Εγκατέλειψες το θέμα σου χωρίς διαταγή δική μου;» 

«Περιμένω την τιμωρία μου γι' αυτό το παράπτωμα». 

«Και για τούτο το παράπτωμα, να μπεις στο κελί μιας κόρης που βρίσκεται περιορισμένη με διαταγή

μου, ποια τιμωρία σού πρέπει, στρατηγέ;» 

«Όποια θελήσει ο αυτοκράτορας!» αποκρίθηκε με σθένος εκείνος. «Ήρθα εδώ, γιατί εδώ μ'

οδηγούσε η καρδιά μου». 

«Αυτή δεν είναι γλώσσα ενός πολεμιστή!» 

«Το αναγνωρίζω. Αλλά είναι γλώσσα ενός ανθρώπου που αγαπά και που ζητά δικαιοσύνη από το

βασιλέα και κύριό του!» φώναξε με πάθος ο Λεόντιος.  

«Τι ζητάς από μένα, στρατηγέ;» 

«Να φανεί μεγαλόψυχος ο Αύγουστος. Αγαπά και κείνος όπως αγαπά και ο πιστός του Λεόντιος την

 ίδια γυναίκα, αυτή που βρίσκεται μπροστά μας. Αλλά ο Λεόντιος είναι χαμένος αν χάσει την κόρη

αυτή. Ενώ για τον βασιλέα του αυτή η γυναίκα είναι ένα ειδύλλιο περαστικό, που θα λησμονηθεί

γρήγορα μέσα στις ευθύνες και τις υποχρεώσεις, τα σχέδια και τις φιλοδοξίες που έχει ένας

εστεμμένος. Ο Λεόντιος έσωσε κάποτε τη ζωή του Αυγούστου και πήρε τότε την υπόσχεση ότι

οποιαδήποτε χάρη θα ζητούσε θα του γινόταν. Η υπόσχεσις εκείνη εδόθηκε με όρκο, μολονότι οαπλός λόγος του Θεοφίλου βαρύνει περισσότερο απ' τους όρκους. Λοιπόν, ζητώ από το βασιλέα

μου τη χάρη να συγκατανεύσει στην ένωσή μου με την Κασσιανή».  

Ο Θεόφιλος απόμεινε άναυδος. Ήταν αποφασισμένος να τιμωρήσει σκληρά τον άνθρωπο που

έμπαινε για δεύτερη φορά ανάμεσα σ' αυτόν και την Κασσιανή, μα να τώρα που έβλεπε πως έπρεπε

να εγκαταλείψει κάθε ιδέα τιμωρίας. Αντίθετα, τον καλούσαν να εκπληρώσει μια υπόσχεση που

αποτελούσε χρέος τιμής γι' αυτόν. Βρισκόταν σε πραγματική αμηχανία. Άρχισε να βηματίζει νευρικά

μες στο κελί. Τέλος, νόμισε πως  βρήκε μια λύση που μπορούσε να τον βγάλει απ' το φοβερό

αδιέξοδο. Στράφηκε και είπε: 

«Ο βασιλιάς, στρατηγέ, γνωρίζει να αμείβει τους αφοσιωμένους. Και να κρατά τις υποσχέσεις. Είναι

Page 76: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 76/173

Digitized by 10uk1s

έτοιμος να δώσει τη συγκατάθεση που του ζητούν, αν είναι και η Κασσιανή πρόθυμη να γίνει

γυναίκα του γενναίου Λεοντίου». 

Ο στρατηγός χλόμιασε. Γιατί ήξερε πόσο βαθιά αγαπούσε τον Θεόφιλο η Κασσιανή και πόσο

αδιάφορη ήταν για τον ίδιο. 

«Χάθηκαν όλα!» συλλογίστηκε και κοίταξε την αγαπημένη γυναίκα κατάματα, με αγωνία που δεν

μπορούσε να κρύψει. 

Εκείνη απόμεινε βουβή για λίγα λεπτά. Παρατηρούσε τους δυο άνδρες που περίμεναν την απόφασή

της και με δυσκολία συγκρατούσε τη συγκίνηση της. Η αγωνία του Λεόντιου προκαλούσε τη

συμπάθειά της. Ενώ η θριαμβευτική έκφραση του Θεόφιλου, που ήταν βέβαιος για τη νίκη του,

εξήγειρε πάλι την υπερηφάνειά της. Τόσο σίγουρος, λοιπόν, ήταν για την αγάπη της; 

«Όχι!» σκέφτηκε. «Πρέπει για μια φορά κι αυτή να τον κάμει να πονέσει, να του μάθει πόσο

αβάσταχτη είναι η περιφρόνηση όταν έρχεται από κείνον που αγαπάς. Αυτός ο εγωιστής έπρεπε ναπάθει. Πεισματωμένη, πλησίασε τον Λεόντιο, στάθηκε στο πλάι του και είπε:  

«Αύγουστε, είμαι πρόθυμη να γίνω γυναίκα του Λεοντίου!» 

Κατάπληξη, αγανάκτηση και οδύνη τρικύμισαν την καρδιά του Θεόφιλου. Για λίγο στάθηκε

κοιτάζοντας επίμονα, σαν να μην ήξερε τι έπρεπε να πει. Μα, τέλος, ξαναβρήκε κάπως την

ψυχραιμία του κι ετοιμάστηκε να μιλήσει, να ξεσπάσει σ' ένα χείμαρρο από λόγια... Μα πριν

προφτάσει ν' ανοίξει το στόμα του, κραυγές αγωνίας ακούστηκαν από διάφορα σημεία του 

μοναστηριού. Ο Λεόντιος έτρεξε αμέσως προς την πόρτα, μόλις όμως άνοιξε, είδε ένα θέμα άγριο

και μεγαλοπρεπές. Φλόγες θεόρατες είχαν περικυκλώσει την πτέρυγα του μοναστηριού όπου

βρισκόταν το κελί της Κασσιανής. Είχε πάρει φωτιά το μοναστήρι. Οι καλόγριες   έτρεχαν μ'αλλοφροσύνη ζητώντας τρόπο να σωθούν. Άλλες είχαν παραλύσει κι έπεφταν στα γόνατα, ζητώντας

βοήθεια από τους ουρανούς. 

Η πυρκαγιά αυτή ήταν ένα από τα έργα του φανατισμού και της θρησκοληψίας. Ένας μοναχός

ονόματι Γαβριήλ, εικονολάτρης παθιασμένος, είχε βάλει τη φωτιά στο μοναστήρι αυτό που

θεωρούσε ένα από τα προπύργια της εικονομαχίας. Από καιρό ο μανιακός αυτός έφερνε βόλτες

γύρω από τη μονή, παραμονεύοντας την κατάλληλη στιγμή. Και τη νύχτα εκείνη, όταν είδε και τον

Θεόφιλο, τον «θεοκατάρατο εστεμμένο», να μπαίνει στη «μονή του Σατανά», καθώς την έλεγε, δεν

δίστασε. Μ' ένα δαυλό έβαλε τη φωτιά. 

Το μοναστήρι είχε κυκλωθεί ολούθε από τις φλόγες. Παμπάλαιο το κτίριο, κατασκευασμένο σχεδόνολόκληρο με ξύλα, γινόταν γρήγορα παρανάλωμα του πυρός. Ο  Αύγουστος, ο Λεόντιος και η

Κασσιανή κινδύνευαν να καούν ζωντανοί. 

«Πρέπει να περάσουμε γρήγορα μέσα απ' τις φλόγες! Δεν μας μένει τίποτε άλλο!» φώναξε ο

Λεόντιος κι ετοιμάστηκε να σηκώσει στα χέρια του την Κασσιανή. Ο Θεόφιλος όρμησε κι αυτός

μπροστά και  προσπάθησε να βγάλει την πόρτα του κελιού που άρχισε να καίγεται. Μα καθώς

πήγαινε να κάνει μια βίαιη κίνηση γλίστρησε στο κατώφλι, έπεσε και χτύπησε άσχημα στο πόδι.

Τώρα ήταν αδύνατο πια να κινηθεί. Το δυστύχημα καθυστέρησε λίγο τον Λεόντιο. Όταν τελείωσε

ένα πρόχειρο δέσιμο που έκανε στο πόδι του βασιλιά του, είδε ότι είχε χάσει πολύτιμο χρόνο. Ήταν

ζήτημα αν θα πρόφταινε πια να περάσει δυο φορές ανάμεσα απ' τις φλόγες. Την Κασσιανή θα την

περνούσε ασφαλώς. Τον Θεόφιλο, όμως; Θα μπορούσε να τον σώσει κι   αυτόν; Για μια στιγμή

Page 77: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 77/173

Digitized by 10uk1s

ταλαντεύθηκε. Ο έρωτάς του πάλεψε με το καθήκον προς τον αρχηγό του, προς τον αυτοκράτορα

του Βυζαντίου, προς τον Ισαπόστολο. Αλλά νίκησε η αγάπη του. Στράφηκε απότομα κι έκανε να

πάρει στα χέρια του την Κασσιανή. Μα εκείνη τον απώθησε. 

«Τον Αύγουστο πρώτα!» του είπε με φωνή που παλλόταν από συγκίνηση. «Μην ξεχνάς ότι τοΒυζάντιο έχει αυτή την ώρα ανάγκη από έναν άξιο αυτοκράτορα. Και ο Θεόφιλος είναι ο βασιλιάς

που μπορεί να σώσει τη χώρα μας από τους κινδύνους που την περιτριγυρίζουν». 

Ο Λεόντιος μετάνιωσε και γονάτισε με σεβασμό μπροστά στο βασιλιά του. Ο Θεόφιλος έσκυψε

αμέσως και τον ανασήκωσε. Μια στιγμή δισταγμού κι έπειτα οι δυο επιφανείς άνδρες του

Βυζαντίου αγκαλιάστηκαν αυθόρμητα. Μα δεν είχαν καιρό να χάσουν σε περισσότερες εκδηλώσεις.

Ο Λεόντιος, αποφασιστικός όπως πάντα, σήκωσε τον Αύγουστο και κρατώντας τον στα γερά του

μπράτσα όρμησε μέσα στις φλόγες. Όταν η Κασσιανή τους έχασε απ' τα μάτια της, άρχισε να τρέμει

από αγωνία. Ανησυχούσε για τον Λεόντιο, τον πολεμιστή με την ωραία ψυχή και την ευγενική

καρδιά. Μα η μεγάλη ανησυχία της ήταν για τον Θεόφιλο. 

Πέρασαν στιγμές δραματικές για την Κασσιανή. Οι φλόγες είχαν τυλίξει το κελί της, είχαν καλύψει

τις δυο πόρτες, είχαν αποκλείσει κάθε δρόμο σωτηρίας. Όμως το φόβο της έπνιγε η αγωνία για την

τύχη του Θεόφιλου. Τέλος, φάνηκε ο Λεόντιος. Έτρεξε πάνω του με λαχτάρα. 

«Είναι καλά;» τον ρώτησε, μην μπορώντας να κρύψει την ταραχή της. 

Ο γενναίος στρατηγός κατάλαβε και κούνησε το κεφάλι, κατηγορώντας το κακό ριζικό του. Μα δεν

ήταν καιρός για τέτοιες σκέψεις. 

«Ναι, είναι ασφαλής», απάντησε λακωνικά και σκύβοντας πήρε την Κασσιανή στα χέρια.  

Στάθηκε μπροστά στις φλόγες, αναμέτρησε την απόσταση που τον χώριζε απ' το διάδρομο κι

ύστερα χύθηκε μέσα στη φωτιά. Με τρία γρήγορα πηδήματα πέρασε ανάμεσα απ' τις φλόγες, βγήκε

στο διάδρομο κι άρχισε να τρέχει προς τον περίβολο της μονής. Ένιωθε πόνο και χαρά συγχρόνως.

 Ήταν περίλυπη η ψυχή του γιατί είχε μια ακόμα απόδειξη πόσο αξερίζωτο ήταν το αίσθημα της

Κασσιανής προς τον Θεόφιλο. Όμως ένιωθε μαζί και μια παράξενη ευτυχία. Κρατούσε σφιχτά στην

αγκαλιά του τη γυναίκα των ονείρων του κι αυτό πλημμύριζε τις αισθήσεις του από μια θέρμη που

δεν ήταν ηδονή, αλλά μια ζέστη που έφτανε ως τα βάθη της καρδιάς. Αυτός ο τραχύς πολεμιστής

αισθανόταν όπως ο έφηβος που αγγίζει πρώτη του φορά το χέρι της αγαπημένης κόρης –κι ας ήξερε

ότι η γυναίκα αυτή δεν του ανήκε, ότι ανήκε για πάντα σ' άλλον άνδρα, σ' έναν άνδρα που ωστόσο η

μοίρα τον απομάκρυνε ολοένα από κοντά της... 

 Όταν ύστερα από μια ώρα έφτασε απ' το παλάτι μια κουστωδία σωματοφυλάκων για να

παραλάβουν τον τραυματισμένο βασιλιά, ο Θεόφιλος κάλεσε κοντά του την Κασσιανή και τον

Λεόντιο, τους κοίταξε για λίγο αμίλητος και τέλος, στρέφοντας αλλού το βλέμμα, για να κρύψει ένα

δάκρυ που πήγαινε να προδώσει τη συγκίνησή του, είπε: 

«Γενναίε Λεόντιε, θα χαιρόμουν πολύ να βρεθώ στους γάμους σου μ' αυτή την κόρη που... Ναι,

αξίζετε κι οι δυο σας κάθε ευτυχία!... Μόνο στη δική σου λατρεία θα βρει η Κασσιανή την ευτυχία

που της αξίζει». 

Page 78: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 78/173

Digitized by 10uk1s

Την επομένη ο Θεόφιλος ανήγγειλε στους παλατιανούς ότι είχε αποφασίσει να επισπεύσει τους

γάμους του. Θα γίνονταν δυο μήνες νωρίτερα απ' την καθορισμένη ημέρα και η σπουδή αυτή

ξένισε. Κανείς όμως δεν μάντεψε ότι αυτή η βία οφειλόταν στην ψυχική δοκιμασία που περνούσε ο

Θεόφιλος, από τη στιγμή που έδωσε τη συγκατάθεσή του για τους γάμους της Κασσιανής. 

Γιατί να δώσει τη βασιλική του συγκατάθεση; Και σήμερα ακόμα, παρά τα όσα είχαν συμβεί, θα

'τρεχε να πέσει στα πόδια της Κασσιανής, να της ζητήσει ταπεινά να ξαναγυρίσει κοντά του  – κοντά

του ήταν η θέση της! Μα τώρα πια ήταν πολύ αργά. 

Πέρασε πάλι μέρες δύσκολες. Πολλές φορές έκανε να πάρει μια τρελή απόφαση, να ξεχάσει

υποσχέσεις και όρκους που είχε δώσει στον Λεόντιο, να λησμονήσει και μνηστείες και έθιμα της

Αυλής και να τρέξει εκεί όπου η ευτυχία του τον καλούσε. Μα η ευθύνη που βάραινε τους

νεανικούς ώμους του, η σκληρή ανάγκη που του επέβαλλε το γόητρο της πορφύρας, τον

συγκρατούσε. Μια νύχτα, πάνω σε μια κρίση απ' τις πιο οδυνηρές, μην έχοντας τι άλλο να κάνει,

πού αλλού να ζητήσει βοήθεια, κατέφυγε στον αγαπητό του αστρολόγο, στον ξακουσμένο σοφό του

Βυζαντίου Αρριανό. Ήταν σαν να 'θελε να ζητήσει από τ' άστρα και τις μυστηριακές δυνάμεις τουστερεώματος την απολύτρωση, που τόσο ποθούσε, μια λύση στο δράμα του. 

Ο Θεόφιλος ήταν από τους λίγους ηγεμόνες του καιρού του που δεν διατηρούσε μάγους στην Αυλή

του. Όμως για την αστρολογία έτρεφε εκτίμηση. Αν και η Εκκλησία την καταδίκαζε ως

ειδωλολατρική εκδήλωση, την εποχή εκείνη η αστρολογία θωρούνταν  επιστήμη, και μάλιστα

επιστήμη νέα και σπουδαία. Για τον Αρριανό, προπάντων, ο Θεόφιλος έτρεφε θαυμασμό απέραντο

και πίστευε τις προφητείες του σχεδόν τυφλά. Θέλησε λοιπόν να εξετάσει αν το πεπρωμένο του

ήταν δεμένο με το πεπρωμένο της Κασσιανής, αν τα άστρα ευνοούσαν την ένωσή τους.  

Ο Αρριανός άκουσε σιωπηλός τον Θεόφιλο κι ύστερα βυθίστηκε ώρα πολλή στη μελέτη των

ζωδιακών κύκλων των δύο ερωτευμένων. Όταν σήκωσε το κεφάλι, το σοβαρό του βλέμμαφανέρωνε λύπη. Ωστόσο, μίλησε χωρίς περιφράσεις: 

«Η κόρη του Ευστρατίου, Αύγουστε», είπε ο διάσημος αστρολόγος, «θα περιβληθεί με δόξα, αλλά

δεν θα είναι η δόξα της πορφύρας. Στο κεφάλι της βλέπω να λάμπει ένας κύκλος, αλλά δεν είναι απ'

το στέμμα το βασιλικό, είναι απ' το φεγγίον της αγιοσύνης. Οι ζωδιακοί σας κύκλοι απέχουν πολύ. Ο

δικός σου, Αύγουστε, ενώνεται, συμπλέκεται, διαχωρίζεται αλλά και πάλι μπαίνει μέσα στον κύκλο

μιας άλλης γυναίκας. Όχι, Αύγουστε, τα άστρα δεν ευνοούν την ένωσή σου με την κόρη του

Ευστρατίου». 

Τα λόγια που πρόφερε ο ξακουστός αστρολόγος με ύφος υποβλητικό, προφητικό, αντήχησαν στ'

αφτιά του Θεόφιλου σαν μοιραία λόγια του πεπρωμένου. Δεν μπορούσε να μην τα πιστέψει. Άλλωστε, μήπως η πραγματικότητα, τα μέχρι τώρα γεγονότα, δεν έδειχναν καθαρά ότι η προφητεία

του αστρολόγου έκρυβε την αλήθεια; Μήπως, μήνες τώρα, δεν αγωνίζονταν μάταια, κι αυτός και η

Κασσιανή, να πλησιάσουν, να δεθούν, να ενωθούν; Ένιωθε πως στεκόταν πάνω τους μια δύναμη

υπερκόσμια, το αμείλικτο χέρι της μοίρας, που κάθε φορά κατέβαινε βαρύ και τους χώριζε. 

«Πεπρωμένο!» συλλογίστηκε με βαθιά πίκρα ο Θεόφιλος και σηκώθηκε απ' το κάθισμα όπου

καθόταν μισή ώρα προσμένοντας το μεγάλο λόγο του Αρριανού. 

 Έφυγε με καρδιά περίλυπη μέχρι θανάτου. Αλλά και με μια απόφαση σκληρή, τελεσίδικη. Και την

επομένη έδινε διαταγή να επισπευσθούν  οι γάμοι. Γιατί είχε πειστεί ότι το ριζικό δεν ήθελε την

ένωσή του με τη γυναίκα των ονείρων του. Αλλά και γιατί ήθελε να γλιτώσει πια απ' την

Page 79: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 79/173

Digitized by 10uk1s

αβεβαιότητα και να προφυλαχτεί από τις παρορμήσεις της καρδιάς του, που κάποτε του έδινε

παράφορες συμβουλές. 

Η ημέρα των γάμων του ξημέρωσε πανηγυρική για ολόκληρο το Βυζάντιο. Και πράγμα

απροσδόκητο· για πρώτη φορά ένα τέτοιο μεγάλο γεγονός έβρισκε σύμφωνο όλο το λαό τηςΒασιλεύουσας. Οι οπαδοί της εικονομαχίας γιόρταζαν τη χαρά του Αυγούστου τους, αλλά και οι

εικονολάτρες πανηγύριζαν κρυφά, γιατί ήξεραν ότι στο θρόνο του Βυζαντίου, δίπλα στον αμείλικτο

διώκτη των εικόνων, θα καθόταν η Θεοδώρα, μια κρυφή αλλά ορκισμένη εικονολάτρισσα. 

Η τελετή των γάμων είχε την εκθαμβωτική λαμπρότητα των μεγάλων εορτών του Βυζαντίου. Μέσα

σ' ένα παλλαϊκό πανηγύρι, ο πατριάρχης έστεψε τη Θεοδώρα βασίλισσα και κατόπιν στεφάνωσε το

αυτοκρατορικό ζεύγος. Σ' όλη τη διάρκεια της τελετής, οι παλατιανοί δεν άφηναν από τα μάτια τους

τον Θεόφιλο. Αλλά ο Θεόφιλος κρατούσε για τον εαυτό του τη μελαγχολία που βάραινε την ψυχή

του. Η μορφή του, ανέκφραστη, δεν πρόδιδε τίποτε. Είχε ξαναγίνει ο Αύγουστος που πάνω απ' όλα

βάζει τη βασιλική του αξιοπρέπεια. 

 Όταν τελείωσε η τελετή της στέψης, άρχισε η πομπή. Το άρμα των νεόνυμφων, περιστοιχιζόμενο

από τους τιτουλάριους με τις φανταχτερές στολές, ξεκίνησε απ' το ναό της Αγίας Σοφίας κι άρχισε

να διασχίζει τη μεγάλη λεωφόρο που περνούσε μέσα απ' την καρδιά της Βασιλεύουσας. Και σε λίγο

βρέθηκε μπροστά στο μέγαρο του Ευστράτιου. Ο Θεόφιλος δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Γύρισε κι

είδε. Στον εξώστη στεκόταν η Κασσιανή. 

Δυο μέρες μετά την πυρκαγιά της Παντάνασσας, η Κασσιανή είχε μνηστευθεί με τον Λεόντιο. Σ'

αυτή τη μνηστεία έβλεπε ένα μέσο να επιβάλει στην καρδιά της εκείνο που το λογικό της

συμβούλευε. Ήθελε με κάθε τρόπο να ξεχάσει τον Θεόφιλο. Για το συμφέρον το δικό του και για τη

δική της ευτυχία. Έτσι, η νέα χειρονομία της ήταν μια πράξη απόγνωσης, μια διέξοδος, μια λύση στο

ερωτικό της δράμα. Κι αμέσως μετά τη μνηστεία της βάλθηκε μ' όλες τις δυνάμεις της ν'ανταποκριθεί στην υπόσχεση που έδωσε. Πίεζε τον εαυτό της να ανακαλύπτει στο μνηστήρα της

χίλια δυο προτερήματα, να τον βρίσκει αξιαγάπητο, να δυναμώνει με κάθε τρόπο τα αισθήματα

συμπάθειας και εκτίμησης που ανέκαθεν έτρεφε γι' αυτόν. Έβαζε τον Λεόντιο να της διηγείται τη

ζωή του, να της μιλά για τα όνειρά του, του μιλούσε και η ίδια με τρυφερότητα, με θέρμη.  

«Θα λησμονήσω τον Θεόφιλο!» έλεγε κι ξανάλεγε στον εαυτό της. 

Κι όμως, η καρδιά της την πρόδιδε και πάλι. Στις ώρες των πιο απόκρυφων λογισμών της ερχόταν

κυριαρχική η ανάμνηση του αγαπημένου άνδρα. Κι έφτανε να θυμηθεί το αρρενωπό του πρόσωπο

για να νιώσει δάκρυα ν' ανεβαίνουν στα μάτια της. Αναστέναζε βαθιά και προσπαθούσε τότε να

βρει παρηγοριά στην ποίηση. Αλλά και η ποίηση την πρόδιδε. Από την έμπνευσή της ξεπετιόντανστίχοι θλιμμένοι που έκρυβαν ένα λυγμό, που ήταν μια παθητική ελεγεία για τη χαμένη ευτυχία της. 

Τη στέψη του Θεόφιλου και της Θεοδώρας την καρτερούσε με αγωνία που μεγάλωνε όσο ζύγωνε ο

καιρός. Προς στιγμήν είπε να φύγει, να απομακρυνθεί από τη Βασιλεύουσα. Μα ούτε γι' αυτό δεν

βρήκε το κουράγιο. Έμεινε στο σπίτι της. Κι έζησε ώρες απαίσιες. 

 Όταν τη μοιραία ημέρα, κλεισμένη μέσα στην κάμαρά της, άκουσε τις ζητωκραυγές του λαού,

καθώς περνούσε κάτω από το μέγαρό της η γαμήλια πομπή, όταν άκουσε τη βουή της ατέλειωτης

πομπής, τα «Συ νικάς, Θεόφιλε! Συ νικάς, Θεοδώρα!» των κηρύκων που πήγαιναν μπροστά και

σάλπιζαν θριαμβευτικά, ένιωσε κάτι να ραγίζει μέσα της. Βγήκε ή, μάλλον, σύρθηκε με κόπο ως τον

εξώστη της κάμαράς της και κοίταξε την πομπή που κήδευε με τόσο φανταχτερή μεγαλοπρέπεια το

Page 80: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 80/173

Digitized by 10uk1s

όνειρό της. Στύλωσε τα μάτια της, που ήταν θολά από τα δάκρυα και σκοτεινά από την αγωνία, στο

άρμα που βρίσκονταν οι εστεμμένοι νυμφίοι. 

Είδε τον Θεόφιλο, είδε προπάντων τη Θεοδώρα στο πλάι του και κόπηκε η πνοή της. Και θα 'πεφτε

λιπόθυμη, αν τη στιγμή εκείνη δεν διασταυρωνόταν το βλέμμα της με το βλέμμα της Θεοδώρας,που άστραφτε από χαρά. Τότε η σβησμένη ματιά της Κασσιανής ζωήρεψε ξαφνικά. Η ζήλια την

έκανε να ορθωθεί, να σηκώσει πάλι το κεφάλι και να στυλώσει κοφτερό σαν μαχαίρι το βλέμμα της

στα αυθάδη μάτια της αδελφής του Βάρδα. Αν μπορούσε να της ρίξει μαχαίρι, να τη χτυπήσει

κατάστηθα, να τη θανατώσει! Χωρίς να έχει επίγνωση τι έκανε, τράβηξε απότομα δυο άσπρα ρόδα

που ήταν καρφιτσωμένα στο φόρεμά της και με μια κίνηση βίαιη τα πέταξε κάτω.  

«Χαίρε, Θεόφιλε!» φώναξε με πάθος. 

Τα ρόδα, σαν ένα ζευγάρι λαβωμένα περιστέρια, έγραψαν μια καμπύλη στο κενό κι έπεσαν στο

γαμήλιο άρμα, μπροστά στα πόδια του πορφυρογέννητου. Κι εκείνος έσκυψε, πήρε τα

τριαντάφυλλα και τα έφερε στα χείλη του κι ύστερα έριξε ένα βλέμμα στην αγαπημένη κόρη. Είχετόση περιπάθεια, τόση λατρεία η ματιά εκείνη... Αυτό το βλέμμα ήταν η καλύτερη εκδίκηση που

μπορούσε να πάρει η αδικημένη, η άμοιρη αρχοντοπούλα, από την καλόμοιρη, την καλότυχη

Θεοδώρα. 

Page 81: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 81/173

Digitized by 10uk1s

 ΑΣΕΛΗΝΟΣ ΕΡΩΣ

Η Θεοδώρα ήταν τώρα αυτοκράτειρα του Βυζαντίου. Η πορφύρα που είχε ρίξει στους ώμους της ο

Θεόφιλος είχε καλύψει τα παλιά, είχε κάνει να λησμονηθεί ο ανώμαλος τρόπος που κέρδισε το

στέμμα. Έτσι ή αλλιώς αυτή είχε νικήσει. Με τι θριαμβευτικό ύφος θα ξαναντίκριζε την Κασσιανή ηαμείλικτη αντίπαλός της! Με τι κομπασμό θα την έβλεπε, όταν σύμφωνα με το παλαιό έθιμο της

«πρόσκυψης», θα πήγαινε η Κασσιανή να σκύψει ως τη γη και να προσκυνήσει με ευλάβεια τη

γαληνότατη δέσποινα, την αυτοκράτειρα Θεοδώρα. Την επομένη της στέψης όλες οι πατρικίες, όλες

οι τιτουλάρισσες της Βασιλεύουσας, θα περνούσαν από την ονομαστή αίθουσα του Μαργαρίτη,

όπου πάνω σ' ένα ολόχρυσο θρόνο θα στεκόταν η νέα Αυγούστα και θα την προσκυνούσαν με

βαθιά ταπεινοσύνη. Μαζί μ' όλες έπρεπε να περάσει κι η Κασσιανή. Μα όχι, δεν θα της έδινε και τη

χαρά αυτή. Τέτοιο εξευτελισμό δεν θα μπορούσε να τον ανεχτεί. Προτιμούσε να σύρει πάνω της

οποιαδήποτε τιμωρία παρά να προσκυνήσει τη γυναίκα που μισούσε και περιφρονούσε. 

Δεν πήγε. Κι ήταν η μόνη αρχοντοπούλα που τόλμησε να κάνει αυτή την ανταρσία. Η απουσία της

έγινε φυσικά αισθητή και νέο  σκάνδαλο ξέσπασε πάλι. Όλη η Βασιλεύουσα έμαθε αμέσως τηνκαινούργια περιφρονητική χειρονομία της Κασσιανής κι όλοι περίμεναν με περιέργεια να μάθουν

τις συνέπειες που θα είχε η τολμηρή πράξη της κόρης του Ευστράτιου. Και δεν άργησε να εκδηλωθεί

η οργή του παλατιού ή, μάλλον, της νέας Αυγούστας, που πήρε βαριά την ύβρη της μεγάλης της

αντιπάλου. Μόλις τελείωσαν οι γιορτές της στέψης  –που κράτησαν μια ολόκληρη εβδομάδα – η

πρωτοβεστιτόρισσα Αγγελίνα επισκέφτηκε πάλι το μέγαρο του πατρικίου Ευστράτιου και

ανακοίνωσε ότι η Αυγούστα τιμωρούσε την Κασσιανή με περιορισμό ενός μηνός σ' ένα από τα

γυναικεία μοναστήρια της Πόλης. Την τιμωρία, σύμφωνα με το πρωτόκολλο, την επέβαλε η

Αυγούστα Ευφροσύνη. Δεν ήθελε, βέβαια, να λάβει αυτό το μέτρο εναντίον της Κασσιανής, που τη

συμπαθούσε πάντα, αλλά το ανακτορικό πρωτόκολλο όριζε έτσι και κανένας δεν μπορούσε να το

παραβλέψει. Ούτε ο Θεόφιλος ο ίδιος. Έπρεπε να σωθεί η αξιοπρέπεια του παλατιού.  

 Έτσι, για δεύτερη φορά η Κασσιανή πήρε το δρόμο του μοναστηριού ή, πιο σωστά, της φυλακής –

γιατί ένα είδος φυλάκισης ήταν αυτός ο μηνιαίος περιορισμός της στο μοναστήρι. Η μόνη χάρη που

μπόρεσε να της κάνει η Ευφροσύνη ήταν να της αφήσει το δικαίωμα εκλογής της μονής. Κι εκείνη

διάλεξε το Ασκητήριο της Ανθούσας. 

Το ασκητήριο βρισκόταν στα προάστια της θεοφύλακτης πόλης. Η ηγουμένη του, η Ανθούσα, ήταν

άλλοτε αρχόντισσα επιφανής, αλλά είχε την ατυχία να αγαπηθεί κι αυτή από έναν πορφυρογέννητο,

τον κατόπιν αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ'. Η μητέρα του πρίγκιπα είχε σχεδιάσει άλλο γάμο για το

γιο της. Και για να τον εμποδίσει να νυμφευθεί την αγαπημένη του, έκλεισε την Ανθούσα στο

μοναστήρι εκείνο για πάντα! 

Η Ανθούσα υποδέχτηκε με στοργή την Κασσιανή, που η δραματική της ιστορία έμοιαζε με τη δική

της τραγωδία. Σε λίγες μέρες τα δυο αυτά θύματα των ανακτορικών ραδιουργιών είχαν συνδεθεί με

θερμή φιλία. Ώρες ολόκληρες έμεναν μαζί οι δυο καταδιωγμένες κι άνοιγε η μια στην άλλη την

καρδιά της. 

Η Κασσιανή περνούσε νέα ψυχική δοκιμασία. Η απόφαση που είχε πάρει πριν από δυο εβδομάδες

να ξεχάσει για πάντα τον Θεόφιλο και να παντρευτεί με τον Λεόντιο έσβηνε μέσα της σιγά σιγά. Είχε

πάρει την απόφαση αυτή σε μια στιγμή που την έπνιγε η αγανάκτηση για τη σκληρή στάση του

αγαπημένου της. Όμως τώρα, όσο περνούσαν οι μέρες, έβλεπε τι δύσκολο που ήταν να εκτελέσει 

εκείνο που είχε υποσχεθεί στον Λεόντιο και στον εαυτό της. Κι ένιωθε ότι δεν θα μπορούσε να βρει

ευτυχία κοντά σε άλλον  άνδρα. Θα 'ταν δυο φορές δυστυχισμένη δίπλα στον Λεόντιο. Γιατί

Page 82: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 82/173

Digitized by 10uk1s

αισθανόταν ότι δεν θα κατόρθωνε ποτέ να νιώσει έρωτα γι' αυτόν. Και γιατί, ζώντας στη

Βασιλεύουσα, γυναίκα ενός επιφανούς στρατηγού, θα 'ταν υποχρεωμένη να πηγαίνει στο παλάτι,

όπως όλες οι τιτουλάρισσες, και ν' αντικρίζει συχνά τον άνδρα που ποτέ δεν θα κατόρθωνε να

ξεριζώσει απ' την καρδιά της και τη γυναίκα που μισούσε τώρα μ' όλη της την ψυχή. Κι η Θεοδώρα,

με τη σειρά της, δεν θα άφηνε ευκαιρία να μην την ταπεινώσει. 

Αυτές οι σκέψεις κέρδιζαν σιγά σιγά έδαφος μέσα της. Και παραμέριζαν την απόφαση να

παντρευθεί με τον Λεόντιο. Όχι. Δεν έπρεπε, για να γιατρέψει την πληγή της, ν' ανοίξει καινούργια.

Δεν έκρυψε τις σκέψεις της αυτές απ' το μνηστήρα της. Όταν ήρθε να τη δει στο ασκητήριο, του

μίλησε με ειλικρίνεια. Ο Λεόντιος πάλεψε να τη μεταπείσει, αλλά η Κασσιανή επέμενε.  

«Λεόντιε», του είπε, «νιώθω το πάθος σου και ξέρω πόσο φοβερά είναι τα λόγια μου για σένα,

όμως συλλογίζομαι το μέλλον. Τρέμω στη σκέψη ότι δεν θα μπορέσω να σου χαρίσω την αγάπη και

την ευτυχία που θα σου χρωστώ και που σου αξίζουν». 

Ο γενναίος στρατηγός κατάλαβε ότι η απόφαση της Κασσιανής ήταν αμετάκλητη. Όμως τηνξαναείδε την άλλη μέρα, και την άλλη, της ξαναμίλησε, αγωνίστηκε να της αλλάξει γνώμη, μα του

κάκου. Στο τέλος, υπέκυψε. 

«Μπορεί να 'χεις και δίκιο!» είπε προσπαθώντας να κρύψει το σπαραγμό του. «Είσαι ελεύθερη,

Κασσιανή. Σε απαλλάσσω από την υπόσχεση που μου 'δωσες. Όμως, να μην ξεχνάς ότι σε μένα έχεις

ένα φίλο έστω, μα αφοσιωμένο μ' όλη την ψυχή του! Δεν υπάρχει τίποτα που να μην είμαι έτοιμος

να το τολμήσω, αν με προστάξεις». 

 Έτσι, ο ερωτευμένος πολεμιστής έφυγε συντετριμμένος. Ωστόσο, έφυγε με τη σκληρή απόφαση να

λησμονήσει κι αυτός. Θα πάλευε με το πάθος του και θα νικούσε... Κούφια ελπίδα. Ο μεγάλος

έρωτας δεν ξεριζώνεται παρά μαζί με την καρδιά μας. 

Περνούσαν οι μέρες και στην ψυχή της Κασσιανής η μελαγχολία γινόταν όλο και πιο βαριά. Ένα

δειλινό περπατούσε με τη μοναχή στον κήπο. 

«Καλή μου», έλεγε η Ανθούσα, «έφτασα κι εγώ ως τα σκαλοπάτια του θρόνου, κι όμως, δοξολογώ

τον Κύριο που μ' έσωσε από τις πικρίες της πορφύρας. Μη σε ξεγελά η λαμπρότητα του παλατιού».  

«Με παρεξήγησες, αδελφή», απάντησε η Κασσιανή. «Μάρτυς μου ο Θεός αν με κάνουν να

υποφέρω οι φιλοδοξίες και τα όνειρα να γίνω Αυγούστα. Οι πόθοι της καρδιάς, αυτοί είναι που με

κρατούν ανάστατη». 

«Πόθοι επικίνδυνοι! Ο Θεόφιλος ανήκει σε άλλη. Καλή ή κακή, η Θεοδώρα είναι πια, εμπρός σε Θεό

και ανθρώπους, η γυναίκα του. Τι μπορείς να ελπίζεις;» 

«Τίποτα! Τώρα πια τίποτα!» 

Μια βοή παράξενη διέκοψε τη συνομιλία τους. Και σε λίγο φάνηκε μια νεαρή μοναχή που ήρθε

τρέχοντας κοντά τους. 

«Αδελφή Ανθούσα», είπε, «έξω είναι λαός πολύς και καλόγηροι. Κρατούν εικόνες και λάβαρα.

Θέλουν να δουν την αρχόντισσα Κασσιανή». 

Page 83: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 83/173

Digitized by 10uk1s

 Ήταν μια από τις συνηθισμένες θρησκευτικές διαδηλώσεις που σχηματίζονταν κάθε τόσο, τις

ταραχώδεις εκείνες ημέρες. Το πλήθος περιέτρεχε τους δρόμους της Βασιλεύουσας για να

διαδηλώσει την πίστη του στην εικονολατρία. Γιατί, παρά τις διώξεις που είχε διατάξει ο Θεόφιλος,

ή μάλλον εξαιτίας αυτών των μέτρων βίας, η εξέγερση των εικονολατρών είχε φουντώσει. Σχεδόν

κάθε μέρα γίνονταν παρόμοιες διαδηλώσεις που συχνά αναγκάζονταν να διαλύουν με τη λόγχη οιπερίφημοι βαράγγοι, οι μισθοφόροι της φρουράς του παλατιού. Μια τέτοια διαδήλωση είχε φτάσει

και την ημέρα εκείνη έξω από το Ασκητήριο της Ανθούσας. Τετρακόσιοι περίπου ρασοφόροι και

λαϊκοί είχαν έρθει για να επευφημήσουν την Κασσιανή. Όσο η ιστορία της γινόταν γνωστή σε

πλατύτερα στρώματα του λαού τόσο μεγάλωνε η συμπάθεια του κόσμου. Η τολμηρή της απάντηση 

στον Θεόφιλο, κατά την τελετή της εκλογής, προξενούσε βαθύτατη εντύπωση στο λαό. Ο πολύς

κόσμος που δεν ήξερε, που έκρινε απ' τα φαινόμενα, έβλεπε στο πρόσωπο της κόρης του

Ευστράτιου μια απόστολο της αληθινής πίστης του Κυρίου, που περιφρόνησε τον εικονομάχο

βασιλιά κι αρνήθηκε το στέμμα. Έτσι, σιγά σιγά, γινόταν για τους εικονολάτρες σύμβολο το όνομα

της Κασσιανής. 

Επικεφαλής της διαδήλωσης ήταν ένας ταραχοποιός καλόγερος, ο Σαββάτιος, μανιακός όπως όλοιοι τυφλωμένοι. Αυτός παρουσιάστηκε στην Κασσιανή, ακολουθούμενος από δέκα άλλους

ρασοφόρους, και της ζήτησε να βγει στο προαύλιο. Εκείνη αρνήθηκε, μα ο Σαββάτιος έκανε σαν

δαιμονισμένος. 

«Ο λαός φωνάζει, περιμένει να σε επευφημήσει, δέσποινα! Δεν πρέπει να τον περιφρονήσεις». 

«Μα δεν είμαι άξια για τέτοια τιμή», προφασίστηκε με σεμνότητα η Κασσιανή. 

«Μια αρχόντισσα που ετόλμησε να βροντοφωνάξει την πίστη της εμπρός σ' έναν αυτοκράτορα είναι

άξια για κάθε τιμή». 

Η Κασσιανή εξακολούθησε να αρνείται. Αλλά ο Σαββάτιος επέμενε. Κάλεσε κι άλλους καλόγερους κι

όλοι μαζί με φωνές και παρακλήσεις κατόρθωσαν στο τέλος να φέρουν εν πομπή έξω στο προαύλιο

την πατρικία. Στην εμφάνισή της, ο λαός αλάλαξε. 

«Ιδού», φώναξε ο Σαββάτιος, «η επιφανής αρχόντισσά μας, από την οποία έκλεψαν οι μιαροί

εικονομάχοι το στέμμα του Βυζαντίου». 

«Να την ανακηρύξουμε εμείς Αυγούστα!» άρχισαν να φωνάζουν μεθυσμένοι από φανατισμό. 

«Χαίρε η Αυγούστα του ευσεβούς λαού!» 

Η Κασσιανή, ανίκανη να ανακόψει την παραφορά του πλήθους, παρακαλούσε να την αφήσουν να

αποσυρθεί. Ανησυχούσε σοβαρά για το τέλος της περιπέτειας αυτής, στην οποία είχε μπλεχτεί τόσο

περίεργα. Κι ακόμα, αγανακτούσε όταν άκουγε το μανιασμένο εκείνο πλήθος να βρίζει και να

καταριέται τον Θεόφιλο. Όσο όμως κι αν αγανακτούσε, ήταν και στιγμές που η αφοσίωση εκείνη

του ανώνυμου πλήθους τη συγκινούσε κατάκαρδα. Οι κραυγές «Συ νικάς, Κασσιανή!» την

αναστάτωναν, ξυπνούσαν καημούς παλιούς που κοιμούνταν μέσα της. 

«Χαίρε η εκλεκτή της Θεοτόκου!» φώναζε το πλήθος κι άρχισε να μετανίζεται μπροστά στην

αναστατωμένη κόρη. 

Ξάφνου, φάνηκαν καμιά πενηνταριά έφιπποι σπαθάριοι που έτρεχαν προς το μέρος της

Page 84: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 84/173

Digitized by 10uk1s

συγκέντρωσης. Μπροστά τους κάλπαζε ο Πετρωνάς, που είχε πληροφορηθεί πολύ γρήγορα από

τους κατασκόπους του τις σκηνές εκείνες, κι ερχόταν να διαλύσει το φανατισμένο πλήθος. Στην

εμφάνιση των ιππέων οι εικονολάτρες αγρίεψαν περισσότερο. Έμειναν στη θέση τους, έτοιμοι στην

ανάγκη και να χτυπηθούν. Αλλά ο πανούργος Πετρωνάς άλλα είχε στο νου του. Μόλις έφτασε,

πλησίασε την Κασσιανή και, χωρίς να κατεβεί από το άλογό του, είπε στην  ανύποπτη κόρη: 

«Ώστε, λοιπόν, πάλι εσύ! Αμετανόητη, προκλητική, έτοιμη να εξεγείρεις τους αφελείς αυτούς

πιστούς». 

Η Κασσιανή τον κοίταξε με περιφρόνηση. Αλλά ο Πετρωνάς, υποκρινόμενος τον αγανακτισμένο,

εξακολούθησε: 

«Η μεγαλοψυχία του Αυγούστου σού συνεχώρησε το πρώτο βαρύ σου έγκλημα. Αλλά τώρα δεν

πιστεύω ότι ο αυτοκράτωρ θα θελήσει να εξαντλήσει όλη την επιείκειά του και να σ' αφήσει ξανά

ελεύθερη να συνωμοτείς. Γιατί τώρα συλλαμβάνεσαι επ' αυτοφώρω να κινείς το λαό σε στάση.

Εμπρός, σπαθάριοι, πάρτε την και κλείστε τη σ' ένα κελί της μονής! Θα μείνει αυστηράπεριορισμένη, ωσότου αποφασίσει για την τύχη της ο ίδιος ο Αύγουστος». 

Και με τα λόγια αυτά έριξε μια τελευταία ματιά, γεμάτη μίσος, προς την Κασσιανή που τον κοίταζε

με αηδία, και στρέφοντας απότομα το άλογό του, έφυγε με καλπασμό. 

Μα το πλήθος των εικονολατρών, που ως τη στιγμή εκείνη παρέμενε παθητικό, τώρα, σαν είδε τους

σπαθοφόρους να κινούνται προς την Κασσιανή για να τη συλλάβουν, ξεσηκώθηκε. Πρώτος ύψωσε

το ανάστημά του ο Σαββάτιος. Με ένα πήδημα βρέθηκε μπροστά στην αρχοντοπούλα, άνοιξε τα

ράσα του σαν φτερά με τα οποία ήθελε να καλύψει την Κασσιανή και φώναξε: 

«Θα αφήσετε, αδελφοί, να σύρουν στη φυλακή αυτή την κόρη, που τόσα υπέφερε για την αληθινήπίστη του Χριστού;» 

Φωνές οργής ακούστηκαν. Και ο Σαββάτιος με το δημοκοπικό στόμφο του, εξακολούθησε: 

«Αδελφοί, έχουμε μπροστά μας μια μάρτυρα της εικονολατρίας. Δεν θα προτάξουμε τα στήθη μας

για να εμποδίσουμε τους στρατιώτες του Πετρωνά να τη σύρουν στα βασανιστήρια;» 

«Κατάρα στον Πετρωνά!» φώναξε ένας άλλος μοναχός. 

«Ανάθεμα!» απάντησε μια μυριόστομη κραυγή. 

Το πλήθος τώρα είχε αρχίσει να ξαναβρίσκει το προηγούμενο μένος του. Και ο δημοκόπος συνέχισε: 

«Μας κτυπούν, αδελφοί, και σταυρώνουμε τα χέρια μας. Μας σέρνουν στη φυλακή και δεν 

αντιστεκόμεθα. Ως πότε θα μας τυραννούν κι εμείς δεν θα απαντούμε με μάχαιρα στη δική τους

μάχαιρα;» 

«Μάχαιρα στη δική τους μάχαιρα!» βροντοφώναξαν μερικοί θερμόαιμοι. 

Ο ερεθισμός του πλήθους είχε φτάσει τώρα στο κατακόρυφο. Αλλά και οι σπαθοφόροι δεν ήταν

διατεθειμένοι να υποχωρήσουν. Κινήθηκαν αποφασισμένοι να συλλάβουν την Κασσιανή. 

Page 85: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 85/173

Digitized by 10uk1s

Αυτό περίμενε και ο Σαββάτιος, που επίτηδες εξωθούσε τα πράγματα στην αιματοχυσία. 

«Αδελφοί!» φώναξε. «Εις το όνομα του Θεού! Σώστε την Κασσιανή. Χτυπάτε τους αντίχριστους». 

Η σύρραξη ήταν βέβαιη. Στην κρίσιμη όμως στιγμή έσωσε την κατάσταση η Κασσιανή. Στάθηκεμπροστά στους εικονολάτρες, ύψωσε τα χέρια σαν να 'θελε να τους αναχαιτίσει και με φωνή

συγκινημένη αλλά σταθερή, τους παρεκάλεσε να υποχωρήσουν. 

«Μη δίνετε λαβή», τους είπε, «να συκοφαντείται ο αγώνας σας. Οι εχθροί σας αυτό επιδιώκουν να

σας εμφανίσουν ως ταραχοποιούς. Σας προκαλούν επίτηδες. Αυτό επιδιώκει και σήμερα ο

Πετρωνάς. Να συγκρουσθείτε με τους στρατιώτες αυτούς, να γίνει αιματοχυσία, για να ρίξει κατόπιν

την ευθύνη σε σας. Αλλά δεν πρέπει να επιτύχει το άθλιο σχέδιό του. Σας ικετεύω να

υποχωρήσετε». 

«Μα θα σε συλλάβουν οι κακούργοι!» φώναξε ο Σαββάτιος. 

«Σας εξορκίζω!» ξανάπε η Κασσιανή. «Μην παρασύρεσθε στην παγίδα που έχει στήσει ο

Πετρωνάς». 

 Ήταν τόσο θερμή η ικεσία της, ώστε στο τέλος έφερε αποτέλεσμα. Οι θαυμαστές της

αποτραβήχτηκαν περίλυποι και άφησαν τους σπαθάριους να συλλάβουν την Κασσιανή.  

Για μια ακόμη φορά θριάμβευαν οι αδελφοί της Θεοδώρας. Λίγη ώρα αργότερα ο Πετρωνάς

εξιστορούσε στην αδελφή του τα επεισόδια. 

«Η γυναίκα αυτή», κατέληξε, «είναι πάρα πολύ επικίνδυνη». 

«Το βλέπω!» απάντησε η Θεοδώρα. 

«Όσο υπάρχει αυτή, καμιά ασφάλεια δεν πρόκειται να έχουμε, ούτε εσύ στο θρόνο ούτε εγώ κι ο

Βάρδας στα αξιώματα που κατέχουμε τώρα. Έχει ένα τεράστιο όπλο εναντίον μας η Κασσιανή· τον

έρωτα του Θεόφιλου». 

«Ναι, την αγαπά πάντα!» ψιθύρισε δαγκώνοντας ελαφρώς τα χείλη της η νεαρή Αυγούστα. 

«Όχι μόνο την αγαπά, αλλά είναι και διατεθειμένος να στραφεί εχθρικά εναντίον μας για να

υπερασπίσει εκείνη. Του ανάφερα τα σημερινά επεισόδια, και εξογκωμένα μάλιστα. Του κάκου! Με

άκουσε αμίλητος, με ύφος ανθρώπου που δυσπιστεί και στο τέλος, κοφτά, με διέταξε ναελευθερώσω την Κασσιανή». 

Τα μάτια της Θεοδώρας άστραψαν από αγανάκτηση. 

«Τόσο ερωτευμένος, λοιπόν, είναι μ' αυτή τη γυναίκα;» ψιθύρισε και έστρεψε απότομα το κεφάλι

για να κρύψει δυο δάκρυα οργής και πόνου. 

Ο Πετρωνάς, που ήξερε καλά το χαρακτήρα της αδελφής του, εκμεταλλεύτηκε τη στιγμή. Πλησίασε

τη Θεοδώρα και, δίνοντας στη φωνή του όσο μπορούσε πιο αγανακτισμένο τόνο, άρχισε να λέει:  

«Ως πότε λοιπόν θα μας κρατά αναστατωμένους με τα καμώματά του αυτό το φιλόδοξο γύναιο; Δεν

Page 86: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 86/173

Digitized by 10uk1s

θα αποφασίσουμε, επιτέλους, να βάλουμε τέλος σ' αυτές τις επικίνδυνες  φαντασιοπληξίες της;» 

Η Θεοδώρα στράφηκε απότομα και τον κοίταξε κατάματα, επίμονα. Εκείνος δεν δίστασε. Σαν να της

απαντούσε σε μια μυστική ερώτηση, είπε βραχνά: 

«Είμαι έτοιμος για το καθετί!» 

«Τα λόγια σου είναι πιο σκοτεινά απ' τη μορφή σου», ψιθύρισε εκείνη με δέος. 

«Σε φοβίζει η έκφραση του προσώπου μου; Μα είσαι, λοιπόν, τόσο δειλή; Κι όμως, έχεις φιλοδοξίες

φοβερές. Κανένας φιλόδοξος δειλός δεν πέτυχε ποτέ να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του. Όλους

τους τσάκισε ο δισταγμός. Αυτή την τύχη θα 'χεις κι εσύ. Αληθινά, Θεοδώρα, αρχίζω να πιστεύω ότι

δεν είσαι πλασμένη για το θρόνο». 

«Μα, Θεέ μου, τι μπορώ να κάμω;» 

«Να με διατάξεις μονάχα. Ένα κίνημα της κεφαλής σου, και η Κασσιανή θα πάψει να σ' ενοχλεί για

πάντα». 

«Παναγία Παρθένα!» φώναξε ανατριχιάζοντας η Θεοδώρα. «Τι φοβερές ιδέες περνούν από το

μυαλό σου; Έγκλημα λοιπόν;» 

«Ναι, ακόμα και έγκλημα!» αποκρίθηκε εκείνος με πάθος. 

Η Θεοδώρα τον κοίταξε παγωμένη. Θα έδινε τα πάντα για να απαλλαγεί από μια τόσο επίφοβη

αντίζηλο, αλλά δεν θα έφτανε στο έγκλημα! Αρνήθηκε κατηγορηματικά κι εκδήλωσε αγανάκτηση κι

οργή για τη φρικτή αδελφική πρόταση. Αλλά ο Πετρωνάς δεν ήταν από τους ανθρώπους πουυποχωρούν. Με διαβολική μαεστρία άρχισε να της μιλά, να της παρουσιάζει το μέλλον της ζοφερό,

να της εμφανίζει τους δήθεν κινδύνους που διέτρεχε όσο υπήρχε η Κασσιανή. Με ακόμα

σατανικότερη επιδεξιότητα ερέθισε τη ζηλοτυπία της. Της παράστησε την Κασσιανή στην αγκαλιά

του Θεόφιλου. 

«Γι' αυτή θα είναι όλη η ευτυχία, όλη η χαρά. Ενώ για σένα δεν θα 'χει απομείνει παρά το

μοναστήρι, ο τάφος ενός κελιού, όπου θα θάψεις τα νιάτα σου, την ομορφιά, τα όνειρά σου».  

Και με τον ίδιο μαυλιστικό τόνο, εξακολούθησε να της μιλά ώρα πολλή. Ωσότου κατόρθωσε να την

παρασύρει στα δίχτυα του. 

«Έστω...» είπε σε μια στιγμή η Θεοδώρα, ασθμαίνοντας ακόμα από την άγρια πάλη που είχε γίνει

μέσα της. «Αν παραστεί ανάγκη, κάμε ό,τι νομίζεις...» 

«Εύγε, Θεοδώρα!» φώναξε ο Πετρωνάς και η όψη του φωτίστηκε από μια αστραπή μίσους.  

«Στάσου!» τον διέκοψε η Αυγούστα γεμάτη αγωνία. «Πρέπει να κάμουμε ακόμα κάτι. Πρέπει να τη

δω πρώτα». 

«Την Κασσιανή; Είσαι τρελή;» 

«Μόνο μ' αυτόν τον όρο. Πρέπει να μιλήσω μαζί της, να προσπαθήσω να την πείσω να αποσυρθεί.

Page 87: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 87/173

Digitized by 10uk1s

Και μόνο αν αποτύχει κι η προσπάθεια αυτή, θα σου δώσω την άδεια να κάμεις ό,τι νομίζεις». 

«Έστω!» υποχώρησε ο Πετρωνάς. 

Λίγη ώρα αργότερα ένα φορείο καλά κλεισμένο και διόλου πολυτελές, για να μην προκαλεί τηνπεριέργεια, έφερνε τη Θεοδώρα προς το Ασκητήριο της Ανθούσας. Πίσω από το φορείο

προχωρούσε καβάλα στο άλογό του και τυλιγμένος στο μανδύα του, για να μην αναγνωρίζεται

εύκολα, ο Πετρωνάς. 

 Όταν η Κασσιανή είδε ξαφνικά ν' ανοίγει η πόρτα του κελιού της και να μπαίνει η Θεοδώρα,

αναπήδησε ξαφνιασμένη. Για μια στιγμή, μάλιστα, μέσα στην έκπληξη και την ταραχή της θέλησε να

τη χαιρετίσει με τη βαθιά υπόκλιση που όφειλαν να χαιρετούν οι αρχόντισσες κάθε Αυγούστα.

 Όμως αμέσως, όταν είδε την αυταρχική έκφραση που είχε πάρει η Θεοδώρα, όρθωσε κι αυτή το

ανάστημά της και κοίταξε προκλητικά την αντίπαλο. Οι δυο γυναίκες στάθηκαν η μια αντίκρυ στηνάλλη κι άλλαξαν βλέμματα που προμηνούσαν θύελλα. 

Πρώτη μίλησε η Αυγούστα. 

«Έφθασες, λοιπόν, να υποκινείς και ταραχές, φιλόδοξη κόρη; Και πληρώνεις ανθρώπους σου για να

έρχονται να σε επευφημούν και να σου δίνουν τον τίτλο της Αυγούστας;»  

Ο εχθρικός τόνος της Θεοδώρας ερέθισε περισσότερο την Κασσιανή. Μόλις συγκρατώντας την

αγανάκτησή της, αποκρίθηκε: 

«Μια αληθινή Αυγούστα θα είχε κάθε δικαίωμα να με κατηγορεί και να μου ζητά να απολογηθώ. Ηαδελφή του Βάρδα, όμως, δεν έχει αυτό το δικαίωμα». 

«Δεν υπάρχει καμιά αδελφή του Βάρδα εδώ!» φώναξε η Αυγούστα ξαναμμένη. «Υπάρχει η

αυτοκράτειρα Θεοδώρα, η γαληνότατη δέσποινα του Βυζαντίου». 

«Το Βυζάντιο εγνώρισε πολλές γαληνότατες, που ήταν ανάξιες κι ασήμαντες γυναικούλες».  

«Κακότροπη κόρη! Ήρθα να σου συστήσω για τελευταία φορά να συνέλθεις απ' την οικτρή πλάνη

σου. Ενόμιζα ότι θα συναντήσω μια γυναίκα έτοιμη για μεταμέλεια. Και βρίσκω μια μωροφιλόδοξη,

η οποία θέλει να δαγκώσει εκείνους που θα έπρεπε να γλείφει ταπεινά τα πορφυρά σανδάλια

τους». 

Η Θεοδώρα, κατά βάθος, δεν επιθυμούσε να εκτραχύνει τα πράγματα. Φοβόταν την απαίσια απειλή

του Πετρωνά. Όση κι αν ήταν η φιλοδοξία της, δεν ήθελε να στηρίξει την ευτυχία της πάνω στο

έγκλημα. Ακόμα, φοβόταν και τον Θεόφιλο. Γιατί αν ο Αύγουστος ανακάλυπτε ποτέ ότι είχε

ανάμειξη στη φοβερή ενέργεια που ήθελε να αποτολμήσει ο Πετρωνάς, η δική της θέση θα ήταν

τραγική. Γι' αυτούς τους δυο λόγους είχε έρθει με πρόθεση διαλλακτική. Όμως, όταν αντίκρισε την

Κασσιανή, όταν ξανάδε το αγέρωχο ύφος της, το μίσος άναψε πάλι μέσα της. Και είπε λόγια που δεν

τα 'θελε. 

Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Κασσιανή. Στα τελευταία, προπάντων, λόγια της αδελφής του

Πετρωνά δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί. 

Page 88: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 88/173

Digitized by 10uk1s

«Η κόρη του πατρικίου Ευστρατίου», της απάντησε με θυμό, «δεν έμαθε ούτε να δαγκώνει μα ούτε

και να γλείφει...» 

«Έμαθε όμως να κλέβει», φώναξε οργισμένη η Θεοδώρα. «Να κλέβει τα αισθήματα των ανδρών». 

«Δεν κλέβει κανείς εκείνο που του προσφέρουν και που έχει τη δύναμη να μη δεχθεί. Ξέχασες

κιόλας την τελετή του Χρυσοτρίκλινου;» 

«Αν τη θυμόσουν, εσύ θα βρισκόσουν τώρα γονατιστή στα πόδια μου. Τολμάς να αμφισβητείς και

τώρα ακόμα την καρδιά του Αυγούστου! Προσπαθείς να τον ξελογιάσεις σαν τη χειρότερη

παλλακίδα! Είσαι έτοιμη για το καθετί. Δεν αναλογίζεσαι ότι μπορώ να σε συντρίψω κάτω απ' τα

κόκκινα σανδάλια μου, άθλιο σκουλήκι; Λησμονείς ότι μπορώ να προστάξω ακόμα και το χαμό

σου;» 

Η Θεοδώρα έτρεμε καθώς έλεγε τα λόγια αυτά. Η Κασσιανή έμεινε για λίγο βουβή. Μα γρήγορα

βρήκε τον εαυτό της και ετοιμάστηκε να απαντήσει στο ίδιο ύφος. Αλλά δεν πρόφτασε. Μιααυστηρή ανδρική φωνή ακούστηκε πίσω τους. 

«Και συ όμως, Θεοδώρα, λησμονείς ότι όσο υπάρχω εγώ, κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει την ζωή

του άλλου;» 

Οι δυο γυναίκες στράφηκαν και είδαν κατάπληκτες τον Θεόφιλο, που προχωρούσε προς τη

Θεοδώρα απειλητικός. 

Πώς είχε έρθει ο Θεόφιλος στο μοναστήρι, και μάλιστα σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή; Ο Λίλιος, ο

τετραπέρατος γελωτοποιός του, που ήταν πάντα τόσο αφοσιωμένος στον αφέντη του, είχε

κρυφακούσει ολόκληρη τη συνομιλία της Θεοδώρας και του Πετρωνά.  Κατάλαβε ότι η Κασσιανήδιέτρεχε εκείνη τη νύχτα σοβαρότατο κίνδυνο κι αναστατώθηκε. 

«Μπορεί να τη σκοτώσει αυτό το τέρας!» ψιθύρισε. 

Το παραμορφωμένο, το γελοίο κορμί του Λίλιου έκρυβε μια καρδιά ευαίσθητη, πλημμυρισμένη από

ωραία συναισθήματα. Η ομορφιά της Κασσιανής είχε συγκινήσει αυτόν το θλιβερό νάνο με την

αποκρουστική μορφή. Κάτι περισσότερο, τον είχε γοητεύσει. Κρυφά, βέβαια, περιέβαλλε την

αιθέρια κόρη με όλα τα τρυφερά αισθήματα που έκρυβε θαμμένα βαθιά στην ψυχή του. Αγαπούσε

την Κασσιανή. Αυτή ήταν η αλήθεια κι ας μην τολμούσε να την ομολογήσει ούτε στον ίδιο τον εαυτό

του. Συναισθανόταν, βέβαια, ότι δεν θα μπορούσε να έχει ούτε την πιο αμυδρή ελπίδα. Αλλά

ακριβώς το αίσθημα της απόγνωσης που τον καταλάμβανε όταν αναμετρούσε την κολοσσιαίααπόσταση που τον χώριζε από το ίνδαλμά του, τον έκανε να επιθυμεί με πάθος να ενωθεί ο

αφέντης του με την αγαπημένη του. 

«Έτσι», παρηγοριόταν, «θα βρίσκομαι πάντα κοντά της, θα τη λατρεύω μυστικά, θα βλέπω το

αγγελικό της πρόσωπο και κείνα τα μάτια της που με κάνουν να κλαίω από ευτυχία κάθε φορά που

τ' αντικρίζω». 

Γι' αυτό, τώρα που ο Πετρωνάς άφησε να φανούν τα σκοτεινά του σχέδια, ο ερωτευμένος

γελωτοποιός ένιωσε το αίμα του να παγώνει. Αμέσως έτρεξε στον Θεόφιλο, έκανε τρεις τούμπες

μπροστά του και αγκαλιάζοντας τα γόνατά του, του είπε με χίλιους δυο κωμικούς μορφασμούς: 

Page 89: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 89/173

Digitized by 10uk1s

«Αχ, Κύριε μου! Ο φτωχός σου Λίλιος υποφέρει!» 

«Θέλει χρήματα μήπως;» 

«Όχι! Δίνει, δεν θέλει αυτή την ώρα χρήματα! Δίνει όλο το θησαυρό του για να σώσει τηναγαπημένη του». 

«Είναι ερωτευμένος, λοιπόν, ο καλός μου Λίλιος;» 

«Ερωτευμένος σαν Αύγουστος», απάντησε ο γελωτοποιός με παιχνιδιάρικο ύφος. 

«Τι εννοείς "σαν Αύγουστος";» 

«Εννοώ, αφέντη μου, ότι δεν μπορεί να παντρευθεί με κείνην που αγαπά, όπως συμβαίνει συχνά

και στους βασιλιάδες». 

Ο Θεόφιλος γέλασε με τον υπαινιγμό. 

«Λοιπόν, τι προστάζει τώρα ο ερωτευμένος μας;» 

«Προστάζει να εμποδίσει ο κύριός μου αυτούς που θέλουν να σκοτώσουν την αγαπημένη του!» 

«Ωραία! Τότε πες να τους συλλάβουν αμέσως». 

«Αλίμονο! Μπορεί ο φτωχός ο Λίλιος να διατάξει να συλλάβουν την Αυγούστα;» 

«Πώς; Ώστε η αυτοκράτειρα θέλει να σκοτώσει εκείνη που αγαπάς; Μήπως είναι  καμιά σκλάβα;» 

«Σκλάβα η Κασσιανή, αφέντη μου;» 

«Είσαι τρελός;» φώναξε με οργή ο Θεόφιλος. «Κινδυνεύει η Κασσιανή; Από την Αυγούστα;» 

«Από την Αυγούστα, κύριε». 

«Πώς ετόλμησες να ξεστομίσεις τέτοια φοβερή συκοφαντία;» 

«Αν είναι συκοφαντία, Αύγουστε, τότε την Αυγούστα τη συκοφαντεί η ίδια η Αυγούστα κι όχι εγώ.

Γιατί εκείνη ξεστόμισε εδώ και λίγη ώρα φοβερές απειλές κατά της αγαπημένης μου». 

«Αγαπημένη σου;» 

«Ναι, Αύγουστε», αποκρίθηκε με ένα κωμικοτραγικό μορφασμό ο γελωτοποιός. «Αγαπώ τον

Αύγουστο. Κι αγαπώ κι όποιον αγαπά ο Αύγουστος. Λοιπόν αγαπώ και την Κασσιανή». 

«Λίλιο, άφησε τις εξυπνάδες και πες μου καθαρά ό,τι ξέρεις». 

Και ο γελωτοποιός αφηγήθηκε όλα όσα είχε μάθει κρυφακούοντας. 

Ο Θεόφιλος, χωρίς να χάσει στιγμή, έσπευσε στο Ασκητήριο της Ανθούσας. Έτσι έφτασε στο κελί της

Page 90: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 90/173

Digitized by 10uk1s

Κασσιανής λίγα μόλις λεπτά μετά την είσοδο της Θεοδώρας.  

Η πρόθεσή του ήταν να επιτιμήσει μονάχα τη Θεοδώρα για την πράξη της. Όμως όταν άκουσε τα

λόγια της, όταν κατάλαβε ποια φοβερή απειλή κρυβόταν πίσω απ' αυτά, οργή τον συνεπήρε.

Στάθηκε αντίκρυ στην Αυγούστα και με φωνή βαριά της είπε:  

«Ετόλμησες λοιπόν να σηκώσεις το ανάστημά σου τόσο πολύ, ώστε να σκεφθείς το χαμό εκείνων

που εγώ αγαπώ;» 

«Αγαπάς αυτή τη γυναίκα;» ψιθύρισε με βαθύ πόνο η Θεοδώρα. 

«Δεν αγάπησα παρά αυτήν!» φώναξε σ' ένα ξέσπασμα ο Θεόφιλος. 

«Κι εγώ λοιπόν;» 

«Εσύ μοιράσθηκες το θρόνο μου! Δεν σου φθάνει αυτό; Μια κακή στιγμή σε έκαμε βασίλισσα τουΒυζαντίου. Δεν σου είναι αρκετό;» 

«Θεέ μου!» είπε με απόγνωση η Θεοδώρα κι έκρυψε το πρόσωπό της στα χέρια της. 

Αλλά ο Θεόφιλος δεν μπορούσε πια να συγκρατηθεί. 

«Επικαλείσαι τον Θεό», φώναξε, «για να σε βοηθήσει σε τι; Μήπως στο να αφανίσεις αυτή την

αθώα κόρη, που αν είχε κι ένα κόκκο μονάχα απ' τη δική σου πανουργία θα μπορούσε τώρα να σ'

έχει γονατιστή μπροστά στα πορφυρά σανδάλια της;» 

«Θεέ μου!» ξανάπε η Αυγούστα. 

«Θεοδώρα, πάψε να μηχανορραφείς! Κρύβεις ένοχους πόθους και σκοτεινές φιλοδοξίες στην

καρδιά σου. Στο Βυζάντιο είχαν δική τους θέληση μόνον οι βασίλισσες που είχαν βασιλείς

ανίκανους και άβουλους. Ο Κύριος να με φυλάγει, αλλά δεν έχω ούτε το ένα ούτε το άλλο

ελάττωμα. Λοιπόν, κλείσου καλά στο γυναικωνίτη σου και υπάκουσε στη θέληση του κυρίου σου.

Αλλιώς...» 

Ζύγισε για λίγο μέσα του την απειλή που επρόκειτο να ξεστομίσει. Αλλά δεν δίστασε πολύ. 

«Αλλιώς», είπε, και η φωνή του είχε όλη την τραχύτητα του ανθρώπου που έχει αποφασίσει να

επιβάλει μια για πάντα τη δική του θέληση, «σε περιμένει η κουρά και το μοναστήρι!»  

Ο Πετρωνάς είχε παρακολουθήσει όλη τη σκηνή κρυμμένος στο διπλανό κελί. Είχε αποφύγει να

παρουσιαστεί κι είχε τους λόγους του. Έπρεπε ο ερχομός του να μείνει μυστικός. Βέβαιος ότι η

συνάντηση της αδελφής του με την Κασσιανή δεν θα κατέληγε σε καμιά συνδιαλλαγή, όπως έλπιζε

η Θεοδώρα –γιατί ήξερε την υπερηφάνεια και τον εγωισμό των δυο γυναικών – είχε ετοιμαστεί να

πραγματοποιήσει το φοβερό του σχέδιο το ίδιο βράδυ, ευθύς μετά την αναχώρηση της Θεοδώρας

από το ασκητήριο. Είχε φωνάξει τρεις κακούργους, τρία καθάρματα που τον υπάκουαν τυφλά και

τους είχε προστάξει ν' απαγάγουν την Κασσιανή. Την εποχή εκείνη οι απαγωγές των γυναικών,

ακόμα και καλογριών, ήταν συνηθισμένες και συχνές. Τις περισσότερες τις άρπαζαν για να τις

Page 91: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 91/173

Digitized by 10uk1s

πουλήσουν σε μακρινές χώρες, όπου η αγοροπωλησία γυναικών ήταν θεσμός. Έτσι, η αρπαγή της

Κασσιανής θα αποδιδόταν σε κακοποιούς που είχαν πρόθεση να την πουλήσουν  – και θα γινόταν

πιστευτή, με τη γοητευτική ομορφιά που είχε η Κασσιανή. 

Αλλά το σατανικό σχέδιο του Πετρωνά δεν σταματούσε εδώ. Είχε βρει τρεις άλλους κακούργους,τυφλά του όργανα κι αυτούς, και τους είχε βάλει να στήσουν ενέδρα στο δάσος που βρισκόταν

κοντά στο ασκητήριο και να ριχτούν στους πρώτους κακοποιούς για να τους πάρουν την Κασσιανή.

Θα επακολουθούσε συμπλοκή ανάμεσα στις δυο ομάδες και, ενώ οι έξι  κακοποιοί θα χτυπιούνταν

τάχα  με τα μαχαίρια τους, ένας απ' όλους θα σκότωνε την Κασσιανή  –από λάθος δήθεν, που θα

φαινόταν όμως κι αυτό φυσικό, αφού η συμπλοκή θα γινόταν μέσα στο σκοτάδι. 

Ο Πετρωνάς μισούσε θανάσιμα τον Θεόφιλο. Τον μισούσε ανέκαθεν, από χρόνια, κι ας μην το

'δειχνε. Τον μισούσε από έφηβος, από τότε που ο Θεόφιλος πάνω σ' ένα αγώνισμα όπου λάμβαναν

μέρος όλα τα αρχοντόπουλα της Πόλης τον έφτυσε στο πρόσωπο και κάλεσε και τους άλλους

συμπαίκτες τους να τον φτύσουν, επειδή ανακάλυψε ότι ο Πετρωνάς προσπαθούσε να κερδίσει στο

αγώνισμα με τρόπο άτιμο. Βέβαια, δεν είχε φανερώσει ποτέ τίποτα, αλλά αυτό ακριβώς έκανε τομίσος του πιο άγριο. Αργότερα, μόλις μνηστεύτηκε ο Θεόφιλος τη Θεοδώρα, ο Πετρωνάς ζήτησε τη

θέση του κουροπαλάτη, αλλά ο νέος Αύγουστος όχι μόνο του αρνήθηκε το αξίωμα, αλλά δεν

δίστασε να του πει απερίφραστα ότι τον θεωρούσε ανάξιο για την υψηλή αυτή θέση. Η απάντηση

του Θεόφιλου μαθεύτηκε σ' όλους τους παλατιανούς και η εντύπωση που δημιουργήθηκε εις βάρος

του Πετρωνά ήταν φοβερή. Τότε το μίσος του έγινε πιο βαθύ. Και να τώρα που ερχόταν το

καινούργιο χτύπημα. Η απειλή που είχε ακούσει να εκτοξεύει ο Θεόφιλος κατά της Θεοδώρας

στρεφόταν και εναντίον του ίδιου. Μάντευε ότι ο Θεόφιλος δεν θα αργούσε να του αφαιρέσει και

αυτό το αξίωμα του αρχηγού των δρουγγαρίων, αφού οι διαθέσεις του προς τη Θεοδώρα είχαν γίνει

τώρα τόσο εχθρικές. Τότε, πάνω στη μανία του, συνέλαβε ένα σχέδιο απαίσιο –τόσο απαίσιο που θα

τρόμαζε κι ο ίδιος, αν μπορούσε να σκεφτεί την ώρα εκείνη ψύχραιμα. 

«Όχι», ψιθύρισε με λύσσα. «Δεν θα κτυπήσω την Κασσιανή. Αυτόν! Αυτός πρέπει να φύγει απ' τη

μέση. Τώρα! Τώρα ή ποτέ!» 

Και μανιασμένος γλίστρησε προσεκτικά από την κρύπτη του και έτρεξε να βάλει σε εφαρμογή το

φοβερό του σχέδιο. 

Στο μεταξύ, μέσα στο κελί της Κασσιανής έπαιρνε τέλος η δραματική συνομιλία των δύο

εστεμμένων. Εξουθενωμένη η Θεοδώρα από τα αμείλικτα λόγια του Θεόφιλου, έφυγε χωρίς να

μπορεί ν' αρθρώσει λέξη. Καταλάβαινε ότι η στιγμή ήταν τόσο κρίσιμη, ώστε αν άφηνε να ξεσπάσει

η αγανάκτησή της, θα εξωθούσε τον Θεόφιλο σε κάποια ανεπανόρθωτη ενέργεια. Γι' αυτό

προτίμησε να φύγει. Γύρισε αμέσως στο παλάτι κι έτρεξε να κλειστεί στα ιδιαίτερα διαμερίσματάτης. Εκεί ξέσπασε σε κατάρες και κλάματα. 

Η νύχτα είχε προχωρήσει όταν ο Αύγουστος εγκατέλειψε το  Ασκητήριο της Ανθούσας για να

επιστρέψει στο παλάτι. Κι όμως, ο Θεόφιλος είχε την εντύπωση ότι ήταν μέρα λαμπερή, γεμάτη φως

και ανοιξιάτικα χρώματα. Μέσα στην ψυχή του ερωτευμένου αυτοκράτορα όλα ήταν πάλι

χαρούμενα και λαμπερά. Τα φώτιζε η γλυκιά μορφή της Κασσιανής, που είχε δει να τον κοιτάζει με

ευγνωμοσύνη, με τρυφερότητα, με θέρμη – όπως τον παλιό καιρό. 

Παραδομένος σε παράδοξα ονειροπολήματα ο Θεόφιλος, μόνος, χωρίς συνοδούς, άφηνε το άλογό

Page 92: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 92/173

Digitized by 10uk1s

του να προχωρεί αργά, μέσα στην άγρια εκείνη ερημιά, όταν ξαφνικά έγινε κάτι αναπάντεχο. Μέσα

απ' το σκοτάδι πετάχτηκαν έξι σκιές, που τον κύκλωσαν απειλητικά. Ο Αύγουστος, ξαφνιασμένος,

κέντρισε δυνατά το άλογο, αλλά εκείνο στάθηκε στα πισινά του πόδια, χλιμίντρισε αγριεμένο και μ'

ένα απότομο τίναγμα τον γκρέμισε καταγής. Ώσπου να προφθάσει να συνέλθει, οι δολοφόνοι  –γιατί

ήταν οι κακούργοι του Πετρωνά – έπεσαν πάνω του και τον κράτησαν καθηλωμένο στο έδαφος. 

«Χτυπάτε!» ακούστηκε μια βραχνή φωνή. 

 Έξι εγχειρίδια υψώθηκαν, έτοιμα να καρφωθούν στο κορμί του Αυγούστου. Όμως την ίδια στιγμή

ποδοβολητό πολλών αλόγων ακούστηκε εκεί κοντά. Οι δολοφόνοι τρόμαξαν. 

«Έρχονται απάνω μας!» φώναξαν δυο τρεις. 

«Αλίμονό μας, αν μας πιάσουν». 

«Χτυπάτε πρώτα!» πρόσταξε ο αρχηγός τους. 

Αλλά οι φονιάδες είχαν πανικοβληθεί. Δεν ήξεραν βέβαια ότι είχαν σταλεί να δολοφονήσουν τον

αυτοκράτορα, μάντεψαν όμως ότι «κάποιον τρανό» θα ξεμπέρδευαν τη νύχτα εκείνη. Και τώρα, ο

φόβος του δήμιου τους έκανε να ξεχάσουν τη γενναία αμοιβή που είχαν πάρει και να το βάλουν στα

πόδια. Μα ο αρχηγός τους την τελευταία στιγμή γονάτισε, χτύπησε με το μαχαίρι του τον Θεόφιλο

κι ύστερα έτρεξε κι αυτός να εξαφανιστεί. 

 Όταν οι καβαλάρηδες, που έφτασαν σε τόσο κρίσιμη ώρα να σώσουν τον Θεόφιλο, πλησίασαν στο

μέρος που βρισκόταν ξαπλωμένος ο Αύγουστος, οι δολοφόνοι  είχαν πια χαθεί μέσα στο πυκνό

δάσος. Οι καβαλάρηδες, αντί να τους κυνηγήσουν, προτίμησαν να μεταφέρουν στο μοναστήρι τον

πληγωμένο βασιλιά τους. Το τραύμα του, ωστόσο, ήταν ελαφρύ. 

 Όταν ο Αύγουτος συνήλθε από τη λιποθυμία κι άνοιξε τα μάτια του, είδε σκυμμένο επάνω του τον

αρχηγό της σωματοφυλακής του. 

«Καλέ μου Ακύλα», ψιθύρισε, «έφθασες, βλέπω, εγκαίρως. Πώς ήρθες;» 

«Δεν ήρθα! Με έστειλαν. Μ' έστειλε ο γελωτοποιός». 

«Ο Λίλιος;» 

«Αυτός, Αύγουστε. Ήρθε και μου μίλησε για κάτι φόβους που είχε, ότι μπορούσε  να σε απειλήσεικίνδυνος». 

«Παράξενο!» 

«Και σε μένα φάνηκαν παράξενα τα λόγια του. Μάλιστα, δεν ήθελα να δώσω πίστη σε όσα μου

'λεγε, αφού άλλωστε δεν είχε τίποτα το συγκεκριμένο να μου αναφέρει. Μιλούσε διαρκώς για

υποψίες, για κάτι προαισθήματα που είχε. Πώς ήταν δυνατόν να βασισθώ σε προαισθήματα και

υποψίες ακαθόριστες; Αλλά εκείνος επέμενε, επέμενε πολύ. Άρχισε, μάλιστα, να με φοβερίζει ότι

θα ήταν βαριά η ευθύνη μου αν πάθαινε κακό η βασιλεία σου. Έτσι κλονίσθηκα. Σκέφθηκα ότι ήταν

προτιμότερο να προκαλέσω την οργή του Αυγούστου γιατί θα έκανα κάτι που δεν συγχωρεί η

πειθαρχία, παρά να γινόμουν πρόξενος μιας συμφοράς. Να, όμως, που βγήκαν αληθινά τα

Page 93: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 93/173

Digitized by 10uk1s

προαισθήματα του Λίλιου». 

«Περίεργα όλα αυτά», ψιθύρισε ο Θεόφιλος. 

«Κάποτε η μεγάλη μας αγάπη μας κάνει να μαντεύουμε τον κίνδυνο που απειλεί όποιον αγαπούμεαληθινά. Και ο γελωτοποιός τρέφει βαθιά αφοσίωση στον Αύγουστο». 

«Ναι», παραδέχτηκε ο Θεόφιλος. «Ο Λίλιος μ' αγαπά πολύ». 

Στάθηκε λίγο, σαν κάτι να συλλογιζόταν, και έπειτα πρόσθεσε. 

«Αγαπά πολύ ο άμοιρος! Αγαπά και μένα, αγαπά και...» 

Δεν τελείωσε τη φράση του. Αλλά στο βλέμμα του καθρεφτίστηκε η συγκίνηση που ένιωθε καθώς

αναλογιζόταν το δράμα του γελωτοποιού του, που αγαπούσε την Κασσιανή μ' έναν αλλόκοτο

έρωτα, βουβό, απελπισμένο και γελοίο. 

Τις σκέψεις του Θεόφιλου διέκοψε ο Ακύλας. Θέλοντας να του αναφέρει όλες τις ενέργειες που

έκανε απ' τη στιγμή που τον βρήκε λιπόθυμο, είπε ότι έσπευσε αμέσως να στείλει ένα σπαθάριο στη

Βασιλεύουσα για ν' αναγγείλει στον Πετρωνά το γεγονός. 

«Το έκαμα», εξήγησε ο Ακύλας, «για να μας στείλει ο άρχων Πετρωνάς ενισχύσεις και συγχρόνως να

στείλει πολλούς δρουγγάριους κι εδώ στα γύρω να καταδιώξουν τους κακοποιούς». 

«Και ήρθαν δρουγγάριοι;» 

«Όχι! Ο σπαθάριος που έστειλα, μόλο που έψαξε παντού, δεν μπόρεσε να βρει πουθενά στο παλάτιτον άρχοντα Πετρωνά». 

Ο Ακύλας φάνηκε σαν κάτι να 'θελε να προσθέσει. 

«Τι είναι αυτό που διστάζεις να μου πεις;» 

«Κάτι που... Δεν είμαι, ωστόσο, βέβαιος». 

«Μίλησε!» τον προέτρεψε ο Αύγουστος. 

«Είναι παράξενο», αποκρίθηκε ο εταιρειάρχης, πάντα διστακτικός. «Καθώς ερχόμαστε προς τομοναστήρι, είδαμε έναν ιππέα που έφευγε από 'δω καλπάζοντας και πήγαινε προς τη Βασιλεύουσα.

 Ήταν τυλιγμένος στο μανδύα του, μα τον αναγνώρισα. Ήταν ο Πετρωνάς». 

Ο Θεόφιλος αναπήδησε. 

«Τον γνώρισες καλά;» 

«Στην αρχή, ναι! Του μίλησα, τον φώναξα με τ' όνομά του. Όταν άκουσε να τον καλώ στάθηκε λίγο,

γύρισε προς το μέρος μας, αλλά αμέσως κέντησε το άλογό του κι έφυγε σαν αστραπή. Αυτό

εκλόνισε την πεποίθησή μου. Αν ήταν πραγματικά ο Πετρωνάς, θα ερχόταν βέβαια κοντά μου  και θα

με ρωτούσε τι συνέβαινε. Θα έκανα λάθος, θα ήταν ίσως κάποιος που του έμοιαζε πολύ. Όμως

Page 94: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 94/173

Digitized by 10uk1s

όποιος κι αν ήταν, είχε κάποια σχέση με τους κακούργους που χτύπησαν τον Αύγουστο».  

Η αποκάλυψη έκανε βαθιά εντύπωση στον Θεόφιλο. Μια υποψία φοβερή πέρασε απ' το μυαλό του.

Μα δεν πρόφτασε να σκεφτεί περισσότερο, γιατί άνοιξε η πόρτα του κελιού και μπήκε ο Πετρωνάς.

Προσπαθώντας να παραστήσει το συγκινημένο, γονάτισε μπροστά στην κλίνη όπου βρισκόταν οΘεόφιλος και είπε: 

«Τι φοβερό, Αύγουστε!» 

«Πράγματι, Πετρωνά», απάντησε ο πληγωμένος βασιλιάς. «Είναι φοβερό να κυκλοφορούν τόσοι

δολοφόνοι στα πρόθυρα της πόλεως». 

«Ευτυχώς που αγρυπνούν οι δρουγγάριοι της Βασιλείας σου! Κατόρθωσα να συλλάβω δυο απ' τους

δολοφόνους». 

«Εσύ;... Και ποιοι είναι αυτοί;» 

«Δυο άνθρωποι άξιοι για το δήμιο. Ομολόγησαν την πράξη τους και ότι είναι όργανα μιας εταιρίας

μοναχών. Διέταξα να συλλάβουν όλους αυτούς τους καλογήρους. Είναι ογδόντα!» 

«Να τους απολύσεις ευθύς! Κι αυτούς και τους δυο κακοποιούς σου!» διέταξε με τραχιά φωνή ο

Θεόφιλος και με μια κίνηση του χεριού έδειξε στον Πετρωνά την έξοδο. 

Ο Πετρωνάς, εμβρόντητος από την εξέλιξη της σκηνής, αναγκάσθηκε να αποσυρθεί. Ο Θεόφιλος τον

κοίταξε, καθώς έφευγε, με βλέμμα που άστραφτε από οργή. 

«Προδότη!» ψιθύρισε με αγανάκτηση κι έκλεισε τα μάτια σαν να του έκανε κόπο να τον κοιτάζει.  

Είχε μαντέψει την αλήθεια. Τα λόγια του Ακύλα του έδωσαν τις πρώτες υπόνοιες. Το ύφος του

Πετρωνά και η υποκριτική εμφάνισή του τον έπεισαν. 

 Ένιωσε την ψυχή του ποτισμένη από αηδία. Κατάλαβε ότι από 'δω και πέρα δεν θα είχε ησυχία πια

μ' αυτούς τους δυο αδίστακτους αδελφούς της Θεοδώρας. Το παλάτι μεταβαλλόταν σε μια

φιδοφωλιά κι έπρεπε να προσέχει πιο πολύ. Αυτή η σκέψη τον έκανε να προτιμήσει να μείνει για

λίγες μέρες στο μοναστήρι της Ανθούσας, ώσπου να κλείσει η πληγή του. Εκεί μέσα όλα ήταν τόσο

γαλήνια, τόσο ειρηνικά. Ενώ τα ανάκτορα θα βρίσκονταν ξανά μέσα στην ατμόσφαιρα του μίσους

που είχαν απλώσει γύρω του οι δυο αδελφοί της Θεοδώρας. Έπειτα, στο Ασκητήριο της Ανθούσας

υπήρχε η Κασσιανή. Δεν την  έβλεπε παρά μια φορά την ημέρα και πάντα για λίγο, για δυο τρίαλεπτά, όταν ερχόταν να τον ρωτήσει για την υγεία του. Κι όμως, αρκούσαν οι λίγες εκείνες στιγμές

για να τον κρατούν όλη την ημέρα σε μια κατάσταση ευδαιμονίας, που δεν είχε δοκιμάσει ποτέ

άλλοτε. 

Η είδηση της απόπειρας δολοφονίας του Θεόφιλου αναστάτωσε τη Βασιλεύουσα και προκάλεσε την

οργή των παλατιανών. Οι πιο αδιάλλακτοι ζητούσαν να ληφθούν σκληρά μέτρα εναντίον των

εικονολατρών, που τους θεωρούσαν αναμειγμένους στο έγκλημα. Μόνο ο πολύπειρος σύμβουλος

του Θεόφιλου, ο Ιωάννης Γραμματικός, είχε αντίθετη γνώμη. Πρέσβευε πάντοτε ότι η αδιαλλαξία

οδηγεί σε εντελώς αντίθετα αποτελέσματα. Και για να προλάβει μια σπασμωδική ενέργεια, ανέβηκε

στο Ασκητήριο της Ανθούσας και μίλησε μ' αυτό το πνεύμα στον Θεόφιλο. Ο νέος Αύγουστος

συμφώνησε, αλλά προχωρώντας τη συζήτηση αποκάλυψε στον Ιωάννη την ανάμειξη του Πετρωνά

Page 95: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 95/173

Digitized by 10uk1s

στην απόπειρα, την πλεκτάνη που είχε στήσει με τον Βάρδα εις βάρος της Κασσιανής και τη

διαπίστωση της συνενοχής της Θεοδώρας. 

Ο σοφός σύμβουλος φάνηκε πολύ συλλογισμένος. Μα δεν δίστασε να πει καθαρά την άποψή του. 

«Η οικογένεια του Βάρδα», είπε, «είναι επικίνδυνη. Και οι δυο αδελφοί έχουν σκοτεινές φιλοδοξίες

που θα δημιουργήσουν κάποτε ζητήματα στη βασιλεία σου. Η ίδια η Αυγούστα προσπαθεί να σε

περιβάλλει με κατασκόπους της. Ακόμα χειρότερο, είναι φανατική εικονολάτρις και τελευταία

άρχισε κιόλας να βοηθά κρυφά τα μοναστήρια! Περισσότερους από δέκα ανθρώπους του

Ναυκράτιου έχει εγκαταστήσει τις τελευταίες ημέρες κρυφά στο παλάτι. Σε λίγο  καιρό θα είναι

τυφλό όργανο των καλογήρων. Έχει τη φιλοδοξία να γίνει μια Πουλχερία, αλλά φοβούμαι πως θα

καταντήσει μια Ειρήνη Αθηναία. Μόλις αισθανθεί ικανές τις δυνάμεις της, θα σταθεί αντιμέτωπή

σου. Και απαίδευτη καθώς είναι, θα βάλει πολλά εμπόδια στο δρόμο σου. Να τη φοβάσαι,

Θεόφιλε!» 

Ο Ιωάννης μιλούσε με την παρρησία του ανθρώπου που είχε αφιερώσει τη ζωή του για τη δόξα τουΒυζαντίου. Ο Θεόφιλος τον άκουγε με προσοχή. 

«Ποια λύση προτείνεις, λοιπόν, σοφέ μου δάσκαλε;» 

«Υπάρχει μόνο μία. Ο χωρισμός!» 

Ο Θεόφιλος έμεινε σιωπηλός για λίγο. Φαινόταν απορροφημένος από κάποια έμμονη ιδέα. Τέλος,

στράφηκε προς τον Ιωάννη και είπε: 

«Το έχω σκεφθεί κι εγώ τις τελευταίες ημέρες. Αλλά ομολογώ ότι διστάζω πολύ».  

«Σε φοβίζει ο θόρυβος που θα προκληθεί; Αλλά είναι  προτιμότερος από το σάλο που θα φέρει

κάποτε η Θεοδώρα στην αυτοκρατορία». 

«Ίσως να 'χεις δίκιο», είπε ο Θεόφιλος κι έπεσε σε βαθιά συλλογή. 

Λίγο αργότερα ο Γραμματικός αποσύρθηκε. Ο Θεόφιλος απόμεινε να συλλογίζεται πόσο δύσκολα

ζητήματα είχε να αντιμετωπίσει από την άλλη μέρα, που θα εγκατέλειπε πια το Ασκητήριο της

Ανθούσας. Ήταν η έκτη ημέρα που νοσηλευόταν εκεί. Το τραύμα του είχε σχεδόν επουλωθεί. Θα

μπορούσε να είχε φύγει νωρίτερα αν δεν τον κρατούσε... αιχμάλωτο η παρουσία της Κασσιανής.  

«Αιχμάλωτος», συλλογίστηκε και ο εγωισμός του επαναστάτησε. Αλλά αμέσως σκέψεις άλλες,τρυφερότερες, έδιωξαν τις πρώτες. «Ναι», είπε μέσα του, «είμαι αληθινά αιχμάλωτος. Αλλά μήπως

έχω άδικο να είμαι σκλαβωμένος από τη γοητεία που σκορπά το πνεύμα, η ψυχή, η ομορφιά της;» 

 Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε με τη φαντασία του να φέρει μπροστά του τη γλυκιά της μορφή.

Και τότε στ' αφτιά του έφτασαν κύματα αρμονίας, που του φάνηκε σαν να κατέβαιναν από τους

ουρανούς: 

«Ακροάσθητι, Κύριε, τους λόγους μου, νόησον τον στεναγμόν μου!» 

 Ήταν η Κασσιανή που έψελνε στο γειτονικό κελί έναν από τους παθητικότερους ψαλμούς του

Δαβίδ. Ο Θεόφιλος γνώρισε τη φωνή της κι ανασκίρτησε. Έκλεινε τόση περιπάθεια η φωνή αυτή.

Page 96: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 96/173

Digitized by 10uk1s

Σφάλισε πάλι τα μάτια του κι αφέθηκε σε ονειροπολήματα. Σιγά, αθόρυβα, άνοιξε η πόρτα και

φάνηκε η Κασσιανή κρατώντας στα κατάλευκα χέρια της μια μικρή Βίβλο με μαύρο ντύμα. Ο

Αύγουστος την κοίταξε βαθιά στα μάτια, ώστε εκείνη χαμήλωσε σεμνά το βλέμμα της. Τότε ο

Θεόφιλος, συνεπαρμένος από τη στιγμή, πήρε από τα χέρια της τη Βίβλο, την ξεφύλλισε γρήγορα,

έφτασε στο  Άσμα Ασμάτων   και διάβασε με φωνή που παλλόταν από συγκίνηση ένα απόσπασμααπό το ερωτικό τραγούδι της Σουλαμίτιδος. 

Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί.

Φωνή αδελφιδού μου κρούει επί την θύραν.

 Άνοιξόν μοι, αδελφή μου, η πλησίον μου,

περιστέρα μου, τελεία μου,

ότι η κεφαλή μου επλήσθη δρόσου

και οι βόστρυχοί μου ψεκάδων νυκτός.

Το πρόσωπο της Κασσιανής έγινε κατακόκκινο. Η γλυκιά ταραχή που φέρνει ο έρωτας έκανε την

καρδιά της να φτεροκοπά. Κι όταν σταμάτησε να απαγγέλλει ο Θεόφιλος, εκείνη σταύρωσε τα χέριαστο στήθος της, που ανάσαινε βαριά, έκλεισε τα μάτια και ψιθυριστά σχεδόν, αλλά με πάθος,

άρχισε να απαγγέλλει τη συνέχεια του θρυλικού άσματος που είχε γράψει ένας μεγάλος βασιλιάς, ο

Σολομώντας, την ωραία Σουλαμίτιδα. 

 Ήνοιξα εγώ τω αδελφιδώ μου·

αδελφιδός μου παρήλθε.

Ψυχή μου εξήλθεν εν λόγω αυτού.

Εζήτησα αυτόν και ουχ εύρον αυτόν,

εκάλεσα αυτόν και ουχ υπήκουσέ μου...

Ώρκισα υμάς, θυγατέρες Ιερουσαλήμ...

εάν εύρητε τον αδελφιδόν μου, τι απαγγείλητε αυτώ;Ότι τετρωμένη αγάπης εγώ είμι...

Ο Θεόφιλος άκουγε με κομμένη ανάσα τις γοητευτικές στροφές από το  Άσμα Ασμάτων , που στα

χείλη της Κασσιανής έμοιαζαν με εκμυστήρευση. Κι όταν εκείνη σταμάτησε να λέει, ο Αύγουστος

συνέχισε το αθάνατο ποίημα, σαν ν' απαντούσε στην Κασσιανή: 

Πού απήλθεν ο αδελφιδός σου, η καλή εν γυναιξί; Πού απέβλεψεν ο αδελφιδός σου; Και

ζητήσομεν αυτόν μετά σου...

Τώρα αποκρίθηκε η Κασσιανή: 

«Φωνή αδελφιδού μου ιδού ούτος ήκει πηδών επί τα όρη, διαλλόμενος επί τους βουνούς.

 Αποκρίνεται αδελφιδός μου και λέγει μοι...

Την απάντηση έδωσε ο Θεόφιλος: 

 Ανάστα, ελθέ η πλησίον μου, καλή μου, περιστερά μου, ότι ιδού ο χειμών παρήλθεν, ο

υετός απήλθεν, επορεύθη εαυτώ, τα άνθη ώφθη εν τη γη. Καιρός της τομής έφθακε,

φωνή της τρυγόνος ηκούσθη... Ελθέ, συ περιστερά μου... Δείξον μοι την όψιν σου και

ακούτισόν με την φωνήν σου, ότι η φωνή σου ηδεία και η όψις σου ωραία...

Η Κασσιανή έκλεισε τα μάτια από συγκίνηση, από ευδαιμονία, και επανέλαβε με περιπάθεια το

Page 97: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 97/173

Digitized by 10uk1s

συμβολικό στίχο: 

... Ο χειμών παρήλθεν, ο υετός απήλθεν, τα άνθη ώφθη εν τη γη...

Και ο Θεόφιλος, με την ίδια συγκίνηση, συμπλήρωσε την εξομολόγησή του: 

Καιρός της τομής έφθακε, φωνή της τρυγόνος ηκούσθη...

Κοιτάχτηκαν στα μάτια. Για ένα ολόκληρο λεπτό. Κι έπειτα ο Θεόφιλος άπλωσε τα χέρια. Και η

Κασσιανή, σαν γητεμένη, κλείσθηκε στην αγκαλιά του. 

 Ήταν το πρώτο φιλί που άλλαξαν οι δυο πολύπαθοι ερωτευμένοι. 

Την άλλη μέρα ένιωσαν κι οι δυο ότι μες στην ψυχή τους είχε γίνει αλλαγή βαθιά. Εκείνο το φιλίέλιωσε, σαν το ζεστό ήλιο, όλους τους πάγους της καρδιάς τους. Διέλυσε τα σύννεφα της υποψίας

που σκίαζαν τον ουρανό της αγάπης τους, φώτισε τις σκοτεινές στιγμές της ιστορίας τους. Μίλησαν

πολύ, μ' όλη την ειλικρίνεια, μ' όλη τη θέρμη τους. Και τι παράξενο! Ήταν η πρώτη φορά που

μιλούσαν οι δυο τους, μόνοι, ελεύθερα, κι ας αγαπιόνταν τόσους μήνες. Έδωσαν εξηγήσεις, είπαν

τα παράπονά τους, φανέρωσαν ο  ένας στον άλλον το βαθύ πάθος που έκρυβαν μέσα τους.

Προπάντων, όμως, πείστηκαν ότι ο μεγάλος φταίχτης του δραματικού χωρισμού τους ήταν ο

εγωισμός τους και η αλύγιστη υπερηφάνειά τους. 

Από τη στιγμή εκείνη άρχισε καινούργια ώρα για την αγάπη τους. Οι δυο θρυλικοί εραστές,

γκρεμίζοντας μ' ένα βίαιο χτύπημα όλα τα εμπόδια που είχαν υψώσει ανάμεσά τους το παλάτι, οι

κοινωνικοί θεσμοί, οι θρησκευτικές αντιλήψεις, το καθήκον, η ακαμψία του χαρακτήρα τους,δόθηκαν ελευθερωμένοι στον έρωτά τους. Έναν έρωτα όμως τυραννισμένο, γεμάτο αφοσίωση και

αγωνία. Γεμάτο από πάθος κι από φόβους. Με λίγη χαρά, με πολύ δάκρυ, με ξεσπάσματα

παραφοράς και με ώρες μαύρης απελπισίας. Έναν έρωτα που σπάνια τον φώτιζε ο ήλιος της

ευτυχίας, «έρωτα ασέληνο», όπως τον μοιρολόγησε η ίδια η Κασσιανή ύστερα από χρόνια, στο

περιλάλητο τροπάριό της. 

Page 98: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 98/173

Digitized by 10uk1s

ΣΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΑΡΣΙΑΣ

Ο Θεόφιλος γύρισε την άλλη μέρα στο παλάτι, με κάποιες αποφάσεις  παρμένες μέσα του, ενώ η

Κασσιανή έμεινε στο ασκητήριο. Είχε τελειώσει η «ποινή» της, αλλά προτίμησε να περιμένει εκεί,

μακριά από την πολιτεία, την εξέλιξη των γεγονότων. 

Δυο μέρες αργότερα, η Κασσιανή δέχτηκε απροσδόκητα την επίσκεψη του Λεόντιου. Δεν είχε φύγει

ο ερωτευμένος στρατηγός τότε που την αποχαιρέτησε. Δεν έβρισκε τη δύναμη να απομακρυνθεί

από τη Βασιλεύουσα, απ' την Κασσιανή. Κλείστηκε στο μέγαρό του κι αγωνίστηκε να δαμάσει το

πάθος του. Πάλεψε σκληρά. Ωστόσο, αντί να σβήνει, φούντωνε μέσα του όλο και πιο πολύ ο

έρωτας. Απελπίστηκε. Στην απόγνωσή του, ξαναπήγε στην Κασσιανή να τη δει, να της μιλήσει για

τελευταία φορά. 

Ωχρός, τσακισμένος, με όψη σκοτεινή, χαιρέτησε την αγαπημένη κόρη και χωρίς περιστροφές της

είπε: 

«Από το τελευταίο σου "όχι" κρέμεται η ζωή μου. Ήρθα να τ' ακούσω από τα χείλη σου. Ετάραξα την

ησυχία αυτής της σκήτης, γιατί δεν έχω πια τη δύναμη να υποφέρω». 

«Λεόντιε», ψιθύρισε με πόνο η Κασσιανή. 

«Αν με διώξεις, με διώχνεις από το δρόμο που χρωστά να ακολουθεί ένας τίμιος άνδρας. Ήμουν ο

πιο πιστός στρατιώτης του αυτοκράτορα, μα τώρα νιώθω μέσα μου ν' ανάβει η φωτιά της

ανταρσίας. Μισώ τον Θεόφιλο!» 

Η απόγνωση και ο απειλητικός τόνος της φωνής του έκαναν την Κασσιανή να ανατριχιάσει.  

«Σωπαίνεις, Κασσιανή, γιατί δεν θέλεις να προφέρεις το "όχι" που ανεβαίνει απ' την καρδιά σου. Η

σιωπή σου λέει την καταδίκη μου. Σου μιλώ για τελευταία φορά. Να σε μισήσω μου είναι αδύνατο.

Μόνο να σ' αγαπώ μπορώ. Γι' αυτό φεύγω απ' τη Βασιλεύουσα. Δεν θα με ξαναδείς, παρά όταν θα

ξαναγυρίσω για να εκδικηθώ αυτόν που στάθηκε ανάμεσα στην αγάπη μου και σε σένα». 

Σταμάτησε λίγο σαν να αναμετρούσε τη βαρύτητα αυτών που θα ξεστόμιζε κι έπειτα είπε με σκληρή

φωνή: 

«Θα σηκώσω ανταρσία!» 

«Θεέ μου!» φώναξε η Κασσιανή. «Θα βαδίσεις λοιπόν στο χαμό σου;» 

«Θα βαδίσω εκεί που με πάει η μοίρα μου και το άστρο μου! Στη δόξα ή στο χαμό, μου είναι

αδιάφορο. Μπορεί να πέσω. Αλλά μπορεί και να ρίξω τον Θεόφιλο. Και τότε θα κρεμάσω στην άκρη

του σπαθιού μου την πορφύρα της Αυγούστας και θα σ' την προσφέρω, Κασσιανή, αφού τόσο πολύ

την επόθησες». 

«Μα όχι, Λεόντιε, δεν είναι η πορφύρα που μας εχώρισε». 

«Αυτή, μόνο αυτή! Το ξέρω γιατί βλέπω τώρα κάτι ανάλογο στον εαυτό μου. Ο ανικανοποίητος

πόθος μου για σένα έριξε στην ψυχή μου τον πρώτο σπόρο της ανταρσίας. Αλλά οι κοιμισμένες

φιλοδοξίες μου είναι εκείνες που εσήκωσαν μέσα μου την επανάσταση. Αυτές με μεθούν. Αυτές

Page 99: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 99/173

Digitized by 10uk1s

εμέθυσαν και σένα». 

Δεν είπε τίποτε άλλο. Χαιρέτησε, χτύπησε το σπαθί του κι έφυγε με γρήγορα και αποφασιστικά

βήματα. 

Η Κασσιανή ανησύχησε πολύ την πρώτη ώρα. Μα κατόπιν έκανε ψυχραιμότερες σκέψεις. 

«Δεν θα πραγματοποιήσει», συλλογίστηκε, «τέτοια σοβαρή απειλή. Έτσι μιλά τώρα, πάνω στην

απόγνωσή του. Με τον καιρό θα συνέλθει. Είναι πολύ τίμιος για να κάμει τέτοια βδελυρή πράξη».  

 Έκανε λάθος η Κασσιανή. Δεν ήξερε πως δεν υπάρχει τίποτα που να μην είναι έτοιμος να το

αποτολμήσει ένας άνδρας με αρσενική ψυχή, όταν ριχτεί στο πέλαγος της ερωτικής απελπισίας.  

Ωστόσο, η Κασσιανή δεν ανάφερε τίποτε απ' το επεισόδιο αυτό στον Θεόφιλο, για να μη

δηλητηριάσει την εκτίμηση  που έτρεφε ο Αύγουστος προς τον καλύτερο στρατηγό του. Άλλωστε,

πέρασαν μέρες μέχρι να ξαναδεί τον αγαπημένο της. Ήταν πολύ απασχολημένος με τα γεγονόταπου επακολούθησαν την απόπειρα δολοφονίας του. 

Η μυστηριώδης αυτή απόπειρα προκάλεσε νέο αναβρασμό στις δυο παρατάξεις. Οι καλόγεροι, για

να προκαλέσουν αντιπερισπασμό, άρχισαν να διαδίδουν τις πιο απίστευτες φήμες. Έλεγαν ότι ο

Θεόφιλος αποφάσισε να πυρπολήσει όλα τα μοναστήρια και να περάσει διά στόματος μαχαίρας

όλους τους μοναχούς. Άλλοι διέδιδαν ότι ο  «εστεμμένος αντίχριστος», νιώθοντας το έδαφος να

κλονίζεται κάτω από τα πόδια του, θα... πουλούσε τη Βασιλεύουσα στους Άραβες και ότι ο ίδιος θα

πήγαινε στη Βαγδάτη να ζήσει με χλιδή, ανάμεσα στους αφοσιωμένους σ' αυτόν εικονομάχους που

θα τον ακολουθούσαν. 

Οι δρόμοι της Κωνσταντινούπολης ήταν γεμάτοι από μισοπαράφρονες, που υπό το κράτος τηςθρησκοληψίας τους εξήγειραν τα πνεύματα του λαού με παρόμοιες διαδόσεις. Στρατιώτες και

πολίτες συμπλέκονταν κάθε στιγμή, τα καταγώγια ήταν γεμάτα από τα πιο ύποπτα υποκείμενα που

περίμεναν ταραχές για να μισθώσουν τα μαχαίρια τους στη μια ή στην άλλη παράταξη. 

Ο εικονολατρικός όχλος ήθελε μια ηρωίδα και αρπάχτηκε απ' την περιπέτεια της Κασσιανής, από

τον παραμερισμό της κατά τη θρυλική εκλογή του Χρυσοτρίκλινου, κατόπιν την πρώτη φυλάκισή της

κι έπειτα το νέο περιορισμό της στο Ασκητήριο της Ανθούσας. Τα πλατιά στρώματα του λαού,

απληροφόρητα εντελώς για την πραγματικότητα, έβλεπαν την Κασσιανή ως ένα θύμα του

Θεόφιλου, παρόλο που ο Βάρδας, ο μυστικός αρχηγός τους, προσπαθούσε να διαλύσει αυτή την

παρεξήγηση. Αλλά τι μπορούσε να κάνει τώρα που η κόρη του Ευστράτιου είχε γίνει πια το ίνδαλμα

ρασοφόρων και λαϊκών; 

Τον τελευταίο καιρό η Κασσιανή δεν ένιωθε την παλιά συμπάθεια για τους εικονολάτρες. Ιδίως από

τότε που άρχισαν να προβαίνουν σε πράξεις άγριες, αισθάνθηκε ότι ψυχικά δεν μπορούσε πια ν'

ανήκει σ' αυτούς. Άλλωστε, την είχε επηρεάσει ο έρωτας. Και τώρα, που η αγάπη έλαμπε πάλι στην

καρδιά της, άρχισε να νιώθει συμπάθεια προς τους εικονομάχους  – αυτούς που άλλοτε

αντιπαθούσε τόσο. Ο έρωτας έκανε κι αυτό το θαύμα. Κατά ειρωνεία της τύχης, όμως, όσο εκείνη

απομακρυνόταν απ' την εικονολατρία τόσο περισσότερο απλωνόταν στα λαϊκά στρώματα των

εικονολατρών η φήμη και ο θρύλος της «Αγνής Κασσιανής». 

Page 100: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 100/173

Digitized by 10uk1s

Μια φορά που τόλμησε να κατεβεί από το ασκητήριο στην Πόλη, αρπάχτηκε από το μεθυσμένο

πλήθος που την αναγνώρισε. Την υποχρέωσαν να τεθεί επικεφαλής μιας πομπής που έδινε την

εντύπωση διαδήλωσης ή λιτανείας και την ανάγκασαν να περιτρέξει με όλο αυτόν τον όχλο τους

κεντρικότερους δρόμους της Βασιλεύουσας. Ήταν αδύνατο να αντισταθεί στο αλλόφρονο εκείνο

πλήθος. 

Αλλά η μεγάλη της περιπέτεια επρόκειτο να συμβεί λίγες ημέρες   αργότερα. Βρισκόταν πάλι στον

κήπο της μονής. Ρέμβαζε κάτω από τα μουντά κυπαρίσσια και αναλογιζόταν τη νέα τροπή που

έπαιρναν τα πράγματα. Ξαφνικά, άκουσε μια βοή που ολοένα μεγάλωνε. Ήταν μια νέα διαδήλωση

εικονολατρών. Το φανατισμένο πλήθος πλημμύρισε σε λίγο τον περίβολο της μονής. Ήταν καμιά

τριακοσαριά έξαλλοι καλόγηροι και λαϊκοί που έρχονταν να κάνουν εκεί τη «δίκη του Θεόφιλου!»

Να τον δικάσουν εν ονόματι της «αληθινής πίστεως» για όσα ανομήματα είχε πράξει εις βάρος των

άγιων εικόνων. Οι μανιασμένοι αυτοί εικονολάτρες ανάγκασαν με τη βία σχεδόν την Κασσιανή να

βγει στον περίβολο και να σταθεί ανάμεσά τους. Ύστερα έβαλαν στη μέση της αυλής ένα κωμικό

ομοίωμα του Θεόφιλου και αυτό δίκασαν, με αναθέματα και κατάρες. Φυσικά, το καταδίκασαν εις

θάνατον! Μόλις βγήκε η κωμικοτραγική αυτή απόφαση, πετάχτηκαν στη μέση δυο δόκιμοι μοναχοίκαι τρεις λαϊκοί, νέοι κι αυτοί, που είπαν ότι αναλαμβάνουν να εκτελέσουν την απόφαση. 

«Να ορκισθείτε ότι δεν θα δειλιάσετε!» φώναξε με ένα στόμα η αλλόκοτη εκείνη συνέλευση.  

«Η Κασσιανή θα μας ορκίσει!» αποκρίθηκαν οι υποψήφιοι δολοφόνοι, οι οποίοι αναλάμβαναν την

υποχρέωση να σκοτώσουν τον Θεόφιλο. 

Αμέσως έβαλαν ένα προσκυνητάριο με την εικόνα της Θεοτόκου μπροστά στο ψηλό στασίδι όπου

είχαν καθίσει την Κασσιανή και κάλεσαν τους υποψήφιους δολοφόνους να ορκιστούν. Η Κασσιανή

έπρεπε ν' απαγγείλει τον όρκο, που ήταν ένα φοβερό επιτίμιο και ανάθεμα για κείνον που θα

δείλιαζε την τελευταία στιγμή. Οι πέντε έξαλλοι νέοι, με πρόσωπα σκοτεινά από το πάθος, άπλωσαντα χέρια να ορκισθούν. 

Η Κασσιανή δεν μπόρεσε να κρατηθεί περισσότερο. Σώπαινε τόσες ώρες γιατί δεν ήθελε να

προδώσει το μυστικό της. Αλλά δεν άντεχε πια. Και μόνο η ιδέα ότι ο αγαπημένος της μπορούσε να

πάθει κάτι κακό από τους λυσσαλέους εκείνους φανατικούς, την αναστάτωνε. Όρθωσε το ανάστημά

της, έριξε μια οργισμένη ματιά σε όλη την ομήγυρη και φώναξε: 

«Αίσχος! Ζητάτε εν ονόματι της Παρθένου Μαρίας να διαπράξετε ένα έγκλημα αποτρόπαιο; Μα δεν

βλέπετε, λοιπόν, τυφλοί και ανίδεοι, ότι μιλάτε και φέρεσθε σαν τον τελευταίο βάρβαρο

ειδωλολάτρη που προσφέρει στους ξύλινους θεούς του ανθρώπινο αίμα ως θυσία; Ζητάτε να σας

βοηθήσουν οι άγιοι, που άλλαζαν δρόμο για να μην αφαιρέσουν τη ζωή ακόμα κι ενός σκουληκιού.Δεν σας τρομάζει η σκέψη ότι θα σκοτώσετε εκείνον που η Θεία Πρόνοια ανέβασε στο θρόνο του

Βυζαντίου;» 

Το πλήθος για λίγα λεπτά έμεινε άλαλο. Δεν μπορούσε να πιστέψει στ' αφτιά του. Ήταν η Κασσιανή

αυτή που μιλούσε με τέτοια γλώσσα, το ίνδαλμά τους, η ηρωίδα τους; Μα ξάφνου, ένας από τους

πιο τυφλωμένους ούρλιαξε: 

«Προδοσία! Οι εικονομάχοι την εξαγόρασαν! Ο σατανάς εμπήκε μέσα της, όπως τα δαιμόνια στους

χοίρους του Ευαγγελίου». 

Η μεταστροφή στο παραλογισμένο πλήθος ήρθε με αστραπιαία ταχύτητα. Αυτοί που γονυπετούσαν

Page 101: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 101/173

Digitized by 10uk1s

λίγη ώρα πρωτύτερα μπροστά στην «πάναγνη κόρη» άρχισαν τώρα να ωρύονται εναντίον της. 

«Σας εξορκίζω», φώναξε με απόγνωση η Κασσιανή. «Ακούστε με!...» 

Μα η φωνή της πνίγηκε μέσα στην αλλοφροσύνη του πλήθους. 

«Να πληρώσει την αυθάδειά της». 

«Αλλαξοπίστησε! Απηρνήθη τον Χριστό!» 

«Θάνατος στην εξωμότισσα». 

Η κόρη του Ευστράτιου άρχισε να τρέμει, κι όχι πια από αγανάκτηση παρά από ντροπή και φόβο.

Και πώς ήταν δυνατόν να μην κυριευτεί από φόβο μπροστά στους έξαλλους εκείνους φανατικούς

που κινούνταν εναντίον της με άγριες διαθέσεις; 

«Να τη λιθοβολήσουμε!» ούρλιαζαν μερικοί κι έψαχναν να βρουν πέτρες. 

«Να την παραδώσουμε στους μεθυσμένους στρατιώτες!» φώναζαν άλλοι. 

Μα τότε μια φοβερή κραυγή ακούστηκε κι από το πλήθος πετάχτηκε ένας νεαρός μοναχός που με

δυο πηδήματα βρέθηκε πλάι στην Κασσιανή. 

«Δεν θα την πειράξει κανείς!» φώναξε με λύσσα. «Είναι δική μου!» 

Ο απροσδόκητος σωτήρας της Κασσιανής ήταν ο Γαβριήλ, ο παθιασμένος εκείνος καλόγερος που

είχε βάλει πυρκαγιά στη μονή της Παναγίας της Παντάνασσας για να κάψει τον Θεόφιλο. Μέσα στηνπαραφροσύνη του, ένιωσε φλογερό πάθος για την Κασσιανή, που παραλίγο να την κάψει τότε

ζωντανή. Την αγάπησε με όλη τη σκοτεινή μανία των τρελών. Από τη μέρα εκείνη παρακολουθούσε

την Κασσιανή σαν σκιά της. Τη λάτρευε από μακριά, τυφλά, άγρια. Έτσι βρέθηκε κοντά της και τώρα.

Είχε σταθεί μπροστά της και γρύλιζε σαν αγρίμι. Τα μάτια του πετούσαν φλόγες και η όψη του

φανέρωνε όλο το μέγεθος της παραφροσύνης του. Και σε μια στιγμή, νιώθοντας πως δεν θα

μπορούσε να τα βγάλει πέρα με τους μανιασμένους ομοϊδεάτες του, άρπαξε στα χέρια του την

Κασσιανή και όρμησε προς την εκκλησία της μονής. Από 'κεί, από μια μικρή πορτούλα του ιερού,

βγήκε στο ανατολικό προαύλιο της μονής. Μερικοί τον καταδίωξαν. Ο Γαβριήλ όμως, που η τρέλα

τριπλασίαζε  τις δυνάμεις του, είχε φτερά στα πόδια. Στο τέλος οι διώκτες του απηύδησαν και

στάθηκαν. Μόνο ένας, που το βλογιοκομμένο πρόσωπό του έδειχνε ότι επρόκειτο για άνθρωπο των

καταγωγίων, εξακολουθούσε να τρέχει πίσω του και να βλαστημά άγρια. 

Δεν ήταν ο θρησκευτικός φανατισμός που έκανε αυτόν τον αλήτη να καταδιώκει τον τρελό

καλόγερο. Ήταν ο πόθος που είχε νιώσει κι αυτός για την ωραία αρχοντοπούλα. 

«Παλιοκαλόγηρε!» φώναζε. «Θα σ' την πάρω τη γυναίκα. Με λένε Νυχτοκόρακα εμένα!» 

Η Κασσιανή, μισολιπόθυμη, έτρεμε τον κακούργο που τους καταδίωκε, αλλά φοβόταν και τον

παράφρονα που την έσφιγγε στο στήθος του και βαριανάσαινε απαίσια πάνω απ' το πρόσωπό της.

Η διπλή αυτή αγωνία της κράτησε ώρα. 

Τέλος, όταν πια είχαν φτάσει κοντά στα πρώτα σπίτια της Πόλης, ο Γαβριήλ ένιωσε τις δυνάμεις του

Page 102: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 102/173

Digitized by 10uk1s

να τον εγκαταλείπουν. Ο Νυχτοκόρακας τον κατέφθανε. Μα ο καλόγερος δεν ήταν διατεθειμένος να

αφήσει να του πάρουν την Κασσιανή. Σε μια στιγμή που δεν τον χώριζαν πια από τον κακοποιό

παρά λίγα μόνο βήματα, άφησε απαλά καταγής την κόρη και χύθηκε επάνω στον κακούργο. Πάλη

λυσσασμένη άρχισε. Ωσότου άστραψε στα χέρια του Νυχτοκόρακα ένα μαχαίρι. Η Κασσιανή έριξε

μια φωνή σπαρακτική και, χωρίς να σκεφτεί τίποτε, άρχισε να τρέχει, να τρέχει... Πίσω της οΝυχτοκόρακας κι ο Γαβριήλ πάλευαν σαν λυσσασμένα ζώα. Ώσπου ο τρελός έριξε κάτω τον

κακούργο και του κάρφωσε στο στήθος το μαχαίρι. 

 Όταν στο τέλος η ταλαίπωρη αρχοντοπούλα βρέθηκε ανάμεσα στα πρώτα σπίτια της Βασιλεύουσας,

πήρε βαθιά ανάσα. Είχε γλιτώσει από το διπλό κίνδυνο  – τον τρελό και τον κακούργο. Μα δεν

πρόφτασε να χαρεί τη σωτηρία της και νέοι φόβοι την κυρίεψαν. Βρισκόταν σε μια κακόφημη

συνοικία όπου όλα φαίνονταν ύποπτα. Δεν είχε άδικο να φοβάται. Σε λίγο αντιλήφθηκε δυο

παράξενα υποκείμενα που την παρακολουθούσαν βήμα προς βήμα. Τρομοκρατημένη άρχισε να

τρέχει, μα άκουσε πως κι εκείνοι άρχισαν να τρέχουν. Δεν πρόφτασε να κάνει ούτε δέκα βήματα κι

αισθάνθηκε ένα φαρδύ μανδύα να τη σκεπάζει από το κεφάλι, δυο ατσαλένια χέρια να την κρατούν

ακίνητη και μια πλατιά παλάμη να της φράζει το στόμα. Σε λίγο οι δυο άγνωστοι την έσερναν μέσααπό ένα στενό σοκάκι κι ύστερα την ανάγκαζαν να κατεβεί μια σκάλα με πολλά σκαλοπάτια.  

«Θεέ μου, πού με πάνε;» σκέφτηκε με τρόμο η βασανισμένη κόρη. 

Ο ένας από τους δυο την έσπρωξε απότομα, με δύναμη. Έχασε την ισορροπία της και κατρακύλησε

τα υπόλοιπα σκαλοπάτια. Οι μυστηριώδεις απαγωγείς της ήταν δυο κακοποιοί, που μόλις δέκα

μέρες πριν βρίσκονταν στη φυλακή, κατάδικοι σε ισόβια. Είχαν αποφυλακιστεί από τον Πετρωνά για

να υπηρετήσουν κι αυτοί τα σκοτεινά του σχέδια. Γιατί ο Πετρωνάς είχε αποφασίσει να τελειώνει

πια. Ήθελε να δολοφονήσουν την Κασσιανή, για να ησυχάσει μια για πάντα. Αλλά ένα τέτοιο

έγκλημα δεν θα το άφηνε ατιμώρητο ο Θεόφιλος. Γι' αυτό ξαναγύρισε στο παλιό του σχέδιο· να

απαγάγει την Κασσιανή και να τη στείλει μακριά, κάτω στην Αφρική, να πουληθεί σκλάβα.  

Βρήκε τους δυο κακούργους, τους έδωσε χρυσάφι και τους ζήτησε να απαγάγουν την κόρη του

Ευστράτιου. Αλλά αξίωσε η απαγωγή να γίνει με κάθε μυστικότητα. Οι κακοποιοί τήρησαν πιστά τις

οδηγίες του Πετρωνά. Δέκα μέρες παρακολουθούσαν την Κασσιανή. Και τέλος, να που βρήκαν την

κατάλληλη στιγμή και μάλιστα τόσο ανέλπιστα. Κανείς δεν τους είχε δει, ούτε καν τη στιγμή που

ορμούσαν πάνω της και την άρπαζαν. 

 Έτσι την επομένη, όταν το παλάτι ειδοποιήθηκε για τη μυστηριώδη εξαφάνιση της αρχοντοπούλας,

όλοι οι μάρτυρες που εξετάστηκαν βεβαίωσαν ότι η Κασσιανή είχε απαχθεί από τον τρελό

καλόγερο, τον Γαβριήλ. Και καθώς ο Γαβριήλ είχε εξαφανιστεί από φόβο μήπως συλληφθεί για το

φόνο του Νυχτοκόρακα, οι αρχές δεν είχαν καμιά αμφιβολία ότι είχε κρυφτεί με την Κασσιανήκάπου, σε μια σπηλιά ίσως. Έτσι τώρα κανείς δεν υποπτεύτηκε τον αδελφό της Θεοδώρας ή τους

ανθρώπους του. Και ο ίδιος ο Θεόφιλος δεν υποψιάστηκε. Ωστόσο, εξαπέλυσε εκατοντάδες

ανθρώπους του να ψάξουν παντού για να βρουν τον παράφρονα καλόγερο και την αγαπημένη του. 

Αυτή τη φορά θα πετύχαιναν τα απαίσια σχέδια του Πετρωνά, αν δεν ερχόταν να τα ανατρέψει ξανά

η επέμβαση... του Λίλιου. Ο τετραπέρατος γελωτοποιός κατασκόπευε συστηματικά τώρα κάθε

κίνηση του Βάρδα και του Πετρωνά. Όταν τους έβλεπε να κατευθύνονται προς τα διαμερίσματα της

Θεοδώρας, τους παρακολουθούσε. Κρυβόταν ανάμεσα στα βαριά παραπετάσματα ή πίσω από τα

πελώρια ανάκλιντρα κι άκουγε κρυφά τις μυστικές συνομιλίες των δυο αδελφών με τη νέα

Αυγούστα. Έτσι έμαθε πολλά για τις σχέσεις της Θεοδώρας με τους εικονολάτρες, για τους

απόκρυφους σκοπούς  του Βάρδα, για τα απαίσια σχέδια του Πετρωνά. Κατάπληκτος ο Θεόφιλος

Page 103: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 103/173

Digitized by 10uk1s

μάθαινε, απ' όσα του αποκάλυπτε ο πανέξυπνος γελωτοποιός του, ότι πίσω απ' τις πλάτες του οι

τρεις αδελφοί οργάνωναν μια φοβερή συνωμοσία που απέβλεπε όχι πια μόνο στην καταστροφή της

Κασσιανής αλλά στην υπονόμευση του θρόνου. Αυτό τον έπεισε ότι έπρεπε να χτυπήσει γρήγορα,

να απαλλαγεί όχι μονάχα απ' τον Βάρδα και τον Πετρωνά αλλά κι από τη Θεοδώρα, που ήταν ίσως η

περισσότερο επικίνδυνη από τους τρεις. Την ευκαιρία που ζητούσε έδωσε μια νέα αποκάλυψη τουγελωτοποιού. Ήταν τόσο απίθανο  αυτό που ανακάλυψε τώρα ο Λίλιος, ώστε δεν ήθελε να το

πιστέψει. Αλλά μια έρευνα πιστοποίησε το πράγμα. 

Την άλλη μέρα ο Θεόφιλος διέταξε να ετοιμαστεί η Αυλή για να τον ακολουθήσει σε κάποια

«περιοδεία». Και το ίδιο απόγευμα ο Θεόφιλος και η Θεοδώρα, ακολουθούμενοι από τους

επιφανέστερους παλατιανούς, βγήκαν σε μια μικρή πομπή από το Ιερό Παλάτι και προχώρησαν

κατά τον Κεράτιο, προς κατάπληξη όλων των αυλικών. Όταν έφτασαν στην παραλία, ο Θεόφιλος

άρχισε να θαυμάζει τα πλοία που ήταν αραγμένα πέρα ως πέρα.  Τέλος στάθηκε μπρος σ' ένα

μεγάλο χελάνδιο. Ήταν ένα καράβι που είχε αποσπάσει το θαυμασμό όλων των ναυτικών της

Βασιλεύουσας. Ωραίο πλοίο, πολυτελές, με ένα ασυνήθιστο όνομα: «Γοργοεπήκοος». 

Ο Θεόφιλος περιεργάστηκε πολλή ώρα το καράβι, χωρίς να λέει τίποτα. Ύστερα γύρισε προς τον

δρουγγάριο των πλωίμων, το γηραιό ναύαρχο του Βυζαντίου Νέαρχο, και του είπε: 

«Αυτό το ωραίο χελάνδιο ανήκει στο βασιλικό στόλο;» 

«Όχι, Αύγουστε!» αποκρίθηκε εκείνος. 

«Τότε να το αποκτήσουμε. Θα το δωρήσω στην Αυγούστα». 

Και γυρίζοντας προς τη Θεοδώρα που, πράγμα παράξενο, είχε γίνει κατάχλομη, της είπε: 

«Είχα πάντα στη σκέψη να χαρίσω στη δέσποινά μου ένα τόσο όμορφο πλοίο».  

Οι υπασπιστές κάλεσαν αμέσως τον πλοίαρχο και τον ρώτησαν ποιος ήταν ο ιδιοκτήτης του

χελάνδιου. Αλλά ο ναυτικός εκείνος δεν έδωσε απάντηση. Κοιτάζοντας με σεβασμό και φόβο πότε

τον Θεόφιλο και πότε τη Θεοδώρα, έμενε βουβός. 

«Μη διστάζεις!» του είπε ο Αύγουστος. «Θα πληρώσω όσα θέλουν».  

«Η βασιλεία σου», ψιθύρισε με δέος ο ναυτικός, «ας συγχωρήσει τον ταπεινό  δούλο σου. Αλλά το

καράβι αυτό δεν μπορεί να πουληθεί». 

Τώρα ο Θεόφιλος άλλαξε ύφος. Άφησε να ξεσπάσει η οργή που έβραζε μέσα του και, γυρνώντας σ'

όλους τους παλατιανούς, είπε με σκληρή φωνή: 

«Λοιπόν, έχει δίκιο ο άνθρωπος αυτός να αρνείται, αφού του ζητώ να μου πουλήσει ένα πράγμα

που μου ανήκει. Δεν γνωρίζετε τίποτα και γι' αυτό απορείτε. Μπορώ να σας αποκαλύψω όμως ότι

άρχισα κι εγώ να γίνομαι καραβοκύρης. Η Αυγούστα έχει, φαίνεται, τη γνώμη ότι οι βασιλικές

ασχολίες μου είναι ασήμαντες και μου φόρτωσε κι άλλες. Αγόρασε για λογαριασμό μας το καράβι

που βλέπετε. Μόνο που είναι πολύ κακόπιστος συνεταίρος. Δεν μου έδωσε λογαριασμό για την

επιχείρηση αυτή». 

Η Αυγούστα στηρίχτηκε στο μπράτσο της βεστιτόρισσας Αγγελίνας για να μη σωριαστεί λιπόθυμη. Η

Page 104: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 104/173

Digitized by 10uk1s

αποκάλυψη την είχε συντρίψει. Πράγματι, είχε αγοράσει το πλοίο εκείνο ύστερα από προτροπή του

Πετρωνά. Με το χελάνδιο αυτό επρόκειτο να σταλεί στην Αφρική, για να πουληθεί σκλάβα, η

Κασσιανή. Το πράγμα είχε γίνει βέβαια με μεγάλη μυστικότητα. Αλλά μια συνομιλία του Πετρωνά

και της Θεοδώρας, που την άκουσε κρυφά ο γελωτοποιός, αποκάλυψε το γεγονός.  

Η Θεοδώρα, μισολιπόθυμη, οδηγήθηκε στο φορείο της που ξεκίνησε αμέσως για το παλάτι. Ο

Θεόφιλος έδωσε διαταγή να παραδοθεί στις φλόγες το ωραίο πλοίο. Την ίδια μέρα αφαίρεσε την

αρχηγία των δρουγγαρίων από τον Πετρωνά. Εκείνος όμως, με το θράσος που τον διέκρινε, τόλμησε

να παρουσιαστεί δυο μέρες αργότερα μπροστά στον εστεμμένο γαμπρό του και να διαμαρτυρηθεί

έντονα. Τότε ο Θεόφιλος δεν δίστασε να διατάξει τον «περιορισμό» του σ' έναν από τους στρατώνες

του παλατιού, πράγμα που σήμαινε τη φυλάκισή του. 

Η φυλάκιση του Πετρωνά αναστάτωσε τον Βάρδα και τη Θεοδώρα. Η νέα Αυγούστα, παρά το

πάθημά της, δοκίμασε να επέμβει. Παρουσιάστηκε στον Θεόφιλο με ύφος ικετευτικό. 

«Έλεος για τον αδελφό μου!» είπε δακρυσμένη. 

«Δεν υπάρχει έλεος για κείνους που ύψωσαν το ανάστημά τους ως τον βασιλέα!» αποκρίθηκε

κοφτά ο Αύγουστος, που τώρα πια ήταν αποφασισμένος να μην υποχωρήσει.  

«Είναι συκοφαντίες όλα. Ο Πετρωνάς είναι θύμα διαβολών». 

«Έχω αποδείξεις! Έχω για όλα αποδείξεις. Αυτός σε παρέσυρε  να αγοράσετε το χελάνδιο. Αυτός

έβαλε να με δολοφονήσουν. Αυτός καταδιώκει με λύσσα την Κασσιανή. Αυτός σε έπεισε να

επιδιώξετε την εξόντωσή της. Αυτός οργάνωσε και τώρα την απαγωγή της». 

Ως εκείνη τη στιγμή, το ύφος της Θεοδώρας ήταν γεμάτο υποταγή. Μα μόλις άκουσε το όνομα τηςαντίζηλής της, δεν μπόρεσε να κρατηθεί περισσότερο. Άφησε τη ζήλια της να ξεσπάσει.  

«Πάλι η Κασσιανή;» φώναξε με μανία. 

«Ναι, πάλι, πάντα!» αποκρίθηκε με την ίδια παραφορά ο Θεόφιλος. «Νιώσε το καλά. Για μένα δεν

υπάρχει παρά μονάχα αυτή η γυναίκα!» 

«Κι εγώ;» φώναξε τώρα με σπαραγμό η αδελφή του Βάρδα.  

Ο Θεόφιλος την κοίταξε με βλέμμα κοφτερό. Ετοιμάστηκε να πει το φοβερό λόγο που μέρες τώρα

ετοίμαζε μες στην ψυχή του, αλλά δεν  πρόφτασε. Τα παραπετάσματα τραβήχτηκαν και έναςαπεσταλμένος παρουσιάστηκε ασθμαίνοντας, ταραγμένος. Έφερνε μια είδηση συγκλονιστική. Ο

στρατηγός Θωμάς, ένας απ' τους αρχηγούς των συνοριακών φρουρών, είχε στασιάσει. Και

επικεφαλής χιλιάδων στρατιωτών βάδιζε κατά της Βασιλεύουσας. 

Ο αρχηγός της ανέλπιστης αυτής ανταρσίας ήταν παλαιός φίλος του πατέρα του Θεόφιλου. Όταν

ακόμα ο Μιχαήλ ήταν στρατηγός, ο Θωμάς είχε κι αυτός βλέψεις στο στέμμα. Τον είχαν παρασύρει

κάποιοι αστρολόγοι που προφήτευαν ότι μετά τον Μιχαήλ, τον πατέρα του Θεόφιλου, θα ανέβαινε

στο θρόνο του Βυζαντίου ένας χωλός. Και ο στρατηγός Θωμάς, άνθρωπος δεισιδαίμονας και

αδίστακτος, ήταν χωλός από το αριστερό πόδι, συνεπεία ενός τραύματος στον πόλεμο.  

 Όταν ο Θεόφιλος έλαβε το μήνυμα της στάσης του Θωμά, ένιωσε ότι ο θρόνος θα περνούσε από

Page 105: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 105/173

Digitized by 10uk1s

μεγάλη δοκιμασία. Γιατί ο Θωμάς ήταν ορμητικός, σκληρός και, προπάντων, δημοφιλής στο στρατό.

 Έπρεπε να ριχτεί αμέσως στον αγώνα με όλες τις δυνάμεις του. Κι αυτό έκανε. Άφησε ευθύς κάθε

άλλη ασχολία και σκέψη και δόθηκε στο δύσκολο έργο να ετοιμάσει την άμυνα της Βασιλεύουσας.

Για μέρες, δεν έκανε άλλο παρά να εμψυχώνει το στρατό με λόγια ανθρώπου αποφασισμένου να μη

λυγίσει μπροστά σε τίποτα. Ήταν η πρώτη μεγάλη κρίση της βασιλείας του. Έπρεπε να δείξει ότι το χέρι του δεν έτρεμε. Έτσι, παραμέρισε από τη σκέψη του όχι μονάχα το ζήτημα της Θεοδώρας αλλά

και της μυστηριώδους εξαφάνισης της Κασσιανής. Μπροστά στον υπέρτατο κίνδυνο που απειλούσε

τη Βασιλεύουσα δεν μπορούσε να βρει τόπο στην καρδιά του τίποτε άλλο, παρά ο άγριος πόθος να

τιμωρήσει σκληρά τον αντάρτη. 

Ο Λίλιος όμως αδιαφορούσε για την τύχη της αυτοκρατορίας κι αγωνιούσε για την τύχη της

Κασσιανής. Και μίλησε στον Θεόφιλο: 

«Θα την αφήσεις, κύριε, στα χέρια των κακούργων την αγαπημένη μου;» 

«Όχι, Λίλιο», αποκρίθηκε μελαγχολικά ο Αύγουστος. «Τώρα που ησύχασα κάπως, θα αρχίσουμεκαινούργια έρευνα». 

Την άλλη μέρα ξεχύθηκαν, μέσα και γύρω στη Βασιλεύουσα δεκάδες άνθρωποι που άρχισαν να

ψάχνουν για να ανακαλύψουν πού είχε φυλακιστεί η κόρη του Ευστράτιου. Μάταιος κόπος! Η

Κασσιανή βρισκόταν καλά κρυμμένη στο υπόγειο. 

Η ανακάλυψη του χελάνδιου ανέτρεψε το προηγούμενο σχέδιο του Πετρωνά. Αλλά μέσα από τη

φυλακή του δεν δυσκολεύτηκε να καταστρώσει καινούργιο. Και μια βδομάδα αργότερα, οι

κακοποιοί που κρατούσαν την Κασσιανή αιχμάλωτη στο υπόγειο πήραν διαταγή να τη μεταφέρουν,τα μεσάνυχτα, σ' ένα ερημικό μέρος της ακτής του Βοσπόρου. Εκεί την παρέδωσαν σε τέσσερις

άλλους κακοποιούς, που περίμεναν με μια βάρκα. Σε λίγο η βάρκα απομακρυνόταν από την

επικίνδυνη ακτή. Τραβώντας γερά κουπί οι τέσσερις κακούργοι ανοίχτηκαν γρήγορα, έφτασαν στη

μέση του κόλπου κι εκεί στάθηκαν. Σύμφωνα με τις οδηγίες που τους είχαν δώσει, έπρεπε να

περιμένουν καταμεσής του πελάγου ένα καράβι που θα 'χε ένα φως στην πρύμνη και δυο στην

πλώρη. Στον καπετάνιο του πλοίου αυτού θα παρέδιδαν την Κασσιανή. Περίμεναν μια ώρα. Τέλος,

φάνηκε ένα πλοίο που ερχόταν καταπάνω τους... αλλά δεν ήταν το καράβι που περίμεναν. Ήταν ένα

βασιλικό ακάτιο που περιπολούσε στον κόλπο, ένα από τα πλοιάρια που ερευνούσαν νύχτα μέρα

όλο το πέλαγος, έπειτα από τις αυστηρές διαταγές του Θεόφιλου. Οι τέσσερις κακοποιοί

τρομοκρατήθηκαν. 

«Αν μας τσακώσουν, θα μας στείλουνε στο δήμιο!» ψιθύρισε ο ένας.  

«Να πέσουμε στη θάλασσα!» πρότεινε ο άλλος. 

«Να την πνίξουμε όμως πρώτα αυτή τη σκύλα!» είπε ο τρίτος.  

«Θα χάσουμε καιρό!» αντέτεινε ο τελευταίος. «Να τους που μας ζύγωσαν».  

Και πανικόβλητος ρίχτηκε στη θάλασσα. Οι άλλοι τρεις αναγκάστηκαν να τον μιμηθούν. Ο

αξιωματικός του ακάτιου θέλησε να τους συλλάβει γιατί κατάλαβε ότι κάτι ύποπτο συνέβαινε. Έτσι,  

αντί να πάει προς τη βάρκα, στράφηκε προς τους κακοποιούς. Αλλά κι οι τέσσερις ήταν δεινοί

Page 106: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 106/173

Digitized by 10uk1s

κολυμβητές. Επωφελήθηκαν απ' το σκοτάδι και κατόρθωσαν να χαθούν μέσα στη νύχτα. Τότε μόνο

ο αξιωματικός του ακάτιου θυμήθηκε τη βάρκα. Αλλά ήταν πια αργά. Το δυνατό ρεύμα την είχε

παρασύρει μακριά, προς την ασιατική ακτή. Ώρες πολλές η βάρκα έπλεε ανατολικά. Η Κασσιανή είχε

κατορθώσει να σηκωθεί στα γόνατα, μα τα χέρια και τα πόδια της γερά δεμένα και το στόμα

φιμωμένο. Τίποτα δεν μπορούσε να κάνει από το να κλαίει και να ελπίζει. Τα ξημερώματα ξέσπασετρικυμία μεγάλη. Η βάρκα άρχισε να χοροπηδά. Τα κύματα σηκώνονταν απειλητικά. Η Κασσιανή

κατάλαβε πως ήταν χαμένη. Η περιπέτειά της, δέκα μέρες τώρα, την είχε εξουθενώσει. Δεν

μπορούσε να αντέξει περισσότερο. Έκλεισε τα μάτια και περίμενε το τέλος της. Τα κύματα σκέπαζαν

τώρα τη βάρκα κι απειλούσαν κάθε στιγμή να την τραβήξουν στο βυθό. 

«Θεόφιλε!» ψιθύρισε με αγωνία η Κασσιανή. 

 Ένα πελώριο κύμα τράνταξε τη βάρκα. 

«Αγαπημένε!» είπε πάλι η πολύπαθη αρχοντοπούλα. Έγειρε το κεφάλι αποκαμωμένη και

λιποθύμησε. 

 Όταν άνοιξε τα μάτια, είδε πως βρισκόταν ξαπλωμένη σ' ένα βράχο. Πάνω της έστεκε ένας

στρατιώτης, ένας βαράγγος που είχε λιποτακτήσει απ' το στρατόπεδο του Θεόφιλου και πήγαινε στο

στρατόπεδο των επαναστατών. Ο λιποτάκτης αυτός την είχε βρει αναίσθητη, ριγμένη πάνω στα

βράχια της ακτής, ανάμεσα στα συντρίμμια της βάρκας. 

Η άμοιρη κόρη, μόλις κατάλαβε πού βρισκόταν και ποιος έστεκε πάνω της με μάτι θολό, άρχισε να

κλαίει με απόγνωση. Τόσο απάνθρωπο, λοιπόν, ήταν το ριζικό της; 

«Κι όμως, Παρθένα Μαρία», ψιθύρισε ανάμεσα στους λυγμούς της, «ποτέ μου δεν αμάρτησα

βαριά. Γιατί λοιπόν με καταδιώκει η οργή σου; Γιατί με ρίχνεις απ' τη λύσσα των φανατικών στηντρέλα του καλόγηρου, ύστερα στα νύχια των ληστών, στα κύματα της θάλασσας, τώρα στο έλεος

αυτού εδώ του κτήνους; Για να με δοκιμάσεις όλα αυτά ή για να με τιμωρήσεις, Παναγία Παρθένα;»  

Ο τραχύς πολεμιστής έμεινε αδιάφορος στο θρήνο της. Την έπιασε σφιχτά απ' το χέρι, τη σήκωσε

επάνω με μια κίνηση βίαιη και την ανάγκασε να τον ακολουθήσει στη γρήγορη πορεία του προς το

στρατόπεδο των επαναστατών. Περπάτησαν οκτώ ολόκληρες ώρες ανάμεσα από βουνά, λαγκάδια

και ρουμάνια. Και όταν,  τέλος, προς το βράδυ πια, έφτασαν στο στρατόπεδο των ανταρτών, η

Κασσιανή ήταν σαν ετοιμοθάνατη. Η αγωνία όμως για την τύχη της την κρατούσε ακόμη ορθή. Αλλά

όταν άκουσε ότι βρισκόταν σε στρατόπεδο ανταρτών, ότι είχε γίνει επανάσταση κατά του

αγαπημένου της, δεν άντεξε. Σωριάστηκε λιπόθυμη, ενώ γύρω της σχηματιζόταν ένας σφιχτός

κύκλος πολεμιστών που την κοίταζαν με βρόμικες διαθέσεις. 

Λίγα λεπτά αργότερα, είχε ξεσπάσει άγριος καβγάς γύρω από τη λιπόθυμη κόρη. Ο καθένας απ'

τους πολεμιστές που είχαν μαζευτεί γύρω της την ήθελε για τον εαυτό του. Και όλοι μαζί φώναζαν

και βλαστημούσαν φοβερά και απειλούσαν θεούς και δαίμονες. Και θα πετσοκόβονταν, αν δεν

άκουγαν ξαφνικά μια βαριά φωνή: 

«Παραμερίστε! Ο στρατοπεδάρχης Νικηφόρος!» 

Οι στρατιώτες τραβήχτηκαν και χαιρέτισαν το στρατηγό τους. Ο στρατοπεδάρχης πλησίασε την

άγνωστη, έσκυψε πάνω της, την κοίταξε στο πρόσωπο και αναπήδησε: 

Page 107: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 107/173

Digitized by 10uk1s

«Μα αυτή είναι η Κασσιανή!» ψιθύρισε. 

 Έδωσε αμέσως διαταγή να τη μεταφέρουν στη σκηνή του καίσαρα Αναστάσιου. Εκεί η Κασσιανή,

όταν συνήλθε, είδε μπροστά της το στρατοπεδάρχη, στον οποίο όφειλε τη σωτηρία της, και που δεν

ήταν άλλος από τον υπασπιστή του Θεόφιλου. 

«Θα απορείς ίσως που με βρίσκεις εδώ», της είπε ο Νικηφόρος με ένα στεγνό χαμόγελο, «αλλά κι

εγώ δεν απορώ λιγότερο για την παρουσία σου στο στρατόπεδό μας».  

Η Κασσιανή ένιωσε βαθιά αηδία γι' αυτόν τον προδότη. Μα αναγκάστηκε να κρύψει τις σκέψεις της. 

«Είμαι ευχαριστημένη», είπε, προσποιούμενη τη χαρούμενη, «που η περιπέτειά μου τελείωσε καλά.

Ελπίζω να μπορέσω να γυρίσω αύριο στη Βασιλεύουσα». 

«Το ελπίζω κι εγώ», απάντησε ο Νικηφόρος με ένα παράξενο ύφος. «Αν δεχθεί, εννοείται, να σε

αποχωριστεί τόσο γρήγορα ο καίσαρ Αναστάσιος ! » 

«Ο καίσαρ Αναστάσιος; Δεν τον γνωρίζω». 

«Κι όμως, με γνωρίζεις, Κασσιανή!» ακούστηκε πίσω της μια βαριά φωνή.  

Στράφηκε κι είδε τον Λεόντιο. Αυτός ήταν ο Αναστάσιος που άκουγε, ο συναρχηγός της ανταρσίας;

 Ώστε λοιπόν είχε πραγματοποιήσει τη φοβερή του απειλή; Για κάμποση ώρα η κόρη του Ευστράτιου

δεν μπόρεσε να αρθρώσει λέξη. Μόνο κοιτάζονταν οι δυο τους αμίλητοι. Τέλος η Κασσιανή μίλησε: 

«Λεόντιε», ψιθύρισε με οδύνη, «δεν μπορούσα να φαντασθώ ότι θα σε συναντούσα εδώ».  

«Κι όμως, σου το είχα υποσχεθεί», αποκρίθηκε τραχιά εκείνος. «Εκράτησα το λόγο μου ».  

«Ώστε λοιπόν εσύ...» 

«Ναι, δικό μου έργο είναι η επανάσταση αυτή. Την εσκέφθηκα μόνος μου και την πραγματοποιώ με

τη συμμαχία του Θωμά». 

Ο άνδρας που έβλεπε μπροστά της τώρα δεν ήταν εκείνος που είχε έρθει πριν από λίγο καιρό στο

Ασκητήριο της Ανθούσας για να της φανερώσει την απελπισία που τον έδερνε. Δεν ήταν πια ο

Λεόντιος που εκλιπαρούσε λίγη αγάπη. Ήταν ο πολέμαρχος που ερχόταν να πάρει εκδίκηση. 

Στάθηκε αντίκρυ του προσεκτική, επιφυλακτική. Κι όχι μόνο απέκρυψε τον καινούργιο, ακατάλυτο

δεσμό που την έδενε τώρα με τον Θεόφιλο, αλλά απέφυγε ακόμα και να του πει την αλήθεια για την

περιπέτειά της, που την είχε οδηγήσει στο στρατόπεδό του. Ισχυρίστηκε ότι επέστρεφε από κάποιο

μακρινό μοναστήρι που βρισκόταν στην πέρα μεριά της Προποντίδας κι ότι στο δρόμο

παραπλανήθηκε κι έπεσε στα χέρια του βαράγγου που είχε λιποτακτήσει από την Πόλη κι ερχόταν

στο στρατόπεδο. 

Ο Λεόντιος πίστεψε στα λόγια αυτά κι έδωσε διαταγές να την περιποιηθούν βασιλικά. Όταν όμως

εκείνη παρακάλεσε να τη στείλει με συνοδεία πίσω στη Βασιλεύουσα, όπου οι γονείς της θα ήταν

ανάστατοι, ο Λεόντιος αρνήθηκε απότομα. 

Page 108: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 108/173

Digitized by 10uk1s

«Ο πατρίκιος Ευστράτιος», είπε ψυχρά, «μπορεί να υποφέρει λίγες ημέρες, αφού θα αποζημιωθεί

με το παραπάνω όταν μεθαύριο η κόρη του θα ανεβαίνει στο θρόνο που της αρνήθηκε ο

Θεόφιλος». 

«Λεόντιε!» φώναξε διπλά ανήσυχη η Κασσιανή. 

«Σου το είχα υποσχεθεί το βράδυ εκείνο ότι θα γυρίσω εκδικητής. Και ή   θα πέσω ή θα ρίξω τον

Θεόφιλο. Τώρα μπορώ να σε βεβαιώσω ότι σε λίγες μέρες θα τον γκρεμίσω απ' το θρόνο και θα σου

προσφέρω στην άκρη του σπαθιού μου την πορφύρα που σου έκλεψαν...» 

«Ξεχνάς, λοιπόν...» 

«...Ότι δεν αισθάνεσαι για μένα έρωτα. Δεν το ξεχνώ!  Μα και δεν το λογαριάζω. Φθάνει ο δικός μου

πόθος. Μεθαύριο που θα ρίχνουν στον ώμο μου την πορφυρή χλαμύδα θέλω να στέκεται στο πλάι

μου μια κόρη του Βυζαντίου που να είναι άξια να φορά τα πορφυρά σανδάλια».  

Η Κασσιανή άκουσε τα επηρμένα αυτά λόγια με αγωνία που όμως κατόρθωνε να κρύβει. Ένας

σπαθαροκανδιδάτος μπήκε και ανήγγειλε ότι στη διπλανή σκηνή περίμεναν τον καίσαρα ο

Αύγουστος Θωμάς μαζί με όλους τους στρατοπεδάρχες. 

«Είναι το συμβούλιο!» είπε ο Λεόντιος. «Δεν θα λείψω πολύ, Κασσιανή. Στο συμβούλιο αυτό θα

κριθεί ο πόλεμος. Προσευχήσου για μας!» 

Βγήκε με γοργό βήμα, ακολουθούμενος από τον Νικηφόρο. Τώρα η Κασσιανή δεν αγωνιούσε πια

για την τύχη της, έτρεμε για τον αγαπημένο της. Ήξερε ότι ο Λεόντιος ήταν όχι μονάχα ο πιο

γενναίος αλλά και ο πιο ικανός, ο πιο άξιος στρατηγός της αυτοκρατορίας.  

«Θεέ μου!» συλλογιζόταν. «Θα επιτύχουν λοιπόν το φοβερό σκοπό τους οι απαίσιοι αυτοί

επαναστάτες;» 

Από τη διπλανή σκηνή ακούστηκε ο Λεόντιος, που μιλούσε δυνατά. Χωρίς να έχει πλήρη επίγνωση

του τι έκανε, η Κασσιανή σηκώθηκε και πλησίασε σιγά στην άλλη άκρη της σκηνής, εκεί όπου

ενωνόταν με τη διπλανή. Τώρα άκουγε καθαρά όσα λέγονταν εκεί μέσα. 

«Αύγουστε Θωμά», φώναζε ο Λεόντιος, «μη διστάζεις. Την επίθεση θα την κάμω εγώ και θα περάσω

μέσα στη Βασιλεύουσα τόσο γρήγορα, ώστε να μην τους δώσουμε καιρό ούτε να καταλάβουν πώς

κι από πού ήρθε το τέλος τους». 

«Είναι τα τείχη, Αναστάσιε, που με φοβίζουν», απαντούσε ο Θωμάς. «Κι άλλοι στρατοί, ισχυρότεροι

από το δικό μας, επεχείρησαν στα περασμένα χρόνια να κυριεύσουν εξ εφόδου την Πόλη και όλοι

απέτυχαν. Είναι το πιο απόρθητο φρούριο της οικουμένης. Προτιμότερο να το πολιορκήσουμε και

να προκαλέσουμε τον Θεόφιλο να βγει να δώσει μάχη σε ανοιχτό πεδίο». 

«Ο Θεόφιλος όμως έχει πείσμα αφάνταστο. Θα μείνει οχυρωμένος μέσα στα τείχη και θα περιμένει

να απαυδήσουμε εμείς». 

«Και με το δικό σου σχέδιο τι ελπίζεις;» 

«Θα μας φέρει μέσα στη Βασιλεύουσα γρήγορα, ασφαλώς και με ελάχιστες θυσίες». 

Page 109: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 109/173

Digitized by 10uk1s

«Δεν μπορείς να μας το εμπιστευθείς;» 

«Αδύνατον! Από ιδιοτροπία, από πρόληψη, κρατώ πάντα μυστικά απ' όλους τα σχέδιά μου. Για

τίποτα στον κόσμο δεν θα το πω. Να είσθε βέβαιοι μονάχα ότι μια ώρα μετά την έφοδο θα

βρισκόμαστε μέσα στο Ιερό Παλάτι». 

«Τόσο καταπληκτικό είναι το σχέδιό σου;» 

«Καταπληκτικό, ίσως όχι. Μάλλον καταχθόνιο θα μπορούσε κανείς να το πει!» αποκρίθηκε ο

Λεόντιος με ένα γέλιο παράξενο, σκληρό, που σου πάγωνε το αίμα.  

 Όταν λίγη ώρα αργότερα ο Λεόντιος ξαναγύρισε στη σκηνή όπου περίμενε η Κασσιανή, εκείνη τον

υποδέχθηκε μ' ένα χαμόγελο που προσπάθησε να το κάνει όσο πιο γλυκό μπορούσε. Ο στασιαστής

δεν κατάλαβε την προσποίηση. Τόσο είχε μεθύσει από τα φιλόδοξα όνειρα που έπλεκε γύρω από το

μέλλον του, ώστε το θεωρούσε φυσικό ν' αλλάξει διαθέσεις κι η Κασσιανή, να παραμερίσει τον

έρωτά της και να νιώσει συμπάθεια γι' αυτόν που  θα την ανέβαζε μεθαύριο στο θρόνο. Απονήρευτηστη σκέψη η Κασσιανή, ήταν μολαταύτα γυναίκα, πλάσμα υποκείμενο στις μεταμορφώσεις που

φέρνει ο έρωτας σε κάθε θυγατέρα της Εύας. Ο κίνδυνος που απειλούσε τον αγαπημένο της έκανε

αυτή την αθώα κόρη να γίνει επιτήδεια, άξια να μηχανευτεί και να τολμήσει τα πάντα. Έπνιξε την

αηδία και την περιφρόνηση που ένιωθε για τον επαναστάτη και άρχισε να σκέφτεται πώς θα

μπορούσε να βοηθήσει τον Αύγουστο. Κι άλλο τρόπο δεν είχε, παρά να προσποιηθεί αφοσίωση

προς τον παλιό μνηστήρα της. Ο πόθος της να σώσει τον Θεόφιλο άρχιζε κιόλας να γεννά μες στο

μυαλό της λογής λογής σχέδια. 

Την ημέρα εκείνη ο Λεόντιος θέλησε να την αφιερώσει στην Κασσιανή, την «αυριανή Αυγούστα

μας», όπως έλεγε στους αξιωματικούς του. Πήρε τους πιο αφοσιωμένους υπασπιστές του και μαζί

με την Κασσιανή πήγαν σ' ένα κοντινό μοναστήρι, όπου είχε διατάξει από νωρίς να έχουν ετοιμάσειπλούσιο γεύμα. Το συμπόσιο όμως δεν άργησε να μεταβληθεί σε κραιπάλη. Ο συναρχηγός της

ανταρσίας κι οι αξιωματικοί του, βέβαιοι για το θρίαμβό τους, εόρταζαν από τώρα τα επινίκια. Κι

όταν οι ατμοί του κρασιού άρχισαν ν' ανεβαίνουν στα κεφάλια τους, βάλθηκαν να κάνουν ένα σωρό

καμώματα που σκανδάλιζαν τους μοναχούς που τους υπηρετούσαν. Άλλοι τραγουδούσαν άσεμνα

τραγούδια, άλλοι χόρευαν άγριους πολεμικούς χορούς κι άλλοι βλαστημούσαν τους «αιρετικούς

εικονομάχους». Η Κασσιανή αγανακτούσε μ' όλες αυτές τις βάρβαρες, χυδαίες εκδηλώσεις, όμως

κατανικούσε την αηδία που ένιωθε κι έμενε στη θέση της. Της είχαν φορέσει ένα στεφάνι από

αγριολούλουδα και κάθε τόσο οι μεθυσμένοι εκείνοι πολέμαρχοι έπεφταν στα γόνατα και την

προσκυνούσαν. 

«Σε χαιρετούμε από τώρα, Αυγούστα μας. Συ νικάς, ωραία μας. Πολλά τα έτη σου, Κασσιανή!»  

Η νεαρή πατρικία θα πέθαινε, αν υποχρεωνόταν να υποστεί άλλη φορά παρόμοιο διασυρμό. Κι

όμως, τώρα έβρισκε την ευψυχία να υπομένει τα πάντα. Ακόμα κι όταν ο Λεόντιος την έσφιγγε

κοντά του, εκείνη έβρισκε τη δύναμη να μην τον διώχνει απότομα, αλλά να τον απωθεί ελαφρά και

να δαγκώνει τα χείλη της για να μη φωνάξει από φρίκη. Ωστόσο, δεν ξεχνούσε να του γεμίζει το

ποτήρι κάθε τόσο. Σιγά σιγά άρχισε να διαγράφεται στο νου της κάποιο σχέδιο. Ήταν πολύ τολμηρό

αυτό που σκεφτόταν, αλλά μέσα στην απόγνωσή της δεν μπορούσε τίποτε άλλο να σκεφτεί.  

Κόντευε να ξημερώσει πια όταν ο Λεόντιος έδωσε τέλος στο όργιο. Τρικλίζοντας, προχώρησε προς

τον κοιτώνα που του είχαν ετοιμάσει οι καλόγεροι. Έσερνε όμως μαζί του και την Κασσιανή και της

έλεγε τραυλίζοντας: 

Page 110: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 110/173

Digitized by 10uk1s

«Αύριο εγώ θα είμαι ο αντιπρόσωπος του Χριστού επί της γης κι εσύ η αντιπρόσωπος της  

Παναγίας». 

Εκείνη ένιωθε την καρδιά της να σπαρταρά σαν το πουλί που πιάστηκε σε ξόβεργα. Δεν έφερνε

αντίσταση, αλλά δεν ήξερε αν βάδιζε στο χαμό ή στην ευτυχία της. 

Την πήγε στον κοιτώνα του. Εκεί αυτός ξάπλωσε πάνω σε μια δορά λιονταριού κι άρχισε να φλυαρεί

λογής λογής ασυναρτησίες. Βρισκόταν σε κατάσταση κραιπάλης. Κάθε τόσο άπλωνε τα χέρια του

και καλούσε την Κασσιανή κοντά του. Εκείνη, τρέμοντας, προσπαθούσε να κρατιέται σε απόσταση,

όμως δεν εννοούσε να εγκαταλείψει το επικίνδυνο αυτό παιχνίδι. Η αγάπη δυνάμωνε τη θέλησή

της. 

«Θα το τολμήσω!» είπε σε μια στιγμή μέσα της. Χωρίς δισταγμό, πλησίασε το μεθυσμένο

αρχιεπαναστάτη και του είπε: 

«Πόσο βέβαιος για τη νίκη σου είσαι, Λεόντιε;» 

«Τι; Μήπως αμφιβάλλεις κι εσύ;» 

«Πρέπει να αμφιβάλλω, γιατί, αν πιστέψω τα λόγια των αξιωματικών σου, τα τείχη της

Βασιλεύουσας είναι απόρθητα». 

«Οι αξιωματικοί μου είναι ηλίθιοι! Όλοι! Κι ο Θωμάς μαζί! Τι ξέρουν αυτοί από πόλεμο; Εγώ κερδίζω

τις μάχες με κάτι άλλο. Με το μυαλό!» 

 Άρχισε να γελά δυνατά. 

«Τι βλαστήμιες θα ρίξει ο Θεόφιλος όταν δει τον Αναστάσιο να βγαίνει μπροστά του από 'κεί που

δεν τον περιμένει. Επίτηδες πήρα το ψευδώνυμο Αναστάσιος, για να μην ξέρει ποιος είναι ο

αρχηγός της επαναστάσεως και κυνηγήσει τους φίλους που έχω στη Βασιλεύουσα». 

«Μα τόσο σπουδαίο είναι το σχέδιό σου;» 

«Σπουδαίο; Δεν λες μαγικό! Χα! Χα! Θυμάσαι πώς πήραν την Τροία ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι

του;» 

«Με τον Δούρειο Ίππο!» 

«Ε, λοιπόν, τώρα ο Οδυσσέας είμαι εγώ!» 

«Θα χρησιμοποιήσεις κι εσύ ένα Δούρειο Ίππο;» 

«Εύγε, Κασσιανή ! Αξίζει, μα την πίστη μου, να γίνεις Αυγούστα!» 

Η Κασσιανή περνούσε στιγμές αφάνταστης αγωνίας. Φοβόταν μήπως ο Λεόντιος αντιληφθεί τις

προθέσεις της και συγχρόνως αδημονούσε γιατί δεν κατόρθωνε να ανακαλύψει το μυστικό του

επαναστάτη. Ωστόσο, βρήκε καινούργιο θάρρος και ξανάρχισε: 

«Πραγματικά, γενναίε μου Λεόντιε, είσαι έξυπνος και εφευρετικός όπως ο Οδυσσέας. Δεν μπορώ

Page 111: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 111/173

Digitized by 10uk1s

όμως να καταλάβω πώς θα ανοίξουν τις πύλες οι στρατιώτες του Θεοφίλου για να πάρουν μέσα το

Δούρειο Ίππο σου». 

Ο Λεόντιος τώρα την κοίταξε με θολό από το μεθύσι βλέμμα και φούσκωσε από κομπασμό. 

«Αστείο, μα την πίστη μου, να μιλά μια γυναίκα για πράγματα του πολέμου. Μα, ωραία μου, αυτό

το απλούστατο δεν καταλαβαίνεις; Ο Δούρειος Ίππος δεν θα είναι δικός μου. Είναι του Θεοφίλου.

Αυτός τον έχει στο στρατόπεδό του». 

«Α, καταλαβαίνω. Είναι στρατιώτες δικοί του που θα περιμένουν τη στιγμή για να σας βοηθήσουν

από μέσα». 

Ο Λεόντιος άρχισε πάλι να γελά. 

«Ωραίο αυτό! Ναι, πες το κι έτσι. Στρατιώτες του Θεόφιλου. Μόνο που θα φορούν ράσα οι

στρατιώτες αυτοί!» 

Η Κασσιανή ανασκίρτησε. Μεμιάς μάντεψε ποιο ήταν το καταχθόνιο σχέδιο του φιλόδοξου

στρατηγού. Στρατιώτες με ράσα! Ποιους άλλους μπορούσε να εννοεί η αινιγματική αυτή φράση

παρά τους καλόγερους, τους ρασοφόρους εικονολάτρες που ήξερε η Κασσιανή ότι είχαν ταχθεί

ολόψυχα με το μέρος των επαναστατών. Οι δυο αρχηγοί της ανταρσίας τούς είχαν τάξει ότι, αν

επικρατούσε η επανάσταση, θα αναστήλωναν αμέσως τις εικόνες. Οι καλόγεροι, λοιπόν! Μ' αυτούς

θα είχε συνεννοηθεί ο Λεόντιος. Κι αφού μέσα στο παραλήρημά του μιλούσε για Δούρειο Ίππο, η

Κασσιανή δεν δυσκολεύτηκε να μαντέψει ότι οι μοναχοί θα είχαν υποσχεθεί να ανοίξουν σε

ορισμένη ώρα μια από τις πύλες των τειχών για να ορμήσουν μέσα στη θεοφύλακτη πόλη τα στίφη

των στασιαστών και να κυριέψουν εξ εφόδου τη Βασιλεύουσα. Από ποια πύλη όμως θα γινόταν η

ξαφνική έφοδος; Αυτό έπρεπε να μάθει τώρα, με κάθε θυσία. Αποφασισμένη να φτάσει ως το τέλος,κάθισε κοντά στο μεθυσμένο στρατηγό και τον άφησε ν' απλώσει τα χέρια του πάνω της. 

«Που θα περιμένουν οι καλόγηροι;» τον ρώτησε. 

Η αγωνία της είχε φτάσει στο κατακόρυφο. Απ' την απάντηση του Λεόντιου θα κρινόταν η τύχη του

Θεόφιλου και της αυτοκρατορίας ολόκληρης. Και ήταν τόσο δυνατός ο πόθος της να αποσπάσει απ'

τα χείλη του μεθυσμένου πολέμαρχου το μεγάλο μυστικό, ώστε είχε τη δύναμη να πνίγει ακόμα και

το ανατρίχιασμα που περνούσε μέσα απ' όλο το κορμί της καθώς ένιωθε τα χέρια του Λεόντιου να

τυλίγονται γύρω από το σώμα της. 

«Πού θα περιμένουν οι εικονολάτρες;» ξανάπε με επιμονή. 

«Στην πύλη του Ηρακλείου, τη βορεινή!» απάντησε τέλος ο Λεόντιος. «Χίλιοι πεντακόσιοι

καλόγηροι, μα την Παρθένο Μαρία, είναι αρκετοί... Με το πρώτο άνοιγμα, δέκα χιλιάδες δικοί μου

θα ορμήσουν μέσα. Και μπροστά εγώ ο ίδιος!» 

Ο Λεόντιος μιλούσε τραυλίζοντας. Με κλειστά τα μάτια, ξαπλωμένος ανάσκελα πάνω σ' ένα χαλί,

μουγκρίζοντας κάθε τόσο, άφηνε να βγαίνουν απ' το στόμα του μία μία οι λέξεις που αποκάλυπταν

το μυστικό του. 

«Ποια ώρα θα γίνουν όλα αυτά;» ρώτησε η Κασσιανή ξεθαρρεμένη πια, τώρα που έβλεπε ότι

εκείνος άρχιζε να χάνει τις αισθήσεις του. 

Page 112: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 112/173

Digitized by 10uk1s

Μα ο Λεόντιος δεν της απάντησε. Το βαρύ μεθύσι τον είχε καταβάλει και βυθίστηκε σε λήθαργο

βαθύ. 

Η Κασσιανή σηκώθηκε, σκούπισε τον ιδρώτα της αγωνίας, που είχε βρέξει το μέτωπό της, και

ψιθύρισε: 

«Να φύγω τώρα! Να φύγω το γρηγορότερο». 

Χωρίς να χάσει στιγμή, σύρθηκε ως τα διπλανά κελιά όπου κοιμούνταν οι υπασπιστές του Λεόντιου,

μεθυσμένοι βαριά κι αυτοί. Άκουσε τη βαθιά ανάσα τους, γλίστρησε μέσα πατώντας στα νύχια,

άρπαξε σαν τον κλέφτη τη στολή του ενός και με την ίδια γρηγοράδα βγήκε στο διάδρομο. Ντύθηκε

βιαστικά, φόρεσε την περικεφαλαία και βγήκε στο προαύλιο. Ο σκοπός, που μέσα στο σκοτάδι την

πήρε για κάποιον από τους αξιωματικούς, χτύπησε το κοντάρι του και φώναξε:  

«Βασιλεύουσα! » 

 Ήταν το σύνθημα. Η Κασσιανή δεν τα 'χασε. Προσπάθησε να δώσει στη φωνή της βαρύ, αντρίκειο

τόνο κι αποκρίθηκε: 

«Θωμάς-Αναστάσιος». 

Ο φρουρός ξαναχτύπησε το κοντάρι του και την άφησε να περάσει.  

Ο πόθος να σώσει τον Θεόφιλο μεταμόρφωνε την αδύναμη κόρη σε μια γυναίκα με θέληση

απροσδόκητη. Όμως δεν ήταν μόνο ο Θεόφιλος,  ο αγαπημένος, που ήθελε να σώσει εκείνη τη

στιγμή. Ήταν κι ο Θεόφιλος ο Αύγουστος, ο αυτοκράτορας! 

«Το Βυζάντιο έχει ταχθεί άνωθεν για να διαφυλάττει την πίστη του Χριστού! Η αυτοκρατορία μας

είναι θεματοφύλακας της ορθοδοξίας. Ο Θεός τη σκέπει και την κραταιώνει για το μεγαλείο της

χριστιανοσύνης». Μ' αυτή την πίστη την είχαν ποτίσει οι δάσκαλοι και οι γονείς της. Κι αυτή η πίστη

την έκανε να βλέπει στο πρόσωπο του αυτοκράτορα τον εκλεκτό του Κυρίου, που ήταν

προορισμένος άνωθεν να καταστήσει κραταιό το Βυζάντιο. 

«Αλίμονο στη Βασιλεύουσα», σκεφτόταν, «αν στη θέση του Θεόφιλου με το φωτεινό μυαλό και το

στιβαρό χέρι, κατορθώσουν να μπουν ανάξια και άθλια πρόσωπα». 

Χωρίς να χάσει καιρό, πήγε εκεί όπου ήταν δεμένα τα άλογα, άρπαξε ένα, ανέβηκε με κόπο στη

σέλα του και ξεκίνησε. Στην αρχή αργά, έπειτα καλπάζοντας. Κάθε τόσο οι νυχτοφρουροί τησταματούσαν. Αλλά μόλις άκουγαν το σύνθημα, την άφηναν να περνά ελεύθερα. Με χτυποκάρδι

έβλεπε ότι απομακρυνόταν ολοένα από το μοναστήρι και από το κέντρο του απέραντου

στρατοπέδου. Ο δρόμος προς την επιτυχία ανοιγόταν μπροστά της όλο και πιο πλατύς. Λίγο ακόμη

και θα είχε ξεφύγει ολότελα. Μα ξαφνικά αναγκάστηκε να σταματήσει. Ο τελευταίος φρουρός, που

φύλαγε στο ακραίο σημείο του στρατοπέδου, αρνήθηκε να την αφήσει να περάσει, μόλο που του

επανέλαβε δυο φορές το σύνθημα. 

«Γενναιότατε», της είπε, «γνωρίζεις καλά ότι είμαι ακραίος φρουρός και, για να περάσεις, πρέπει να

μου πεις και το τρίτο σύνθημα». 

Η Κασσιανή, αντί απαντήσεως, κέντησε το άλογό της, ανέτρεψε το φρουρό και όρμησε μπροστά.

Page 113: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 113/173

Digitized by 10uk1s

Μέσα στη βαθιά σιωπή της νύχτας αντήχησαν άγριες οι κραυγές του πληγωμένου φρουρού που

καλούσε συναγερμό. Σε λίγο, δέκα ιππείς είχαν ξεσηκωθεί κι έτρεχαν πίσω απ' την  Κασσιανή. 

Ο μυστηριώδης εκείνος αξιωματικός, που είχε δραπετεύσει από το στρατόπεδό τους και που έτρεχε

τώρα μπροστά τους με ασυγκράτητο καλπασμό, δεν υπήρχε βέβαια αμφιβολία ότι ήτανκατάσκοπος. Έπρεπε να τον συλλάβουν με κάθε θυσία, αν ήθελαν να γλιτώσουν τα κεφάλια τους. Γι'

αυτό κεντούσαν τα άλογά τους με όλη τη λύσσα του πολεμιστή που βλέπει να του ξεφεύγει ένας

τόσο επικίνδυνος εχθρός. Όμως και το άλογο της Κασσιανής κάλπαζε σαν μεθυσμένο, λες κι

απειλούσε αυτό το ίδιο ο κίνδυνος. Η Κασσιανή μόλις κατόρθωνε να συγκρατείται πάνω στη σέλα

του. Η αμάθητη κόρη είχε ζαρώσει πάνω στη ράχη του ζώου, κρατιόταν με δύναμη από τον τράχηλό

του, αλλά δεν μπορούσε να ισορροπήσει. Από στιγμή σε στιγμή περίμενε να γκρεμιστεί. Με

κομμένη ανάσα, με μάτια κλεισμένα, για να μη βλέπει το έδαφος που χανόταν κάτω από τα πόδια

του ζώου, ικέτευε τη Θεοτόκο να τη σώσει. 

Η λυσσαλέα καταδίωξη κράτησε αρκετή ώρα. Ώσπου η Κασσιανή άρχισε να νιώθει πως έχανε τις

αισθήσεις της. Τα χέρια της παρέλυαν σιγά σιγά. Τα πόδια της χαλάρωναν το σφίξιμό τους. Οι δέκαιππείς την κατέφθαναν. Είχε χάσει πια και την τελευταία ελπίδα. Μα η Θεία Πρόνοια ήθελε να

σωθεί η θεοφύλακτη πόλη από τους στασιαστές. Ξαφνικά, πίσω από ένα λοφίσκο, πρόβαλαν

πενήντα καβαλάρηδες του αυτοκρατορικού ιππικού. 

Στο λοφίσκο εκείνο, όπου τελείωνε το στρατόπεδο των επαναστατών, υπήρχε βίγλα του βασιλικού

στρατού και οι βιγλάτορες δεν άργησαν να δουν τους έντεκα ιππείς που έρχονταν προς το μέρος

τους με άγριο καλπασμό. Κατάλαβαν ότι επρόκειτο περί εχθρών και έστειλαν πενήντα δικούς τους

να συλλάβουν τους αντιπάλους. Αυτό έσωσε την Κασσιανή. Οι διώκτες της κατάλαβαν τον κίνδυνο

που διέτρεχαν και, καθώς ήταν λιγότεροι, αναγκάστηκαν να φύγουν. Οι βασιλικοί ιππείς δεν τους

καταδίωξαν γιατί φοβήθηκαν παγίδα. Περιορίστηκαν να συλλάβουν την Κασσιανή. Μα έμειναν με

το στόμα ανοιχτό όταν είδαν τον παράξενο εκείνο αξιωματικό να πέφτει στα γόνατα και νααναλύεται σε λυγμούς νευρικής χαράς. 

«Θεοτόκε υπέρμαχε, σε ευχαριστώ, σε προσκυνώ βαθιά!» έλεγε με δάκρυα. «Έσωσες εμένα,

έσωσες τον Θεόφιλο. Έσωσες το Βυζάντιο! Ως θαυμαστά τα έργα σου, Υπεραγία Δέσποινα!...» 

Σκυμμένος στο γραφείο του, ο Θεόφιλος μελετούσε το χάρτη των τειχών του Βυζαντίου.

Καταλάβαινε ότι οι επαναστάτες θα έκαναν έφοδο κατά της Βασιλεύουσας αλλά δεν μπορούσε να

μαντέψει το σημείο στο οποίο θα έριχναν τις δυνάμεις τους. Ανησυχούσε συγχρόνως και για τον

εσωτερικό εχθρό. Ήξερε πόσο αποφασιστικοί ήταν οι «ξυλολάτρες», καθώς τους έλεγε. Σε μιαστιγμή ένας απ' τους υπασπιστές του μπήκε και στάθηκε μπροστά του βουβός, περιμένοντας να του

δοθεί η άδεια να μιλήσει: 

«Αύγουστε», είπε ο υπασπιστής, «από τις ακραίες βίγλες μάς έστειλαν έναν κατάσκοπο των

στασιαστών, που τον συνέλαβαν τη στιγμή που προσπαθούσε να εισχωρήσει κρυφά στο

στρατόπεδό μας». 

«Να πάει εκεί που στέλλονται όλοι οι κατάσκοποι. Στα βασανιστήρια».  

Ο υπασπιστής κόμπιασε. 

Page 114: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 114/173

Digitized by 10uk1s

«Στα βασανιστήρια!» ξανάπε αναμμένος ο Θεόφιλος, που τώρα, μετά την ανταρσία, είχε κυριευτεί

από μανία εναντίον κάθε συνωμότη. 

«Γιατί στέκεσαι έτσι;» φώναξε ξεσπώντας τώρα ο Θεόφιλος. «Απορείς που με βλέπεις αμείλικτο και

θα αναρωτιέσαι τι έγινε η μακροθυμία μου. Εξαντλήθηκε! Την εξαφάνισαν όλοι αυτοί οιτυφλωμένοι που οργάνωσαν αδιάκοπα, ένα χρόνο τώρα, μηχανορραφίες, συνωμοσίες, στάσεις,

ανταρσίες. Μόνο τώρα καταλαβαίνω γιατί υπήρξαν βασιλείς σκληροί. Τους έπλασαν οι εχθροί τους.

Τους αποθηρίωσαν εκείνοι που σκορπούσαν σε κάθε βήμα τους τριβόλους και παγίδες. Πήγαινε.

Δεν υπάρχει για κανέναν έλεος. Τα φίδια πρέπει να τα χτυπάς στο κεφάλι. Να σταλεί στα

βασανιστήρια ο κατάσκοπος!» 

Λίγο ακόμα και η απαίσια διαταγή του βασιλιά θα πραγματοποιούνταν. Ο υπασπιστής μπροστά στο

ξέσπασμα του αυτοκράτορα αναγκάστηκε να τραβηχτεί. Μα τη στιγμή που θα χανόταν πίσω απ' τα

παραπετάσματα, κάποιος δισταγμός τον κράτησε. Στράφηκε κι είπε στον Θεόφιλο: 

«Να με συγχωρήσει η χάρη σου, αλλά οφείλω να προσθέσω ακόμα ότι ο κατάσκοπος αυτόςορκίζεται πως θα αποκαλύψει στον Αύγουστο μυστικά κολοσσιαίας σημασίας». 

«Τεχνάσματα!» τον αποπήρε ο Θεόφιλος. «Τα μυστικά, και μάλιστα τα μεγάλα, είναι καλά

φυλαγμένα για να τα ανακαλύπτει  ο πρώτος κατάσκοπος. Κάποιο παραμύθι θα 'χει ο άνθρωπος

αυτός να μου πουλήσει. Δεν έχω καιρό να χάσω. Στα βασανιστήρια».  

«Και το τελευταίο!» επέμενε σαν από θεία έμπνευση ο υπασπιστής. «Λέει ακόμα ο άνθρωπος αυτός

ότι γνωρίζει πολλά για την τύχη της κόρης του Ευστρατίου». 

Ο Θεόφιλος πετάχτηκε όρθιος. 

«Φέρτε τον!» είπε και η ματιά του άστραψε. «Αλίμονό του όμως αν έχει στο νου του να παίξει μαζί

μου». 

Αιώνες φάνηκαν στον Αύγουστο τα λίγα λεπτά που περίμενε το μυστηριώδη αυτόν κατάσκοπο. Κι

όταν είδε τα παραπετάσματα να ανασηκώνονται και να προβάλλει ένας νέος αξιωματικός, όρμησε

πάνω του, με ένα χείμαρρο ερωτήσεων: 

«Τι ξέρεις; Λέγε αμέσως. Τι γνωρίζεις; Η Κασσιανή... που είναι η Κασσιανή;» 

«Εδώ, μπροστά σου!» Και με μια κίνηση απότομη, έβγαλε το κράνος της κι άφησε να χυθούν τα

πλούσια καστανά μαλλιά της. 

«Θεέ και Κύριε, όραμα βλέπω;» ψιθύρισε σαν χαμένος ο Αύγουστος. 

«Αγαπημένε!» έβγαλε μια φωνή η Κασσιανή κι έπεσε στην αγκαλιά του.  

«Κασσιανή, χαρά μου, ήλιε μου!» φώναξε ο Θεόφιλος παραληρώντας από κατάπληξη και ευτυχία. 

Την έσφιγγε στην αγκαλιά του και τα μάτια του είχαν θολώσει από δάκρυα. Δεν τη ρωτούσε, δεν τον

ενδιέφερε πια τίποτα, ο κόσμος είχε σβήσει γύρω του, μονάχα η αγαπημένη του υπήρχε. 

«Γλυκό μου όνειρο!» έλεγε μεθυσμένος από ευδαιμονία. «Σε νόμιζα χαμένη και σε βρίσκω τώρα!...

Page 115: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 115/173

Digitized by 10uk1s

Τώρα, που τόσο ένιωθα την έλλειψή σου... Που είχα απομείνει μόνος, να παλεύω ολομόναχος μέσα

σ' αυτή την τρικυμία... Κασσιανή, μυριάκριβη, πολυαγαπημένη...» 

Της χάιδευε τα μαλλιά, τη γέμιζε φιλιά, την έσφιγγε με το πάθος ερωτευμένου είκοσι χρονών  –

αυτός που είχε φήμη άνδρα ο οποίος δεν ήξερε να λέει λόγια τρυφερά. Εκείνη έλιωνε απόσυγκίνηση, σφιγγόταν στο στήθος του κι άκουγε τους δυνατούς χτύπους της καρδιάς του. Κι έκανε

δέηση βουβή στην Παρθένο Μαρία να μην τελειώσει αυτή η ώρα, η τρισευτυχισμένη, η πιο

ευλογημένη ώρα της ζωής της... 

 Όταν πέρασαν οι πρώτες στιγμές, η ώρα της αγάπης, η Κασσιανή μίλησε. Βιαζόταν να αποκαλύψει

αυτά που είχε μάθει. Αφηγήθηκε με λίγα λόγια τις αλλεπάλληλες περιπέτειές της κι έπειτα του

φανέρωσε το μυστικό σχέδιο των επαναστατών  και των συνενόχων τους, των εικονολατρών. Ο

Θεόφιλος έμεινε άφωνος στην αποκάλυψη. 

«Κασσιανή», είπε όταν συνήλθε από την καινούργια αυτή κατάπληξη, «είσαι θεία». Άρπαξε τα δυο

της χέρια, τα γέμισε φιλιά κι ύστερα κοιτάζοντάς τη μες στα μάτια με λατρεία και θαυμασμό, τηςείπε: «Σώζεις το Βυζάντιο, αγαπημένη μου!» 

Ο Θεόφιλος, οδηγημένος από την Κασσιανή, έλυσε το αίνιγμα που τον βασάνιζε. Μέσα σε μια ώρα

είχαν συλληφθεί πάνω από χίλιοι εικονολάτρες που ήταν συναγμένοι στην πύλη του Ηρακλείου και

περίμεναν το σύνθημα των στασιαστών για να δράσουν. Την ίδια ώρα στέλνονταν στην καίρια αυτή

θέση δέκα χιλιάδες πολεμιστές, τα πιο γενναία και αφοσιωμένα στο βασιλέα στρατεύματα. Ο ίδιος

ο Θεόφιλος ήταν επικεφαλής τους. 

Μόλις άρχιζε να ροδίζει στον ουρανό το πρώτο φως της ημέρας, ο Λεόντιος και τα στρατεύματά του

όρμησαν στην πύλη με την κραυγή «Βασιλεύουσα». 

«Θωμάς! Αναστάσιος!» αποκρίθηκαν παραπειστικά οι βασιλικοί φρουροί και έτρεξαν στην πρώτη

κρούση να ανοίξουν την πύλη, σύμφωνα με τη διαταγή που είχαν πάρει. 

 Ήταν μια παγίδα που είχε στήσει ο Θεόφιλος κατά των επαναστατούν. Αμέσως, πέντε χιλιάδες

επαναστάτες με τον Λεόντιο επικεφαλής, που δεν είχε καταλάβει τη μεταβολή της κατάστασης και

πίστευε ότι οι καλόγεροι και οι εικονολάτρες τού είχαν ανοίξει την πύλη, χύθηκαν μέσα στη

Βασιλεύουσα αλαλάζοντας. Τους άφησαν να προχωρήσουν λίγο, να μπουν ακόμα περισσότερο στη

θανατερή παγίδα. Όταν έφτασε η κατάλληλη στιγμή, τα στρατεύματα του Θεόφιλου, που ως την

ώρα εκείνη προσποιούνταν ότι υποχωρούσαν από ανάγκη, κινήθηκαν δεξιά και αριστερά,

απέκοψαν τα τμήματα του Λεόντιου που τραβούσαν μπροστά, απώθησαν τα νέα τάγματα των

στασιαστών που προσπαθούσαν να μπουν μέσα στην Πόλη και μαντάλωσαν γερά την πελώριαπύλη. Έτσι περικύκλωσαν αυτούς που είχαν μπει μέσα. Άρχισε τότε ο όλεθρος των επαναστατών.

Μέσα σε μία ώρα οι πέντε χιλιάδες των εισβολέων είχαν σκοτωθεί ή αιχμαλωτιστεί. Ήταν το άνθος

των στασιαστών. Ο ίδιος ο Λεόντιος, με τραύματα στο στήθος και στο μηρό, πιάστηκε αιχμάλωτος. 

Ο Θεόφιλος δεν αρκέστηκε σ' αυτά. Με τόλμη και ορμή ασυγκράτητη άνοιξε ξανά την πύλη του

Ηρακλείου και χύθηκε έξω, σέρνοντας πίσω του σαράντα χιλιάδες στρατό. Άρχισε μια μάχη σκληρή,

πεισματική, που κράτησε ως το μεσημέρι. Μα τώρα το ηθικό των επαναστατών είχε λυγίσει και στις

τάξεις τους κυριαρχούσε η σύγχυση. Τέλος, ο εχθρός λύγισε στο σημείο εκείνο και καθώς είχε ρίξει

εκεί και τις εκλεκτότερες δυνάμεις του, η πανωλεθρία που υπέστη ήταν πρωτοφανής. Ο Θωμάς

σφαγιάστηκε από τους αγανακτισμένους μισθοφόρους που είχε μαζί του και τα στρατεύματά του

σκορπίστηκαν δεξιά κι αριστερά, για να παραδοθούν αργότερα στα βασιλικά στρατεύματα. Τέτοιο

Page 116: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 116/173

Digitized by 10uk1s

οικτρό τέλος είχε η στάση του φιλόδοξου Θωμά και του ακόμα πιο φιλόδοξου Λεόντιου.  

 Όταν τελείωσε η κύρια μάχη και οι στρατηγοί του Θωμά παρουσιάστηκαν με λευκή σημαία και την

κεφαλή του ψευδοαυγούστου καρφωμένη σε κοντάρι, ο Θεόφιλος άφησε τους στρατηγούς του να

καταδιώξουν τα λείψανα του εχθρικού στρατεύματος, που έφευγαν άτακτα προς όλες τιςκατευθύνσεις, κι αυτός γύρισε  στο παλάτι. Ήξερε ότι τον περίμενε με αγωνία το συμβούλιο της

αυτοκρατορίας και δεν ήθελε να στερηθεί αυτή την ευτυχία, να αναγγείλει μόνος του την περιφανή

νίκη του στους επίλεκτους του Βυζαντίου, που οι περισσότεροι αμφέβαλλαν για την έκβαση του

αγώνα. 

Σκονισμένος ακόμα, σχισμένος, ματωμένος από κάποιο ελαφρό τραύμα στο χέρι, έφτασε σε λίγο

στο παλάτι και πήγε κατευθείαν στη μεγάλη αίθουσα των συμβουλίων. Όλοι βρέθηκαν ορθοί, όταν

ο γενναίος αυτοκράτορας πρόβαλε μέσα από τα βαριά παραπετάσματα. 

«Συ νικάς, Θεόφιλε!» φώναξαν. 

Πολλοί γονάτισαν, άλλοι δάκρυσαν, άλλοι έσκυψαν το κεφάλι ντροπιασμένοι για τη λιποψυχία

τους. 

Ο Θεόφιλος κοίταξε τους επιφανείς τιτουλάριους με βλέμμα που έλαμπε κι ύστερα αργά, επίσημα,

είπε: 

«Η Βασιλεύουσα εσώθηκε! Και μαζί της ο θρόνος. Οι στασιαστές σκορπίσθηκαν. Ο Θωμάς δεν ζει. Ο

Αναστάσιος, που δεν ήταν άλλος από το στρατοπεδάρχη μου Λεόντιο, είναι αιχμάλωτος. Όμως,

σπάνια βασιλεύς του Βυζαντίου ήταν τόσο λίγο άξιος να τον επευφημούν οι σύμβουλοι κι ο λαός

του όσο εγώ τη στιγμή αυτή». 

Οι πατρίκιοι κοιτάχτηκαν με απορία. 

«Δεν τις αξίζω τις επευφημίες σας, γιατί αυτή η νίκη δεν είναι έργο δικό μου. Ένας άλλος, κάποια

άλλη γενναία καρδιά του Βυζαντίου προετοίμασε και σχεδόν πραγματοποίησε αυτό το περίλαμπρο

κατόρθωμα». 

Οι άρχοντες αλληλοκοιτάχτηκαν ξανά με μεγαλύτερη απορία. Αλλά ο Θεόφιλος δεν τους έδωσε

καιρό να ρωτήσουν τι σήμαιναν τα λόγια του. Ένευσε στον υπασπιστή του κι ευθύς τα

παραπετάσματα ανασηκώθηκαν και η Κασσιανή φάνηκε να προχωρεί ταπεινά στην αίθουσα. Ο

Θεόφιλος έσπευσε προς αυτήν. Την πήρε από το χέρι, την έφερε κοντά στο θρόνο του, στάθηκε πλάι

της και είπε: 

«Η κόρη αυτή προετοίμασε τη σημερινή μας νίκη. Σ' αυτή πρέπουν οι επευφημίες σας». 

Και χωρίς δισταγμό, σήκωσε ψηλά το δεξί του χέρι χαιρετώντας και φώναξε δυνατά: 

«Κασσιανή, γενναία και πιστή Βυζαντινή, συ νικάς!» 

«Χαίρε, Κασσιανή!» φώναξαν μ' ένα στόμα οι τιτουλάριοι. 

Εκείνη δάγκωσε τα χείλη για να συγκρατήσει ένα λυγμό κι απλώνοντας τα χέρια κρατήθηκε απ' το

θρόνο για να μην πέσει· η συγκίνηση την παρέλυε. Ποτέ αυτοκράτειρα δεν είχε χαρεί τέτοιο

Page 117: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 117/173

Digitized by 10uk1s

θρίαμβο! 

Το ίδιο απόγευμα ο Θεόφιλος έσπευσε να γυρίσει στο στρατό του. Ο θρίαμβος τον είχε μεθύσει, η

γοητεία της μάχης τον κρατούσε αιχμάλωτο. Ρίχτηκε στην καταδίωξη των στασιαστών. Ως το πρωί

της άλλης μέρας και τα τελευταία υπολείμματα της στρατιάς του Θωμά και του Λεόντιου είχαναφανιστεί. Άλλοι αιχμαλωτίστηκαν, άλλοι παραδόθηκαν κι άλλοι έφυγαν μακριά. Λίγο μετά την

ανατολή του ηλίου, τα νικηφόρα στρατεύματα άρχισαν να γυρίζουν πίσω. Τα πρώτα τμήματα

ξεχύθηκαν στη Βασιλεύουσα με κραυγές επινίκιες και θριαμβευτικά σαλπίσματα. Άρχισε ο

πανηγυρισμός. Στρατός και λαός αποθέωναν τον Θεόφιλο, τον κραταιό Αύγουστο, το νικητή

αυτοκράτορα. 

Page 118: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 118/173

Digitized by 10uk1s

ΦΥΓΗ ΑΠ' ΤΑ ΕΓΚΟΣΜΙΑ

Λίγο ύστερα από τη θριαμβευτική της εμφάνιση μπροστά στο αυτοκρατορικό συμβούλιο, η

Κασσιανή επέστρεψε στο σπίτι της αθόρυβα, χωρίς καμιά τιμητική συνοδεία και διάκριση, όπως

είχε ζητήσει η ίδια. Η υπέρτατη τιμή που της είχε κάνει ο Θεόφιλος, να την ανακηρύξει Σωτήρα τηςΠατρίδος και να καλέσει όλους τους πρώτους αξιωματούχους της αυτοκρατορίας να την

επευφημήσουν ως ηρωίδα, της είχε δημιουργήσει μια περίεργη ψυχολογική κατάσταση. Σαν κάτι να

τη φόβιζε. Στο βάθος της ψυχής της είχε αρχίσει να προβάλλει μια παράξενη ανησυχία. Ήταν ακόμη

υπό την επήρεια των αλλεπάλληλων δραματικών περιπετειών που είχε ζήσει τις λίγες αυτές μέρες.

Στιγμές νόμιζε πως ονειρευόταν, πως ζούσε ένα αγωνιώδες όνειρο, που είχε πάρει όμως ένα πολύ

ευτυχισμένο τέλος. Η ημέρα εκείνη, συλλογιζόταν, είχε προδικάσει την τύχη της. Η χειρονομία του

Θεόφιλου μαρτυρούσε την απόφασή του. Μπροστά στους πιο επιφανείς άνδρες του Βυζαντίου την

είχε παρουσιάσει με τρόπο που μαρτυρούσε την απέραντη αφοσίωσή του. Κι όμως, παρ' όλα αυτά,

κάποιο αλλόκοτο προαίσθημα της έσφιγγε την καρδιά. 

Βρήκε το αρχοντικό της σε βαριά θλίψη. Την έκλαιγαν, τη θεωρούσαν χαμένη. Ο πατέρας της είχεφύγει την ίδια νύχτα της εξαφάνισής της και τριγύριζε στα περίχωρα της Βασιλεύουσας,

αναζητώντας την παντού. Δεν είχε στείλει από τότε κανένα μήνυμα κι αυτό έκανε πιο δραματική την

ατμόσφαιρα στο σπίτι της. Ωστόσο, η χαρά για τη σωτηρία της κάλυψε τη λύπη. Όταν η πατρικία

Θέκλα αντίκρισε την κόρη της, τινάχθηκε κι έκανε να τρέξει κοντά της. Μα η συγκίνηση της έκοψε τα

γόνατα. Σωριάστηκε σ' ένα κάθισμα, άπλωσε τα χέρια προς το παιδί της και ξέσπασε σε αναφιλητά.

Η Κασσιανή έπεσε στην αγκαλιά της κι έκλαψε πολύ.  

Μα τη χαρά στο αρχοντικό της Κασσιανής σκίαζε η αγωνία για τη μακρά απουσία του πατέρα της.

Στους καιρούς εκείνους, και μάλιστα σε ώρες πολέμου και επαναστάσεων, καμιά ασφάλεια δεν

υπήρχε ακόμα και μέσα στη Βασιλεύουσα. Στα περίχωρα προπάντων της Πόλης κυκλοφορούσαν

εκατοντάδες κακοποιοί που σκότωναν για ένα νόμισμα. Τι είχε απογίνει ο πατρίκιος Ευστράτιος;Μήπως είχε πληρώσει με τη ζωή του την περιπέτεια της κόρης του; Αυτό το αγωνιώδες ερώτημα

έσφιγγε την καρδιά της Κασσιανής. 

Την επομένη, ένα καινούργιο γεγονός ήρθε να την αναστατώσει ακόμα περισσότερο. Ο Λεόντιος

δικάστηκε από το ανώτατο δικαστήριο και καταδικάστηκε σε θάνατο ως προδότης. Θα παραδινόταν

σε λίγο στο δήμιο. Αυτή ήταν η αμετάκλητη απόφαση του Θεόφιλου. Οι επιφανέστεροι τιτουλάριοι

έκαναν διάβημα, ζητώντας να μετατραπεί η ποινή σε ισόβια εξορία, αλλά ο Θεόφιλος δεν

υποχώρησε. Ο κίνδυνος που τον είχε απειλήσει έσβησε απ' την καρδιά του την επιείκεια. Η

Κασσιανή ένιωσε πόνο για την καταδίκη του πρώην μνηστήρα της. Θα πέθαινε λοιπόν επειδή την

αγάπησε πολύ; Την ίδια μέρα ένα τρίτο γεγονός ήρθε να πλήξει την ευαίσθητη ψυχή της. Ο Βάρδας

συνελήφθη με την κατηγορία της προδοσίας και θα δικαζόταν μαζί με τον Πετρωνά. Τέλος, οΝαυκράτιος, ο πνευματικός της πατέρας, είχε ριχτεί κι αυτός στη φυλακή και οι φήμες έλεγαν ότι

υποβλήθηκε σε εξευτελισμούς από τους εξαγριωμένους στρατιωτικούς, που τώρα μαίνονταν

εναντίον κάθε αρχηγού των εικονολατρών. 

Τα αλλεπάλληλα αυτά θλιβερά γεγονότα φαρμάκωσαν την ευτυχία που είχε δοκιμάσει την πρώτη

ημέρα, όταν ξαναβρήκε τον Θεόφιλο. Κοντά σ' αυτά ήρθε να προστεθεί η ξαφνική αρρώστια της

μητέρας της. Η δεινοπαθημένη πατρικία, που ήταν ανήμπορη από τότε που χάθηκε ο άνδρας της,

έπαθε τώρα μια κρίση δυνατή απ' τη συγκίνηση που ένιωσε ξαναβρίσκοντας το παιδί της. Και έπεσε

σοβαρά άρρωστη. 

Κάθε στιγμή που περνούσε έφερνε την Κασσιανή ολοένα και πιο κοντά στο θρόνο και στον

Page 119: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 119/173

Digitized by 10uk1s

αγαπημένο της. Κι όμως, η τραγική Βυζαντινοπούλα παρατηρούσε ότι κάθε της βήμα προς την

ερωτική ευτυχία και τη δόξα την ανάγκαζε να περνά πάνω από μια συμφορά. Ήταν σαν να σκόρπιζε

γύρω της η μοίρα τη δυστυχία και τον πόνο, επίτηδες, για να δηλητηριάζει τη χαρά της. Ωστόσο, τα

υπέμεινε όλα με καρτερικότητα. Οι αλλεπάλληλες περιπέτειες είχαν σκληρύνει κάπως την καρδιά

της. Κατέπνιγε τους δισταγμούς της, κατανικούσε τις τύψεις της με την έμμονη σκέψη ότι τώρα πιαδεν έπρεπε, δεν μπορούσε να υποχωρήσει μπροστά σε τίποτα. Είχε κερδίσει την καρδιά του

αγαπημένου της, έπρεπε να κερδίσει και το στέμμα! 

Ωστόσο, η μοίρα επιφύλασσε ένα ισχυρό πλήγμα και για τον Θεόφιλο. Ο πατέρας του, που ήταν

εδώ και μήνες άρρωστος, πέθανε. Έκλεισε τα μάτια του, αφού είδε τον πρώτο θρίαμβο του γιου του

και ευλόγησε τη νίκη του. Ο θάνατος αυτός έφερε αλλαγή βαθιά στην ψυχή του Θεόφιλου. Όταν

στάθηκε μπροστά στη νεκρική κλίνη του πατέρα του, ένιωσε σαν να έκλεινε ένα μεγάλο κεφάλαιο

της ζωής του και ν' άνοιγε ένα άλλο, που δεν ήξερε πώς θα εξελισσόταν.  

Ωστόσο, μόνος αυτοκράτορας πια, ο Θεόφιλος αποφάσισε να προχωρήσει στην πραγματοποίηση

της παλιάς του απόφασης, που είχε αναστείλει η ανταρσία. Χωρίς καθόλου δισταγμούς, έδωσεδιαταγή να περιοριστούν σε μοναστήρι η Θεοδώρα, η μητέρα της και οι αδελφές της. Η απόφαση

αυτή, που κατά τα επικρατούντα έθιμα έδειχνε ότι η διάζευξή του ήταν οριστική, έκανε αίσθηση στη

Βασιλεύουσα. Ο λαός αγαπούσε τη Θεοδώρα, γιατί ήταν από γενιά δοξασμένη. Ο πατέρας και οι

πρόγονοί της είχαν προσφέρει ύψιστες υπηρεσίες στην αυτοκρατορία. Εξάλλου οι εικονολάτρες, οι

οποίοι με το νέο κύμα των διωγμών που είχε εξαπολυθεί εναντίον τους είχαν μαζευτεί αλλά δεν

είχαν πάψει να πολεμούν το «χριστιανομάχο βασιλιά», αρπάχτηκαν από το νέο γεγονός κι άρχισαν

να υποδαυλίζουν έντεχνα τη λαϊκή δυσφορία. 

«Ο Θεόφιλος είναι ένας ακόλαστος! Έγινε υποχείριο μιας γυναίκας! Είναι έρμαιο του ερωτικού

πάθους του». 

Με τα συναισθήματα αυτά οι «ξυλολάτρες» ερέθιζαν τον άστατο όχλο, που τη μια μέρα έψελνε το

«ωσαννά» και την άλλη κραύγαζε «ανάθεμα». Όμως αυτή η υπόκωφη αντίδραση άφηνε αδιάφορο

τον Θεόφιλο. Αποφασισμένος να φτάσει στο σκοπό του, δεν νοιαζόταν για όσα λέγονταν και

διαδίδονταν. Κανένας δεν μπορούσε να τον κάνει να αλλάξει γνώμη. Ο ίδιος ο σεβαστός

αρχιστράτηγος Αλέξιος τον επισκέφτηκε επίσημα και προσπάθησε να τον μεταπείσει. Άδικα. Ο

Θεόφιλος τον έκοψε απ' τα πρώτα λόγια. 

«Γενναίε Αλέξιε!» του είπε αυστηρά. «Ο σεβασμός που αισθάνομαι για σένα δεν έχει όρια. Όμως

άλλο τόσο αξιώνω να σέβεσαι κι εσύ τον αυτοκράτορα. Η ζωή μου ανήκει στο Βυζάντιο, μα η καρδιά

μου ανήκει σε μένα. Ζητήστε μου να πεθάνω για το καλό της αυτοκρατορίας μας. Θα πάω στο

θάνατο χαμογελώντας. Μα μη ζητάτε να θανατώσω την καρδιά μου με τα ίδια μου τα χέρια. Δεν τομπορώ». 

Τρεις μέρες αργότερα κάλεσε την Κασσιανή να εγκατασταθεί στο παλάτι ως ανεπίσημη, για την

ώρα, μνηστή του. Ήταν απ' τις συνήθειες της βυζαντινής Αυλής να εγκαθίσταται στα ανάκτορα η

μέλλουσα μνηστή του Αυγούστου. Κάποτε, μάλιστα, φιλοξενούνταν και νέες ευγενικής καταγωγής

προς τις οποίες έτρεφε συμπάθεια η αυτοκράτειρα. 

Πριν από λίγο καιρό η Κασσιανή θα είχε διστάσει κι ίσως θα είχε αρνηθεί να περιβληθεί την

πορφύρα κάτω από τέτοιες συνθήκες δύσκολες, ανώμαλες. Μα τώρα δεν δίστασε πολύ. Την είχε

κυριέψει το πείσμα να πραγματοποιήσει το τολμηρό της όνειρο, αδιαφορώντας για κάθε συνέπεια.

Εγκαταστάθηκε λοιπόν στο παλάτι, και μάλιστα πριν φύγει η Θεοδώρα, που με διάφορες προφάσεις

Page 120: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 120/173

Digitized by 10uk1s

καθυστερούσε την αναχώρησή της για το μοναστήρι, προσπαθώντας να κερδίσει χρόνο και

ελπίζοντας ότι ίσως θα μετάνιωνε ο Θεόφιλος. Μα από την πρώτη στιγμή η Κασσιανή αντιλήφθηκε

πόσο εχθρικό ήταν το περιβάλλον γύρω της. Όλοι την υπέβλεπαν. Γιατί όλοι σχεδόν ήταν όργανα της

Θεοδώρας, καθώς είχε γεμίσει το παλάτι με ανθρώπους της. Εκτός από την Ευφροσύνη, που με το

πένθος της είχε κλειστεί στα διαμερίσματά της, οι μόνοι που την αγαπούσαν ήταν ο Γραμματικόςκαι ο αφοσιωμένος της Λίλιος, που τώρα βρισκόταν στον έβδομο ουρανό. Όλοι οι άλλοι

προσπαθούσαν κρυφά και φανερά να υποσκάψουν τη θέση της. Ο ίδιος ο πατριάρχης της είχε

κηρύξει τον πόλεμο. Μάλιστα, κάποια μέρα έφτασε να παρουσιαστεί μπροστά της για να την

επιτιμήσει. 

«Θέλεις, κόρη μου», της είπε αυστηρά, «να διαζεύξεις ους ο Θεός συνέζευξεν; Θέλεις να

αναστατώσεις το Βυζάντιο, να σπείρεις το μίσος, ν' απομακρύνεις τον Αύγουστο από το λαό του, να

υποσκάψεις τα θεμέλια του θρόνου και της αυτοκρατορίας; Και δεν αναλογίζεσαι ποια απόκριση θα

δώσεις στον Κύριο, όταν θα σε καλέσει στο Κριτήριο των Ουρανών;»  

Σ' αυτή τη γλώσσα, άλλοτε με νουθεσίες κι άλλοτε με απειλές, της μίλησε πολλή ώρα. Και δενσταμάτησε παρά τη στιγμή που είδε την Κασσιανή να αναλύεται σε λυγμούς. Λίγο ακόμα και θα

λύγιζε. Όμως δεν πρόφτασε να δώσει την απάντηση που περίμενε από τα χείλη της ο πατριάρχης.

Ξαφνικά μια βοή, απόμακρη στην αρχή, πιο δυνατή ύστερα, ακούστηκε απ' έξω. Και, συγχρόνως, οι

φωνές των παλατιανών: 

«Στάσις! Εξέγερσις! Χιλιάδες λαού έρχονται προς το παλάτι!» 

Ο πατριάρχης έτρεξε σ' ένα παράθυρο, το άνοιξε και αφουγκράστηκε. Πράγματι, επρόκειτο για

εξέγερση. Χιλιάδες λαού είχαν συγκεντρωθεί έξω από το παλάτι και ωρύονταν:  

«Να φύγει η κόρη του Ευστρατίου. Το Βυζάντιο θέλει τη μάνα του. Συ νικάς, Θεοδώρα!» 

Η υπερήφανη Βυζαντινοπούλα άρχισε να τρέμει. Αυτό δεν μπορούσε να το φανταστεί. 

«Λοιπόν, κόρη μου;» είπε ο ιεράρχης καρφώνοντας το βλέμμα του στα φοβισμένα μάτια της.  

Η Κασσιανή ένιωσε σαν κάτι να έσπαγε μέσα της, σαν να παρέλυε κάθε της δύναμη. Όχι, τέτοια

τρικυμία δεν μπορούσε να την αντέξει περισσότερο. Έσκυψε το κεφάλι νικημένη κι ετοιμάστηκε να

δώσει την απάντηση που ώρα τώρα της ζητούσε ο πατριάρχης. Τότε μπήκε στην αίθουσα η

Θεοδώρα ακολουθούμενη από πολλές αρχόντισσες του παλατιού. Με μικρά γοργά βήματα,

στάθηκε μπροστά στην Κασσιανή, την κοίταξε με μίσος και φώναξε: 

«Είσαι λοιπόν ικανοποιημένη τώρα, αμαρτωλή ψυχή; Έκαμες ως και το λαό να εξεγερθεί με τις

μαύρες πράξεις σου, έγινες αιτία αυτής της στάσεως, κηλίδωσες τη δόξα που απέκτησε μόλις

προχθές με τη θριαμβευτική του νίκη ο αυτοκράτωρ και κύριός μου». 

«Όχι! Γελιέσαι!» ακούστηκε μια βαριά φωνή πίσω από τη Θεοδώρα. «Γελιέσαι, Αυγούστα, ή μάλλον

υποκρίνεσαι. Η ανταρσία είναι έργο σου και η δική σου μανία απειλεί να πυρπολήσει το Βυζάντιο!»  

 Ήταν ο Ιωάννης Γραμματικός, που πρόφερε τα βαριά αυτά λόγια. Η Θεοδώρα, πελιδνή, έκανε ένα

βήμα προς το μέρος του. Το βλέμμα της είχε τη λάμψη που αστράφτει στα μάτια της τίγρης πριν

επιτεθεί στο θύμα της. Όμως κράτησε τη γλώσσα της. Προσπαθώντας να φερθεί με αξιοπρέπεια

βασίλισσας, τον αποπήρε: 

Page 121: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 121/173

Digitized by 10uk1s

«Τολμάς να κατηγορείς την Αυγούστα;» 

Μα ο Ιωάννης δεν δείλιασε. 

«Τολμώ, γαληνοτάτη. Τολμώ τα πάντα όταν πρόκειται για το μεγαλείο και την ευτυχία τουΘεοφίλου. Και σε κατηγορώ δημόσια ότι επροκάλεσες αυτή την εξέγερση. Οι άνθρωποί σου που

εξήγειραν τον όχλο συνελήφθησαν και ομολόγησαν ότι πληρώθηκαν αδρά από το ταμείο σου. Ο

Αύγουστος βρίσκεται έξω από τη Βασιλεύουσα. Καθώς ξέρεις, πήγε σε πολυήμερο κυνήγι γιατί

ήθελε να απαλλαγεί από την παρουσία ορισμένων προσώπων που εξακολουθούν να μένουν, παρά

τις υποδείξεις του, στο παλάτι. Περιμένει έξω από τη Βασιλεύουσα να αδειάσει το παλάτι από

κείνους που δίκαια ή άδικα αντιπαθεί. Και όμως, τα πρόσωπα αυτά επωφελήθηκαν από την

απουσία του για να ξεσηκώσουν άτιμα τον όχλο». 

Η προσβολή ήταν βαριά. Και η κατηγορία βαρύτερη. Η Θεοδώρα λυσσούσε όσο μιλούσε ο Ιωάννης

Γραμματικός, εκπροσωπώντας τη στιγμή εκείνη τον Θεόφιλο. Με την παντοδυναμία του τη

συνέτριβε· την κατηγορούσε απροκάλυπτα. Ωστόσο, δεν θέλησε να υποχωρήσει αμέσως. 

«Κι αν είναι αλήθεια», είπε, «όσα μου καταμαρτυρείς, νομίζεις ότι δεν είχα το δικαίωμα να

αντιδράσω σ' αυτή την άρπαγα;» 

«Όχι!» βροντοφώναξε ο Ιωάννης. «Γιατί η σεμνή και γενναία αυτή κόρη δεν άρπαξε το στέμμα, αυτό

που της προσφέρει για δεύτερη φορά ο Αύγουστος. Αξίζει περισσότερο από σένα να ντυθεί την

πορφύρα, όπως άξιζε και την πρώτη φορά, όταν τόλμησε να διακηρύξει τις θρησκευτικές

πεποιθήσεις της, ενώ εσύ, μόλο που λατρεύεις τις εικόνες, έκρυψες τον πραγματικό εαυτό σου, για

να γίνεις βασίλισσα. Μα μάθε από μένα ότι το δύσκολο δεν είναι να κερδίσεις ένα στέμμα. Το

δύσκολο είναι να το κρατήσεις. Και ακόμα δυσκολότερο, να το λαμπρύνεις πάνω στο κεφάλι σου». 

Ο πατριάρχης, βλέποντας τώρα ότι η συζήτηση έπαιρνε κατάληξη πολύ άσχημη για τη Θεοδώρα,

προσπάθησε να σώσει την κατάσταση. Και κατέφυγε σε ένα ψυχολογικό τέχνασμα. 

«Ιωάννη», είπε, «ίσως όλα αυτά να είναι τώρα χωρίς σημασία, αφού η ίδια η Κασσιανή μ' άφησε

προ ολίγου να καταλάβω ότι ήταν έτοιμη να εγκαταλείψει για πάντα το παλάτι».  

«Όχι!» τον έκοψε η Κασσιανή. «Τέτοια λόγια δεν βγήκαν απ' τα χείλη μου».  

«Κι όμως, οι λυγμοί σου, η μεταμέλειά σου...» 

Η Κασσιανή, πριν απαντήσει, κοίταξε τη Θεοδώρα. Πραγματικά ήταν έτοιμη να της χαρίσει γιαδεύτερη φορά το θρόνο. Τώρα όμως που έβλεπε με τι άτιμα μέσα την πολεμούσε, έγινε κι αυτή

σκληρή, αμείλικτη. 

«Μπορεί για μια στιγμή», είπε στον πατριάρχη, «να επηρεάστηκα από τα επίμονα λόγια σου και να

σκέφτηκα να υποχωρήσω προς χάριν αυτής που ήρθε να κατηγορήσει εμένα για όσα η ίδια έπραξε.

Αλλά τώρα, που βλέπω πόσο ελεεινά αγωνίζεται να με απομακρύνει από τον Θεόφιλο, αρνούμαι να

υποχωρήσω. Αρνούμαι να είμαι πάντα εγώ εκείνη που θυσιάζεται». 

«Αδιάντροπη!» φώναξε η Θεοδώρα. «Αρπάζεις και μαζί βρίζεις εκείνην που κλέβεις τόσο

αναίσχυντα!» 

Page 122: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 122/173

Digitized by 10uk1s

Η Κασσιανή δεν μπορούσε πια να κρατηθεί. 

«Άρπαξα εκείνο που μου είχες αρπάξει. Τώρα η ταπεινωμένη είσαι εσύ και σου αξίζει αυτή η μανία

που δείχνεις. Αλλά μην πλανάσαι. Εδώ μέσα τώρα είμαι εγώ. Η δική σου θέση είναι στο μοναστήρι,

εκεί όπου είχε ρίξει εμένα η πικρία για την απώλεια του θρόνου, τότε, όταν σ' αντιμετώπισα γιαπρώτη φορά. Τότε έχασα εγώ. Μα δεν με νίκησες εσύ, με νίκησε η αλύγιστη αξιοπρέπειά μου. Όμως

τώρα, Θεοδώρα, σε νίκησα εγώ!» 

Την ίδια στιγμή και ενώ η ταπεινωμένη αυτοκράτειρα, δαγκώνοντας τα χείλη της από απόγνωση,

αποσυρόταν γιατί καταλάβαινε ότι όλα είχαν τελειώσει γι' αυτή, έξω από το παλάτι οι σπαθάριοι

της φρουράς ορμούσαν και διέλυαν με τη βία τους διαδηλωτές. Επί μία ώρα, θλιβερές σκηνές

διαδραματίζονταν μπροστά στα ανάκτορα. 

Η Κασσιανή ήταν πια αποφασισμένη να μην υποχωρήσει μπροστά σε τίποτα. Θα ανέβαινε στο

θρόνο ακόμα κι αν ολόκληρο το Βυζάντιο κινούνταν εναντίον της. Η Θεοδώρα αναγκάστηκε την

επομένη να αποσυρθεί σε μοναστήρι και στο παλάτι κυριάρχησε πια αυτή, απόλυτη κυρία, αυριανήγαληνότατη δέσποινα. Ο Θεόφιλος δεν άφηνε ευκαιρία να μην της εκδηλώνει τη λατρεία του. 

«Το Βυζάντιο», της έλεγε, «μου φαίνεται πια λαμπρό, από τότε που το φωτίζει ο ήλιος της αγάπης

μας». 

«Κι όμως, Θεόφιλε, βλέπω κάποια σύννεφα που σκιάζουν τον ήλιο μας! Φοβούμαι! Η Βασιλεύουσα

έχει ξεσηκωθεί εναντίον μας. Οι μικροταραχές διαδέχονται η μία την άλλη». 

«Μην ανησυχείς, καλή μου. Οι ταραχές και οι στάσεις δεν έλειψαν ποτέ από την πόλη αυτή».  

«Θεόφιλε, δεν θα 'θελα να στηρίξουμε την ευτυχία μας σε πολλές δυστυχίες. Θέλω να σου μιλήσωγια τον Λεόντιο. Είσαι έτοιμος να τον θανατώσεις». 

«Έχασε, πρέπει να πληρώσει! Ο στασιαστής που νικιέται πρέπει να πεθάνει. Αν τον άφηνα να ζήσει,

η δυστυχία του θα ήταν σκληρότερη». 

«Και τη Θεοδώρα. Θέλεις να τη θάψεις ζωντανή σ' ένα μοναστήρι».  

«Για να την προφυλάξω από το διασυρμό να φέρνει τον τίτλο της διωγμένης βασίλισσας. Μια

γυναίκα που έχασε την πορφύρα, ένα φόρεμα πια μπορεί να ντύνεται στο υπόλοιπο του βίου της, το

ράσο». 

«Το ράσο!» ψιθύρισε η Κασσιανή ασυναίσθητα. Τα τελευταία λόγια του αγαπημένου της της είχαν

κάνει ανεξήγητη εντύπωση. Είχαν περάσει στην ψυχή της, την άγγιζαν βαθιά. 

Πέρασαν αρκετές μέρες. Ο αναβρασμός του λαού μεγάλωνε αντί να κοπάζει. Ο βουβός πόλεμος των

εικονολατρών με τη μέθοδο των διαδόσεων γινόταν πιο συστηματικός. Τώρα πια μιλούσαν δημόσια

για τη σκανδαλώδη τάχα ζωή της Κασσιανής και φήμες κυκλοφορούσαν για τιμωρίες που

επιβάλλονταν στους νομομαθείς, επειδή αρνιόνταν να συντάξουν το διαζύγιο, και για απειλές κατά

του πατριάρχη που δεν δεχόταν τάχα να ευλογήσει το δεύτερο γάμο του Αυγούστου. Παρ' όλα

αυτά, ο Θεόφιλος δεν υποχωρούσε. Θα ανέβαζε στο θρόνο την Κασσιανή ακόμα κι αν ήξερε ότι την

Page 123: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 123/173

Digitized by 10uk1s

άλλη μέρα θα έχανε το στέμμα του. 

Για να ικανοποιήσει την αξιοπρέπεια της Κασσιανής, που είχε πληγώσει ο ίδιος τότε, στην τελετή της

εκλογής του Χρυσοτρίκλινου, σκέφτηκε να επαναλάβει την εκλογή εκείνη μ' έναν τρόπο συμβολικό,

με μόνη υποψήφια, τη φορά αυτή, την αγαπημένη του. Θα της πρόσφερε το χρυσό μήλο τηςεκλογής του, που της είχε αρνηθεί την πρώτη φορά. 

Ωστόσο, η τελετή αυτή ήταν γραφτό να μην τελειώσει. Ενώ οι πατρίκιοι είχαν συναχτεί στη μεγάλη

αίθουσα του Χρυσοτρίκλινου και δεν απέμενε πια παρά να εμφανιστεί η Κασσιανή με τη συνοδεία

της, μαντατοφόροι έφεραν την είδηση ότι τρεις χιλιάδες λαού βάδιζαν προς τον Ιππόδρομο. 

«Φωνάζουν να φύγει από το θρόνο ο Αύγουστος!» 

Ο Θεόφιλος έσπευσε εκεί, επικεφαλής της φρουράς του παλατιού, από πρόληψη όμως και,

προπάντων, από πείσμα δεν θέλησε τη ματαίωση της τελετής. Άφησε τον Γραμματικό να τον

αντιπροσωπεύσει, να δώσει το χρυσό μήλο της εκλογής του στην Κασσιανή. Εκείνη, χλομή απ' τησυγκίνηση για την καινούργια κακοτυχία, μπήκε στη χρυσοστολισμένη αίθουσα επικεφαλής της

λαμπρής ακολουθίας της. Τη στιγμή που ο Ιωάννης Γραμματικός προχωρούσε και της έδινε το χρυσό

μήλο λέγοντας «Δέξου, ω Κασσιανή, τον αρραβώνα αυτόν, που σε ανεβάζει στο λαμπρότερο θρόνο

της οικουμένης», ακούστηκε πίσω, στην είσοδο της αίθουσας, μια γεροντική οργισμένη κραυγή:  

«Αν τον δεχθείς, δέχεσαι και την κατάρα μου!» 

 Ήταν ο πατέρας της Κασσιανής. 

Ο πατρίκιος Ευστράτιος, που ερχόταν να διακόψει με την αγανακτισμένη κραυγή του την τελετή του

Χρυσοτρίκλινου, γύριζε από μια φοβερή περιπέτεια, στην οποία είχε περιπλακεί, καθώς ερευνούσεέξω από τη Βασιλεύουσα να ξαναβρεί τη χαμένη κόρη του. Οι έρευνές του τον είχαν φέρει μακριά

απ' την πόλη. Τον έριξαν στα χέρια στρατιωτών του βασιλικού στρατού, που, όταν εξακρίβωσαν ότι

επρόκειτο για έναν επιφανή εικονολάτρη και, το χειρότερο, για τον πατέρα της θρυλικής ηρωίδας

των «ξυλολατρών» –γιατί πίστευαν ακόμα ότι η Κασσιανή εξακολουθούσε να είναι με το μέρος των

εικονολατρών – άφησαν να ξεσπάσει στον πατέρα το πάθος τους κατά της κόρης. Τον υπέβαλλαν σε

λογής λογής εξευτελισμούς. Τον έβαζαν να κόβει ξύλα, να τα κουβαλά στους ώμους, να ξυστρίζει τα

άλογά τους... Ευτυχώς για το γέροντα πατρίκιο, μεσολάβησε η επίθεση κατά της Βασιλεύουσας και

η πανωλεθρία των στασιαστών, κι έτσι, πάνω στη μέθη της νίκης τους, οι στρατιώτες του Θεόφιλου

ξέχασαν τον Ευστράτιο. Τότε ο άτυχος πατρίκιος κατόρθωσε να δραπετεύσει. Προσπαθώντας να

φτάσει στη Βασιλεύουσα, περιπλανήθηκε πολύ κι υπέφερε τα πάνδεινα. Όταν τέλος επέστρεψε,

ήταν αληθινό ράκος. Μα και πλημμυρισμένος από μίσος για τους εικονομάχους. 

Στο σπίτι του βρήκε την αρχόντισσά του άρρωστη, να λιώνει από το διπλό καημό της, για τον άνδρα

της, που θεωρούσε πια χαμένο, και για την κόρη της, που άκουγε όλο το Βυζάντιο να την αποκαλεί  

παλλακίδα του αυτοκράτορα. Ο περήφανος πατρίκιος, όταν έμαθε όσα είχαν συμβεί στην κόρη του,

οργίστηκε. Η αγανάκτηση για όσα υπέφερε η αξιοπρέπειά του, που την ένιωθε βαθιά πληγωμένη

από το διάβημα της κόρης του, τον έκανε να κυριευθεί από θυμό βαρύ. Κι όταν σε λίγο έτρεξε στο

αρχοντικό του ο ηγούμενος Ανθέμιος, που μετά τη σύλληψη του Ναυκράτιου είχε πάρει την αρχηγία

των εικονολατρών, και του παρέστησε με τα πιο μελανά χρώματα την πράξη της κόρης του, ο

αγανακτισμένος πατέρας ξέσπασε: 

«Θα την αποκληρώσω!» φώναξε τρέμοντας. 

Page 124: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 124/173

Digitized by 10uk1s

Μα ο Ανθέμιος δεν τον άφησε να περιοριστεί σ' αυτή την απειλή.  

«Ευστράτιε», του είπε, «σήμερα ο μιαρός αυτοκράτορας θα προσφέρει στην παραπλανημένη κόρη

σου το χρυσό μήλο. Σώζεις την ψυχή της και τη δική σου τιμή, αν προφθάσεις να την εμποδίσεις».  

Και να που είχε προφτάσει να της φωνάξει, τη στιγμή που άπλωνε το χέρι της να δεχθεί το βασιλικό

αρραβώνα, τη φοβερή απειλή του: «Αν τον δεχθείς, δέχεσαι και την κατάρα μου!» 

Η πατρική κραυγή χτύπησε κατάκαρδα την Κασσιανή. Ασυναίσθητα κατέβασε το απλωμένο χέρι της.  

«Είσαι εσύ η κόρη μου;» άρχισε να λέει τρέμοντας από οργή ο Ευστράτιος. «Δεν αισχύνεσαι ν'

αναστατώνεις το Βυζάντιο με τους άνομους έρωτές σου;» 

Με κόπο συγκρατούσε τα δάκρυά του ο δυστυχισμένος άρχοντας, δάκρυα απελπισίας, αγανάκτησης

και πόνου. 

«Αυτή την ώρα, κόρη άμυαλη», φώναξε τώρα ο Ανθέμιος, «χύνεται αίμα χριστιανικό στον

Ιππόδρομο για χάρη σου. Ο κόσμος όλος βοά εναντίον σου. Ολόκληρη η Βασιλεύουσα σε

αναθεματίζει». 

«Κι εγώ πρώτος σε απαρνιέμαι, θυγατέρα!» φώναξε τώρα κι ο Ευστράτιος. «Αν δεχτείς αυτό το μήλο

του Σατανά, η πατρική κατάρα μου να σε καταδιώκει ως τον τάφο και πέρα απ' αυτόν, ως τη

Δευτέρα Παρουσία». 

 Όσοι βρίσκονταν στην αίθουσα ανατρίχιασαν. Η Κασσιανή άπλωσε με φρίκη τα χέρια της, λες και

ζητούσε να διώξει από πάνω της την απαίσια πατρική κατάρα, έβγαλε μια σπαρακτική κραυγή και

σωριάστηκε λιπόθυμη. 

Στο μεταξύ, στον Ιππόδρομο ο όχλος μαινόταν κατά της Κασσιανής. Ανάμεσα στα πλήθη

κυκλοφορούσαν καλόγεροι που με κάθε τρόπο προσπαθούσαν να εξάψουν ακόμη περισσότερο τα

πνεύματα. Οι πιο θερμόαιμοι έφτιαχναν πρόχειρα ομοιώματα της Κασσιανής, στα οποία κατόπιν

έβαζαν φωτιά. Ισχυρή δύναμη βαράγγων είχε περικυκλώσει την περιοχή, κάθε τόσο όμως πυκνές

ομάδες πολιτών έσπαζαν τον κλοιό και έτρεχαν να συνταχτούν με τους άλλους διαδηλωτές, που

βρίσκονταν κλεισμένοι στον Ιππόδρομο. Οι ταραχοποιοί είχαν κατορθώσει να προσεταιριστούν και

πολλούς στρατιώτες. 

«Έξω από το παλάτι η Κασσιανή!» φώναζαν οι διαδηλωτές. «Μακριά από τον Θεόφιλο, το γύναιο!» 

 Όταν έφτασε ο Θεόφιλος στον Ιππόδρομο, επικρατούσε αληθινό πανδαιμόνιο. Μα ο Αύγουστος, με

την τόλμη που τον χαρακτήριζε, περιστοιχιζόμενος από τριάντα μόνο φρουρούς και δέκα

αξιωματικούς του, πρόβαλε ξαφνικά στο βασιλικό θεωρείο. Η εμφάνισή του έκανε βαθιά εντύπωση.

Το δαιμονισμένο θόρυβο που επικρατούσε διαδέχτηκε νεκρική σιγή. Πέρασαν μερικές στιγμές

βαθιάς σιγής και τέλος ο μανδάτορας, ο βασιλικός κήρυκας, που στάθηκε στο πλευρό του βασιλιά,

φώναξε: 

«Θεοφίλου Αυγούστου ευσεβούς κυρίου και ορθοδόξου βασιλέως της οικουμένης πολλά τα έτη!» 

Ακολούθησε μακρά σιωπή. Οι αξιωματικοί που συνόδευαν τον Θεόφιλο άρχισαν να ανησυχούν.

 Έτρεμαν μήπως ο όχλος, ερεθισμένος καθώς ήταν, έφτανε στο σημείο να αποδοκιμάσει, έστω και με

Page 125: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 125/173

Digitized by 10uk1s

τη σιωπή του, τον αυτοκράτορα. Αλλά ο φόβος τους ήταν αδικαιολόγητος. Ο λαός του Βυζαντίου

σεβόταν βαθιά το πρόσωπο του αυτοκράτορα και απέφευγε να προβαίνει σε εκδηλώσεις που θα

πλήγωναν το γόητρό του. Γι' αυτό, όσο οργισμένοι κι αν ήταν εναντίον του Θεόφιλου, δεν δίστασαν

να βροντοφωνάξουν: 

«Θεόφιλε, συ νικάς! Ημείς, δούλοι του Αυγούστου, ευσεβούς κυρίου!» 

Κι άρχισαν να ψάλλουν εν χορώ το «Κύριε ελέησον». Όταν τελείωσαν τη δέηση, ο μανδάτορας,

επαναλαμβάνοντας τους λόγους που του έλεγε ο Θεόφιλος, ρώτησε: 

«Τι φωνάζουν τα πλήθη; Γιατί αυτός ο τάραχος και η οργή;» 

Η ερώτηση ενθάρρυνε τους θορυβοποιούς. Ένας, ο τολμηρότερος, έσπευσε ν' απαντήσει: 

«Όλος ο Δήμος λατρεύει τη βασιλεία σου, Τρισαύγουστε. Αλλά αγαπά και τη δέσποινα, την

Τρισαυγούστα Θεοδώρα!» 

«Θεόφιλος ο βασιλεύς άρχει τους πάντας!» ξανάπε πάλι ο μανδάτορας. «Αυτός μόνος άρχει εις την

Οικουμένην και εις το Ιερόν Παλάτιον. Αυτός θέλει!» 

Ο ταραχοποιός, που μιλούσε εξ ονόματος του όχλου, δεν υποχωρούσε: 

«Πολλά τα έτη του ευσεβεστάτου Θεοφίλου», φώναξε με πανουργία. «Αλλά ο Δήμος αγαπά και τη

μάνα του. Ο Δήμος θέλει τη Θεοδώρα». 

«Ο Αύγουστος αγαπά τον Δήμον, αλλά ο Δήμος δεν αξίζει την αγάπη του».  

Τότε πετάχτηκε σαν σπαθιά η κραυγή: 

«Άξιε της βασιλείας, έξω του παλατιού βάλε τα γύναια!» 

Ο Θεόφιλος τινάχτηκε ορθός. Χειρότερη προσβολή δεν μπορούσε να γίνει κατά της αγαπημένης

του. Έξω φρενών, είπε του μανδάτορα να φωνάξει: «Αν δεν παύσητε να υβρίζετε, αλίμονο εις σας.

Πυρ και μάχαιρα θα είναι ο όλεθρός σας!» 

Την απειλή διαδέχθηκε βαθιά σιωπή. Ο Θεόφιλος περίμενε την απάντηση με φανερό εκνευρισμό.

Οι αξιωματικοί του έλπιζαν, μέσα στην αγωνία τους, ότι ο λαός, ο Δήμος, θα καμφθεί. 

Ο βυζαντινός Δήμος, κεντρισμένος από το θρησκευτικό φανατισμό, ύψωσε τη φωνή του εναντίον

του Ισαπόστολου και φώναξε: 

«Θεοδώρας της Αυγούστας πολλά τα έτη! Ανάθεμα στο γύναιο που κλέβει το στέμμα από την

κεφαλή της μάνας μας». 

«Θεοδώρα, συ νικάς! Βάρδα, συ νικάς!» 

Αυτές πια ήταν κραυγές ανταρσίας. Ο Θεόφιλος οπισθοχώρησε στο βάθος του θεωρείου του και

τρέμοντας έδωσε διαταγή να διαλυθούν βίαια τα πλήθη. Αμέσως όρμησαν στον Ιππόδρομο δυο

χιλιάδες βαράγγοι, ανεμίζοντας τα γυμνά σπαθιά τους. Ο όχλος άρχισε  να ουρλιάζει με μανία. Η

Page 126: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 126/173

Digitized by 10uk1s

αιματοχυσία δεν θ' αργούσε. Όμως στην κρίσιμη εκείνη στιγμή, σαν από θαύμα, σαν να έπαιρναν

μέρος στην αναταραχή και οι δυνάμεις της φύσης, ένα υποχθόνιο βουητό συνετάραξε τον

Ιππόδρομο. Σεισμός τρομερός άρχισε να δονεί τη Βασιλεύουσα. Δεύτερη ισχυρότερη δόνηση

επακολούθησε και το πλήθος άρχισε τώρα να τρέχει αλλόφρον προς όλες τις κατευθύνσεις. Κραυγές

απεγνωσμένες ακούστηκαν: 

«Συντέλεια του κόσμου! Ο Κύριος οργίσθηκε! Οι παρανομίες του Θεοφίλου εξόργισαν τον

Πανάγαθο!» 

Ο λαός, μέσα στη δεισιδαιμονία του, είχε κυριευθεί από πανικό και τρόμο, δέος και απόγνωση.

Τρίτη δόνηση αποκορύφωσε την αλλοφροσύνη. Σε λίγο οι χιλιάδες εκείνες του πανικόβλητου όχλου

ξεχύνονταν στη Βασιλεύουσα για να ενσπείρουν με τις τρομακτικές κραυγές τους τρόμο, φρίκη και

οργή κατά του Θεόφιλου και της Κασσιανής. 

«Είδε ο Κύριος τα ανομήματά τους!» φώναζαν. 

«Ο Θεός σώζει το Βυζάντιο! Έλεος! Έλεος!» 

Τρεις μέρες συγκλόνιζαν τη Βασιλεύουσα οι σεισμικές δονήσεις. Η αναστάτωση ήταν πρωτοφανής.

Οι καλόγεροι περιέτρεχαν την πόλη και κήρυτταν στον τρομοκρατημένο όχλο ότι η συντέλεια του

κόσμου θα έφτανε, επειδή ο Θεός οργίστηκε με τον αμαρτωλό βίο του Θεόφιλου. Αμέτρητες

συμπλοκές γίνονταν σε κάθε γωνιά, σε κάθε δρόμο, σε κάθε πλατεία. Το ηφαίστειο που τόσο καιρό

έβραζε κρυφά, είχε τώρα εκραγεί κι απειλούσε να αφανίσει τα πάντα. Η δημοτικότητα του

Θεόφιλου, που είχε τόσο μεγαλώσει μετά τη νίκη του κατά των στασιαστών, έσβησε γρήγορα. Εκτός

από τους κληρικούς και τους εικονολάτρες που τον μισούσαν θανάσιμα, είχε στραφεί τώρα εναντίοντου και ο λαός. Άλλοι τον κατηγορούσαν ότι τα μέτρα που έπαιρνε κατά των ταραχοποιών δεν ήταν

πολύ σκληρά κι άλλοι τον κατηγορούσαν για το εντελώς αντίθετο. 

Μετά τη νίκη κατά του Θωμά και του Λεόντιου οι στρατιώτες είχαν αποθρασυνθεί. Νόμιζαν ότι η

κατατρόπωση των επαναστατών τους έδινε αυτομάτως δικαιώματα εναντίον των ηττημένων  –των

εικονολατρών. Κι άρχισαν να διαρπάζουν τις περιουσίες τους. Αλλά ο Θεόφιλος επενέβη αμείλικτα.

Σταμάτησε τις αρπαγές και, για παραδειγματισμό, δεν δίστασε να στείλει στο δήμιο μερικούς

στρατιώτες που είχαν οργανώσει ληστρικές ομάδες. Τα μέτρα αυτά όμως εξαγρίωσαν τους

στρατιώτες. Πολλοί απ' αυτούς, από αντίδραση, άρχισαν να συντάσσονται με τους εικονολάτρες,

στους οποίους υπόσχονταν να τους αφήσουν να λεηλατήσουν... τα σπίτια των εικονομάχων, εάν ο

Θεόφιλος εκθρονιζόταν. 

 Έτσι, όλοι σχεδόν είχαν τώρα στραφεί κατά του Θεόφιλου. Κι  όσο περνούσαν οι μέρες τόσο

φούντωνε η εξέγερση. Το μεγάλο επιχείρημα εναντίον του ήταν ότι ήθελε να διαζευχθεί τη

Θεοδώρα και να ανεβάσει στο θρόνο την Κασσιανή. 

«Έξω από το παλάτι το γύναιο!» 

Αυτό ήταν το κύριο σύνθημα των διαδηλώσεων που σχηματίζονταν κάθε στιγμή σε διάφορα σημεία

της Βασιλεύουσας. 

«Η Θεοδώρα στο παλάτι! Στο μοναστήρι η παλλακίδα!» 

Page 127: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 127/173

Digitized by 10uk1s

Ο θρόνος του Θεόφιλου κλονιζόταν. Μαζί μ' αυτόν, κινδύνευε και η ειρήνη και η ασφάλεια του

Βυζαντίου. Τότε, η Κασσιανή θέλησε για μια φορά ακόμα να θυσιαστεί. Η συμφορά που είχε

απλωθεί γύρω της την τρόμαξε πολύ, τη λύγισε. Παρουσιάστηκε στον αγαπημένο της και του

μίλησε: 

«Θεόφιλε», του είπε συγκρατώντας τους λυγμούς της, «το βλέπεις κι ο ίδιος. Παλέψαμε ως την

τελευταία στιγμή, μα νικηθήκαμε. Το πεπρωμένο είναι ισχυρότερο από μας. Δεν ήθελε την ένωσή

μας και μας το φανέρωσε από την πρώτη στιγμή, με κάθε τρόπο. Αδιαφορήσαμε κι επιμείναμε.

Αλλά να που μας συντρίβει!» 

«Κασσιανή», φώναξε θυμωμένος ο Θεόφιλος. «Και συ λοιπόν; Μ' αφήνεις την ώρα που μονάχα εσύ

μπορείς να με στηρίξεις;» 

«Δεν σ' αφήνω, αγαπημένε. Κάνω εκείνο που προστάζει η μοίρα μας. Αφού εκείνη μας χωρίζει, τι

μπορούμε να κάμουμε εμείς, τ' ανήμπορα ανθρώπινα πλάσματα;» 

Ο Θεόφιλος έσφιξε τις γροθιές του, μα έσκυψε το κεφάλι απελπισμένος. Η Κασσιανή, ανάμεσα σε

λυγμούς, εξακολούθησε: 

«Αν σε χάσω, Θεόφιλε, τι θα 'ναι πια για μένα ο κόσμος, παρά μια κοιλάδα γεμάτη θλίψη και οδύνη.

Κι όμως, αγαπημένε, πρέπει να χωρίσουμε. Αν χωρίσουμε, ο ήλιος για μένα δεν θα ανατέλλει πια

παρά για να φωτίζει την απέραντη δυστυχία μου. Κι όμως, βλέπεις κι εσύ πως πρέπει να χωρίσουμε.

Κι αυτή η σιωπή σου ακόμα τι άλλο λέει, παρά ότι δέχεσαι κι εσύ πως πρέπει να υποταχθούμε». 

Η καρδιά του Θεόφιλου σπάραζε. Μα δεν άφησε να τον παρασύρει η απόγνωση, στην οποία είχε

βυθιστεί πια η Κασσιανή. 

«Όχι!» φώναξε ξαφνικά κι ανόρθωσε με άγριο πείσμα το κυρτωμένο κορμί του. «Λες ότι η μοίρα

μάς προστάζει να χωρίσουμε. Μα εγώ δεν είμαι άνδρας που δέχεται να υποχωρεί σε προσταγές.

Γεννήθηκα να κυβερνώ και να προστάζω. Κι αυτή τη μοίρα μου ακόμη θα την κυβερνήσω εγώ! Οι

άνδρες, οι αληθινοί άνδρες, φτιάνουν μόνοι τους το ριζικό τους». 

 Άρπαξε την Κασσιανή από τους ώμους, την τίναξε με δύναμη, σαν να 'θελε να της μεταδώσει το δικό

του θάρρος και της είπε: 

«Λες πως η μοίρα αρνείται να σε σηκώσει ως το θρόνο και να σε φέρει πλάι μου. Έστω! Μα αφού

δεν θέλει να σε υψώσει ως εμένα, τότε κατεβαίνω εγώ και στέκομαι δίπλα σου». 

«Θεόφιλε! Τι σημαίνουν τα λόγια σου;» 

«Αυτό που μάντευσες. Αφού η μοίρα αρνείται την πορφύρα, εγώ τη ρίχνω μ' αηδία απ' τους ώμους

μου και λευτερώνομαι για πάντα από τα δεσμά της». 

«Αγαπημένε!...» 

«Μη μ' εμποδίζεις, Κασσιανή. Οι μεγάλες ώρες στη ζωή μας θέλουνε μεγάλες αποφάσεις. Δεν

αντέχω πια να είμαι ο σκλάβος του λαού μου. Θα παραιτηθώ».  

«Θεόφιλε!» 

Page 128: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 128/173

Digitized by 10uk1s

«Θα πετάξω το στέμμα κατάμουρτα σ' όλους αυτούς τους αφιονισμένους που ανέχθηκαν στο θρόνο

ευνούχους, μοιχούς, κλέφτες, φονιάδες, πόρνες και δεν μπορούν τώρα να ανεχθούν έναν άνδρα

τίμιο, που κάνει εκείνο που επιβάλλει η καρδιά του. Το πλήθος αυτό, που ακούς να ουρλιάζει κάτω

απ' το παλάτι, δεν θέλει βασιλιά αληθινό. Θέλει ένα ανδρείκελο χωρίς θέληση, χωρίς σεβασμό στον

εαυτό του και στους γύρω του. Όχι, τέτοιο βασιλιά δεν θα με καταντήσουν εμένα!»  

Η Κασσιανή γονάτισε μπροστά του, έκλαψε, ικέτεψε, αγωνίστηκε να τον μεταπείσει. Μα στάθηκε

αδύνατο. Ο Θεόφιλος, από ιδιοσυγκρασία, έμενε πάντα ακλόνητος σε μια απόφαση που είχε πάρει.

Ακόμα κι όταν συνήλθε ολότελα και η ψυχρή λογική ήρθε να ελέγξει αυτά που είχε πει και είχε

αποφασίσει σε μια στιγμή παραφοράς, η ισχυρογνωμοσύνη του δεν τον άφησε να υποχωρήσει.

Αφέθηκε να παρασυρθεί από την ολέθρια εκείνη έμπνευση, κι ας ήταν στιγμές που τρόμαζε και τον

 ίδιον αυτό που επρόκειτο να πράξει. 

Η Κασσιανή, ωστόσο, ζούσε τις λίγες εκείνες ημέρες σε εφιάλτη. Αυτό που θα συνέβαινε ήταν

ανήκουστο. Αντίκριζε το μέλλον σκοτεινό, αναμετρούσε με δέος το μέγεθος του τολμήματος που θα

έκανε ο αγαπημένος της. Τέτοιο τραγικό τέλος θα είχε το πονεμένο της ειδύλλιο; Αυτή τη δραματικήκατάληξη θα είχε η ζωή ενός αυτοκράτορα που είχε γεννηθεί για να λαμπρύνει με τα έργα του το

μεγαλύτερο θρόνο της οικουμένης; Τι συμφορά! Και τι βαριά ευθύνη! 

Δεν έπαψε να ικετεύει τον Θεόφιλο να εγκαταλείψει τη φοβερή του απόφαση. Αλλά εκείνος δεν

υποχωρούσε. 

«Να εγκαταλείψω εσένα, τη ζωή μου; Για να κρατήσω το στέμμα, τη δυστυχία μου;»   έλεγε

αλύγιστος. «Το έκαμα και την άλλη φορά και το πλήρωσα με το αίμα της καρδιάς μου. Όχι, δεν θα

θυσιασθώ για δεύτερη φορά. Αυτός ο συρφετός που λέγεται βυζαντινός λαός δεν την αξίζει τέτοια

θυσία». 

Η Κασσιανή αναγνώριζε ότι είχε δίκιο ο αγαπημένος της, όμως αυτό δεν άλλαζε το πράγμα. Εκείνο

που ετοιμαζόταν να αποτολμήσει, γέμιζε τρόμο την ψυχή της. Στην τραγική αμηχανία της,

αισθάνθηκε βαρύ καθήκον της να κάνει ακόμα μια θυσία, την υπέρτατη που μπορεί να προσφέρει

στο βωμό της αγάπης μια γυναίκα. Δαμάζοντας τον πόνο και την ντροπή της, είπε στον αγαπημένο

της ότι αφού βρίσκονταν σε τέτοιο φοβερό αδιέξοδο, ας παραμέριζαν το ζήτημα του γάμου τους.

Και χωρίς να 'ναι η Αυγούστα, θα έμενε πάντα κοντά του, πολυαγαπημένη του, δική του... 

Δάκρυα κύλησαν από τα μάτια του Θεόφιλου σ' αυτά τα λόγια. Η συγκίνηση τον είχε συνεπάρει.

Γονάτισε και φίλησε την άκρη του φορέματός της. 

«Τόσο μεγάλη είσαι και δεν το 'ξερα, αγαπημένη μου; Κι αυτή ακόμα, τη φοβερή θυσία, είσαιέτοιμη να κάμεις για χάρη μου; Σωστά το λένε, ότι η μεγάλη αγάπη θέλει δοκιμασίες μεγάλες, για να

λάμψει όλη η ομορφιά της. Μα όχι, ακριβή μου. Η θυσία που προτείνεις θα 'ναι άσκοπη και δεν θα

οδηγήσει παρά σε νέες συμφορές, που θα 'ναι πιο αβάσταχτες απ' αυτές που μας κτυπούν τώρα.

Γυναίκα μου κρυφή, ερωμένη μου, παλλακίδα μου, όπως θα σε βρίζουν οι εχθροί μας; Δεν είμαστε

πλασμένοι ούτε εσύ για παλλακίδα ούτε εγώ για άνδρας που ξεχνά πάνω στον έρωτά του την τιμή

του και την τιμή εκείνης που λατρεύει». 

«Συγχώρεσέ με, αγαπημένε μου!» ψιθύρισε με σπαραγμό η ερωτευμένη κόρη. «Η απόγνωση

θόλωσε την κρίση μου. Όμως νιώθω το λογικό μου να σαλεύει στην ιδέα ότι θα εγκαταλείψεις το

στέμμα σου, το θρόνο σου, τη Βασιλεύουσα». 

Page 129: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 129/173

Digitized by 10uk1s

«Με εγκατέλειψαν εκείνα πρώτα. Οι τελευταίες μέρες μου 'δειξαν ότι δεν είμαι πλασμένος για

βασιλιάς τέτοιων καιρών σαν κι αυτούς που περνούμε. Η εποχή μας θέλει βασιλιάδες που στη θέση

της καρδιάς να 'χουν πέτρα. Εκεί που εγώ περνώ μια νύχτα αγρύπνιας επειδή επρόσταξα να

μαστιγώσουν ένα προδότη, άλλος στη θέση μου θα γύρευε απ' το δήμιο ένα κεφάλι κάθε μέρα και

τη νύκτα θα κοιμόταν σαν βρέφος. Όχι, δεν θα γινόμουν βασιλιάς άξιος για χώρα κι εποχή σαν τηδική μας. Καλύτερα που ήρθε έτσι το πράγμα». 

Σε κανέναν δεν ανακοίνωσε την απίστευτη απόφασή του ο Θεόφιλος. Αυτός που είχε πάντα τόση

παρρησία, τώρα έδειχνε μια περίεργη δειλία. Σαν να ντρεπόταν για το μεγάλο τόλμημα που

ετοίμαζε. Λογάριαζε να φύγει μυστικά από τη Βασιλεύουσα. Στον μόνο που αποκάλυψε την

πρόθεσή του ήταν ο αγαπημένος δάσκαλός του, ο Ιωάννης Γραμματικός, που θα τον άφηνε και

τοποτηρητή του θρόνου, ωσότου το συμβούλιο της αυτοκρατορίας ελάμβανε απόφαση για το

διάδοχό του. 

Ο Ιωάννης έμεινε άναυδος όταν άκουσε το ανήκουστο σχέδιο του μαθητή του. Κι όταν συνήλθε από

την κατάπληξή του, έπεσε στα πόδια του αγαπημένου του Αυγούστου και τον ικέτευσε με δάκρυαστα μάτια ν' αλλάξει γνώμη. Ο Θεόφιλος έμενε ακλόνητος στην απόφασή του. Τρεις μέρες

αγωνιζόταν ο Γραμματικός να τον μεταπείσει, οι προσπάθειές του όμως δεν είχαν αποτέλεσμα. 

«Είναι η μόνη λύσις που μου μένει τώρα πια», εξηγούσε ο αυτοκράτορας. «Βλέπεις και μόνος σου

ότι η αναταραχή στην Πόλη όλο και φουντώνει. Η εξουσία έχει σχεδόν φύγει από τα χέρια μας. Για

να υποτάξουμε όλο αυτόν τον επαναστατημένο όχλο, πρέπει να κτυπήσουμε με σκληρότητα

αφάνταστη. Να πνίξουμε στο αίμα την εξέγερσή του. Θέλεις, λοιπόν, να ποτίσω το θρόνο μου με

ποτάμια αίμα; Αλλά κι αν το θέλεις, κι αν το θελήσει όλη η αυτοκρατορία, εγώ δεν θα το κάμω. Γιατί

δεν το μπορώ. Δεν το βλέπεις κι εσύ, καλέ μου δάσκαλε, ότι έχασα πια την πίστη μου σε όλα αυτά

που άλλοτε ήταν τα είδωλά μου; Βυζάντιο, λαός, δόξα, αυτοκρατορία... όλα τώρα πια είναι για μένα

κούφια λόγια. Και μαζί με την πίστη μου έχασα και τη δύναμή μου». 

Ο Γραμματικός έσκυψε το κεφάλι νικημένος από τα επιχειρήματα του άτυχου αυτοκράτορα. Όμως ο

επιφανής αυτός Βυζαντινός δεν ήταν από τους πολιτικούς που εγκαταλείπουν εύκολα το στόχο

τους. Με τη φιλοσοφημένη σκέψη του αναγνώριζε ότι είχε δίκιο ο Θεόφιλος να βλέπει απαισιόδοξα

το μέλλον και την τύχη του ως βασιλιάς. Όμως το πολιτικό καθήκον τού επέβαλλε ν' αγωνιστεί

ακόμα, για να προλάβει τη συμφορά που απειλούσε την αυτοκρατορία. Κι αφού με την πειθώ δεν

έφερνε αποτέλεσμα, κατέφυγε σ' αυτό που ο ίδιος έλεγε «τεχνάσματα των ανακτορικών

παρασκηνίων». 

Συνάντησε τον Αρριανό, τον περίφημο αστρολόγο και εξίσου αφοσιωμένο φίλο του Θεόφιλου. Του

αποκάλυψε το φοβερό μυστικό και ζήτησε τη βοήθειά του. Μια νύχτα ολόκληρη βασανίζονταν οιδυο Βυζαντινοί να βρουν τρόπο για να εμποδίσουν τον Αύγουστο από το παράτολμο εγχείρημά του.  

«Αν τον εμποδίσουμε», είπε ο Ιωάννης, «σώζουμε το Βυζάντιο». 

«Δεν συλλογίζομαι το Βυζάντιο», αποκρίθηκε με ένα σαρκαστικό μορφασμό ο σοφός αστρολόγος.

«Η Βασιλεύουσα είδε και πέρασε από πολλές δύσκολες ώρες και δεν εχάθηκε. Ούτε και τώρα

πρόκειται να χαθεί, όπως φοβάσαι. Σκέπτομαι όμως αυτόν τον πεισματάρη. Είναι γεμάτος

προτερήματα, θα μπορούσε να γίνει ένας βασιλιάς άξιος να σταθεί στη γραμμή των μεγάλων

αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. Θα ήταν έγκλημα να χαθεί». 

«Κι όμως, Αρριανέ, βαδίζει στο χαμό του. Αν δεν μπορέσουμε να τον συγκρατήσουμε εμείς, θα

Page 130: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 130/173

Digitized by 10uk1s

γκρεμισθεί». 

Ο αστρολόγος κούνησε το κεφάλι του με θυμό. 

«Ίσως υπάρχει τρόπος», είπε και μπήκε στο εργαστήριό του. 

 Όταν ξαναβγήκε, κρατούσε ένα πήλινο βαζάκι. 

«Είναι το μόνο μέσο που έχουμε», ψιθύρισε. «Δεν είναι άξιο για δυο γέρους σαν και μας, αλλά ο

σκοπός αγιάζει και άλλα μέσα, πιο ταπεινά από τούτο 'δω το αθώο βαζάκι». 

Στο μεταξύ, ο Θεόφιλος είχε ετοιμαστεί για τη μυστική του αναχώρηση. Θα έφευγε μακριά, κι ο

 ίδιος δεν ήξερε για πού, πάντως σε τόπο που να μη φτάνει ούτε ο πιο απόμακρος αντίλαλος από το

Βυζάντιο. Ίσως πήγαινε στη Δύση, ίσως πήγαινε στην Ανατολή. Για το θρόνο δεν τον ένοιαζε.

Μπορούσε να τον διαδεχθεί η Ευφροσύνη, η Θεοδώρα, ο Βάρδας, οποιοσδήποτε. Αδιαφορούσε,

όπως ο μελλοθάνατος αδιαφορεί για κείνους που μένουν πίσω του. Την τελευταία νύχτα που θαέμενε στη Βασιλεύουσα την πέρασε μόνος, κλεισμένος στο γραφείο του. Με την καρδιά περίλυπη,

έγραψε ένα χρυσόβουλο, όπου με λίγα λόγια εξηγούσε την αιτία της φυγής του. Όταν το

ξαναδιάβασε, δεν μπόρεσε να κρατήσει τα δάκρυά του.  

«Στάσου γενναίος!» είπε ξαφνικά στον εαυτό του σαν να τον είχε συλλάβει να λιποψυχεί, και

όρθωσε με βία το κορμί του. 

 Όταν ετοίμασε τα πάντα, στάθηκε μπροστά σ' ένα απ' τα παράθυρα του σπουδαστηρίου του, απ'

όπου θα έφευγε σε λίγο σαν απλός ιδιώτης. Κοίταξε πέρα, άφησε το βλέμμα του ν' αγκαλιάσει το

θελκτικό πανόραμα της μαγευτικής πολιτείας που του είχε φερθεί τόσο προδοτικά. 

«Όμορφη αλλά άπιστη!» ψιθύρισε μ' απέραντο καημό. «Χειρότερη κι απ' την πιο άπιστη γυναίκα.

Ζητάς όλη την αγάπη μας και μας προδίδεις στην πρώτη ευκαιρία. Δεν είναι δύσκολο να σε

κατακτήσει κανείς, το δύσκολο είναι να σε υποτάξει...» 

Αναστέναξε βαθιά. Η έκφρασή του έδειχνε την απέραντη πίκρα που πότιζε την ψυχή του τις ύστατες

εκείνες ώρες της βασιλείας. Δεν μπορούσε να τον γλυκάνει ούτε η σκέψη ότι την ίδια ώρα κάπου

στα κράσπεδα της πόλης, σ' ένα μοναστήρι, τον περίμενε με λαχτάρα η αγαπημένη του, για να

ξεκινήσουν από 'κεί, οι δυο τους, ελευθερωμένοι. Χωρίς τις αλυσίδες του θρόνου και της κοινωνίας, 

θα τραβούσαν προς το άγνωστο· προς την ευτυχία, όπως ευχόταν εκείνος, προς τη δυστυχία, όπως

φοβόταν η Κασσιανή. 

Σε λίγο συναντήθηκε με τον Ιωάννη, έπειτα δέχτηκε και τον άλλο επιστήθιο φίλο του, τον Αρριανό,

που είχε έρθει στο παλάτι λίγο πριν αρχίσει να νυχτώνει. Στο ιδιαίτερο διαμέρισμά του οι τρεις

άνδρες άλλαξαν τα στερνά λόγια. Η μοιραία στιγμή, που θα έριχνε από τους ώμους του την

πορφύρα, ζύγωνε. Ο Θεόφιλος ήταν εξουθενωμένος. Η μελαγχολία τού έδενε τη γλώσσα. Καθώς

άκουγε τα αποχαιρετιστήρια λόγια των δυο σοφών φίλων του, προσήλωνε το βλέμμα του πάνω σ'

ένα χάρτη της αυτοκρατορίας που ήταν απλωμένος μπροστά του. Είχε υποσχεθεί να μεγαλώσει τη

χώρα του. Και τώρα έφευγε μακριά της, σαν εξόριστος, εγκαταλείποντας πίσω του τόσα όνειρα,

τόσες φιλοδοξίες. Καθισμένος πλάι του ο Αρριανός πρόσεχε το περίλυπο  βλέμμα του και κουνούσε

το κεφάλι του με θλίψη. 

«Δεν τον απομακρύνει από το θρόνο η απογοήτευση», συλλογιζόταν ο διάσημος αστρολόγος. «Ο

Page 131: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 131/173

Digitized by 10uk1s

έρωτας τον παίρνει, ο έρωτας του θολώνει το μυαλό. Μα όταν ο έρωτας περάσει, όταν κάποτε

σβήσει, τότε η απογοήτευση που θα δοκιμάσει ο φιλόδοξος αυτός νέος θα 'ναι μεγάλη. Ναι, τώρα

πείθομαι κι εγώ ότι πρέπει να τον σώσουμε, να τον κρατήσουμε απ' τον γκρεμό». 

Με απόφαση σηκώθηκε, πλησίασε ένα τραπεζάκι όπου βρίσκονταν τρία κύπελλα γεμάτα με γλυκόαρωματισμένο κρασί της Κρήτης και στρέφοντας τα νώτα του στον Αύγουστο, άδειασε το πήλινο

βαζάκι που είχε δείξει στον Ιωάννη μέσα στο ένα κύπελλο. 

«Ας πιούμε, Θεόφιλε, στην καινούργια σου ζωή!» είπε σε λίγο, δίνοντας στον αυτοκράτορα το

κύπελλο. 

Λίγη ώρα αργότερα, ο Αρριανός χάιδευε με στοργή πατέρα το κεφάλι του Θεόφιλου, που είχε πέσει

βαρύ στο τραπέζι, πάνω στο χάρτη του Βυζαντίου. 

«Κοιμήσου», ψιθύρισε ο αστρολόγος, χαρούμενος γιατί το υπνωτικό του είχε φέρει αποτέλεσμα.

«Ίσως με το ξύπνημά σου ν' αρχίσει μια καινούργια ζωή, πιο ευτυχισμένη, με πίκρες λιγότερες καιμε πιο ελαφρό πόνο». 

«Αμήν!» ψιθύρισε με πάθος ο Ιωάννης. 

Για να μη φύγουν μαζί απ' το παλάτι και προκαλέσει σχόλια ανεπιθύμητα η αναχώρησή τους, η

Κασσιανή περίμενε τη μοιραία εκείνη νύχτα στο μοναστήρι του Λυτρωτού Σωτήρος. Από 'κεί θα

περνούσε να την πάρει ο Θεόφιλος. Στην πραγματικότητα δεν ήταν μοναστήρι ο Λυτρωτής Σωτήρ

αλλά ένα ησυχαστήριο όπου ασκήτευε κάποιος Βυζαντινός άρχοντας και φιλόσοφος, ο Συμεών.

 Άπιστος στα νεανικά του χρόνια, ο σοφός αυτός είχε αφιερώσει το βίο του για να αποδείξει ότι οι

αρχαίοι θεοί δεν είχαν πεθάνει και ότι η θρησκεία του Ναζωραίου δεν είχε θεία προέλευση. Αλλά

όσο ερευνούσε στα βιβλία του ο οπαδός του Ιουλιανού του Παραβάτη τόσο αιχμαλωτιζόταν από τηθεία υπόσταση του Ναζωραίου, τόσο μεγάλωναν οι αμφιβολίες του για τις θεότητες του Ολύμπου.

Ωσότου μια νύχτα έκαψε τα αιρετικά βιβλία του, φώναξε κι αυτός «Νενίκηκάς με, Ναζωραίε»,

μοίρασε τα υπάρχοντά του κι έφυγε για να ασκητέψει. Έχτισε το μικρό μοναστήρι του Λυτρωτού

Σωτήρος και δόθηκε στην προσευχή και τη μετάνοια. Ο κόσμος τον αποκαλούσε «ο σοφός

ερημίτης» και ο σεβασμός που έτρεφαν γι' αυτόν οι Βυζαντινοί ήταν μεγάλος. 

Ο Συμεών είχε δεχτεί να φιλοξενήσει για λίγες ώρες την Κασσιανή, που θαύμαζε το ποιητικό

ταλέντο και τη μεγάλη μόρφωσή της, αλλά με το ύφος του της έδειξε ότι δεν ήταν σύμφωνος με την

τελευταία συμπεριφορά της. Την άφησε σ' ένα κελί και γύρισε στην προσευχή του.  

Μόνη μέσα στο κελί εκείνο η Κασσιανή περίμενε με ανυπομονησία τον Θεόφιλο. Αλλά να πουπερνούσε η ώρα κι ο αγαπημένος της δεν ερχόταν. Τι να συνέβαινε, άραγε; Μήπως αργούσε επειδή

άρχισε να παλεύει κι αυτός τώρα με τους δισταγμούς του; Ως την τελευταία στιγμή έδειχνε

ακλόνητη αποφασιστικότητα. Ήταν, άραγε, πιθανό να είχε κυριευθεί κι αυτός την ύστατη στιγμή

από τους ενδοιασμούς που παίδευαν και την ίδια; 

Η Κασσιανή καρτερούσε τη νύχτα εκείνη τον Θεόφιλο, για το μεγάλο ξεκίνημα της νέας ζωής τους, κι

όμως δεν ένιωθε τη θερμή λαχτάρα που δοκίμαζε προχθές ακόμα, όταν οι θεραπαινίδες έτρεχαν να

της αναγγείλουν ότι ο Αύγουστος ερχόταν στο διαμέρισμά της. Τώρα τη βασάνιζαν πολλά·

ανησυχίες, φόβοι, ερωτηματικά. Αναμετρούσε κάθε στιγμή το μέγεθος του τολμήματος που

επιχειρούσε, κι αυτή και ο Θεόφιλος, και ένα αίσθημα ενοχής ερχόταν να την αναστατώσει. Εξέταζε

τον εαυτό της, προσπαθούσε να ελέγξει αυστηρά τη συνείδησή της και δεν έβρισκε να είχε φταίξει

Page 132: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 132/173

Digitized by 10uk1s

σε τίποτα. Μολαταύτα εξακολουθούσε να αισθάνεται τύψεις, σαν να είχε αμαρτήσει πολύ βαριά.

Την τρόμαζε η σκέψη ότι εξαιτίας της ο Θεόφιλος έφτανε να εγκαταλείψει την ιερή του θέση. 

Εξαιτίας της! Κι όμως αυτή είχε αγωνιστεί με τόση αυτοθυσία να ματαιώσει τα σχέδια του Λεόντιου,

που ζητούσε να γκρεμίσει από το θρόνο τον αγαπημένο της. Είχε κινδυνέψει, είχε δεχτεί να υποστείτα πάνδεινα, για να βλέπει τώρα τον αγαπημένο της να εγκαταλείπει το στέμμα, που χθες ακόμα

είχε ξανακερδίσει πάνω στη μάχη και με τη δική της τη βοήθεια; Δεν την είχε θελήσει αυτή τη λύση

κι είχε αγωνιστεί να μεταπείσει τον Θεόφιλο. Παρ' όλα αυτά, αισθανόταν σαν να 'ταν αυτή η κύρια

υπαίτιος της συμφοράς που πήγαινε να ξεσπάσει. Γιατί ήταν συμφορά μεγάλη αυτό που

αποτολμούσε ο αγαπημένος άνδρας. 

Αναλογιζόταν την τρικυμία που θα συγκλόνιζε το Βυζάντιο, σε λίγες ώρες που θα μαθευόταν ότι ο

αυτοκράτορας είχε απαρνηθεί το θρόνο του και την κυρίευε δέος. Αναμετρούσε τις φοβερές

συνέπειες που θα 'χε η τραγική λιποταξία ενός εστεμμένου και η ψυχή της λύγιζε. Πανικός

αλλόκοτος άρχιζε να την κυριεύει. Κρατούσε στα χέρια της την τύχη της αυτοκρατορίας και το ριζικό

ενός πορφυρογέννητου, που η μοίρα τον προόριζε για έργα θαυμαστά και μεγάλα. Πώς μπορούσενα θεμελιώσει την ευτυχία της πάνω σε τόσα ερείπια; 

Χτυπημένη από τέτοια θύελλα, ένιωσε την ανάγκη να μιλήσει σε κάποιον, να ξαλαφρώσει τη βαριά

καρδιά της. Η μοναξιά, η πολύωρη αναμονή είχαν κάμψει την αντίστασή της. Πήγε στο κελί του

σοφού ερημίτη και του ζήτησε να μείνει κοντά του γιατί φοβόταν. Δεν ήταν τα φαντάσματα της

νύχτας που φοβόταν. Έτρεμε τα φαντάσματα που γεννούσε η πανικόβλητη ψυχή της.  

Κάθισε πλάι στον Συμεών, προσήλωσε το βλέμμα της στις φλόγες της φωτιάς που λαμπάδιαζε στο

παραγώνι κι άρχισε να εξομολογείται. 

Ο Συμεών την άκουγε βουβός. Ούτε μια φορά δεν τη διέκοψε. Κι όταν ύστερα από πολλή ώραεκείνη έπαψε να μιλά, ο φιλόσοφος ερημίτης σηκώθηκε, την πήρε από το χέρι και την πήγε στο ναό.

Στάθηκε πλάι της, μπροστά στο ιερό τέμπλο, και της είπε:  

«Οι εγκόσμιες μέριμνες, κόρη μου, απομακρύνουν κάποτε τον Κύριο από την καρδιά μας. Απ' τη

δική σου όμως τον έχουν φυγαδεύσει. Ναι, τέκνο μου, εκεί που ήταν άλλοτε η θεία μορφή Του,

κατοικούν τώρα δαίμονες ασελγείς  και σε κρατούν σε τάραχο μεγάλο. Μόνη ελπίδα τώρα σου

απομένει η μακροθυμία του Κυρίου. Προσευχήσου στον Σωτήρα μας. Προσευχήσου με κατάνυξη κι

Εκείνος θα σε ευσπλαχνισθεί και θα ξαναγυρίσει στην καρδιά σου. Και ίσως σου δείξει το δρόμο

που πρέπει να ακολουθήσεις. Προσευχήσου... Η προσευχή έσωσε και μένα». 

Και με τα λόγια αυτά ο Συμεών απομακρύνθηκε κι άφησε μόνη την Κασσιανή. Μόνη, μπροστά στονΚύριο των οικτιρμών. Γονάτισε αυθόρμητα σε μια βαθιά γονυκλισία. Έσκυψε το κεφάλι, και οι

βόστρυχοι των μαλλιών της χύθηκαν στο δάπεδο σαν σπονδή. Το μέτωπό της, που έκαιγε από τον

πυρετό της αγωνίας, ακούμπησε  στο κρύο μάρμαρο του πλακόστρωτου. Αναστεναγμός βαρύς

ανέβηκε από το στήθος της. Έκλεισε τα μάτια, σαν να 'θελε να κλείσει τη ζωή, με τη γλυκιά γοητεία

των εγκόσμιων ηδονών, έξω απ' την ψυχή της. Ένας ψίθυρος άρχισε να βγαίνει από τα χείλη της.

 Ένας ψίθυρος που στην αρχή ήταν παράπονο, μα όσο περνούσε η ώρα γινόταν ικεσία δειλή κι

ύστερα δέηση θερμή. Προσευχόταν. Το ιλαρό φως που σκόρπιζαν οι κανδήλες και τα κεριά

σχημάτιζαν γύρω από το κεφάλι της ένα φωτοστέφανο. Οι ατμοί του λιβανωτού που έκαιγε σε ένα

θυμιατήρι τής έφερναν μέθη αλλόκοτη, τη νάρκωναν. Η μυστηριακή ώρα την κατακτούσε λίγο λίγο. 

 Έμεινε ώρα πολλή γονατισμένη. Και δεν συνήλθε, παρά μόνο όταν άρχισαν να υποχωρούν τα

Page 133: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 133/173

Digitized by 10uk1s

σκοτάδια της νύχτας μπροστά στα πρώτα φέγγη της ημέρας. Καινούργια ημέρα ερχόταν. Έκανε το

σημείο του σταυρού κι ανασηκώθηκε. Καθώς ύψωσε τα μάτια, το βλέμμα της έπεσε στην εικόνα

που βρισκόταν μπροστά της. Ήταν η Μεταμόρφωση του Σωτήρος. 

Ο Ιησούς κυκλωμένος από φωτεινή νεφέλη, με ολόλευκο χιτώνα, με πρόσωπο αστραφτερό,υψωνόταν πάνω απ' την κορυφή του όρους Θαβώρ. Τι φως που σκόρπιζε η μορφή του. Τι γοητεία

που ασκούσε το βλέμμα Του εκείνο. Κάτω, πεσμένοι καταγής, τυφλωμένοι από τη φωτεινότητα του

οράματος, ήταν οι τρεις μαθητές του Σωτήρος. Και πάνω ψηλά, Εκείνος, με το θριαμβευτικό βλέμμα

Του, ύψωνε τα ολόλευκα χέρια Του. Κι ήταν σαν να καλούσε την Κασσιανή να σηκωθεί, ν' ανυψωθεί

κι αυτή, να μετεωριστεί στο πλάι Του, να Τον ακολουθήσει σ' αυτόν το δρόμο προς τους ουρανούς.  

Συνεπαρμένη, προσήλωσε το βλέμμα της στον Ναζωραίο, που τώρα η γλυκιά μορφή Του έλαμπε,

σαν να τη φώτιζε εκ των ένδον δυνατή φλόγα. Καθώς ατένιζε επίμονα το θείο πρόσωπο, νόμισε,

φαντάστηκε, είδε ότι ο Ιησούς από ψηλά, με μια ανάλαφρη κίνηση των βλεφάρων, έκανε ένα νεύμα

αδιόρατο, σαν να την καλούσε κοντά Του. Ρίγος διέτρεξε το καταπονημένο κορμί της πατρικίας. Το

όραμα αυτό, κι αν ακόμα ήταν πλάσμα της φαντασίας της, κι αν ήταν μήνυμα που έστελνε από ταβάθη της ψυχής της το είναι της, είχε ένα νόημα μεγάλο. Μεμιάς άστραψε στο νου της, σαν

αποκάλυψη, μια σκέψη: Πόσο είχε απομακρυνθεί από τον Θεό! Πόσο είχαν διώξει τον Ιησού απ' την

καρδιά της οι επίγειοι πόθοι! Οι εγκόσμιες φιλοδοξίες είχαν απωθήσει απ' την ψυχή της το

θρησκευτικό συναίσθημα. Ο έρωτας προς τον Θεόφιλο είχε αποκοιμίσει τη λατρεία προς το θείο,

που άλλοτε βασίλευε, κυρίαρχη, μες στην ψυχή της. 

Αλαφιασμένη, έκλεισε τα μάτια κι άρχισε να μονολογεί. Πρόφερε λόγια ασυνήθιστα, που έμοιαζαν

με εκμυστήρευση και ένοχη ομολογία. Φράσεις απ' τους ψαλμούς του Δαβίδ ανακατεύονταν μέσα

στα λόγια της: 

«Κύριε και Θεέ μου», έλεγε, «συγχώρεσέ με διότι Σε εγκατέλειψα. Του κόσμου τούτου οι ηδονές μεπαρεπλάνησαν και στοχασμοί άνομοι με έσυραν μακριά Σου! Δαίμονες εκυρίευσαν τη σκέψη μου

και πόθοι μιαροί εκηλίδωσαν την αγνότητα της ψυχής μου. Αι χείρες Σου, Χριστέ μου, δείχνουν το

δρόμο τον αληθινό, το δρόμο της σωτηρίας μου. Θα τον ακολουθήσω, Κύριε... Θα 'ρθω κοντά σου,

θα ξανάρθω...» 

Ο σοφός ερημίτης που πήγε να την αναζητήσει, δεν βρήκε πια την αγέρωχη, την τολμηρή νέα που

είχε δεχτεί το απόγευμα. Βρήκε τώρα μια κόρη ταπεινή, κυριευμένη από δέος και τρόμο για τη θεία

οργή, που νόμιζε πως είχε προκαλέσει με τους εγωιστικούς της πόθους. Με μια ματιά που της έριξε

ο πολύπειρος γέρος, κατάλαβε ότι μέσα στην ψυχή της νέας είχε γίνει μια μεταβολή βαθιά. Το

θαύμα είχε γίνει. Εκείνες οι ώρες της κατανυκτικής της προσευχής έφτασαν για ν' αλαφρώσουν την

καρδιά της από το βάρος που την πίεζε και να χαράξουν ξανά στην ψυχή της τη μορφή  του Ιησού,που τα ανθρώπινα πάθη είχαν σβήσει. 

Η Κασσιανή μετανοούσε. Χτυπημένη από τόσες συμφορές, σκληρά δοκιμασμένη από τις

περιπέτειες όπου άθελά της είχε ριχτεί, απελπισμένη από το ριζικό της, αλλά προπάντων τρέμοντας

για το ανήκουστο που επρόκειτο να γίνει, ξαναβρήκε το δρόμο που οδηγούσε στην απολύτρωση και

τον εξαγνισμό. Δυο δυνατά συναισθήματα, η πίστη κι η αγάπη στην πατρίδα, πάλεψαν με τον

έρωτα, με το φλογερό της αίσθημα για τον Θεόφιλο. Και η χριστιανή μαζί με τη Βυζαντινή νίκησαν

στο τέλος την ερωτευμένη παρθένο. 

«Πάτερ», ψιθύρισε με ραγισμένη φωνή, «ο Κύριος εφώτισε το νου μου. Θα βαδίσω το δρόμο που

μου δείχνει η χάρις Του». 

Page 134: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 134/173

Digitized by 10uk1s

«Θα απαρνηθείς τον Θεόφιλο;» 

Η ερώτηση του ερημίτη ήταν κοφτερή σαν τη ματιά του. Η Κασσιανή τη δέχτηκε κατάστηθα. Κοίταξε

τον Συμεών μ' απόγνωση, σαν να ζητούσε έλεος. Μα η έκφραση του ιερωμένου ήταν αυστηρή,

ανάλγητη. 

«Θα τον απαρνηθείς;» ρώτησε πάλι ο ερημίτης και βύθισε το ερευνητικό του βλέμμα στα μάτια της,

που θόλωναν από αγωνία. 

Η χθεσινή μνηστή του αυτοκράτορα και αυριανή εκλεκτή του επουράνιου Νυμφίου ανάσανε βαριά,

σαν κάτι να την έπνιγε στο λαιμό, ταλαντεύθηκε, λες κι ήταν δέντρο που το έδερνε η θύελλα, και

τέλος ξεριζώθηκε απ' τα στήθη της η φοβερή φράση: 

«Θα τον απαρνηθώ!» 

Μα ο Συμεών δεν ήταν συνηθισμένος «αλιεύς ψυχών». Τώρα που την κρατούσε στο αγκίστρι του,ήθελε να την κερδίσει για πάντα. Ανένδοτος, σκληρός σχεδόν, έσκυψε πάνω απ' τη γονατισμένη

κόρη και κάρφωσε τη ματιά του στην πολύπαθη Βυζαντινοπούλα και ξαναρώτησε:  

«Θα τον αρνηθείς για πάντα;» 

Η Κασσιανή τώρα έπιασε με τα δυο της χέρια το κεφάλι της και το 'σφιξε μ' απελπισία. Ο πόνος κι η

σκληρή πάλη που γίνονταν μέσα της είχαν αλλοιώσει τη μορφή της. Έριξε το βλέμμα της γύρω, λες

και ζητούσε μια διέξοδο. Ο Συμεών ζητούσε να κερδίσει την ψυχή της, ο Ιησούς, μέσα στη θεία Του

γαλήνη, την καλούσε κοντά Του, καμιά διαφυγή, καμιά βοήθεια από πουθενά. Μόνο ο εαυτός της

πια μπορούσε να τη βοηθήσει. 

 Ένιωθε ότι κρινόταν την ώρα εκείνη, για τελευταία φορά, ολόκληρη η ζωή της. Η φράση που θα

έβγαινε από τα χείλη της θα ήταν ένας όρκος φοβερός, που δεν θα μπορούσε πια να παραβεί ποτέ

της. Ένας όρκος που θα έκανε η χριστιανική ψυχή της στον Θεό. 

Πέρασαν τρία λεπτά  – τρεις αιώνες για την Κασσιανή και για τον ερημίτη. Βουβή εκείνη, με την

έκφραση του ανθρώπου που διπλοζυγίζει μέσα του αυτό που θα ξεστομίσει, μετρούσε τους πόθους

της από τη μία, την πίστη της από την άλλη. Κι έπειτα, αργά, πένθιμα, είπε το μεγάλο λόγο: 

«Ναι. Ορκίζομαι ν' απαρνηθώ τον Θεόφιλο για πάντα!» 

Δεν πρόφτασε ν' αποσώσει τη φράση της κι ένας λυγμός τη συγκλόνισε. Πάλεψε να συγκρατηθεί, ναμην αφήσει να προδοθεί η αδυναμία της, μα ο σκληρός αυτός αγώνας ήταν ανώτερος απ' τις

δυνάμεις της. 

Λίγη ώρα αργότερα η Κασσιανή έφευγε απ' το μοναστήρι του Λυτρωτού Σωτήρος  – κι από τον

Θεόφιλο. Κι έφευγε βιαστικά, θέλοντας να προφτάσει να εξαφανισθεί προτού έρθει ο αγαπημένος.

Πήγαινε να κρυφτεί, να χαθεί από τον κόσμο. Καθώς προχωρούσε λαχανιασμένη στον ερημικό

δρόμο που ξεκινούσε απ' το μοναστήρι, είχε την εντύπωση ότι έφευγε απ' την ίδια τη ζωή, ότι 

άφηνε πίσω της την ευτυχία, το όνειρο το πιο γοητευτικό που μπορεί να πλάσει μια γυναίκα. Μα

δεν έστρεφε πίσω. Τώρα όλα είχαν τελειώσει. Ο δρόμος του έρωτα ήταν κλεισμένος με τα τείχη του

μεγάλου όρκου της· για πάντα. Άλλος δρόμος, ανηφορικός, τραχύς μα πιο λαμπρός έβλεπε ν'

ανοίγεται μπροστά της. Ήταν αυτός που οδηγούσε προς το κελί της μοναχής, ο δρόμος της αγάπης

Page 135: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 135/173

Digitized by 10uk1s

του επουράνιου Νυμφίου. 

 Όταν ο Θεόφιλος ξύπνησε από το λήθαργο, που τον είχε ρίξει το ναρκωτικό του αστρολόγου, και

κατάλαβε τι είχε συμβεί, έτρεξε μανιασμένος να βρει τον Αρριανό, για να τον τιμωρήσει σκληρά. Μα

ο αστρολόγος, μαντεύοντας από πριν ότι θα αντιμετώπιζε την οργή του, είχε φροντίσει ναεξαφανιστεί. Αλλά κι ο Θεόφιλος δεν είχε περισσότερο καιρό να χάσει. Αγωνιώντας για την

Κασσιανή, που θα τον περίμενε από ώρες και θα ανησυχούσε για την ανεξήγητη αργοπορία του,

πήδησε σ' ένα άλογο κι έτρεξε σαν αστραπή στο μοναστήρι του Σωτήρος. Έφτασε ασθμαίνοντας.  

«Που είναι;» ρώτησε νευρικά τον ερημίτη. 

«Η κόρη, Αύγουστε, ανεχώρησε τη νύχτα!» αποκρίθηκε ο Συμεών, με πρόσωπο ανέκφραστο. 

«Αδύνατο, απίστευτο». 

«Έχω τριάντα χρόνια να πω και το πιο αθώο ψέμα!» 

«Πού πήγε;» 

Ο ερημίτης τώρα δεν απάντησε. Έσκυψε το λευκόμαλλο κεφάλι του και σταύρωσε τα χέρια του με

εγκαρτέρηση. 

«Δεν ξέρεις πού πήγε;» επέμενε ο Θεόφιλος. 

Ο Συμεών άφησε να περάσουν λίγα λεπτά σιωπής, σαν να δίσταζε, και τέλος αποκρίθηκε: 

«Γνωρίζω, Αύγουστε. Αλλά δεν θα ωφελούσε σε τίποτα αν το έλεγα». 

Ο Θεόφιλος απόρησε με την ανεξήγητη αυτή απάντηση. Μα ο Συμεών δεν τον άφησε περισσότερο

στην απορία του. Με λίγα λόγια του εξήγησε τη μεταβολή, τη μεταμέλεια, τη μετάνοια της

αγαπημένης του. Ο Αύγουστος απόμεινε κατάπληκτος. Δεν μπορούσε, δεν ήθελε να πιστέψει όσα

έλεγε ο ερημίτης. Τυφλωμένος από το πάθος του, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι σε μια στιγμή

κρίσης μια ευαίσθητη ψυχή ήταν δυνατό να υποστεί τέτοια μετάπτωση.  

«Άγιε Συμεών», του είπε, «γνωρίζεις πόση ευλάβεια τρέφω για σένα. Όμως οι λόγοι σου δεν με

πείθουν». 

«Ο καλός χριστιανός, Αύγουστε, πιστεύει στο θαύμα». 

«Έστω. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάς ότι η κόρη αυτή είναι για μένα όλος ο κόσμος». 

«Ήταν, Θεόφιλε. Όταν στην καρδιά της δεν υπήρχε παρά μόνο η μορφή σου. Αλλά τώρα η καρδιά

της θερμαίνεται από αγάπη προς τον Ιησού και η μορφή Του φέγγει πια μέσα στην παρθενική ψυχή

της». 

Ο αυτοκράτορας κοίταξε επίμονα στα μάτια τον ερημίτη. Και τότε στο βλέμμα του διάβασε την

αλήθεια, όλη τη φοβερή αλήθεια. Στο μυαλό του τρικύμισαν λογής λογής σκέψεις που

συγκρούονταν μεταξύ τους. Μα δεν είχε καιρό για δισταγμούς και ερωτηματικά. Μπροστά στον

κίνδυνο να χάσει την αγαπημένη του, άναψε μέσα του όλη του η ενεργητικότητα. Αποφασισμένος

Page 136: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 136/173

Digitized by 10uk1s

να βρει με κάθε τρόπο την Κασσιανή, είπε στον Συμεών: 

«Άγιε, αποκάλυψέ μου το δρόμο που ακολούθησε η Κασσιανή. Χωρίς αυτή είμαι χαμένος».  

«Χωρίς εσένα η Κασσιανή σώζεται. Γιατί ζητάς το χαμό της;» 

«Την ευτυχία της ζητώ! Γι' αυτή θυσίασα τα πάντα». 

«Γι' αυτή κατέστρεψες τα πάντα!» διόρθωσε ωμά ο Συμεών. 

«Θυσίασα ή κατέστρεψα, δεν έχει σημασία... Δεν είναι ώρα για λογοπαίγνια».  

«Το λες αυτό παιχνίδι λόγων, ενώ είναι το τραγικότερο παιχνίδι που εγνώρισε ποτέ η οικουμένη;

Παίζεις το Βυζάντιο, Θεόφιλε, παίζεις την τύχη της αυτοκρατορίας μας! Δεν το καταλαβαίνεις;» 

«Είσαι σοφός, είσαι άγιος, είσαι θεόπνευστος», φώναξε αναμμένος ο Αύγουστος, «Θεός όμως δενείσαι να με κρίνεις. Θα δώσω λόγο εκεί ψηλά. Μα όταν θα 'ρθει η ώρα μου. Τώρα, άφησε να κάμω

αυτό που με προστάζει η καρδιά μου. Δεν είμαι κανένας απλοϊκός για να με τρομάζεις, Συμεών. Εγώ

που δεν φοβήθηκα να βγάλω απ' το κεφάλι μου το καθηγιασμένο στέμμα του Ισαπόστολου, δεν θα

φοβηθώ ούτε την απειλή για τη μέλλουσα κρίση. Μίλησε!» 

«Κι εγώ σε εξορκίζω, Αύγουστε!» είπε ξάφνου ο Συμεών σ' ένα ξέσπασμα απελπισίας κι έπεσε

γονατιστός στα πόδια του Θεόφιλου. «Σε ικετεύω, με τη θέρμη που μονάχα τον Θεό μου ικετεύω,

γύρισε στο παλάτι, γύρισε στη βασιλεία σου». 

«Ποτέ!» φώναξε ο αυτοκράτορας. «Σαν τον απελπισμένο στρατηγό, έκαψα κι εγώ όλα τα γεφύρια

πίσω μου. Τώρα πια μόνο μπροστά μπορώ να πάω». 

«Μπροστά είναι ο βαθύς γκρεμνός...» 

«Ας πέσω! Είναι η μοίρα όλων των μεγάλων, όταν γκρεμίζονται να πέφτουν από ψηλά! Μα χάνουμε

καιρό σ' άσκοπα λόγια. Μίλησε, σε παρακαλώ, το θέλω... Επιτέλους, το προστάζω... Μίλησε, γιατί

αλλιώτικα θα δεις έναν Θεόφιλο που ξέρει και να χτυπά σκληρά αυτούς που θέλουν να του φράξουν

το δρόμο». 

Η απειλή έκανε τον ερημίτη να τεντώσει το κορμί του αγέρωχα. Κοίταξε κατάματα τον αυτοκράτορα,

στάθηκε για λίγο έτσι εχθρικός απέναντι του, και τέλος του έδωσε την απάντηση:  

«Κι αν ήταν να με ρίξεις στα βασανιστήρια, νομίζεις ότι δεν θα 'βρισκα τη δύναμη να τα υποφέρω

για να σώσω δυο ψυχές ωραίες σαν τη δική σου την ψυχή και της Κασσιανής, και μια μεγάλη

αυτοκρατορία; Όχι, δεν με τρομάζουν οι απειλές σου! Όμως θα σου πω αυτό που θες να μάθεις».  

«Να 'σαι ευλογημένος!» φώναξε με χαρά τρελή ο Θεόφιλος. 

«Θα σου το πω γιατί έχω ακλόνητη σχεδόν πίστη στη μετάνοια της Κασσιανής και δεν φοβάμαι ότι

θα μπορέσεις να ξανακερδίσεις από τον Ιησού τη μεταμελημένη της ψυχή... Αλλά με βάζει σε

πειρασμό μια καινούργια σκέψη... Θέλω να δοκιμάσω πόσο αντέχει η μεταμέλεια της

δυστυχισμένης κόρης. Πήγαινε βρες την. Μίλησέ της, πάσχισε όσο μπορείς να τη μεταπείσεις. Αν το

επιτύχεις, θα σημαίνει ότι η μετάνοιά της ήταν προσωρινή, βεβιασμένη, χωρίς ρίζες. Ο Χριστός δεν

Page 137: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 137/173

Digitized by 10uk1s

θέλει τις ψυχές που παραπαίουν και ταλαντεύονται ανάμεσα σ' αυτόν και στους εγωιστικούς τους

πόθους. Όπως όλοι οι βασιλείς, θέλει και ο Βασιλεύς των Βασιλέων ολόκληρη την αφοσίωσή μας,

όλη την καρδιά μας. Ας βάλουμε λοιπόν στην τελευταία αυτή δοκιμασία τη μεταμέλεια της

Κασσιανής. Πήγαινε να τη βρεις. Την έστειλα να κρυφτεί στη Μονή της Πονολύτριας, όπου είναι

ηγουμένη η αδελφή μου. Μίλησέ της όπως ξέρεις. Αν την ξανακερδίσεις, χάνει ο Ιησούς μιαπαραπλανημένη αμνάδα, που έχει τόσο τυφλωθεί ώστε ποτέ να μην μπορέσει να ξαναβρεί τον

αληθινό βοσκό της. Αν χάσεις, κερδίζει ο Ναζωραίος μια αγία!» 

Και με τα λόγια αυτά, ο Συμεών στράφηκε και βάδισε με βήμα σταθερό, σίγουρο προς τη σκήτη του.

Ο Θεόφιλος βρισκόταν σε αμηχανία. Του είχαν κάνει εντύπωση μεγάλη οι λόγοι και οι συλλογισμοί

του σοφού ερημίτη. Λίγο ακόμα και θα κλόνιζαν μέσα του την πεποίθηση ότι είχε δίκιο. Μα

συνήλθε γρήγορα. Κυβερνημένος από το πάθος του, κέντησε το άλογό του και ξεκίνησε προς το

μέρος που του είχε υποδείξει ο Συμεών. Σε λίγο, μες στον καλπασμό του αλόγου και της σκέψης

του, είχε σβήσει σχεδόν η επίδραση απ' τα λόγια του ερημίτη. 

Θα πήγαινε να πάρει πίσω την Κασσιανή, να την πάρει με κάθε τρόπο, με κάθε θυσία, με την πειθώή και με τη βία, αν ήταν ανάγκη. Δεν μπορούσε να υποχωρήσει πια. Σωστά το είχε πει· έμοιαζε τώρα

με τον πολέμαρχο, τον αποφασισμένο, που καίει πίσω του τις γέφυρες για να μην μπορεί πια να

υποχωρήσει. Για να 'ναι αναγκασμένος ή να πάει μπροστά και να νικήσει ή να χαθεί. Έτσι κι αυτός.

 Ή θα νικούσε σ' αυτόν τον απεγνωσμένο αγώνα για την αγάπη και την ευτυχία του ή θα χανόταν. 

Μα δεν πρόφτασε να τρέξει εκατό μέτρα και φάνηκε στην καμπή του δρόμου ένας αγγελιαφόρος

που ερχόταν με λαχανιασμένο καλπασμό. Πλησίασε ολοταχώς τον Θεόφιλο, πήδησε απ' το άλογό

του, γονάτισε μπροστά στον αυτοκράτορα, χαιρέτησε υποτακτικά, κι ασθμαίνοντας από το τρέξιμο

και την ταραχή, είπε το αναπάντεχο μήνυμα που έφερνε από το παλάτι.  

«Ειδήσεις κακές, Τρισαύγουστε. Ο χαλίφης του Βαγδατίου, ο Μουτασίμ, μας εκήρυξε τον πόλεμο!» 

Ο Θεόφιλος αιφνιδιάστηκε. Για δυο τρία λεπτά κυριάρχησε μέσα του η οργή για το θρασύτατο

τόλμημα του Μουτασίμ και η ανησυχία του για την τύχη του Βυζαντίου. Μα... τι τον ενδιέφερε

αυτόν ο Μουτασίμ, η εισβολή του, το Βυζάντιο, η τύχη του; Ας γκρεμίζονταν όλα τώρα πια...

Ωστόσο, από περιέργεια ρώτησε τον αγγελιαφόρο ποιος του είχε υποδείξει αυτό το μέρος για να

τον αναζητήσει. 

«Ο πατρίκιος Ιωάννης Γραμματικός και ο αστρολόγος, ο Αρριανός. Στο παλάτι είναι συναγμένοι όλοι

οι άρχοντες της βασιλείας σου. Έξω από το παλάτι είναι χιλιάδες λαού. Φωνάζουν "Συ νικάς,

Θεόφιλε. Συ, ο κραταιός δεσπότης και κύριός μας". Η Βασιλεύουσα είναι ανάστατη. Πολλοί

μαζεύονται στις εκκλησίες. Άλλοι τρέχουν στους δρόμους και φωνάζουν με αγωνία». 

Ο Θεόφιλος άκουγε παραξενεμένος. Τα λόγια του αγγελιαφόρου χάιδευαν τον εγωισμό του. Η

πληροφορία ότι λαός και άρχοντες τον περίμεναν με αγωνία τον έκανε να νιώθει κάποια

ικανοποίηση. Αυτός ο θρασύς χαλίφης που τολμούσε να υψώσει το ανάστημά του ως το Βυζάντιο

ήταν παλιός μισητός εχθρός της χώρας. Ο Θεόφιλος είχε άλλοτε ορκιστεί ότι θα συνέτριβε αυτόν τον

άρπαγα με την πρώτη ευκαιρία... Η ευκαιρία δινόταν τώρα. Κι όμως, αυτός δεν μπορούσε, δεν είχε

το δικαίωμα να επωφεληθεί. Γιατί δεν ανήκε πια στο Βυζάντιο. Και το Βυζάντιο δεν είχε πια τίποτα

να περιμένει απ' αυτόν! 

Με μια κίνηση απότομη, θυμωμένη, έδιωξε τον αγγελιαφόρο, που απομακρύνθηκε κατάπληκτος,

και ξαναπήρε το δρόμο που θα τον έφερνε στην αγαπημένη του. Μα τώρα δεν κεντούσε πια το

Page 138: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 138/173

Digitized by 10uk1s

άλογό του, το άφηνε να προχωρεί με το δικό του βήμα. Και το ζώο, μαντεύοντας θαρρείς ότι ο

αφέντης του είχε πέσει σε σκέψεις, βραδυπορούσε. Ξάφνου, δεύτερος αγγελιαφόρος  πρόβαλε

καλπάζοντας. 

«Τρισαύγουστε», ανήγγειλε, «ο Μουτασίμ εισέβαλε στις ανατολικές επαρχίες μας. Καίει τα πάντα. Οστρατός μας, των προφυλακών, τον αντιμετώπισε αλλά εκάμφθη. Φαίνεται ότι προχωρεί με

πρωτοφανή ταχύτητα. Στο παλάτι όλοι αγωνιούν. Ο λαός ζητά να εμφανισθείς στον εξώστη. Ο

ενθουσιασμός του πλήθους είναι απερίγραπτος. Ζητά να τιμωρήσει σκληρά η Βασιλεία σου τον

επιδρομέα». 

Ο Θεόφιλος ένιωσε τώρα να σφίγγεται η καρδιά του. Αυτή η αγωνία του λαού και των αρχόντων, η

αγωνία του Βυζαντίου, πώς μπορούσε να μην τον συνταράζει; Όμως τα συναισθήματα αυτά δεν

έμειναν πολλή ώρα στην ψυχή του. Άλλα συναισθήματα, πιο βίαια, πιο ορμητικά, ήρθαν κι έδιωξαν

τα πρώτα. Αναλογίστηκε ότι ο ίδιος λαός, που τώρα ερχόταν να γονατίσει εμπρός του και να ζητήσει

απ' αυτόν τη σωτηρία του, λίγες μέρες πρωτύτερα τον αποδοκίμαζε στον Ιππόδρομο, τον

πρόσβαλλε, τον έβριζε, τον κατασυκοφαντούσε. Κι αυτοί οι άρχοντες, που τώρα είχαν συναχτεί στοπαλάτι κι έτρεμαν για την τύχη τους, δεν είχαν διστάσει να τον εγκαταλείψουν στην  κρισιμότερη

ώρα της ζωής του. Όχι, δεν άξιζαν ούτε τέτοιοι άρχοντες ούτε τέτοιος λαός τη συγγνώμη και τη

βοήθεια που εκλιπαρούσαν τώρα. Δεν θα γύριζε. Θα τους άφηνε στο έλεος του εισβολέα, όπως κι

αυτόν τον είχαν αφήσει στο έλεος της μοίρας. 

Μ' αυτές τις σκέψεις η ψυχή του πλημμύρισε από μια παράξενη ικανοποίηση, τη χαρά που

δοκιμάζει όποιος βλέπει να υποφέρει αυτός που τον πλήγωσε. 

«Δεν θα γυρίσω!» είπε μέσα του. Και διώχνοντας το δεύτερο αγγελιαφόρο, κέντησε το άλογό του

και προχώρησε – τώρα με καλπασμό. 

Σε λίγο, έφτασε σ' ένα σταυροδρόμι. 

«Από 'δώ!» είπε μονολογώντας κι έστρεψε το άλογο αριστερά, προς την κατεύθυνση που θα τον

απομάκρυνε οριστικά απ' τη μεγάλη στράτα της Βασιλεύουσας. Τι παράξενο! Στο κρίσιμο εκείνο

σταυροδρόμι ένιωσε την ανάγκη να σταθεί λιγάκι. 

 Άθελά του ο παραιτημένος αυτοκράτορας συλλογιζόταν τον Μουτασίμ, το θρασύ εισβολέα που θα

κομπορρημονούσε τώρα που θα 'βρισκε αφύλακτη τη Βασιλεύουσα, και η οργή φούντωνε λίγο λίγο

μέσα του. Με τι ενθουσιασμό θα έμπαινε άλλοτε επικεφαλής του γενναίου στρατού του και θα

ταπείνωνε το θρασύ αυτόν Άραβα. Πόσο είχε προσδοκήσει αυτή τη μέρα στα περασμένα χρόνια,

κάθε φορά που ο Μουτασίμ έδινε μια καινούργια αφορμή με τις μικροεπιδρομές που οργάνωνεκατά των μακρινών ανατολικών επαρχιών. Μα τώρα πάνε αυτά. Τώρα ο Μουτασίμ θα χτυπούσε

κατάκαρδα την πόλη του Παμβασιλέως κι ίσως έμπαινε στην αθάνατη πρωτεύουσα της

χριστιανοσύνης θριαμβευτής και τροπαιούχος. Κι αυτός δεν θα 'ταν εκεί να την υπερασπίσει· αυτός

που είχε ορκιστεί να δώσει και την τελευταία ρανίδα του αίματός του για το μεγαλείο και τη δόξα

της Βασιλίδος. 

Μια απροσδόκητη πάλη άρχισε στην καρδιά του. Κοίταζε μπροστά του το δρόμο που οδηγούσε

στην Κασσιανή κι έλιωνε από ερωτική λαχτάρα. Κοίταζε και το δρόμο που έφερνε προς τη

Βασιλεύουσα και φλογιζόταν από φιλοδοξία. Από τη μια ο έρωτας, απ' την άλλη το καθήκον, η

πατρίδα, η δόξα... 

Page 139: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 139/173

Digitized by 10uk1s

Μα να, τρίτος αγγελιαφόρος φάνηκε. Κι αυτός έφερνε ακόμη χειρότερες ειδήσεις. 

«Ο χαλίφης», ανήγγειλε, «βρίσκεται κοντά στη Βασιλεύουσα. Τώρα μας ήρθε, Αύγουστε, αυτή η

είδηση. Οι προηγούμενες μας είχαν έρθει πολύ καθυστερημένες, γιατί είχαν σταλεί με κανονικούς

ταχυδρόμους. Όμως τώρα έφτασαν οι έκτακτοι ταχυδρόμοι. Ο εχθρός θα φτάσει εδώ σε πέντεμέρες. Η πόλις απειλείται πάλι με πολιορκία. Ο Μουτασίμ έστειλε κιόλας τους πρέσβεις του. Ζητά

από τη βασιλεία σου να δηλώσεις υποταγή! Όλοι οι αρχιερείς και ιερείς με επικεφαλής τον

πατριάρχη είναι έξω από το παλάτι. Περιμένουν τη βασιλεία σου για λιτανεία... και για να δώσεις το

σύνθημα στα στρατεύματα να τεθούν επί ποδός πολέμου». 

Το θράσος του χαλίφη φούντωνε την οργή του Θεόφιλου. Η φωνή της Βασιλεύουσας που τον

καλούσε αντηχούσε βαθιά μέσα του. Λίγο ακόμα και δεν θα μπορούσε να αντισταθεί. Μα τη στερνή

στιγμή ξαναβρήκε μέσα του τον ερωτευμένο άνδρα, που τραβά εκεί που τον σπρώχνει το πάθος

του. Αδιαφορώντας για όλα είπε με σκληρή φωνή στον αξιωματικό: 

«Γύρισε, αγγελιαφόρε, πίσω στο παλάτι και πες τους ότι δεν πρέπει να ζητούν από μένα τίποτα.Γιατί δεν είμαι πια αυτοκράτορας, δεν είμαι ο Αύγουστος, δεν είμαι ο βασιλιάς τους».  

Ο αξιωματικός άκουσε εμβρόντητος αυτά τα απίστευτα λόγια. 

«Τρισαύγουστε!.,.» ψιθύρισε με κομμένη ανάσα. 

«Δεν είμαι πια αυτοκράτορας!» ξαναφώναξε ο Θεόφιλος και κέντησε με οργή το άλογό του. 

Μα τότε έγινε κάτι απίστευτο. Ο αγγελιαφόρος  –ένας φλογερός πατριώτης που πονούσε και το

Βυζάντιο και τον αυτοκράτορά του –έτρεξε μπροστά του, άρπαξε τα γκέμια του βασιλικού αλόγου,

τα κράτησε με δύναμη και είπε: 

«Να μη ζήσω ποτέ να φέρω τέτοιο μαύρο μήνυμα στο παλάτι».  

«Φύγε από μπροστά μου!» διέταξε ο Θεόφιλος αναμμένος. «Άνοιξε το δρόμο, γύρνα πίσω!»  

«Όχι! Όχι, δεν θα πάω ποτέ να πω στη Βασιλεύουσα ότι ο Αύγουστος την εγκατέλειψε σαν

λιποτάκτης». 

«Κάνε μου τόπο να περάσω!» 

«Πέρνα πάνω απ' το κουφάρι μου!» αποκρίθηκε ο αξιωματικός. 

Ο Θεόφιλος έτρεμε απ' την οργή του. Έχωσε με μανία τους πτερνιστήρες στα πλευρά του αλόγου,

όρμησε μπροστά, πήδηξε σχεδόν πάνω απ' τον αξιωματικό και προχώρησε. Τότε ο αγγελιαφόρος

κατέβηκε απ' το άλογό του, κούνησε το χέρι του προς τον Θεόφιλο που έφευγε και του φώναξε.  

«Χαίρε, Θεόφιλε! Μη με ξεχνάς! Πίστευα τυφλά σε σένα. Μα τώρα...» Χωρίς να τελειώσει τη φράση

του, έσυρε ένα μικρό σπαθί από τη μέση του και το κάρφωσε στο στήθος του. 

Ο Αύγουστος, θορυβημένος, γύρισε αμέσως πίσω, ξεπέζεψε κι έσκυψε πάνω απ' το γενναίο

αγγελιαφόρο. Ήταν νεκρός! 

Page 140: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 140/173

Digitized by 10uk1s

Ο Θεόφιλος απόμεινε ώρα πολλή γονατισμένος μπροστά στο νεκρό αξιωματικό. Τον κοίταζε

καταπρόσωπο, λες κι ήθελε να διαβάσει στην όψη του κάποιο μήνυμα που του έστελνε το

πεπρωμένο. Χίλιες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό του. Κι ανάμεσά τους πρόβαλλε ένα ερώτημα

έντονο, κυριαρχικό: «Είμαι, λοιπόν, ένας λιποτάκτης;» 

Στ' αφτιά του αντηχούσαν, σαν βρισιά και χλευασμός, τα στερνά λόγια του φλογερού πατριώτη:

«Όχι, δεν θα πάω ποτέ να πω στη Βασιλεύουσα ότι ο Αύγουστος την εγκατέλειψε σαν λιποτάκτης!»

Ανασηκώθηκε με την απόφαση παρμένη. Δεν μπορούσε να λιποτακτήσει! Ήταν κι αυτός ένας

στρατιώτης, ο πρώτος στρατιώτης του Βυζαντίου. Δεν μπορούσε να εγκαταλείψει τη θέση του, δεν

ήταν δυνατόν να προδώσει το λαό, τη Βασιλεύουσα, τη χριστιανοσύνη. 

Την ώρα που ο Θεόφιλος γύριζε στο παλάτι  –νικημένος και νικητής – η Κασσιανή, γονατιστή

μπροστά στην εικόνα του Ιησού στο μοναστήρι της Παναγίας της Πονολύτριας, όπου είχε τρέξει να

ζητήσει καταφύγιο, ορκιζόταν με πάθος πίστη αιώνια στον Νυμφίο κάθε απελπισμένης. 

Page 141: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 141/173

Digitized by 10uk1s

ΖΩΗ ΕΝ ΤΑΦΩ

Η εισβολή του Μουτασίμ αποκρούστηκε. Ο θρασύς επιδρομέας κατατροπώθηκε έξω απ' τα τείχη

της Βασιλεύουσας, αλλά έπειτα από πολιορκία δυο μηνών και αιματηρές μάχες. Τα βυζαντινά

στρατεύματα, οιστρηλατημένα από τα λόγια του Θεόφιλου, πολέμησαν ηρωικά και απέκρουσαν ταστίφη του εισβολέα. Τον ανάγκασαν να αποσυρθεί νικημένος κι άρχισαν να τον καταδιώκουν κατά

πόδας. Ο Θεόφιλος, συνεπαρμένος από το νέο πολεμικό του θρίαμβο, βρισκόταν όλο τον καιρό

επικεφαλής των στρατευμάτων και τα οδηγούσε από μάχη σε μάχη,  από νίκη σε νίκη, από τα

παράλια της Προποντίδας μέχρι βαθιά, στις ασιατικές επαρχίες. Η εκστρατεία κράτησε οκτώ μήνες

και σ' όλο αυτό το διάστημα ο Αύγουστος, νιώθοντας την ευθύνη που βάραινε τους ώμους του, είχε

δοθεί ψυχή τε και σώματι στον τραχύ αυτόν  αγώνα. Μένοντας όλο τον καιρό μακριά από τη

Βασιλεύουσα  –μακριά απ' την Κασσιανή, την πηγή του πάθους του – κατόρθωνε να πνίγει τις

αναμνήσεις που κάποτε έρχονταν να τον αναστατώσουν. Στα πολεμικά έργα, που ζητούσαν όλη την

αφοσίωσή του, έβρισκε τη λησμονιά. Και ο χρόνος που κυλούσε, ο χρόνος που όλα τα δαμάζει,

μαλάκωνε σιγά σιγά τον πόνο του. 

 Όταν τέλος επέστρεψε στη Βασιλεύουσα, νόμιζε πως γύριζε από έναν άλλο κόσμο. Οι χθεσινές

δραματικές του περιπέτειες του φαίνονταν τώρα μακρινές, βυθισμένες στο παρελθόν. Νέες

συνθήκες είχαν δημιουργηθεί. Ο λαός είχε κι αυτός ξεχάσει την αντίθεσή του προς το βασιλιά κι

έδειχνε τώρα αφοσίωση και πίστη στο νικητή του Μουτασίμ. Ακόμα και οι εικονολάτρες είχαν

λουφάξει, λες και έσκυβαν το κεφάλι μπροστά στο θριαμβευτή Αύγουστο. Έτσι ο Θεόφιλος βρέθηκε

στην ανάγκη να προσαρμοστεί, να συνθηκολογήσει. Έσκυψε κι αυτός το κεφάλι μπροστά στη μοίρα,

που ορίζει και θεούς και ανθρώπους, και υποτάχθηκε στο θέλημά της. 

Πέρασαν κι άλλοι μήνες. Ο καιρός που διάβαινε έριχνε στη λήθη ακόμα περισσότερο τα περασμένα.

Ο λαός ξεχνούσε την Κασσιανή. Ο Δήμος ξανάβρισκε τη λατρεία του προς τον Θεόφιλο. Η Θεοδώρα

ξανάπαιρνε τη θέση της στο παλάτι, μολονότι οι σχέσεις των δυο εστεμμένων έμεναν τυπικές. ΟΒάρδας και ο Πετρωνάς είχαν βγει από τη φυλακή και θα ξαναέπαιρναν τα αξιώματά τους. Η

θανατική ποινή του Λεόντιου είχε μετατραπεί σε ισόβια δεσμά. Οι εικονολάτρες, ικανοποιημένοι

από την αποκατάσταση της λατρευτής τους βασίλισσας, ησύχαζαν  – τουλάχιστον δεν οργάνωναν

πια συνωμοτικές κινήσεις. 

Η εισβολή του Μουτασίμ, ο οκτάμηνος πόλεμος και η ανταρσία του Θωμά και του Λεόντιου είχαν

δημιουργήσει πολλά και σοβαρά προβλήματα, που η λύση τους αποσπούσε όλο το ενδιαφέρον του

Θεόφιλου. Αφοσιωμένος στα βασιλικά του καθήκοντα, ένιωθε να κατασιγάζει μέσα του το μεγάλο

πάθος. Επίσης, ένα άλλο γεγονός τον απομάκρυνε ακόμα περισσότερο από τον παλιό Θεόφιλο, τον

άνδρα που δεν δίστασε να πετάξει το στέμμα για την αγάπη του. Γεννήθηκε το πρώτο του παιδί. Ένα

αγόρι, αυτό που θα τον διαδεχόταν στο θρόνο, με το όνομα Μιχαήλ Γ'  – ή Μιχαήλ ο Μέθυσος, όπωςτον αποκάλεσε η Ιστορία. Το παιδί αυτό, που θα ντρόπιαζε αργότερα τη γενιά του  –παιδί που είχε

συλληφθεί σε μια περίοδο βαθιάς αντιπάθειας ανάμεσα στον πατέρα και τη μητέρα του – κέρδισε

την αφοσίωση του Θεόφιλου και παραμέρισε απ' την καρδιά του τον έρωτα. Δεν τον τυραννούσε

πια, όπως τον πρώτο καιρό, η ανάμνηση της πολυαγαπημένης γυναίκας. Μόνο σε ώρες δύσκολες,

σε στιγμές ψυχικής δοκιμασίας, η γλυκιά μορφή της Κασσιανής ξαναρχόταν στη θύμησή του για να

του μεταδώσει θλίψη και νοσταλγία. 

Στο μεταξύ, λίγο έξω από τη Βασιλεύουσα, ένα καινούργιο μικρό μοναστήρι είχε χτιστεί. Η φήμη του

είχε απλωθεί γρήγορα ανάμεσα στο χριστεπώνυμο πλήθος, όχι τόσο γιατί οι λίγες μοναχές που

ασκήτευαν σ' αυτό είχαν κόψει κάθε δεσμό με τον έξω κόσμο, όσο γιατί ανάμεσα στις ερημίτισσες

αυτές ήταν και μια μοναχή που ξεχώριζε. Η ευσεβής Εικασία –αυτό ήταν το καλογερικό της όνομα –

Page 142: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 142/173

Digitized by 10uk1s

είχε αποκτήσει φήμη για τη φιλανθρωπική της δράση. Οι πεινασμένοι και οι ανέστιοι που έπαιρναν

ελεημοσύνη από τα χέρια της διαλαλούσαν το όνομά της σ' όλη τη Βασιλεύουσα.  

 Έλεγαν πολλά για την προέλευσή της. Άλλοι υποστήριζαν πως είχε έρθει από την Καππαδοκία, άλλοι

πως ήταν κάποια ειδωλολάτρισσα πριγκίπισσα από τα βάθη της Ασίας που ασπάστηκε τοχριστιανισμό, μοίρασε τα υπάρχοντά της κι ήρθε στην Κωνσταντινούπολη να ασκητέψει. Έλεγαν κι

άλλα πολλά, απίθανα κι απίστευτα, αλλά κανείς δεν ήξερε να πει με βεβαιότητα ποια ήταν κι από

πού είχε έρθει. Κάποιο μυστήριο κρυβόταν κάτω από την καλύπτρα της, που σκέπαζε πάντα όλο

σχεδόν το πρόσωπό της. 

Η ίδια φήμη μιλούσε για την ευσέβεια, την αυστηρότητα του ήθους της και για τις ολονύχτιες

προσευχές της που άφηναν κατάπληκτες τις άλλες μοναχές. Μα ακόμα πιο πολύ μιλούσαν για τα

θρησκευτικά ποιήματά της. Δοξαστικά αγίων, απολυτίκια και τροπάρια, κανόνες και ιδιόμελα, που

συνέθετε στην απόκοσμη γαλήνη του κελιού της, την είχαν καταστήσει γρήγορα διάσημη. Ήταν

ποιήματα με χριστιανικότητα μεστή από ουσία, με φαντασία πλούσια, με αίσθημα βαθύ, με τέχνη

απαράμιλλη. Η ρασοφορεμένη αυτή ποιήτρια έψαλλε την πίστη της στον Κύριο με τέτοιο λυρισμό,που οι ύμνοι της συγκινούσαν κατάβαθα κάθε χριστιανική ψυχή. Τι μεταρσίωση που έφερναν οι

στίχοι της, τι τρυφερότητα που έκλειναν και συγχρόνως τι θέρμη, τι πάθος! 

«Πρέπει να πόνεσε πολύ η μοναχή αυτή», έλεγαν οι γραμματολόγοι του Βυζαντίου, «για να ψάλλει

με τέτοιο πάθος τη λατρεία της προς τα υπερκόσμια».  

Το μυστικό της Κασσιανής  –γιατί αυτή ήταν η μυστηριώδης εμπνευσμένη ποιήτρια – έμενε καλά

κρυμμένο. Οι ελάχιστοι που το ήξεραν είχαν κάθε συμφέρον να μην το φανερώσουν. Εκείνοι που

αγαπούσαν την Κασσιανή σώπαιναν γιατί ήθελαν να λησμονηθεί η τραγική της ιστορία, ώστε να

μπορέσει η άμοιρη να ξεχαστεί και να ξεχάσει. Το ίδιο επιδίωκαν και αυτοί που τη μισούσαν, η

Θεοδώρα, οι αδελφοί της, οι αρχηγοί των εικονολατρών. Αυτοί φοβούνταν ότι αν ξανάβγαινε στηνεπιφάνεια, θα μπορούσε να φουντώσει η παλιά ιστορία. Έτσι, εχθροί και φίλοι είχαν κάνει μια

συνωμοσία σιωπής που προστάτευε το μυστικό της μοναχής Εικασίας. 

Ωστόσο, αν όλοι οι άλλοι ξεχνούσαν ή προσποιούνταν ότι είχαν ξεχάσει, η Κασσιανή δεν μπορούσε

παρά να ζει με τα περασμένα. Όταν έφυγε σαν κυνηγημένη από τη σκήτη του Λυτρωτού Σωτήρος,

αποφασισμένη να χαθεί από τη ζωή του Θεόφιλου για να τον σώσει, για να σώσει το βασιλιά και το

Βυζάντιο, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι από τη στιγμή εκείνη άρχιζε η πιο τραγική ώρα της ζωής

της. Γιατί οι μεγάλες αποφάσεις είναι τόσο δύσκολο να κρατηθούν. Για την Κασσιανή ο αγώνας που

έπρεπε να κάνει ήταν πολύ βαρύς, θα έφτανε τα όρια του μαρτυρίου. Το κελί εκείνο, που πίσω από

τη μαύρη πόρτα του αμπάρωσε όλα τα όνειρά της, θα γινόταν ο Γολγοθάς που θα ανέβαινε σε όλη

την υπόλοιπη ζωή της. Είχε σώσει τον Θεόφιλο, μα είχε συντρίψει τη ζωή της  – για πάντα. 

Μόλις πέρασαν οι πρώτες μέρες και ο κίνδυνος απομακρύνθηκε, η θυσία της έδωσε τον πικρό

καρπό της. Ήρθε η μεταμέλεια, έτσι αδυσώπητη όπως έρχεται στις ευαίσθητες ψυχές, και άρχισε να

την παιδεύει. Μάταια πάλευε να δαμάσει τον αβάσταχτο καημό της με την προσευχή. Ώρες

ολόκληρες έμενε γονατισμένη μπροστά στην εικόνα του Εσταυρωμένου που είχε στο κελί της και

ικέτευε βοήθεια: 

«Κύριε, πολύ αμάρτησα. Πολύ αγάπησα τα εγκόσμια. Ονειρεύθηκα την πορφύρα, Κύριε, επόθησα

με πάθος τη λαμπρότητα αυτού του εγκόσμιου ενδύματος, γιατί δεν ήξερα πόση λαμπρότητα έχει

ενώπιόν Σου τούτο εδώ το ένδυμα, το μαύρο ράσο, που σκεπάζει τώρα το αμαρτωλό κορμί μου. Η

τραγική μου πλάνη μου φέρνει τώρα πόνο ασίγαστο. Αλλά ο πόνος δεν με εξαγνίζει. Η λατρεία Σου

Page 143: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 143/173

Digitized by 10uk1s

δεν με λυτρώνει. Οι εγκόσμιοι πόθοι δεν με απολείπουν. Η μεταμέλεια με ταλανίζει. Πονώ για ό,τι

έχασα, για ό,τι δεν εγεύτηκα, για την ευτυχία που δεν εχάρηκα. Ιλάσθητί μου, Κύριε, ελέησέ με και

στείλε μου τη λησμονιά και τη γαλήνη. Αλλιώτικα είμαι χαμένη». 

Η Κασσιανή σπάραζε στα δίχτυα των αναμνήσεων. Μέσα της αντιμάχονταν ο πόθος να λυτρωθεί καινα κερδίσει την ουράνια ευδαιμονία και ο ασίγαστος καημός για την ανθρώπινη ευτυχία που είχε

χάσει. Τίποτε δεν μπορούσε να την κάνει να απομακρυνθεί ολότελα απ' τις αναμνήσεις. Ούτε η

προσευχή, ούτε οι ολονυχτίες, ούτε η ποίηση. Νύχτες ολόκληρες καθόταν κι έγραφε τους

περίφημους στίχους της. Αλλά κι αυτά, παράξενο, αντί να την απομακρύνουν από τα περασμένα, τα

ζωντάνευαν μπροστά της. Ήταν στιγμές που η αναπόλησή τους της έφερνε δάκρυα στα μάτια.

Ξυπνούσαν οι παλιοί της πόθοι κι έρχονταν να παιδέψουν ως και τη σάρκα της ακόμα. Ξαναθυμόταν

τα δάκρυα που είχε χύσει στο βωμό της αγάπης της, την τραγωδία των τελευταίων ημερών, τη

συμφορά που είχαν σκορπίσει γύρω της τα τολμηρά, φιλόδοξα όνειρά της, τα φιλιά και τα χάδια του

Θεόφιλου... Ωστόσο υπήρχαν και οι ώρες της μετάνοιας. Τότε γονάτιζε πάλι μπρος στον

Εσταυρωμένο και προσευχόταν με απόγνωση. 

«Κύριε», ικέτευε, «βοήθησέ με τη δούλη σου. Δώσε μου δύναμη να δαμάσω τους εγκόσμιους

καημούς, που με τυραννούν άσπλαχνα. Να ξεχάσω, Κύριε, να λησμονήσω τα περασμένα, να

ξεριζώσω απ' την καρδιά μου τα αγκάθια των εγκόσμιων πόθων που ματώνουν ολοένα την πληγή

μου». 

 Ήταν κάποιο δειλινό, Μεγάλη Τρίτη! Σε λίγο θα χτυπούσαν τα σήμαντρα του μικρού ναού για να

καλέσουν τις μοναχές στην ολονυκτία. Η Κασσιανή περνούσε τις ημέρες εκείνες μια από τις

μεγαλύτερες κρίσεις. Τα Πάθη του Χριστού, που τα ζούσε έντονα, σε όλη τη δραματικότητά τους,

ζωντάνευαν στη φαντασία της τα πάθη τα δικά της. Σταυρώθηκε Εκείνος, για να λυτρωθεί την τρίτη

μέρα! Όμως αυτή σταυρωνόταν κάθε μέρα, κάθε ώρα, χωρίς καμιά ελπίδα λυτρωμού. Ένα χρόνο

τώρα, που έμενε θαμμένη στο απόκοσμο εκείνο μοναστήρι, ένιωθε πως η ψυχή της, η καρδιά τηςβρίσκονταν εν τάφω... και το φως της Ανάστασης δεν γλυκοχάραζε ακόμα. 

Το καθαγιασμένο εκείνο δειλινό, κλεισμένη από ώρες στο κελί της, γονατισμένη εμπρός στον

Ναζωραίο, ικέτευε ξανά τον Θεό της Αγάπης να της στείλει την πολυπόθητη γαλήνη. Πονούσαν πια

τα γόνατά της από την πολύωρη γονυκλισία, το βασανισμένο της κορμί πονούσε σ' όλα του τα μέλη,

αλλά εκείνη δεν έπαυε να προσεύχεται, να ικετεύει. Να ξεχάσει ήθελε, να ξεριζώσει από το νου της

τις αναμνήσεις, από την καρδιά της τις ρίζες του παλιού ερωτικού της πάθους. Καθώς ένιωθε την

αδυναμία της, καθώς αισθανόταν πόσο ήταν ακόμα δέσμια του παρελθόντος, δάκρυα καυτά

κυλούσαν από τα μάτια της. 

 Άθελά της, θυμήθηκε την αμαρτωλή γυναίκα του Ευαγγελίου, που σε λίγο θ' άκουγε ναμνημονεύεται στους αίνους της ημέρας το δραματικό της επεισόδιο με τον Ιησού. Συλλογιζόταν ότι

ο δικός της θρήνος έμοιαζε με τον ολοφυρμό της περιλάλητης εκείνης πόρνης, που είχε τρέξει να

αλείψει με μύρα ακριβά τα άχραντα πόδια του Ναζωραίου. Τα είχε σφουγγίσει έπειτα η ίδια, με τις

μεταξένιες μπούκλες των μαλλιών της, μήπως συγχωρεθεί το πλήθος των αμαρτιών της. Ήταν τόσο

βαθιά η μετάνοια της Κασσιανής το δειλινό εκείνο, ώστε έφτασε να παραλληλίζει το δικό της κρίμα

με τα αμέτρητα, βαριά κρίματα της αμαρτωλής του Ευαγγελίου. 

«Μήπως κι εγώ δεν είμαι μια αμαρτωλή;» μονολογούσε. «Τι κι αν η ακολασία δεν εμόλυνε και το

δικό μου το κορμί; Μήπως έμεινε αμόλυντο το πνεύμα, η ψυχή μου; Ακόμα τώρα, μήπως είναι

άμωμη η καρδιά μου;...Ελέησέ με, Κύριε, όπως ελέησες την πόρνη του Ευαγγελίου. Ελέησέ με την

αμαρτωλή. Ότι πολύ ηγάπησα!» 

Page 144: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 144/173

Digitized by 10uk1s

Προσευχόταν και θρηνούσε. Τα δάκρυα αλάφρωναν την καρδιά, εξάγνιζαν το πνεύμα. Και μια

στιγμή, μέσα απ' τα αναφιλητά της, μια δέηση αλλιώτικη άρχισε να προβάλλει από τα χείλη της, που

έκαιγαν από πυρετό, μια δέηση που έπαιρνε τώρα τον τόνο και το ύφος θρησκευτικού ύμνου: 

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...

 Ένας λυγμός έκοψε τα λόγια της, μα  εξακολούθησε με πάθος. Η έμπνευση, η έξαρση η ποιητική

είχαν παραμερίσει για μια στιγμή τον πόνο. 

...Την Σην αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν, οδυρομένη μοίρα Σοι προ του

ενταφιασμού κομίζει!...

Επανέλαβε μεγαλόφωνα αυτούς τους υπέροχους στίχους κι ύστερα, συνεπαρμένη κι η ίδια από τη

θεόσταλτη έμπνευση, έπιασε μια περγαμηνή κι άρχισε να γράφει. Τα δάκρυά της πότιζαν την

περγαμηνή, ανακατεύονταν με το μελάνι, που λες κι έσταζε όχι απ' την πένα παρά από την καρδιά

της. 

...Οίμοι, λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως

της αμαρτίας!...

Παθητικά, γεμάτα οδύνη και δέος ανάβλυζαν απ' την καρδιά της τα λόγια αυτά, που θα άφηναν

αθάνατο το όνομά της. 

...Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ...

 Έστρεψε τα μάτια προς τον Εσταυρωμένο, που λες πως την παρακολουθούσε με το πονεμένοβλέμμα Του από το ύψος του Σταυρού Του και, βρίσκοντας καινούργια έμπνευση, πρόσθεσε: 

...Κάμφθητοί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας, ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου

κενώσει...

Κι ευθύς, σ' ένα ξέσπασμα παράφορο, άφησε τη λατρεία της προς τον πολυέλεο Θεάνθρωπο να

ξεχυθεί σε νέα περιπαθή ικεσία: 

Καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής

μου βοστρύχοις!

Καταφιλήσω...  Γιατί η λέξη αυτή καρφώθηκε στη σκέψη της; Γιατί την πρόφερε με τόσο πάθος;

 Έψαξε μέσα της να βρει μια εξήγηση. Και ξαφνικά τινάχτηκε, σαν να 'χε δει μπροστά της φάντασμα

απαίσιο, κι η μορφή της γέμισε από φόβο. Είχε τρομάξει μ' αυτό που ανακάλυψε στα βάθη της

ψυχής της. Εκεί, σε μια απόκρυφη γωνιά της, πίσω από τη μορφή του Ιησού διαγραφόταν το

αρρενωπό πρόσωπο του Θεόφιλου. Πίσω απ' τη λατρεία της προς το γλυκό Ναζωραίο κρυβόταν ο

έρωτας, ο ζοφώδης έρωτας για τον άνδρα που είχε γητέψει την καρδιά της.  Μέσα στη μετάνοια που

εκδήλωνε, επειδή οι εγκόσμιοι πόθοι την απομάκρυναν απ' τον Θεό, υπήρχε και η μεταμέλεια για

την εγκόσμια ευτυχία που είχε χάσει· για τις ηδονές που δεν είχε γευθεί, για τις γλυκές ερωτικές

ώρες που δεν είχε ζήσει. 

 Ώστε λοιπόν δεν υπήρχε λύτρωση γι' αυτή; Σε όλη της τη ζωή θα πάλευε ανάμεσα στον Ιησού και

Page 145: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 145/173

Digitized by 10uk1s

τον Θεόφιλο, τον Θεό και τον άνδρα; 

 Έσφιξε τα χέρια μ' αγωνία και, αφήνοντας μισοτελειωμένο το εξαίσιο ποίημα, έτρεξε πανικόβλητη

να γονατίσει μπροστά στον Εσταυρωμένο, να ξαναζητήσει στην προσευχή λίγη παρηγοριά. Μα πριν

γονατίσει, άκουσε τον καλπασμό ενός αλόγου που πλησίαζε στο μοναστήρι και, στη συνέχεια,φωνές. Κάποιος είχε σταθεί στην πόρτα της μονής και μιλούσε στην πορτάρισσα σε τόνο

προστακτικό. Έπειτα βήματα βιαστικά στην αυλή  – έτρεχαν, φαίνεται, να ειδοποιήσουν την

ηγουμένη. 

Παράξενο. Ποτέ δεν ερχόταν κανείς στο ερημικό αυτό μοναστήρι. Δεν πέρασε ούτε ένα λεπτό κι

άκουσε να σέρνουν τη βαριά αμπάρα της εξώπορτας. Έπειτα τα βήματα του αλόγου αντήχησαν στο

πλακόστρωτο της αυλής. 

«Καλώς ήρθες, ο Δεσπότης και Κύριός μας. Καλώς ήρθες, ο Αύγουστος», ακούστηκε η φωνή της

ηγουμένης. 

Η Κασσιανή όρμησε στο μικρό παράθυρο του κελιού, κοίταξε κάτω κι είδε το μυστηριώδη ιππέα. 

«Ο Θεόφιλος!» ψιθύρισε και κόπηκε η ανάσα της. 

Νεκρική χλομάδα απλώθηκε στο πρόσωπό της. Ένα χέρι σιδερένιο άρχισε να σφίγγει την καρδιά της.

Ανέλπιστα, αναπάντεχα, κυριεύθηκε από μια λαχτάρα ακατανίκητη να βγει, να προϋπαντήσει τον

Θεόφιλο, να πέσει στην αγκαλιά του πολυαγαπημένου άνδρα και ν' αφήσει να ξεσπάσει όλο   το

φυλακισμένο πάθος της. Μια δύναμη όμως, ισχυρότερη απ' την πρώτη, την καθήλωσε ακίνητη. 

«Χριστέ, βοήθει!» ψέλλισε και πιάστηκε απ' τον τοίχο για να μη σωριαστεί στο δάπεδο.  

 Ώσπου να ξαναβρεί κάπως τον εαυτό της, ακούστηκε το σταθερό βάδισμα του Θεόφιλου, που

ζύγωνε στο κελί της. 

«Μη!» έβγαλε μια πνιχτή κραυγή κι άρχισε να υποχωρεί προς το βάθος του κελιού, όπου υπήρχε

μια μικρή πόρτα. Αυτή οδηγούσε στο εσωτερικό της μονής και στο ναό. Εκεί, στην εκκλησία, στο

ιερό της, που ήταν άσυλο απαραβίαστο ακόμα και για έναν αυτοκράτορα, θα έτρεχε να κρυφτεί. Για

να ξεφύγει από τα νύχια του δαίμονα, του έρωτα, που ενσαρκωμένος στη μορφή του

πολυαγαπημένου, είχε φτάσει ως το απόκρυφο κελί της, για να κάνει να στηθούν πάλι ολοζώντανα

μπροστά της τα περασμένα. 

Ο Θεόφιλος είχε έρθει μυστικά σχεδόν, χωρίς καμιά συνοδεία. Ζήτησε χωρίς προλόγους από τηνηγουμένη να δει τη μοναχή Εικασία. Φυσικά, δεν τόλμησαν να του το αρνηθούν. Ταραγμένη κι

ανήσυχη η ηγουμένη, θέλησε να ειδοποιήσει πρώτα, να προετοιμάσει την Κασσιανή, αλλά  ο

Αύγουστος την εμπόδισε. Θα πήγαινε εκείνος στο κελί της. Και η ηγουμένη, ανάστατη, αναγκάστηκε

να τον οδηγήσει. Καθώς προπορευόταν εκείνη, η καρδιά του Θεόφιλου φτεροκοπούσε, όπως την

ώρα που προχωρούσε στο Χρυσοτρίκλινο, ανάμεσα στις άλλες εκλεκτές Βυζαντινοπούλες, για να

χαρίσει στην Κασσιανή το χρυσό μήλο της εκλογής του. Ένιωθε τα πόδια του όλο και πιο βαριά, το

πρόσωπό του έκαιγε από τον πυρετό... 

Στο μεταξύ, η Κασσιανή, που άκουγε με πανικό τα βήματα του  Θεόφιλου να πλησιάζουν, έσπευδε

προς την πόρτα της φυγής. Είχε κιόλας απλώσει το χέρι της να την ανοίξει. Μα τότε άκουσε κάτι που

την έκανε να σταθεί. 

Page 146: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 146/173

Digitized by 10uk1s

«Η Αυγούστα, η θεοφύλακτη κυρά μας, ζει πάντα εν ειρήνη και γαλήνη;» ρώτησε η ηγουμένη. 

Ο Αύγουστος δεν αποκρίθηκε αμέσως. Σαν κάτι να τον δυσκόλευε να απαντήσει. Μα τέλος

ακούστηκε η βαριά φωνή του: 

«Ναι, ζει με γαλήνη και ειρήνη». 

«Πολλά τα έτη της γαληνοτάτης!» ευχήθηκε με ταπεινοσύνη η ηγουμένη. 

Η Κασσιανή αναστατώθηκε. Και μόνο το όνομα της Θεοδώρας έφτασε για να την κάνει να κυριευθεί

απ' την οργή που ένιωθε κάθε φορά που έβλεπε την αντίζηλό της ή που άκουγε έστω να την

αναφέρουν. Τη μισούσε ακόμα – το μίσος που έχει την αιτία του σε μια μεγάλη αγάπη δεν σβήνει

εύκολα. Τη μισούσε και γιατί της είχε κλέψει τον άνδρα που λάτρευε αλλά και γιατί την είχε

προσβάλει θανάσιμα. Η γυναικεία καρδιά δεν τις ξεχνά τις προσβολές που δέχθηκε από γυναίκα. 

 Έτσι τώρα, μόλις άκουσε να αναφέρεται το μισητό της όνομα, η οργή θόλωσε το λογικό της. Μιαμυστική φωνή τη συμβούλευε να μείνει στο κελί, ν' αντικρίσει τον Θεόφιλο, να πέσει στην αγκαλιά

του, να ξανακερδίσει αυτό που η μοίρα τής είχε αρπάξει. Κι έτσι να εκδικηθεί σκληρά τη μισητή

Θεοδώρα... Μα δεν κράτησε πολύ ούτε κι αυτή η τρελή, ταπεινή επιθυμία. Έφτασε μια ματιά στο

πονεμένο πρόσωπο του Ιησού για να συνέλθει και να νιώσει πάλι την ανάγκη να φύγει, να γλιτώσει

από το σατανά – τον έρωτα που ερχόταν να την παιδέψει. 

Κι έφυγε. Ασθμαίνοντας, έτρεξε να κρυφτεί στο ιερό της εκκλησίας.  Έφυγε  έντρομη, σαν μια

αμαρτωλή, όπως έφευγε η Εύα από τον παράδεισο, το φοβερό εκείνο δειλινό που την καταδίωκε η

οργή του Παντοκράτορα. 

 Όταν ο Θεόφιλος μπήκε στο κελί της, στάθηκε σαν χαμένος. Έμοιαζε με τάφο, έτσι βυθισμένο στοσκοτάδι καθώς ήταν, με τους γκρίζους τοίχους, τα σκούρα κλινοσκεπάσματα, το μαύρο

τραπεζομάντιλο, όλα πένθιμα. Με την καρδιά σφιγμένη, πλησίασε στο τραπέζι όπου βρισκόταν

ανοιγμένη η περγαμηνή με το μισοτελειωμένο τροπάριο. Έσκυψε και διάβασε τους πρώτους

στίχους: Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...

Δεν κατάλαβε αμέσως το συμβολισμό τους, το βαθύ νόημα των  στίχων – ήταν πολύ αναστατωμένος

για να μπορέσει ευθύς να μαντέψει. Ασυναίσθητα έριξε πάλι μια ματιά γύρω του, παρατήρησε καλά

το μουντό κελί, που έμοιαζε τόσο πολύ με μνήμα  –ένα μνήμα όπου είχε θάψει τα νιάτα της η πιο

διαλεχτή κόρη του Βυζαντίου – κι ένας βαθύς αναστεναγμός ανέβηκε απ' τα στήθη του. Τη στιγμή

εκείνη ένιωσε καλά πόσο δίκιο είχε η Κασσιανή όταν στις πιο κρίσιμες στιγμές της ερωτικής τους

ιστορίας επαναλάμβανε μ' επιμονή ότι έπρεπε να τρέμουν τη μοίρα και τις προσταγές της.Πραγματικά, πρέπει να είχε θελήσει η μοίρα η ίδια αυτό το θλιβερό τέλος μιας κόρης που όλα

έδειχναν πως είχε γεννηθεί για τα υψηλά και τα μεγάλα. 

Με βαριά καρδιά ξανάσκυψε στο μικρό αναλόγιο, όπου απλωνόταν η ωχρόλευκη περγαμηνή, και

διάβασε ξανά τους στίχους: Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή...  Τώρα

κατάλαβε. Ένιωσε το βαθύτερο νόημα που έκρυβε το υπέροχο ποίημα. Το διάβασε τρίτη φορά,

τέταρτη. Και σαν να τον ενέπνευσαν οι στίχοι της Εικασίας και η τρομαγμένη της φυγή, πήρε το

φτερό και πρόσθεσε κάτω από τον τελευταίο στίχο τούτα τα λόγια: Ων εν τω παραδείσω Εύα το

δειλινόν, κρότων τοις ωσίν ηχηθείσα τω φόβω εκρύβη. 

Δεν ήταν για την τωρινή φυγή της που έγραψε αυτά τα γεμάτα συγκρατημένο παράπονο λόγια. Την

Page 147: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 147/173

Digitized by 10uk1s

άλλη φυγή της ήθελε να της θυμίσει· στο μοναστήρι του Λυτρωτού Σωτήρος εκείνη τη νύχτα, που

αυτός άφηνε το θρόνο του για την αγάπη της, ενώ εκείνη έφευγε μακριά του τρομοκρατημένη. Ο

φόβος τής είχε εμπνεύσει εκείνη τη φυγή. Την τελευταία στιγμή, την ώρα που όλα πια είχαν

τελειώσει, που όλα ήταν έτοιμα, όταν πια είχαν κόψει όλα τα δεσμά που τους κρατούσαν

αιχμάλωτους, εκείνη λιποψύχησε, λύγισε κι έφυγε σαν λιποτάκτης. Σαν να 'χε κάνει το βαρύτεροαμάρτημα κι έτρεμε την ώρα της τιμωρίας. Σαν την Εύα στον παράδεισο, το δειλινό εκείνο που

έτρεχε να κρυφτεί από το αυστηρό βλέμμα του Παντοκράτορα... 

Μ' αυτές τις σκέψεις ο Θεόφιλος πήρε πάλι στα χέρια του την περγαμηνή και ξαναδιάβασε για μια

φορά ακόμα τους στίχους της Κασσιανής. Στην πρώτη ανάγνωση, τον είχε συνεπάρει η ομορφιά του

ποιήματος, το θρησκευτικό πάθος που είχαν οι εμπνευσμένες επικλήσεις της ποιήτριας. Μα τώρα

που είχε περάσει η πρώτη αυτή εντύπωση, πρόσεξε ότι κάτω απ' την ικεσία που εξέφραζαν οι

στίχοι, κρυβόταν μια κραυγή απόγνωσης. Η γυναίκα που είχε γράψει αυτούς τους στίχους υπέφερε

βαθιά, παράδερνε μέσα στην πιο μαύρη απελπισία. Η ανακάλυψη αυτή ήρθε ν' αναστατώσει την

ψυχή του και να σύρει τη σκέψη του σε άλλους δρόμους.  

 Ώστε δεν τον είχε λησμονήσει. Όχι μονάχα τον θυμόταν, αλλά μετάνιωνε οικτρά για τη φυγή της

μπροστά στο κάλεσμα του έρωτα και της ευτυχίας. Τέτοιο συμπέρασμα έβγαλε ο Θεόφιλος από το

ποίημα και στην καρδιά του άστραψε η ελπίδα. Είχε έρθει χωρίς καμιά προσμονή, γιατί πίστευε ότι

η Κασσιανή ήταν χαμένη για πάντα, αφού είχε περιβληθεί το μοναχικό σχήμα. Να τη δει μονάχα, να

τη δει για τελευταία φορά – αυτή και μόνη η επιθυμία τον είχε φέρει στο μοναστήρι. Όμως τώρα...

 Ύστερα απ' την ανακάλυψή του... 

Στράφηκε στην ηγουμένη, που τον παρακολουθούσε σιωπηλή από την πόρτα του κελιού, και της

είπε με απόφαση: 

«Πού είναι; Πρέπει να τη δω!» 

Η ηγουμένη έσκυψε με ταπεινοφροσύνη το κεφάλι, αλλά βρήκε το θάρρος να του απαντήσει: 

«Εδώ και λίγες στιγμές βρισκόταν στο κελί της και προσευχόταν. Θα άκουσε όμως τον ερχομό σου κι

έφυγε η ταλαίπωρη». 

«Έφυγε; Γιατί;» 

«Ίσως για ν' αποφύγει μια συνάντηση που θα την έβαζε σε νέα και μάταιη δοκιμασία». 

«Όχι, δεν έφυγε γι' αυτό!» είπε ο Θεόφιλος κι έδειξε την περγαμηνή με το μισοτελειωμένο ποίημα.Κι εγώ φοβόμουν αυτό που υπονοείς. Το ποίημα όμως δείχνει άλλα... Πήγαινε να τη βρεις!»  

Η ηγουμένη ένιωσε ότι δεν χωρούσε αντίρρηση. Υποκλίθηκε με σεβασμό και βγήκε. 

Ο Θεόφιλος άρχισε να βηματίζει νευρικά. Ήταν σε έξαψη. Λογής λογής σκέψεις στριφογύριζαν στο

μυαλό του. Η βιαστική φυγή της έδειχνε φόβο. Και δεν φοβάται κανείς τον εαυτό του παρά μονάχα

όταν διστάζει, όταν παραπαίει. Δεν υπήρχε αμφιβολία, ο έρωτας είχε ακόμα κλώνους αξερίζωτους

στην καρδιά της. Τον αγαπούσε. Του ανήκε! 

«Είναι δική μου!» είπε με πεποίθηση. «Όχι, δεν την εκέρδισε ακόμα το ράσο. Σε μένα ανήκει. Θα

την πάρω. Θα μ' ακολουθήσει... Θα νικήσω κάθε δισταγμό της. Τη φορά αυτή δεν πρέπει να

Page 148: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 148/173

Digitized by 10uk1s

υποχωρήσω. Θα παλέψω εναντίον και του εαυτού της. Θα την πείσω!...» Και με την απόφαση αυτή

βγήκε απ' το κελί να την αναζητήσει ο ίδιος.  

Η Κασσιανή μόλις βρήκε άσυλο στο ναό, αισθάνθηκε τον εαυτό της ήσυχο, ασφαλισμένο. Ηρέμησε,

θέλησε να προσευχηθεί, όταν όμως στάθηκε μπροστά στις άγιες εικόνες ένιωσε μια μυστική δύναμηπου την έδιωχνε από το ιερό τέμπλο. Δεν ήταν ώρα της προσευχής η ώρα εκείνη. Η σκέψη της ήταν

τόσο αναστατωμένη, που δεν μπορούσε να στραφεί αγνή και καθαρή στις επουράνιες δυνάμεις.

Απομακρύνθηκε από το εικονοστάσιο και πήγε μπροστά σ' ένα ανοιχτό παράθυρο της εκκλησίας.

 Έριξε τη ματιά της έξω. Πέρα στο βάθος, φαινόταν η Πόλη. Η γοητεία της Βασιλεύουσας τη

συνεπήρε. Χωρίς να θέλει, η φαντασία της άρχισε να ξαναπλάθει τα περασμένα. Όλη τη ζωή της, την

ιστορία της ολόκληρη, απ' τη στιγμή που πρωταντίκρισε στον Ιππόδρομο τον Θεόφιλο, από τότε που

ένιωσε για πρώτη φορά να λάμπει η καρδιά της από το φως της αγάπης. Καθώς το παρελθόν

ζωντάνευε, αισθανόταν σιγά σιγά να σβήνει μέσα της η δύναμη εκείνη που την είχε κάνει λίγο

πρωτύτερα να φύγει απ' το κελί. Παράξενη αδυναμία την κυρίευε. Σαν να την είχε από καιρό

καταβάλει ο σκληρός αγώνας, αλλά μονάχα τώρα το 'νιωθε πως δεν άντεχε πια να μάχεται με την

καρδιά της. Τον αγαπούσε πάντα τον Θεόφιλο και δεν θα έπαυε να τον λατρεύει. Μα ήξερεσυγχρόνως ότι καμιά ελπίδα δεν υπήρχε πια! Το όνειρο είχε γκρεμιστεί για πάντα. 

«Για πάντα!» ψιθύρισε καθώς κοίταζε ακόμα πέρα, μακριά, τη Βασιλεύουσα. Δάκρυα γέμισαν τα

μάτια της. 

Αποκαμωμένη κάθισε σ' ένα στασίδι. Έκλεισε τα μάτια της κι άρχισε να ψελλίζει μια προσευχή. Τα

λόγια έβγαιναν από τα χείλη της ξερά, άχρωμα, χωρίς συγκίνηση  – δεν ανέβαιναν απ' την καρδιά

της. Άλλα λόγια, διαφορετικά, ποθούσε να φωνάξει τη στιγμή εκείνη. Μα θα 'ταν λόγια συμφοράς,

θα 'ταν ίσως η αρχή μιας καινούργιας τραγωδίας. 

«Θεέ μου, σώσε με, δυνάμωσέ με!» παρακάλεσε μ' απόγνωση και έκανε να κινηθεί προς τοεικονοστάσιο, να πάει να πέσει στα γόνατα μπροστά στη Θεομήτορα. 

Τότε άνοιξε ορμητικά η πόρτα του ναού και φάνηκε ο Θεόφιλος που ερχόταν, ακόμα κι εκεί, να την

αναζητήσει. Η Κασσιανή τινάχτηκε σαν να την απειλούσε κίνδυνος μεγάλος. Τα γόνατά της κόπηκαν,

τα μέλη της παρέλυσαν. Ο Θεόφιλος έψαξε με το βλέμμα στο μισοσκόταδο της εκκλησίας κι όταν

την είδε, έτρεξε κοντά της. Έτρεξε μ' απλωμένα χέρια  να την πάρει, να την κλείσει μέσα στην

αγκαλιά του. 

«Στάσου!» έριξε μια φωνή τρόμου η Κασσιανή. 

«Αγαπημένη!» φώναξε με πάθος ο Θεόφιλος και πήγε ξανά να την πλησιάσει. 

«Μη μ' αγγίζεις!» ξανάπε κι ανατρίχιασε από φρίκη. «Σε ικετεύω. Σεβάσου το ναό, το σχήμα μου,

τον όρκο μου!» 

Η έκκληση έφερε αποτέλεσμα. Η Αύγουστος απόμεινε ακίνητος εκεί που είχε σταθεί. Πέρασαν

κάποιες στιγμές μέσα σε μια βαθιά σιωπή που δεν την τάραζε παρά μόνο ο βαρύς ανασασμός των

δυο ερωτευμένων. Το ένιωθαν κι οι δυο ότι η συνάντηση αυτή μπορεί να ήταν η τελευταία τους κι

αναμετρούσαν με αγωνία την απόφαση που έπρεπε να πάρουν. 

«Κασσιανή!» ψιθύρισε πρώτος ο Θεόφιλος και η φωνή του τώρα έσταζε παράπονο και πίκρα. «Γιατί

με διώχνεις;» 

Page 149: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 149/173

Digitized by 10uk1s

«Δεν σε διώχνω εγώ, αλλά η μοίρα!» αποκρίθηκε με σπαραγμό εκείνη. 

«Η μοίρα!» επανέλαβε τη φράση της Κασσιανής ο Θεόφιλος κι έσκυψε το κεφάλι. 

Ναι, είχε δίκιο η αγαπημένη του. Το πεπρωμένο στεκόταν πάντα ανάμεσά τους, είχε υψώσει τείχηανυπέρβλητα, τους είχε παίξει ένα σκληρό κι απάνθρωπο παιχνίδι, σαν να  'βρισκε ηδονή να τους

τυραννά. Είχαν παλέψει άγρια κι οι δυο τους, είχαν αγωνιστεί για να κερδίσουν την ευτυχία. Μα

κάθε φορά το αμείλικτο πεπρωμένο τους χτυπούσε και τους χώριζε. Για να τους ξανασμίξει ύστερα

από δοκιμασίες και περιπέτειες και να τους δώσει πάλι νέο χτύπημα, σκληρότερο απ' το πρώτο. Όχι,

η μοίρα δεν το 'θελε να ενωθούν τα δυο αυτά πλάσματα, κι ας είχαν αγαπηθεί με τόσο πάθος κι ας

αγαπιούνταν ακόμα με την πρώτη φλόγα. 

Αυτές τις μαύρες σκέψεις έκανε ο Θεόφιλος καθώς έστεκε με σκυμμένο το κεφάλι μπροστά στην

Κασσιανή. Κι εκείνη, όμως, συλλογιζόταν τα ίδια. Κάποια υπέρτατη βούληση είχε ορίσει να μείνουν

πάντα χωρισμένοι. Ίσως η Θεία Βούληση να το είχε αποφασίσει. Να είχε προορίσει τον Θεόφιλο για

το θρόνο και την Κασσιανή για το μοναστήρι. 

Και μεμιάς, σαν κάποια αποκάλυψη να έγινε, κατάλαβαν κι οι δυο τους το μεγάλο μυστικό, το μέγα

δράμα της ζωής τους. Η μοίρα είχε πει το φρικτό της «όχι» στην ευτυχία τους. Το πεπρωμένο τους

είχε αποφασίσει αμετάκλητα, από την πρώτη στιγμή, ότι αυτοί οι δυο θα ζούσαν μέχρι το θάνατο

έτσι, ποθώντας δυνατά ο ένας τον άλλο, όμως χωρίς ποτέ να μπορέσουν, όσο κι αν πάσχιζαν, να

ενωθούν. 

Για κάμποση ώρα έμειναν αμίλητοι. Ωσότου άρχισε η καμπάνα να χτυπά εσπερινό. Μία μία

φάνηκαν στην πόρτα του ναού οι μοναχές που έρχονταν να πουν τη βραδινή τους προσευχή. Τότε

ανασηκώθηκαν κι οι δυο σαν να ξυπνούσαν από λήθαργο. Κοιτάχτηκαν ακόμα μια φορά, βύθισε ο

ένας τη ματιά του μέσα στο βλέμμα του άλλου και, τέλος, ο Θεόφιλος πλησίασε. Στάθηκε κοντά τηςκι άπλωσε το χέρι σαν να 'θελε να την αποχαιρετήσει. Εκείνη δεν του έδωσε το χέρι της, δεν

κινήθηκε διόλου. Τον κοίταξε μόνο με ένα βλέμμα που έκλεινε όλο της τον πόνο κι ύστερα

χαμήλωσε τα μάτια της, λες και δεν μπορούσε να αντέξει άλλο. 

«Χαίρε, Κασσιανή!» ψιθύρισε ο Θεόφιλος και η φωνή του ήταν ραγισμένη. 

«Χαίρε, Θεόφιλε!» αποκρίθηκε αχνά εκείνη. 

Μια στιγμή ακόμα βαριάς σιωπής κι ύστερα ο Θεόφιλος είπε το μεγάλο λόγο:  

«Πάντα θα σ' αγαπώ, Κασσιανή! Εσένα θ' αγαπώ όσο υπάρχω!» 

Γύρισε απότομα, για να κρύψει τα δάκρυα που θόλωναν τα μάτια του και βγήκε απ' το ναό με

τσακισμένο βήμα, με τους ώμους κυρτωμένους, σαν να ήταν ο πόνος του πολύ βαρύς και δεν άντεχε

να τον σηκώσει. 

Πίσω του η Κασσιανή δεν έκλαιγε, δεν μπορούσε πια να κλάψει. Είχε στερέψει μέσα της η πηγή των

δακρύων. Αυτό τώρα που ένιωθε δεν ήταν πόνος πια. Αισθανόταν σαν να 'χε μέσα στα σωθικά της

ένα νεκρό – το πεθαμένο όνειρό της. Η ψυχή της ήταν κατάκοπη, η καρδιά της απαυδισμένη. Τίποτα

δεν την έδενε με τη ζωή. Ευχήθηκε να πέθαινε την ώρα εκείνη. Ή, μάλλον, να χανόταν, να

εκμηδενιζόταν, να 'σβηνε, όπως η φλόγα του κεριού στο δυνατό φύσημα του αέρα. 

Page 150: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 150/173

Digitized by 10uk1s

 Όταν άρχισε ο εσπερινός και οι γλυκές φωνές των καλογριών υψώθηκαν προς το θόλο του ναού

δοξαστικές, η Κασσιανή αποσπάστηκε απ' τη θέση όπου στεκόταν τόση ώρα πετρωμένη και

κινήθηκε προς το δεξιό χορό. Πήρε θέση κοντά στις άλλες καλόγριες και άρχισε κι αυτή να ψάλλει.

Μα η φωνή έβγαινε απ' τα στήθη της σπαρακτική, ώστε σε λίγο όλες οι μοναχές είχαν στρέψει το

βλέμμα πάνω της και την κοίταζαν ξαφνιασμένες. Δεν ήταν ψαλμωδία εκείνη. Ήταν θρήνος, έναςαδιάκοπος λυγμός που έβγαινε απ' τα βάθη της ψυχής της – για μια φορά ακόμα μοιρολογούσε τη

χαμένη της ευτυχία. Κι όταν δεν άντεξε πια να στέκει ανάμεσα στις άλλες μοναχές και να

θρηνολογεί τα όνειρά της, έκοψε απότομα την ψαλμωδία κι έφυγε απ' το ναό.  

Μέσα στο κελί της άφησε για μια φορά ακόμα τον πόνο της να ξεσπάσει. Πήρε στα χέρια της την

περίφημη περγαμηνή όπου είχε γράψει τους περιπαθείς στίχους της κι όπου είχε προσθέσει ο

Θεόφιλος τη συμβολική εκείνη φράση: «Ων εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν...» Ένιωσε να τη

λογχίζει στην καρδιά ο υπαινιγμός του αγαπημένου της και η πίκρα που έκλεινε ο στίχος του

εκείνος. Δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Το πικρό παράπονο  –για όλα όσα ονειρεύτηκε, για όλα όσα

έχασε – έκανε την καρδιά της να βουρκώσει. Και ξέσπασε σ' αναφιλητά που δεν είχαν τέλος.  

Το κλάμα την ανακούφισε κάπως. Ξαναπήρε στα  χέρια της την περγαμηνή, διάβασε απ' την αρχή

όλο το θαυμάσιο τροπάριο, άφησε τη φαντασία της να αιχμαλωτιστεί απ' τις εικόνες που έπλαθαν

οι στίχοι της και η έμπνευση ήρθε. Βύθισε το φτερό της στο καλαμάρι κι έγραψε λίγους ακόμα

στίχους. Ήταν το τέλος του θρυλικού ποιήματος: 

 Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων Σου αβύσσους τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ

μου; Μη με την Σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος!

Page 151: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 151/173

Digitized by 10uk1s

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΓΑΛΗΝΗ

Η τελευταία εκείνη συνάντηση της Κασσιανής και του Θεόφιλου στο μοναστήρι της Πονολύτριας

υπήρξε για τον Αύγουστο η πιο ολέθρια απ' όλες. Γιατί ενώ είχε αρχίσει να επουλώνεται μέσα του η

παλιά πληγή, τώρα που είχε ξαναδεί την Κασσιανή, τώρα που είχε βεβαιωθεί ότι τον αγαπούσεπάντα, ότι βασανιζόταν κι αυτή από τις αναμνήσεις, ένιωσε να ανάβει στην καρδιά του η πρώτη

φλόγα. Και τι παράξενο! Τώρα το πάθος ξέσπασε πιο ορμητικό από πριν. 

 Έτσι άρχισε πάλι το μαρτύριό του. Άδικα πάσχιζε να βρει τη λησμονιά στα βασιλικά του έργα. Δεν

κατόρθωνε να πνίξει μέσα του την ανάμνηση. Ιδίως δεν μπορούσε να συνηθίσει στην ιδέα ότι το

μεγάλο όνειρο είχε σβήσει πια για πάντα. Αυτό το απαίσιο «για πάντα», κάθε φορά που περνούσε

απ' τη σκέψη του, του έφερνε απελπισία. 

Απ' τους γύρω του λίγοι μάντευαν το κρυφό του δράμα. Οι πιο πολλοί παλατιανοί θαρρούσαν ότι

είχε απολυτρωθεί απ' το παλιό του πάθος. Ακόμα και η Θεοδώρα, που παρακολουθούσε μ' αγωνία

την κάθε του εκδήλωση, είχε αρχίσει να πιστεύει ότι ο κίνδυνος είχε περάσει οριστικά. Γιατί οΘεόφιλος, με την αξιοπρέπεια του αληθινού άνδρα, που δεν θέλει να φαίνεται πως υποφέρει,

κατόρθωνε να παρουσιάζεται μπροστά σ' όλους, και στους πιο δικούς του ακόμα, με τη μάσκα του

ανθρώπου που τίποτα δεν βασανίζει την ψυχή του. Ωστόσο, ήταν στιγμές που ένιωθε την

ακατανίκητη ανάγκη να ρίξει μια φωνή και ν' αφήσει να ξεσπάσει μπροστά σ' αυτούς τους

ανυποψίαστους, τους ανόητους αυλικούς, όλος ο βουβός του πόνος. Τότε έτρεχε και κλεινόταν στο

σπουδαστήριό του κι εκεί άρχιζε να βηματίζει νευρικά, σαν το λιοντάρι που το κρατούν

φυλακισμένο. 

Ο μόνος που μάντευε ήταν ο Ιωάννης Γραμματικός. Ο πολύπειρος αυτός σύμβουλος δεν μπορούσε

να γελαστεί. Απέφευγε να κάνει κι έναν απλό υπαινιγμό για τα παλιά, όμως δεν ξεγελιόταν από τα

φαινόμενα. Ήξερε καλά ότι ο βασιλιάς του, ο αγαπημένος μαθητής του υπέφερε σκληρά. Κι ήτανφορές  που ανησυχούσε. Όταν ιδίως τον έβλεπε να στέκεται ξαφνικά αφηρημένος και να

προσηλώνει τη ματιά του στο κενό, ο σοφός πολιτικός και δάσκαλος άρχιζε να φοβάται. Αυτές οι

εκδηλώσεις έδειχναν ότι η φωτιά έκαιγε πάντα μέσα στην καρδιά του πολυαγαπημένου μαθητή

του. Γι' αυτό έκανε ό,τι μπορούσε για να τον βοηθήσει. Με επιδεξιότητα κατόρθωνε να του ανάβει

το ενδιαφέρον για τα ζητήματα της αυτοκρατορίας. Υποδαύλιζε μεθοδικά τις φιλοδοξίες του,

προσπαθούσε να ζωντανέψει μέσα του τα παλιά μεγαλεπήβολα όνειρα. Κι ήταν ξεχωριστή χαρά για

τον πολύπειρο πολιτικό όταν στα συμβούλια του στέμματος έβλεπε τον Θεόφιλο να αφοσιώνεται

στα θέματα που συζητούσαν – ν' αφοσιώνεται και να ξεχνιέται, έστω και για λίγο. 

Παρ' όλα αυτά, ο Θεόφιλος δεν έπαυε να υποφέρει. Με τον καιρό άρχισε να φαίνεται και στην όψη

του η μεταβολή. Σκληρές ρυτίδες φάνηκαν στο μέτωπό του, το βλέμμα του δεν είχε πια την πρώτηλάμψη. Κι όσο περνούσε ο χρόνος τόσο θέριευε ο πόνος του. Είχε αρχίσει να γερνά πρόωρα,

μαράζωνε μέρα με τη μέρα. Αυτός που άλλοτε είχε τόση ζωή, τώρα αισθανόταν γέρος. Οι

φιλοδοξίες του ναρκώνονταν, έσβηναν. Τα σχέδια που άλλοτε είχε καταστρώσει στο νου του  –

σχέδια για δράση, για έργα τολμηρά, σπουδαία – τώρα του ήταν αδιάφορα. 

Δοκίμαζε κάθε τόσο να αντιδράσει, αλλά μάταια. Τώρα περνούσε τις περισσότερες ώρες κλεισμένος

στο σπουδαστήριό του, όπου παραδινόταν στην αναπόληση, στις αναμνήσεις. Ξαναζούσε με τη

φαντασία τα περασμένα, ξαναθυμόταν τις λίγες μα αξέχαστες ημέρες της υπέρτατης ευδαιμονίας

που είχε ζήσει με την Κασσιανή κοντά του κι η νοσηρή αυτή ονειροπόληση αποτελούσε πια τη μόνη

ενδιαφέρουσα ώρα της ζωής του. Άνοιγε το μυστικό ερμάρι του, έβγαζε από μέσα του την εικόνα

της Κασσιανής, τη στήριζε αντίκρυ του κι απόμενε ώρες ολόκληρες να την κοιτάζει. 

Page 152: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 152/173

Digitized by 10uk1s

Στο τέλος, άρχισε να εγκαταλείπει τα βασιλικά καθήκοντά του. Άφηνε τους μάγιστρους ν'

αποφασίζουν αντί γι' αυτόν, άφηνε να γλιστρά η εξουσία απ' τα χέρια του και να περνά στα χέρια

άλλων. 

Η Θεοδώρα, που είχε αντιληφθεί τη μεγάλη αυτή μεταβολή, δεν έχασε την ευκαιρία. Με τη θηλυκήτης επιδεξιότητα άρχισε λίγο λίγο να παίρνει αυτή τη δύναμη που έχανε ο Θεόφιλος. Προσεκτικά

αλλά επίμονα και μεθοδικά, έπαιρνε στα χέρια της τη μια εξουσία ύστερα απ' την άλλη. Όχι μονάχα

απέκτησε την παλαιά της θέση αλλά και πήρε δικαιώματα που λίγες Αυγούστες είχαν κατορθώσει

να κερδίσουν. Οι περισσότεροι αξιωματούχοι έπαιρναν απ' αυτή διαταγές. Αυτή λάμβανε

αποφάσεις για τα περισσότερα ζητήματα. 

Ο Θεόφιλος έβλεπε τι γινόταν γύρω του αλλά αδιαφορούσε. Τώρα πια του φαίνονταν όλα τόσο

μάταια! Δεν είχε δύναμη ούτε να οργιστεί για τη νέα αυτή θρασύτατη προσπάθεια της Θεοδώρας.

Ακόμα και το μίσος που άλλοτε ένιωθε για τη φιλόδοξη αδελφή του Βάρδα τώρα είχε μαραθεί κι

αυτό μαζί με όλα τα άλλα συναισθήματα που άλλοτε ζέσταιναν την ψυχή του. Ας ικανοποιούσε τις

φιλοδοξίες της η ανόητη γυναίκα. Γι' αυτόν ήταν όλα αδιάφορα. 

 Όμως η Θεοδώρα δεν είχε μόνο φιλοδοξίες να ικανοποιήσει. Είχε και μίσος να κορέσει. Δεν είχε

λησμονήσει την παλαιά επικίνδυνη αντίπαλό της, δεν μπορούσε να της συγχωρήσει  –ακόμα και

τώρα που είχε πια περάσει ο κίνδυνος – τους εξευτελισμούς που δοκίμασε εξαιτίας της. Αναζητούσε

πάντα τρόπο να εκδικηθεί, να της ανταποδώσει το κακό που της είχε κάνει. Και δεν άργησε να της

δοθεί η ευκαιρία. 

Η Κασσιανή, μετά τη συνάντηση στη Μονή της Πονολύτριας, πέρασε κι αυτή καινούργια κρίση. Για

μέρες, για εβδομάδες ολόκληρες παράδερνε στα άγρια κύματα της τρικυμίας που είχε ξεσηκώσειστην ψυχή της η τελευταία συνάντηση με τον αγαπημένο άνδρα. Ένιωσε κι αυτή ότι ποτέ δεν θα

γιατρευόταν η βαθιά πληγή της. Θα έμενε σε όλη τη ζωή της ανοιχτή, για να ματώνει κάθε φορά

που θα τη σκάλιζαν οι αναμνήσεις. Πάλευε να διώξει με την προσευχή τα φαντάσματα του

παρελθόντος, αλλά απ' αυτή την πάλη σπάνια  έβγαινε ανακουφισμένη. Οι παλιοί πόθοι της

ξυπνούσαν, γιγαντώνονταν κι απωθούσαν από την καρδιά της την εικόνα του Κυρίου. Έστηναν στη

θέση της τη γοητευτική εικόνα του αγαπημένου άνδρα! Καμιά ελπίδα δεν μπορούσε να 'χει. Κι

όμως, ούτε η σκέψη αυτή δεν ήταν ικανή να ξεριζώσει από μέσα της την ακαταδάμαστη αγάπη. 

Ακόμα και η ποίηση δεν μπορούσε πάντα να της χαρίζει τη λησμονιά που τόσο ποθούσε. Έγραφε

στίχους αφοσίωσης και ολόθερμης λατρείας για να υμνήσει τον Ναζωραίο, κι όμως, κάτω απ' τα

λόγια αυτά διαγραφόταν η απέραντη λατρεία της προς τον Θεόφιλο. Το ίδιο και με τη ζωγραφική,που άλλοτε, στους παλιούς καιρούς της γαλήνης και της ευτυχίας, ήταν απ' τις προσφιλέστερες

απασχολήσεις της. Συχνά προσπαθούσε να αποδώσει την εικόνα του Κυρίου, αποξεχνιόταν τόσο

πολύ όμως, ώστε το κοντύλι της να σχεδιάζει τη μορφή του Θεόφιλου. Τον ζωγράφιζε αγέρωχο, με

την αυστηρή, γεμάτη θέληση έκφραση που γνώριζε τόσο καλά, αλλά και τον ίσκιο μιας βαριάς

μελαγχολίας στη μορφή του. Όταν συνερχόταν και αντιλαμβανόταν το παραστράτημα του

κοντυλιού ή του χρωστήρα της, ξεσπούσε σε λυγμούς. 

«Κύριε, λύτρωσέ με πια!» ψιθύριζε αποκαμωμένη. «Δώσε μου τη γαλήνη, στείλε μου τη λήθη».  

Τότε, στο κορύφωμα της συμφοράς της, βρήκε ανέλπιστα ένα δρόμο, ένα μονοπάτι σωτηρίας· την

αγαθοεργία. Αφοσιώθηκε στα έργα φιλανθρωπίας, δόθηκε σ' αυτά με όλο το πάθος του ανθρώπου 

Page 153: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 153/173

Digitized by 10uk1s

που περνά δοκιμασία φοβερή κι αγωνίζεται να αρπαχτεί από κάπου για να λυτρωθεί απ' την

απελπισία που έχει ζώσει την ψυχή του. Ο άρρωστος, ο πεινασμένος, ο αδικοπαθημένος κέρδισαν

τη στοργή της – τη στοργή που τώρα πια δεν είχε πού να τη χαρίσει. 

 Άρχισε να  βγαίνει απ' το μοναστήρι και να αναζητά η ίδια έξω, στην πολιτεία, αυτόν που είχεανάγκη, για να του προσφέρει τη βοήθειά της. Πήρε απ' την πατρική περιουσία το μερίδιό της και το

μοίρασε στους πένητες. Ύστερα άρχισε να τριγυρίζει στ' αρχοντικά σπίτια της Βασιλεύουσας και να

μαζεύει χρήματα και τρόφιμα που μοίραζε κατόπιν στους φτωχούς. Έτρεχε στα σπίτια που

ορφάνευαν και παρηγορούσε αυτούς που είχε χτυπήσει ο Χάρος. Έμπαινε στα χαμόσπιτα που είχαν

άρρωστο, καθόταν πλάι στην κλίνη του ετοιμοθάνατου και γλύκαινε τις τελευταίες στιγμές του με

λόγια παρηγοριάς. Δεν την τρόμαζε καμιά αρρώστια. Πήγαινε ακόμα και σ' αυτούς που είχαν

πανούκλα, χολέρα και τους περιποιόταν. Ο πόνος του άλλου απάλυνε το δικό της πόνο. 

Σιγά σιγά η φήμη της φιλάνθρωπης μοναχής Εικασίας απλωνόταν στη Βασιλεύουσα. Οι φτωχοί τη

λάτρευαν. Όταν την έβλεπαν, έτρεχαν και φιλούσαν το χέρι της. 

«Η αδελφή μας!» φώναζαν στο πέρασμά της. 

Αδελφή των φτωχών! Αυτός ο τίτλος που τη συγκινούσε την έκανε να δίνεται όλο και πιο πολύ στον

ωραίο αγώνα που είχε αρχίσει. Κάθε βράδυ γύριζε στο μοναστήρι τσακισμένη, με τα μέλη της

λυμένα από την κούραση, κι έπεφτε στο αχυρένιο στρώμα της σαν πεθαμένη. Όμως αυτό ακριβώς

ήταν η σωτηρία της. Γιατί σε λίγο ερχόταν ο ύπνος ο βαθύς να τη γλιτώσει απ' τις οδυνηρές σκέψεις,

απ' την τυραννική αναπόληση των περασμένων. 

Η εξάντληση μαζί με το κορμί νάρκωνε και τη σκέψη. Σπάνια τώρα πια ονειρευόταν τον Θεόφιλο, τις

γλυκές ώρες της μεγάλης αγάπης που έζησε κοντά του, τις φιλοδοξίες, το στέμμα, την πορφύρα,

που άλλοτε κρατούσαν σκλαβωμένους τους λογισμούς της. Τώρα σκεφτόταν τους φτωχούς της, τηχήρα την απαρηγόρητη, το πεινασμένο ορφανό, το γέροντα που έσβηνε σ' ένα κρεβάτι, τον

άρρωστο που πάλευε με το θάνατο, τον πανουκλιασμένο που βογκούσε στις στερνές ώρες του

μαρτυρίου του. Άκουγε μέσα στον ύπνο της φωνές μυριάδες να τη φωνάζουν «αδελφή», να της

ζητούν βοήθεια. Και το πρωί ξυπνούσε με καινούργια θέρμη για να συνεχίσει το δύσκολο έργο της. 

Μόνο τις Κυριακές έμενε στο ασκητήριό της. Ήταν η μέρα της προσευχής και... της αναψυχής της.

Και αναψυχή για την Κασσιανή ήταν η ποίηση. Τώρα, όμως, οι ύμνοι που συνέθετε δεν είχαν την

παλιά θέρμη που στο βάθος έκρυβε τον απωθημένο ερωτισμό. Τώρα οι στίχοι της είχαν αγνότητα.

Στα εγκώμιά της προς τον Ιησού δεν υπήρχε πια η υπόκρουση του έρωτα προς τον άνδρα που είχε

χάσει. Ο καημός για τις εγκόσμιες χαρές που είχε στερηθεί έσβηνε μέσα της. 

Πάνω σ' αυτή την ώρα, στην πάλη που έκανε να λυτρωθεί από τα περασμένα, ήρθε το νέο χτύπημα,

η καινούργια δοκιμασία. Και τη φορά αυτή το χτύπημα της το έδωσε η Θεοδώρα. Όταν άρχισε να

δημιουργείται ο νέος θρύλος γύρω από τα θαυμαστά φιλανθρωπικά έργα της μοναχής Εικασίας, η

Θεοδώρα, η παντοδύναμη Αυγούστα, αποφάσισε να την πλήξει. Μάντεψε ότι η Κασσιανή είχε βρει

την ψυχική απολύτρωση, που τόσο είχε ανάγκη, στη φιλανθρωπική δράση. Λοιπόν, θα της

αφαιρούσε κι αυτή τη χαρά. 

Με μια αυστηρή διαταγή απαγόρευε στους μοναχούς και στις μοναχές να βγαίνουν για

οποιοδήποτε λόγο από τα μοναστήρια και να έρχονται σε επαφή με τους λαϊκούς. Έδωσαν την

εξήγηση ότι η διαταγή αυτή ήθελε να προφυλάξει τους καλόγερους και τις καλόγριες από τους

τόσους πειρασμούς που συναντούσαν στην πολιτεία, όταν κατέβαιναν από τα μοναστήρια τους και

Page 154: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 154/173

Digitized by 10uk1s

ανακατεύονταν με τον κόσμο. Όλοι πίστεψαν αυτή τη δικαιολογία, εκτός από την Κασσιανή.

Κατάλαβε ότι εναντίον της και μόνο στρεφόταν το σκληρό μέτρο. Το πλήγμα που δέχτηκε ήταν

μεγάλο. Η εκδίκηση της Θεοδώρας την έκλεινε και πάλι στο κελί της, στην απομόνωση, στην

τυραννική αναπόληση του παρελθόντος. Από τις πρώτες μέρες που ξανακλείστηκε αναγκαστικά στο

μοναστήρι, ζωντάνεψαν και πάλι τα περασμένα. Η λησμονιά που είχε βρει τον τελευταίο καιρόέσβησε μονομιάς κι οι σκέψεις για την ευτυχία που είχε χάσει ξανάρθαν. Και ο παλιός καημός

ξύπνησε τώρα μέσα της πιο άγριος. Η ανάμνηση του αγαπημένου άνδρα ξανάρθε πάλι, να τη

βασανίζει νύχτα και μέρα. Το σκληρότερο απ' όλα ήταν ότι τώρα είχε αρχίσει να επαναστατεί και η

σάρκα. Μαζί με την ψυχή υπέφερε τώρα και το κορμί. Δεν αναπολούσε πια τον Θεόφιλο σαν τον

αγαπημένο που ήταν να της χαρίσει μια αγνή και ουράνια ευτυχία. Τώρα από την αναμμένη

φαντασία της περνούσε ο άνδρας. Στις ονειροφαντασίες της έβλεπε πως βρισκόταν στην αγκαλιά

του, ένιωθε τα χείλη του να καίνε τα δικά της χείλη. 

Σε τέτοιες ζοφερές ώρες πετιόταν απ' την κλίνη της, έτρεχε στο ναό, έπεφτε στο μαρμάρινο δάπεδο

και με λυγμούς ικέτευε τη Θεοτόκο να τη σώσει. Του κάκου. Ο δαίμονας της ηδονής την είχε

κατακυριέψει. Η τυραννία αυτή κρατούσε μέρες, εβδομάδες, μήνες. Την είχε μεταβάλει σ' έναπλάσμα άβουλο, που πια δεν είχε δύναμη ν' αντισταθεί, αλλά   παραδινόταν όλο και περισσότερο

στην άβυσσο του πάθους. Έφτασε ώρα που δεν μπορούσε ούτε να προσευχηθεί. Γιατί καθώς έστεκε

γονατισμένη εμπρός στην εικόνα του Ιησού, η άρρωστη φαντασία της έβλεπε στη μορφή του

Ναζωραίου το πρόσωπο του Θεόφιλου  – ένας Θεόφιλος που κάρφωνε πάνω της βλέμμα γεμάτο

από πόθο ερωτικό. Τότε η άμοιρη ένιωθε το μυαλό της να σαλεύει. Περίφοβη μπροστά στις

ιερόσυλες φαντασιώσεις της, αισθανόταν ότι το μαρτύριο αυτό δεν θα αργούσε να τη συντρίψει.  

Αλλά η Θεία Πρόνοια ήρθε για μια φορά ακόμα να τη σώσει. Αρρώστησε. Έπεσε άρρωστη βαριά με

μια ασθένεια παράξενη, ανεξήγητη. Πόνο δεν ένιωθε, μονάχα ένας πυρετός υψηλός την έκαιγε.

 Ύστερα από σαράντα μέρες οι μοναχές που τη νοσήλευαν έχασαν κάθε ελπίδα. Ήταν η κρίση της

αρρώστιας. Δυο μερόνυχτα πάλεψε ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. Όταν πέρασε η κρίση κιέπεσε ο πυρετός, μια βαθιά μεταβολή είχε γίνει μέσα της. Λες και η αρρώστια, ο πυρετός είχαν

σκοτώσει μέσα της το δαίμονα του πόθου. 

Ακόμα περισσότερο, όταν ήρθε η ανάρρωση, όταν άρχισε να συνέρχεται και μπόρεσε να ερευνήσει

την ψυχή της, ανακάλυψε πως όχι μόνο είχε λυτρωθεί από τα δαιμόνια της σάρκας, αλλά και ότι όλο

το συγκλονιστικό ρομάντσο που είχε ζήσει πρόβαλε τώρα εμπρός της σαν μια ιστορία παλιά, κάτι

που ανήκε πια στα περασμένα. Τώρα,  όταν αναπολούσε τον Θεόφιλο, δεν ένιωθε εκείνο το

οδυνηρό δάγκωμα στην καρδιά, που τόσο την πονούσε. Αυτό που τώρα αισθανόταν ήταν λύπη,

μελαγχολία  – η μελαγχολία που έρχεται όταν αναπολούμε όνειρα ευτυχίας που δεν

πραγματοποιήθηκαν, χαρές που ποθήσαμε πολύ, αλλά που δεν μπορέσαμε να χαρούμε. 

 Έτσι η ζωή της μπήκε σε καινούργια φάση. Ξαναβρήκε ενδιαφέρον για την ποίηση και τη ζωγραφική,

ξαναβρήκε την ανακούφιση που φέρνει η προσευχή. Ο παλιός καημός υπήρχε πάντα μέσα στην

καρδιά της, αλλά όχι σαν πρώτα, δεν  έφερνε πια τα παλαιά ξεσπάσματα που την έριχναν στο

πέλαγος της απελπισίας. Ύστερα από την τρικυμία που την είχε ταλανίσει δυο χρόνια ολόκληρα,

ερχόταν επιτέλους η πολυπόθητη γαλήνη. Κι ο χρόνος, όσο περνούσε τόσο απάλυνε μέσα της τον

παλαιό πόνο. Τη βοήθησε πολύ και η πίστη που ξαναρίζωσε στην ψυχή της. Η γυναικεία καρδιά της,

που είχε ανάγκη να λατρεύει κάποιον, έδωσε τώρα όλη τη θέρμη της στον Κύριο. Αφοσιώθηκε σ'

Αυτόν. Είχε σωθεί! 

Page 155: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 155/173

Digitized by 10uk1s

Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τον Θεόφιλο. Εκείνος δεν είχε το καταφύγιο της θρησκείας. Η πίστη

στον Θεό δεν μπορούσε να γεμίσει το απέραντο κενό που είχε ανοίξει στην ψυχή του η τραγική

αποτυχία της μεγάλης του αγάπης. Όσο περνούσε ο καιρός τόσο και πιο πολύ μαραίνονταν όλα

μέσα του. Τα γηρατειά της καρδιάς  –τα πιο απαίσια  γηρατειά για κάθε πλάσμα ανθρώπινο –

έρχονταν να τον ρημάξουν. 

Πλέον είχε εγκαταλείψει εντελώς τα βασιλικά καθήκοντά του. Η εξουσία είχε περάσει ολότελα στα

χέρια της Θεοδώρας κι απ' αυτή στον Βάρδα, που είχε ξαναπάρει τη θέση του στο παλάτι. Ο

Θεόφιλος έβλεπε τη θρασύτατη αυτή άνοδο του γυναικαδελφού του, αλλά δεν αντιδρούσε. Ακόμα

και το μίσος του κατά του επικίνδυνου αυτού ανθρώπου είχε υποχωρήσει, Έτσι, βυθισμένος καθώς

ήταν στα περασμένα, έβλεπε το παρόν με μια απάθεια νοσηρή, που του πότιζε την ψυχή με αηδία.  

Η μόνη χαρά που του είχε απομείνει από το παρόν ήταν το παιδί του. Όταν έσκυβε πάνω από το

λίκνο του και το καμάρωνε, είχε την αίσθηση ότι υπήρχε ακόμα κάποιος κλώνος που τον έδενε με

την ζωή. Ο γιος του. 

«Αυτά που φιλοδόξησα εγώ αλλά δεν μπόρεσα  να τα πραγματοποιήσω θα τα μπορέσει το παιδί

αυτό! Ο Μιχαήλ θα γίνει ο μεγάλος Αύγουστος που δεν αξιώθηκα εγώ να γίνω», παρηγοριόταν. 

Και ο καιρός περνούσε χωρίς ο Θεόφιλος να μπορεί να βρει τη δύναμη να αντιμετωπίσει τη ζωή. Το

έβλεπε κι ο ίδιος ότι πήγαινε προς το χαμό του, αλλά δεν μπορούσε ν' αντιδράσει.  

 Άρχισε να καταρρέει και σωματικά. Χτυπημένος από μια άγνωστη αρρώστια, ύπουλη, άρχισε να

φθίνει λίγο λίγο. Οι καλύτεροι γιατροί της Βασιλεύουσας δεν μπορούσαν να βρουν την αιτία της

αρρώστιας. Μέσα σ' ελάχιστο διάστημα έγινε ράκος. Και τέλος, έπεσε στο κρεβάτι για να μην

ξανασηκωθεί πια. Λίγες μέρες αργότερα κάλεσε κοντά του τον Ιωάννη Γραμματικό. Σ' ένα ξέσπασμα,

του μίλησε για τη μαρτυρική ζωή που είχε ζήσει τους τελευταίους μήνες.  

«Σε λίγο θα πεθάνω», είπε κι η φωνή του έσταζε παράπονο. «Μα πρέπει να το ξέρεις, ήμουν

πεθαμένος από καιρό... Ο θάνατος είχε θρονιαστεί μέσα μου από τότε, από τη στιγμή που...»  

Πήρε βαθιά ανάσα και εξακολούθησε: 

«...Δεν έπαψα ούτε στιγμή να τη λατρεύω. Και δεν θα πάψω ως τη  στερνή πνοή μου. Να της το

πεις... Όχι τώρα... Να το μάθει όταν πια δεν θα υπάρχω. Να της το πεις, ότι απ' τη στιγμή που την

έχασα για πάντα, η ζωή δεν είχε πια καμιά αξία για μένα. Έβαζα όλο τον κόσμο απ' τη μια και την

αγάπη της από την άλλη. Και η αγάπη της ήταν βαρύτερη. Θέλω να της τα πεις!... Για να θυμάται...» 

Την άλλη μέρα ο ετοιμοθάνατος κάλεσε κοντά του τη Θεοδώρα και την έβαλε να ορκιστεί ότι θα

σεβόταν το έργο του, ότι δεν θα υποστήριζε την εικονολατρία. Εκείνη, με δάκρυα στα μάτια, έδωσε

τον όρκο. Αργότερα κάλεσε κοντά του για δεύτερη φορά τον Ιωάννη Γραμματικό. 

«Αγαπημένε δάσκαλε», ψιθύρισε, «ήρθε η ώρα να σου πω το "χαίρε"». 

Ο Ιωάννης, αυτός ο συγκρατημένος σ' όλα του, τώρα δεν μπορούσε να κρατήσει τα δάκρυά του. 

«Μην κλαις, αγαπημένε δάσκαλε. Ξέρω ότι κανένας δεν με αγαπούσε όπως εσύ... Όμως πρέπει να

χαίρεσαι που φεύγω από την κόλαση ετούτη... Γιατί ήταν κόλαση για μένα η ζωή που ζούσα... Δεν

μπορούσα να υποφέρω περισσότερο. Γαλήνη! Αυτό ποθούσα τα τελευταία χρόνια, από τότε που...

Page 156: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 156/173

Digitized by 10uk1s

Ναι, γαλήνη!.. Κι ας είναι κι η γαλήνη του τάφου...» 

Γύρισε το κεφάλι του, για να κρύψει τα μάτια του που είχαν δακρύσει, και πρόσθεσε με δυσκολία: 

«Κάτι ακόμα. Όταν θα έχω φύγει, να τρέξεις γρήγορα κοντά της. Να της πας εσύ το άγγελμα. Δενθέλω να τ' ακούσει από άλλα χείλη... Να της πεις  –αυτό μην το ξεχάσεις – να της πεις να με

συγχωρέσει που ερήμαξα τη ζωή της... Κι ότι ως τη στερνή μου ώρα την ελάτρευα. Με πάθος!...»  

 Όταν το ίδιο βράδυ η Κασσιανή είδε μπροστά της τον Ιωάννη Γραμματικό, κατάλαβε ότι της έφερνε

είδηση μεγάλη. Πλησίασε με συγκρατημένη ανυπομονησία το σοφό πολιτικό και θέλησε να τον

ρωτήσει. Όμως ο Ιωάννης δεν την άφησε. Εξουθενωμένος κι ο ίδιος από τη συμφορά, ψιθύρισε με

χείλη που έτρεμαν από συγκίνηση: 

«Σου φέρνω ένα άγγελμα, που να μην έσωνα ποτέ μου να σ' το φέρω».  

Περισσότερο από το ύφος του παρά από τα λόγια του, η Κασσιανή μάντεψε ότι κάτι φοβερό είχεέρθει να της πει. 

«Τι συμβαίνει, Ιωάννη; Μήπως πάλι θα με σύρουν στη φυλακή;» 

Ο Γραμματικός κούνησε το κεφάλι με απελπισία. 

«Μακάρι, κόρη μου, να ήταν αυτό που ήρθα να σου αναγγείλω». 

«Με τρομάζεις...» 

«Κασσιανή, κράτησε την καρδιά σου! Ο Θεόφιλος... Ό Θεόφιλος πια... δεν υπάρχει!» 

Η Κασσιανή κοίταξε για μια στιγμή τον Ιωάννη κεραυνοβολημένη κι ύστερα έχασε τις αισθήσεις της.

 Όταν συνήλθε, δεν ξέσπασε σε κλάματα, όπως περίμενε ο Γραμματικός. Σηκώθηκε από την κλίνη

της, όπου την είχαν ξαπλώσει, στάθηκε καταμεσής στο έρημο κελί της, έριξε ένα αργό βλέμμα γύρω

της κι ύστερα στράφηκε προς τον Ιωάννη. Τον εκοίταξε επίμονα. Τι αλλόκοτη που ήταν η όψη της

την ώρα εκείνη. Δεν φανέρωνε ούτε πόνο ούτε απελπισία. Έδειχνε όμως κάτι άλλο, που έκανε τον

Γραμματικό να παγώσει. Από το βλέμμα της περνούσε μια σκιά παραφροσύνης.  

«Κόρη μου», είπε ο Ιωάννης με συμπόνια. «Σε ικετεύω, συγκρατήσου. Δείξε ακόμα μία φορά ότι 

μπορείς ν' αντέξεις τα κτυπήματα της μοίρας». 

Δεν τον άκουγε η Κασσιανή. Εξακολουθούσε να στέκεται αντίκρυ του ακίνητη και να τον κοιτάζει με

το γυάλινο εκείνο βλέμμα που προμηνούσε τρέλα. Ύστερα, άρχισε να φέρνει γύρους μέσα στο κελί

της. 

Ο Ιωάννης την άφησε στη φύλαξη μιας μοναχής και βγήκε έξω στο προαύλιο ν' ανασάνει  – δεν

άντεχε να βλέπει το βουβό σπαραγμό της. Μα κι όταν ύστερα από μία ώρα γύρισε κοντά της, τη

βρήκε να γυρίζει στο κελί της, σαν αλλοπαρμένη. Τώρα όμως, μόλις τον είδε, στάθηκε απότομα. Τον

πλησίασε, τον άρπαξε απ' τα ρούχα με μια κίνηση τρελής και ρώτησε:  

«Πού τον έχουν τώρα;» 

Page 157: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 157/173

Digitized by 10uk1s

«Στο ναό των Αγίων Αποστόλων». 

«Εκεί θα πάω!» είπε με βραχνή φωνή. 

Την ίδια νύχτα η Κασσιανή, κρατώντας στα χέρια της ένα μπουκέτο ρόδα ολόλευκα, έμπαινε στηνξακουσμένη εκκλησία των Αγίων Αποστόλων, όπου είχε εναποτεθεί η σορός του Θεόφιλου για να

εκτεθεί την επομένη σε προσκύνημα. Τα τριαντάφυλλα που κρατούσε στην αγκαλιά της άρχισαν να

τρέμουν σαν να τα φυσούσε αέρας. Το θολό βλέμμα της πάσχιζε να διακρίνει καθαρά το φέρετρο

όπου κείτονταν ο αγαπημένος άνδρας. Καταβάλλοντος όλες τις δυνάμεις της σύρθηκε ως το

φέρετρο. Ανέβηκε τα τρία σκαλοπάτια του ανάβαθρου και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον

Θεόφιλο. Δεν μπόρεσε ν' αντέξει άλλο. Έπεσε πάνω στο νεκρό κορμί, το έσφιξε στην αγκαλιά της και

άρχισε το θρήνο. 

«Αγαπημένε... αγαπημένε!» έλεγε ανάμεσα στους λυγμούς της. «Γλυκό μου φως, άστρο της ζωής

μου... Όλοι μας σε σκοτώσαμε. Πρώτη εγώ που δείλιασα και λύγισα. Ύστερα η Θεοδώρα... και οι

παλατιανοί. Και οι εχθροί και οι φίλοι σου. Όλοι μαζί εσκάψαμε λάκκο βαθύ για να σε θάψουμε,καλέ μου... Ξύπνα και μίλησέ μου. Πες μου πως είναι ψέμα η φοβερή αυτή αλήθεια!... Θεόφιλε,

θέλω για στερνή φορά να πω αυτό που πάντα ήθελες ν' ακούς από τα χείλη μου... Σε λάτρευα,

ελπίδα μου... Σαν Θεό σε λάτρευα. Δεν έπαψα στιγμή να σε λατρεύω. Φεύγεις, μα παίρνεις μαζί σου

την καρδιά μου... Δεν υπάρχει πια ζωή για μένα. Θα σ' ακολουθούσα αν δεν ήταν γλυκός ακόμα κι ο

πόνος που έρχεται από σένα. Ως τη στερνή πνοή μου θα πονώ με τη γλυκιά ανάμνησή σου.

Αγαπημένε μου, μυριάκριβε άνδρα μου!...» 

 Ώρα πολλή θρηνούσε πάνω από το νεκρό. Μόνο όταν άρχισε να ξημερώνει αναγκάστηκε να

αποχωριστεί το πολυαγαπημένο κορμί του. Βγήκε απ' το ναό αφανισμένη κι έτρεξε στο μοναστήρι

για να συνεχίσει το ατέλειωτο μοιρολόι. Εκεί, μέσα στο έρημο κελί της, εξακολούθησε το θρήνο. Την

τρίτη ημέρα άφησε τη μονή και κατέβηκε στη Βασιλεύουσα γιατί θα γινόταν η κηδεία. 

Μυριάδες λαού είχαν συγκεντρωθεί στους δρόμους της Πόλης για να παρακολουθήσουν το

μεγαλοπρεπές θέαμα. Γιατί ήταν θέαμα η κηδεία ενός Αυγούστου. Στην έκφραση των χιλιάδων

Βυζαντινών που παρακολουθούσαν την εκφορά δεν υπήρχε θλίψη, δεν υπήρχε πένθος. Μέσα σ' όλο

εκείνο το αμέτρητο πλήθος που κήδευε τον εικοστό τρίτο Ισαπόστολο, μονάχα τρία πλάσματα

έλιωναν από πόνο. Ο Ιωάννης Γραμματικός, που είχε στερηθεί τον πολυαγαπημένο φίλο, τον

πνευματικό του γιο. Ο γελωτοποιός Λίλιος, που είχε χάσει τον καλό του αφέντη και δεν μπορούσε ο

δύστυχος ούτε καν να τον θρηνήσει, επειδή, όπως του είπαν, το κλάμα ενός γελωτοποιού φέρνει

πάντα γέλιο. Και η Κασσιανή, που ένιωθε ότι μέσα στο χρυσοστόλιστο φέρετρο, πάνω στο στήθος

του νεκρού, είχε εναποθέσει, σαν εγκόλπιο, την ίδια την καρδιά της. Την ώρα εκείνη κήδευαν και τη

ζωή της. Η Κασσιανή, η κόρη με τα όνειρα, με τη θερμή καρδιά, με το μεγάλο έρωτα, με τιςφιλοδοξίες, με τη δίψα για χαρά και ευτυχία, ήταν πια νεκρή. Εκείνη που θα ζούσε από 'δώ και πέρα

θα ήταν η Εικασία, η καλόγρια που απαρνήθηκε τα εγκόσμια κι έπνιξε την αγάπη της, σαν μάνα που

σάλεψαν τα φρένα της και στραγγάλισε το νεογέννητο παιδί της.  

«Μάταια όλα!» συλλογιζόταν καθώς έβλεπε γύρω της τις μυριάδες των Βυζαντινών που κήδευαν

χωρίς πόνο, αδιάφοροι σχεδόν, αυτόν που λίγα χρόνια πριν αποθέωναν. «Απατηλά και φευγαλέα

που είναι όλα τα εγκόσμια». 

Και σαν να έδινε απάντηση στις θλιβερές σκέψεις της ο χορός των ψαλτών, άρχισε να ψάλλει: 

«Πού εστίν ο χρυσός και ο άργυρος;... Πού εστίν η των προσκαίρων φαντασία;... Πάντα κόνις, πάντα

Page 158: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 158/173

Digitized by 10uk1s

τέφρα, πάντα σκιά... » 

«Πάντα σκιά!» μονολογούσε η Κασσιανή με απόγνωση. «Σκιά όλα. Κι η ευτυχία που τόσο επόθησα

και τα όνειρα που έπλασα και οι χαρές που τόσο ήθελα να ζήσω. Όλα σκιές ήταν κι έσβησαν. Όλα

χάθηκαν. Τι μ' απομένει τώρα πια; Μόνο οι αναμνήσεις. Μόνο να θυμάμαι και να κλαίω». 

Δεν μπόρεσε να ακολουθήσει ως το τέλος τη νεκρική πομπή. Ένιωθε τις δυνάμεις της να την

εγκαταλείπουν. Σύρθηκε μακριά από το πλήθος. Ο νεκρός προχώρησε, απομακρύνθηκε. Ορθή, στη

μέση του δρόμου, που είχε πια ερημωθεί, κοίταζε την πομπή που πήγαινε τον Θεόφιλο στην

τελευταία του κατοικία. 

«Χαίρε!» ψιθύρισε. «Χαίρε, καλέ μου... χαίρε, πολυαγαπημένε...» 

Μια εβδομάδα αργότερα, η Θεοδώρα, υποκινημένη απ' τον αδίστακτο Βάρδα κι από τους

φανατισμένους καλόγερους, έλαβε τη φοβερή απόφαση να ανατρέψει το έργο του Θεόφιλου.

Υπερνικώντας κάποιους δισταγμούς, υπέγραψε το χρυσόβουλο που επανέφερε τις άγιες εικόνεςστους ναούς. Οι εικονολάτρες είχαν θριαμβεύσει. 

Επακολούθησαν σκηνές πρωτοφανείς. Χιλιάδες εικονολατρών ξεχύθηκαν στους δρόμους της

Βασιλεύουσας για να πανηγυρίσουν το γεγονός. Άλλοι έτρεξαν στα σπίτια τους, έβγαλαν από τις

κρυψώνες τις εικόνες που επί τόσα χρόνια έκρυβαν με φόβο κι έσπευσαν να τις τοποθετήσουν

στους ναούς. Μέσα σε λίγες ώρες όλες οι εκκλησίες της Πόλης είχαν πλημμυρίσει από εικονίσματα.

Ολονύκτιες δεήσεις ψάλλονταν παντού. Από τα μοναστήρια είχαν ξεχυθεί μυριάδες καλόγερων, που

περιέτρεχαν κι αυτοί τους δρόμους της θεοφύλακτης πόλης κι έψαλλαν απολυτίκια και τροπάρια.

Κάποιοι πολίτες συνωστίζονταν στα ταβερνεία και μεθοκοπούσαν. Οι αξιωματούχοι και οι

παλατιανοί, που τόσα χρόνια έκρυβαν την πίστη τους, τώρα αποκάλυπταν τα αληθινά αισθήματά

τους. 

Η πρώτη νύχτα πέρασε μέσα σ' ένα γενικό πανηγυρισμό. Την επομένη, ωστόσο, άλλαξε η

ατμόσφαιρα. Σε όλες τις πλατείες σχηματίζονταν τώρα μεγάλες διαδηλώσεις και λιτανείες.

Φανατικοί ρασοφόροι ρητόρευαν και ζητούσαν από το πλήθος να εξαπολυθεί άγριος διωγμός κατά

των εικονομάχων. Ο Βάρδας, με ανθρώπους του, υποδαύλιζε αυτό το ξέσπασμα. Τέλος, κατά το

μεσημέρι, συγκεντρώθηκε έξω από το παλάτι χιλιάδες λαού, που φώναζε ασυγκράτητος:  

«Πυρ και μάχαιρα στους θεοκατάρατους!» 

«Στη φυλακή οι εικονομάχοι!» 

 Όταν η Θεοδώρα υπέγραφε το χρυσόβουλο για την αναστήλωση των εικόνων, δεν απέβλεπε σε μια

τέτοια ανατροπή, σαν κι αυτή που ζητούσε τώρα ο όχλος. Ούτε φανταζόταν ότι η πράξη της θα είχε

τέτοιες συνέπειες. Γι' αυτό τώρα, όταν είδε τη λαϊκή εξέγερση, θέλησε ν' αντιδράσει. Αλλά ήταν

αργά. Τίποτα δεν μπορούσε να συγκρατήσει το αγανακτισμένο πλήθος.  

«Δεν μπορείς να κάμεις διαφορετικά», είπε ο Βάρδας στη Θεοδώρα. «Πρέπει να ικανοποιήσεις το

λαϊκό αίσθημα». 

«Να ξαναρχίσουν πάλι οι αντεκδικήσεις και τα μίση;» διαμαρτυρήθηκε η Αυγούστα.  

«Δεν μπορεί να γίνει αλλιώτικα. Αν δεν δώσεις την ικανοποίηση  που χρόνια περιμένει όλος αυτός ο

Page 159: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 159/173

Digitized by 10uk1s

πολυπαθής κόσμος των πιστών, θα στραφούν εναντίον σου». 

 Έτσι άρχισε ένας σκληρός διωγμός των αντιφρονούντων. Πολλοί εικονομάχοι κλείστηκαν στις

φυλακές, άλλοι υποχρεώθηκαν ν' αποκηρύξουν τις ιδέες τους, άλλοι σύρθηκαν στους δρόμους και

διαπομπεύτηκαν. Τα μοναστήρια όπου μόναζαν εικονομάχοι κλείστηκαν και οι καλόγεροιμεταφέρθηκαν σε άλλα, απομακρυσμένα.  Πολλών πλούσιων εικονομάχων λεηλατήθηκαν τα

μέγαρα. Άλλοι τρομοκρατημένοι αναγκάστηκαν να φύγουν μακριά από τη Βασιλεύουσα. Τα

εκπαιδευτήρια που είχε ιδρύσει ο Θεόφιλος καταργήθηκαν, γιατί ο Βάρδας  –και μαζί του όλοι οι

εικονολάτρες – πίστευε ότι τα σχολεία αυτά, με τις καινούργιες γνώσεις που δίδασκαν, άλλαζαν τα

μυαλά των νέων και τους απομάκρυναν από την αληθινή πίστη του Χριστού... την εικονολατρία. 

Η ίδια αναστάτωση επικρατούσε και στο στρατό. Όσοι αξιωματικοί ήταν γνωστοί για τις

εικονοκλαστικές αντιλήψεις τους διώχτηκαν από το στράτευμα. Οι πιο φανατικοί ρίχτηκαν στις

φυλακές. Στο παλάτι η «εκκαθάριση» ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Πρώτος απομακρύνθηκε ο Ιωάννης

Γραμματικός. Η Θεοδώρα, που τον μισούσε, όχι μόνο τον έπαψε από το αξίωμά του αλλά τον

διέταξε να κλειστεί σ' ένα ασκητήριο. Από τους άλλους αξιωματούχους δεν έμεινε κανείς που ναμην ενέπνεε απόλυτη εμπιστοσύνη στον Βάρδα. Η ίδια η Θεοδώρα, που την πρώτη στιγμή ήταν

διαλλακτική, όσο περνούσαν οι μέρες παρασυρόταν όλο και περισσότερο. Μέσα στο φανατισμό

της, δεν ξέχασε την Κασσιανή. 

 Ένα πρωί έφτασαν στο ασκητήριο της Εικασίας ένοπλοι βαράγγοι και την πήραν. Την κατέβασαν στη

Βασιλεύουσα και την οδήγησαν σε μια πλατεία. Εκεί, πάνω σε μια εξέδρα, είχαν ανεβεί μερικοί

φανατισμένοι αρχηγοί των εικονολατρών, που τους είχαν αναθέσει το έργο να εξετάζουν κάθε

εικονομάχο που έσερναν μπροστά τους, να κρίνουν την περίπτωσή του και να βγάζουν απόφαση αν

έπρεπε να ριχτεί στη φυλακή, να σταλεί στην εξορία ή να αφεθεί ελεύθερος. 

Στην εμφάνιση της Κασσιανής, ο λαός που στεκόταν γύρω απ' την εξέδρα ξέσπασε σεαποδοκιμασίες. 

«Είναι το γύναιο που είχε ξεμυαλίσει τον Θεόφιλο», φώναξαν πολλοί. 

«Και πάσχισε να διώξει απ' το παλάτι την ευσεβέστατη Αυγούστα μας». 

«Στη φυλακή!» 

Με βάρβαρα σπρωξίματα την έφεραν μπροστά στους αρχηγούς, το «κριτήριο» όπως το

αποκαλούσαν. 

«Τι ζητάτε από μένα;» τους ρώτησε μόλις συγκρατώντας την αγανάκτησή της. 

«Να αποκηρύξεις τις ιδέες σου. Να καταρασθείς το γένος των εικονομάχων!» αποκρίθηκε ο ένας

από τους «αρχηγούς». 

Η Κασσιανή τον κοίταξε με περιφρόνηση. Τον γνώριζε αυτόν τον «κριτή» της. Σήμερα παρίστανε το

φανατισμένο εικονολάτρη, αλλά στο παρελθόν, όταν οι εικονολάτρες καταδιώκονταν, ήταν ακριβώς

το αντίθετο· διώκτης των «ξυλολατρών» και μάλιστα από τους πιο φανατισμένους.  

«Τι ασυνείδητοι που είναι κατά βάθος όλοι αυτοί οι φανατικοί και των δυο παρατάξεων». Με τη

σκέψη αυτή, η Κασσιανή, στράφηκε σ' αυτόν που της μίλησε και τον ειρωνεύθηκε:  

Page 160: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 160/173

Digitized by 10uk1s

«Αντύπα, μήπως δεν άκουσα καλά; Μου ζητάς να καταραστώ τους εικονομάχους κι όχι τους

εικονολάτρες;» 

«Είσαι αδιάντροπη!» φώναξε ο παλιός εικονολάτρης. «Έχω εξουσία να σε παιδέψω σκληρά». 

«Οι όσιοι και οι μάρτυρες παιδεύονταν σκληρότερα, αλλά την πίστη τους δεν την απαρνιόνταν όπως

κάποιοι βδελυροί άνθρωποι του καιρού μας». 

«Τολμάς να βρίζεις, ντροπιασμένο γύναιο;» ούρλιαξε ο Αντύπας. «Φωνάξτε το δήμιο. Θα πληρώσει

με μαστίγωμα τα αισχρά της λόγια». 

«Στο δήμιο! Στο δήμιο!» φώναζαν οι φανατισμένοι εικονολάτρες που στέκονταν τριγύρω. 

«Θάνατος στη μαυλίστρα!» 

«Να μαστιγωθεί. Γυμνώστε την!» πρόσταξε ο Αντύπας. 

Τότε πετάχτηκε μέσα από το πλήθος ένας ανθρωπάκος. Στάθηκε μπροστά στην Κασσιανή, άπλωσε

σαν φτερούγες τα χέρια του και φώναξε: 

«Αλίμονο σε κείνον που θα την αγγίξει!» 

Αλλά η φωνή του ήταν τόσο λεπτή, τόσο αδύνατη, που οι φανατικοί ξέσπασαν σε γέλια αντί να

θυμώσουν. Κι όμως, ο ανθρωπάκος δεν αστειευόταν. Με λύσσα δυσανάλογη προς το ανάστημά του

ρίχτηκε πάνω στον πρώτο που άπλωσε το χέρι να σκίσει το φόρεμα της Κασσιανής. Με δόντια και με

νύχια τον ανάγκασε ν' αφήσει την κόρη και έπειτα, σέρνοντάς τον με δύναμη από το ένα πόδι, τον

έριξε  καταγής. Δέκα λυσσασμένοι όρμησαν πάνω στον υπερασπιστή της ρασοφορεμένης. Μαεκείνος, μεθυσμένος από οργή κι απελπισία, έσυρε από τη μέση του ένα μικρό σπαθάκι και άρχισε

να φοβερίζει. Τότε ένας μεθυσμένος στρατιώτης τράβηξε αγριεμένος το σπαθί του και χτύπησε

κατάστηθα το μικρόσωμο άγνωστο. Ο κωμικοτραγικός ιππότης κυλίστηκε αιμόφυρτος στα πόδια της

Κασσιανής. Εκείνη γονάτισε κοντά του με οδύνη και του χάιδεψε το μέτωπο. 

«Δεν με νοιάζει που πεθαίνω, Κασσιανή, αφού πεθαίνω για σένα», τον άκουσε να της ψιθυρίζει. «Κι

αν φεύγω από σένα, με παρηγορεί η σκέψη ότι πάω κοντά σε κείνον που σε λάτρευε ως τη στερνή

του ώρα. Κι εγώ... Ναι, κι εγώ σ' αγαπούσα, ο αξιολύπητος. Δεν ήξερες τίποτα. Δεν έτρεφα καμιά

ελπίδα. Μα τι μ' ένοιαζε; Μου έφθανε που μπορούσα, έστω και μυστικά, να σε λατρεύω. Τώρα 

πεθαίνω για σένα. Τι μεγαλύτερη ευτυχία μπορούσα να ελπίζω ο άμοιρος;»  

Ο τραγικός εκείνος υπερασπτιστής της Κασσιανής ήταν ο γελωτοποιός του Θεόφιλου, ο Λίλιος. 

Ο σκοτωμός του νάνου συνέφερε τους εικονολάτρες και γλίτωσε την Κασσιανή από το μαστίγωμα,

που περισσότερο θα την ντρόπιαζε παρά θα την πονούσε. Ωστόσο ο Αντύπας, σύμφωνα με τις

υποδείξεις που του είχαν γίνει απ' το παλάτι, την έριξε σε κάποιο δεσμωτήριο.  

Στο κελί της φυλακής η Κασσιανή άρχισε άθελά της να αναλογίζεται τα περασμένα. Η φαντασία της

ξαναζωντάνευε όλη τη δραματική της ιστορία, από την πρώτη ώρα, από τη στιγμή που πρωτόδε τον

Θεόφιλο στον Ιππόδρομο ως την ώρα που με σπαραγμό έλεγε το τελευταίο «χαίρε» στον

πολυαγαπημένο άνδρα. Τι αγωνίες, πόσες περιπέτειες, τι δάκρυα, πόσος πόνος! Λίγες, ελάχιστες

στιγμές ευτυχίας. Είναι λοιπόν τόσο βαρύ αμάρτημα ο έρωτας, ώστε να πρέπει να τον πληρώσει με

Page 161: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 161/173

Digitized by 10uk1s

το αίμα της καρδιάς του αυτός που θα του δώσει ολόκληρο τον εαυτό του; Κι είναι τόσο ακριβή η

ευτυχία, ώστε για να δοκιμάσει κανείς λίγες γλυκές της ώρες πρέπει να πληρώσει με ατελείωτες

μέρες και νύχτες πόνου; Αυτά αναρωτιόταν η Κασσιανή. 

Κι ήταν τα λόγια αυτά ένας επίλογος στο βιβλίο της αγάπης της, που είχε ανοίξει στο ναό της ΑγίαςΣοφίας, την ολόφωτη εκείνη ημέρα της στέψης του Θεόφιλου, και έκλεινε σήμερα, μέσα στο

σκοτεινό κελί της φυλακής της. 

Αυτή ήταν η τελευταία εκδικητική πράξη της παντοδύναμης πλέον Αυγούστας κατά της αντιπάλου

της. Η Κασσιανή έμεινε κάμποσο καιρό στη φυλακή, ωσότου ηρέμησαν τα πράγματα, ξεθύμανε το

μένος των εικονολατρών και δόθηκε σε όλους τους εικονομάχους χάρη. Τότε η Εικασία γύρισε στο

μοναστήρι της, για να ζήσει εκεί όλη την υπόλοιπη ζωή της, αφοσιωμένη στη λατρεία του Κυρίου, με

γλυκιά παρηγοριά τις αναμνήσεις και την ποίηση, που θα της έφερνε δόξα και θα έκανε αθάνατο το

όνομά της. Η Θεοδώρα κέρδισε κι εκείνη την αθανασία για την ιστορική πράξη της να αναστηλώσει

τις άγιες εικόνες. Η Εκκλησία την κατέταξε ανάμεσα στις αγίες. Όπως όμως και η μεγάλη αντίπαλός

της, η Θεοδώρα έζησε δυστυχισμένη. Η πιο μεγάλη συμφορά τη βρήκε αφού πέτυχε ναπραγματοποιήσει το μεγάλο όνειρό της, να γίνει Αυγούστα αληθινή, με δύναμη και εξουσία.  

Την φορά αυτή ο εχθρός της δεν ήταν η Κασσιανή, αλλά ο αδελφός της, ο Βάρδας. Ο αδίστακτος

αυτός άνθρωπος συνέλαβε το σχέδιο, τώρα που δεν υπήρχε πια το εμπόδιο του Θεόφιλου, να πάρει

αυτός στα χέρια του τη βασιλική εξουσία. Η Θεοδώρα του είχε δώσει μεγάλα δικαιώματα, τα οποία

όμως δεν χόρταιναν τη φιλοδοξία του. Ήθελε να παραμερίσει ολότελα την αδελφή του κι άρχισε

νέες δολοπλοκίες. 

Προσεταιρίστηκε τον ένα μετά τον άλλο τους αξιωματούχους που κατείχαν θέσεις καίριες και τους

μετέβαλε σε τυφλά του όργανα. Αλλά δεν περιορίσθηκε σ' αυτό. Εξακολουθούσε να υπονομεύει τη

θέση της αδελφής του. Αποφάσισε να προσεταιριστεί τον ανιψιό του, τον αυριανό αυτοκράτορα. ΟΜιχαήλ ήταν ένα παιδί με ελαττώματα πολλά, με αναίδεια, θράσος, με αδιαντροπιά απίστευτη για

την ηλικία του. Τα ελαττώματα αυτά ακριβώς εκμεταλλεύθηκε ο Βάρδας. Άρχισε να κολακεύει τον

Μιχαήλ, να υποδαυλίζει τις αδυναμίες του, να τον σέρνει πρόωρα προς απολαύσεις θανάσιμες για

έναν έφηβο. Πρώτα τον έμαθε να πίνει. Έπειτα τον οδήγησε στα μέγαρα ακόλαστων ευγενών, όπου

στήνονταν γλέντια που κατέληγαν σε όργια. 

Η Θεοδώρα προσπάθησε να αντιδράσει. Ο Μιχαήλ όμως, με τη θρασύτητα που τον διέκρινε, της

αποκρίθηκε αδιάντροπα ότι ήταν... Αύγουστος και μπορούσε να κάνει ό,τι ήθελε. Τότε εκείνη

στράφηκε στον αδελφό της, αφού δεν είχε ακόμα αντιληφθεί το δόλιο παιχνίδι του. 

«Βάρδα», του είπε, «ο Μιχαήλ θα καταστραφεί. Πρέπει να τον σώσουμε. Και μόνο εσύ μπορείς νατον σώσεις. Μονάχα εσύ εξασκείς επάνω του επιρροή». 

Στην παράκληση της αναστατωμένης μητέρας ο Βάρδας αποκρίθηκε με υπεκφυγές. Δεν είχε έρθει

ακόμα η ώρα να αποβάλει το προσωπείο και να παρουσιαστεί ως απροκάλυπτος αντίπαλος της

αδελφής του. Γι' αυτό προσπάθησε να την καθησυχάσει. Τη διαβεβαίωσε ότι θα έκανε ό,τι

μπορούσε για να κάνει τον Μιχαήλ ν' αλλάξει συμπεριφορά απέναντί της. Την ίδια στιγμή όμως

άλλα συλλογιζόταν. 

Εξακολούθησε, λοιπόν, το φθοροποιό του έργο, σπρώχνοντας ολοένα και περισσότερο στην

ακολασία, στο ποτό, στις απολαύσεις τον ανιψιό του. Κι όσο περνούσε ο καιρός τόσο και πιο πολύ ο

αυριανός Αύγουστος παραδινόταν στη μέθη και την ακολασία. Ώσπου τα δυο αυτά πάθη τον

Page 162: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 162/173

Digitized by 10uk1s

κυρίεψαν ολότελα, του παρέλυσαν τη βούληση και τον έκαναν άβουλο υποχείριο του Βάρδα. Τότε

μονάχα η Θεοδώρα κατάλαβε το δολερό παιχνίδι του αδελφού της. Αφήνοντας κατά μέρος κάθε

επιφύλαξη, του μίλησε αυστηρά: 

«Βάρδα, κάτι φοβερό έχεις στο νου σου!» 

Εκείνος θέλησε να δικαιολογηθεί, αλλά η Αυγούστα εξακολούθησε με οργή: 

«Προδίδεις την εμπιστοσύνη που σου έδειξα. Δεν φέρεσαι σαν αδελφός που ευεργετήθηκε, αλλά

σαν κρυφός αντίπαλος που ραδιουργεί για να επιτύχει τους σκοτεινούς σκοπούς του. Πρόσεξε,

όμως. Πρόσεξε, γιατί εκείνους που στρέφονται εναντίον μου δεν τους συγχωρώ ποτέ. Όταν

φθάσουν να γίνουν επικίνδυνοι, δεν διστάζω και να τους κτυπήσω». 

Ο Βάρδας δεν απάντησε. Μα μέσα του πήρε την ανένδοτη απόφαση να εκτελέσει τώρα αμέσως

αυτό που από καιρό μελετούσε. Έπρεπε να προλάβει να χτυπήσει πρώτος.  

Λίγες εβδομάδες μετά τη σύγκρουση των δυο αδελφών, ο Μιχαήλ –ο Μιχαήλ ο Μέθυσος, όπως τον

αποκαλούσε πια ο λαός και όπως θα έμενε γνωστός στην Ιστορία – πήρε μια απόφαση που ήταν

απίστευτη για ένα γιο. Έπειτα από μια ζωηρότατη φιλονικία που είχε με τη μητέρα του, αποφάσισε

να την απομακρύνει από το παλάτι. Η Θεοδώρα ξαφνιάστηκε πολύ, αλλά νόμισε ότι θα μπορούσε

να αντεπεξέλθει εύκολα σε μια τέτοια «παιδαριώδη», όπως έλεγε, ενέργεια. Όταν όμως δοκίμασε

να αντιδράσει, είδε με οδυνηρή κατάπληξη ότι δεν υπήρχε κανείς στο παλάτι που να ήταν

αποφασισμένος να πάρει το μέρος της. Όλοι ήταν τυφλά όργανα του Βάρδα.  

Ωστόσο, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον αγώνα. Εξακολούθησε να παλεύει απεγνωσμένα,

προσπαθώντας άλλοτε με απειλές και άλλοτε με ικεσίες να μαλακώσει το γιο της. Ο Μιχαήλ όμως

δεν άκουγε παρά μονάχα το θείο του. Και σε μια νέα σύγκρουση που είχε με τη μητέρα του, ονεαρός Αύγουστος δεν δίστασε να διατάξει τους σπαθάριους να τη συλλάβουν και να την πάνε σε

μοναστήρι. 

Κανείς δεν βρέθηκε να παρέμβει υπέρ της Θεοδώρας. Η χθεσινή αγέρωχη Αυγούστα,

συντετριμμένη, εξουθενωμένη, οδηγήθηκε την ίδια μέρα από τους σπαθάριους του Βάρδα σ' ένα

μοναστήρι. Ωστόσο το δράμα της δεν είχε τελειώσει ακόμα. Ο αδελφός της ήταν αποφασισμένος να

την εξοντώσει, μια για πάντα. Λίγες μέρες μετά τον περιορισμό της στη μονή, μια νέα απόφαση του

Μιχαήλ διέταξε την κουρά της. Έπρεπε να γίνει μοναχή για να χάσει πια κάθε ελπίδα ότι θα

μπορούσε ποτέ να ξαναγυρίσει στο θρόνο. 

Μετά την κουρά της, η Θεοδώρα οδηγήθηκε από την ηγουμένη, που ήταν όργανο κι αυτή τουΒάρδα, στο ναΐδριο της μονής και εκεί ντύθηκε το μαύρο ράσο που από 'δώ και πέρα θα 'ταν το

μόνο ένδυμά της. Έπειτα ο χορός των μοναχών έψαλε την καθιερωμένη ακολουθία και, τέλος, η

Θεοδώρα υποχρεώθηκε να γονατίσει εμπρός στην Ωραία Πύλη και να ορκιστεί ότι θα αφιέρωνε τη

ζωή της στη λατρεία του Κυρίου και ότι αποχαιρετούσε για πάντα τα εγκόσμια. 

Σε όλη τη διάρκεια των δυο ωρών που διήρκεσε η φοβερή ιεροτελεστία, η χθεσινή Αυγούστα δεν

φανέρωσε ούτε μια στιγμή τον πόνο και την απελπισία που την έπνιγε. Ήθελε να κρατήσει την

αξιοπρέπειά της, να φυλάξει την υπερηφάνειά της. Ούτε και να αντισταθεί δοκίμασε. Ποιο το

όφελος; Ένιωσε ότι δεν είχε να κερδίσει τίποτα. Τώρα ήξερε καλά πόσο σκληρή καρδιά έκρυβαν τα

στήθη του αδελφού της, ότι δεν είχε τίποτα πια να ελπίζει από έναν τέτοιο άνθρωπο. Όταν όμως

πήρε τέλος η απαίσια τελετή και οι μοναχές αποχώρησαν από το ναό αφήνοντάς τη μόνη για να

Page 163: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 163/173

Digitized by 10uk1s

προσευχηθεί, όπως όριζε το έθιμο, η πληγωμένη αυτοκράτειρα άφησε την οργή της να ξεσπάσει. 

Στράφηκε απότομα, πλησίασε με μικρά βήματα τον Βάρδα, που έστεκε ακόμα έξω στο νάρθηκα και,

δίνοντας διέξοδο στην οργή και στον πόνο της, άρχισε να του λέει: 

«Ιούδα! Ιούδα Βάρδα, Ιούδα αδελφέ! Με πρόδωσες όπως ο Ισκαριώτης τον Ιησού Χριστό! Μ'

αφάνισες για να ικανοποιήσεις τις άνομες φιλοδοξίες σου. Μου έκλεψες το θρόνο, μου έκλεψες το

παιδί μου. Όλα μου τα πήρες, όλα τ' άρπαξες. Μα δεν φοβάσαι τον Θεό εσύ; Τα τόσα εγκλήματά

σου δεν σε κάνουν να τρομάζεις; Δεν σκέπτεσαι την ώρα που θα δώσεις λόγο στον Θεό; Ληστή! Χθες

ακόμα σερνόσουν σαν σκουλήκι μπρος στα πόδια μου και μου φιλούσες τα σανδάλια υποτακτικός

σαν δούλος. Και τώρα, φίδι, σήκωσες το βδελυρό κεφάλι σου και δάγκωσες αυτή που σε ανέβασε

στο πιο ψηλό αξίωμα της αυτοκρατορίας. Να 'σαι καταραμένος, άπιστε αδελφέ! Σ' όλη μου τη ζωή

θα σε καταριέμαι, Κάιν». 

 Ήταν φοβερή η Αυγούστα την ώρα εκείνη. Τα λόγια έβγαιναν από το στόμα της σαν βαρύ ανάθεμα.

Ο Βάρδας για μια στιγμή ανατρίχιασε  – τόσο άγρια ήταν η κατάρα της αδελφής του. Αλλά δεν ήταναπό τους ανθρώπους που μπορεί να τους φοβίσει ένα αδελφικό ανάθεμα. Μαύρη ψυχή, μπορούσε

να περάσει άφοβα πάνω απ' το πτώμα ανθρώπου που είχε θανατώσει ο ίδιος. Όταν η Θεοδώρα

έπαψε να μιλά, αυτός, αδιάφορος κι ασυγκίνητος, προχώρησε προς την έξοδο του ναού. Ήταν πια

στο κατώφλι όταν γύρισε, κοίταξε με περιφρόνηση σχεδόν τη Θεοδώρα που είχε σωριαστεί σ' ένα

στασίδι, ερείπιο ανθρώπινο, και σαν να απαντούσε σ' όλα τα φοβερά «κατηγορώ», της είπε: 

«Δεν ήσουν γεννημένη για βασίλισσα. Ο θρόνος θέλει ανθρώπους δυνατούς. Κι εσύ ήσουν μια

γυναικούλα αδύναμη κι άβουλη, που εύκολα παρασυρόταν απ' τα πάθη της και εμπιστευόταν τον

πρώτο άνθρωπο που θα κολάκευε τις αδυναμίες της. Το μόνο που είχες ήταν η υπέρμετρη

φιλοδοξία σου. Αλλά η φιλοδοξία δεν φθάνει για έναν εστεμμένο. Χρειάζεται κι ατσάλινη καρδιά,

χρειάζεται ψυχή αλύγιστη. Όχι, δεν ήσουν πλασμένη για Αυγούστα!» 

Και με τα λόγια αυτά, που αντήχησαν σαν επικήδειος της βασιλικής ζωής της Θεοδώρας, ο Βάρδας

βγήκε απ' το ναό ατάραχος. 

Τον πρώτο καιρό η ρασοφορεμένη αυτοκράτειρα ζούσε στο μοναστήρι σαν φυλακισμένη. Της ήταν

αδύνατο να συνηθίσει στην ιδέα ότι όλα πια είχαν τελειώσει γι' αυτήν, ότι είχαν χαθεί τα πάντα,

στέμμα, εξουσία, δόξα, πλούτη. Για μήνες δεν έβγαινε απ' το κελί της παρά μόνο για να πάει στο

ναό του μοναστηριού να προσευχηθεί. Κι αυτό γινόταν τις ώρες που στην εκκλησία δεν βρισκόταν

καμιά άλλη μοναχή. Γινόταν διπλός ο καημός της όταν αντίκριζε εκείνα τα βλέμματα οίκτου που τηςέριχναν οι άλλες καλόγριες. Αυτή που στεκόταν πολύ ψηλά και έπεσε, ένιωθε τριπλή τη συμφορά

της τώρα, που αισθανόταν γύρω της τον οίκτο εκείνων που της χάριζαν άλλοτε το θαυμασμό τους.

Κλεισμένη στο κελί μέρα νύχτα, την έβλεπαν να βηματίζει ώρες ολόκληρες, την άκουγαν να

μονολογεί αδιάκοπα. Άλλοτε ξεστόμιζε κατάρες φοβερές κατά του Βάρδα κι άλλοτε έβριζε τον

άκαρδο γιο της. 

Ωστόσο, με τον καιρό η οργή μαλάκωνε μέσα της, η αγανάκτησή της έχανε την πρώτη οξύτητα.

 Έπειτα ήρθε η προσευχή με τη μαγική της δύναμη. Στις κρίσιμες ώρες, όταν η απελπισία έζωνε την

ψυχή της, η κατατρεγμένη αυτοκράτειρα αναζητούσε παρηγοριά και ανακούφιση από τον Ύψιστο,

το μέγα καταφύγιο κάθε βασανισμένου που είχε πίστη. Γονατισμένη εμπρός στην εικόνα της

Δέσποινας των Ουρανών, ζητούσε παρηγοριά. 

Page 164: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 164/173

Digitized by 10uk1s

«Θεοτόκε Παρθένα», παρακαλούσε με δάκρυα στα μάτια, «κάνε με να ξεχάσω αυτά που έχασα.

Κάνε να μην πονώ για τούτα που με βρήκαν». 

Η Πονολύτρια εισάκουε την ολόθερμη δέηση και έστελνε στην ταλαίπωρη βασίλισσα το βάλσαμο

της ψυχής που ζητούσε. Όταν πέρασαν μήνες, όταν προπάντων πήρε την απόφαση ότι όλα πια είχαντελειώσει, έπαψε να βλέπει αυτά που είχε πάθει σαν μια τραγωδία αβάστακτη. Δεν απέμεινε μέσα

της παρά μια πικρία απέραντη για τη μοίρα της και μια βαθιά απογοήτευση για τη ματαιότητα των

εγκοσμίων. 

Σ' αυτή την ψυχική κατάσταση ένιωσε την ανάγκη να στρέψει την αγάπη, τη στοργή της  –που τώρα

πια δεν είχε σε ποιον να τη χαρίσει – στον πεθαμένο βασιλιά και σύζυγό της. Άρχισε να τον

συλλογίζεται. Αναπολούσε τη ζωή που έζησε κοντά του. Μολονότι δεν έβρισκε σχεδόν ούτε μία

στιγμή ευτυχίας στη ζωή αυτή, ένιωθε για τον Θεόφιλο μια θέρμη που ποτέ δεν είχε νιώσει.

Παράξενη που ήταν η καρδιά της! Η Θεοδώρα, η φιλόδοξη γυναίκα που ποτέ δεν είχε νιώσει αγάπη

αληθινή για τον Θεόφιλο, ανακάλυψε τώρα έκπληκτη ότι είχε γελαστεί και στο σημείο αυτό, ότι στο

βάθος της καρδιάς της υπήρχε ανέκαθεν για τον Θεόφιλο ένα θερμό αίσθημα που δεν διέφερε πολύαπό τον αληθινό έρωτα. 

Τον είχε αγαπήσει τον υπερήφανο εκείνον άνδρα με την αρρενωπή ομορφιά. Τον είχε αγαπήσει από

την πρώτη ώρα, πολύ καιρό πριν από την περίφημη εκλογή του Χρυσοτρίκλινου. Μα την αγάπη

αυτή την είχαν απωθήσει στα βάθη της καρδιάς της η υπερηφάνεια, η φιλοδοξία της κι η επίδραση

του Βάρδα. Ο αρχομανής εκείνος αδελφός, για να τη χρησιμοποιήσει, άναψε τη φιλοδοξία της και 

μπόλιασε την ψυχή της με ιδέες που δεν ήταν δικές της. Της έμαθε να πνίγει κάθε καλό συναίσθημα

που ανθούσε στην παρθενική καρδιά της και να μη βλέπει παρά μόνο αυτό που υπηρετούσε τα

συμφέροντα και τους σκοπούς της –τους σκοπούς του Βάρδα. Έτσι είδε τον Θεόφιλο ως τον άνδρα

που θα πραγματοποιούσε τα φιλόδοξα όνειρά της και, καθώς τα σχέδια αυτά βρήκαν από την

πρώτη στιγμή το εμπόδιο της αγάπης του πορφυρογέννητου και της Κασσιανής, η Θεοδώραστάθηκε απέναντι σ' αυτόν σαν αντίπαλος. Έπρεπε να νικήσει, δεν ήθελε να ηττηθεί. Η σχέση της με

τον Θεόφιλο πήρε τη μορφή αγώνα σκληρού, που έπνιξε τον έρωτα ο οποίος μόλις πήγαινε να

ανθήσει. 

Η σύγκρουση που επακολούθησε έφερε αυτό που πάντα φέρνει ο καταφρονεμένος έρωτας· το

μίσος. Μίσησε με πάθος αυτόν που ήθελε να αγαπά. Στην περιφρόνηση του Θεόφιλου απάντησε με

αγανάκτηση, στην αποστροφή του με αντιπάθεια. Μα κάτω απ' όλα αυτά υπήρχαν πάντα ρίζες

αγάπης. Και να τώρα που δεν υπήρχε πια κανείς και τίποτε που να υποδαυλίζουν το μίσος της. Τώρα

που ο θρίαμβος του Βάρδα, ο χαμός του Θεόφιλου και η εκμηδένιση της Κασσιανής στέρεψαν τις

πηγές του μίσους, η καρδιά ξαναβρήκε την πρώτη, την αληθινή αγάπη.  

 Άρχισε να πηγαίνει στο μνημείο του Θεόφιλου και να μένει ώρες εκεί. Ήταν τόση η μοναξιά γύρω

της και μέσα της, ώστε ένιωθε ανακούφιση ακόμα και στη συντροφιά ενός τάφου. Άφηνε το ζεστό

της βλέμμα να χαϊδεύει το κρύο μάρμαρο  – η ματιά της τώρα είχε όλη την τρυφερότητα που δεν

μπόρεσε ποτέ να δείξει στον εξίσου αγαπητό και μισητό άνδρα.  

«Θεόφιλε», ψιθύριζε, «δεν μ' αγάπησες, αλλά τώρα πια δεν σ' αδικώ, όπως τότε. Τα χρόνια που

πέρασαν έσβησαν μέσα μου το μίσος. Δεν έφταιγες, δεν είναι η καρδιά μας κάτι που μπορούμε να

του επιβάλλουμε αυτό που θέλουμε. Ίσως το φταίξιμο ήταν και δικό μου που δέχθηκα να γίνω

γυναίκα σου, ενώ εγνώριζα καλά ότι ελάτρευες μιαν άλλη. Με κέντριζε η άμετρη φιλοδοξία μου, με

παρέσυρε ο δαίμονας ο Βάρδας. Ήθελα να γίνω αυτοκράτειρα, αδιαφορώντας για τα αισθήματά

σου. Μα πλήρωσα ακριβά την ψεύτικη ευτυχία που είχα επιδιώξει. Πολύ υπέφερα κι ακόμα τώρα

Page 165: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 165/173

Digitized by 10uk1s

υποφέρω. Αλλά περισσότερο έκανα εσένα να υποφέρεις. Αν είχα αρνηθεί τότε να γίνω γυναίκα σου,

αν υποχωρούσα με αξιοπρέπεια, δεν θα γινόμαστε κι εσύ κι εγώ και η Κασσιανή θύματα μιας

τραγωδίας. Τώρα το βλέπω καθαρά. Αιτία της τραγωδίας μας υπήρξε ο αταίριαστος εκείνος γάμος

μας, που μας ερήμαξε όλους. 

»Ναι, έφταιγα περισσότερο από σένα, γιατί είχα μόνη μου θελήσει το δυστυχισμένο γάμο μας...

 Όμως τι ωφελεί τώρα... Είναι πολύ αργά για κάθε μεταμέλεια. Μόνο να σου ζητήσω να με

συγχωρήσεις μπορώ, τώρα που δεν υπάρχεις πια, τώρα που κι εγώ με τη σειρά μου ζω τη δυστυχία

που έζησες τα τελευταία χρόνια της ζωής σου». 

Αυτά απολογιόταν η πονεμένη αυτοκράτειρα μπροστά στο μνήμα του Θεόφιλου. Πήγαινε συχνά,

όσο συχνότερα μπορούσε, για ν' αφήσει τη μεταμέλειά της να ξεσπάσει, για να κλάψει και να

παρηγορηθεί πλάι σ' αυτόν που ένιωθε ότι είχε αδικήσει περισσότερο από ό,τι την είχε αδικήσει

εκείνος. 

Το μνήμα του Θεόφιλου επισκεπτόταν και μια άλλη μοναχή, η Κασσιανή. Εκείνη όμως δενμονολογούσε σαν τη Θεοδώρα κι ούτε ξεσπούσε πια σε θρήνους. Με τον καιρό ο πόνος είχε

κατασταλάξει στην καρδιά της, έγινε βαθύς, δεν μπορούσε πια να βρει ανακούφιση σε λόγια και σε

δάκρυα. Αμίλητη, ακίνητη, σαν άγαλμα της θλίψης, έστεκε μπρος στο μνήμα κι άφηνε τη σκέψη της

να ταξιδεύει. Με τη φαντασία της ανάσταινε τον Θεόφιλο, τον έβλεπε να την κοιτάζει με το βλέμμα

του εκείνο που φώναζε το θαυμασμό, την αφοσίωση και τη λατρεία του, τον άκουγε να της μιλά, να

εξομολογείται την αγάπη του, να ξανατραγουδά εκείνο το γλυκό άσμα: Άνοιξόν μοι, αδελφή μου,

η πλησίον μου, περιστέρα μου, τελεία μου... Ανάστα, ελθέ... ότι ιδού ο χειμών παρήλθε, τα

άνθη ώφθη εν τη γη... Φωνή της τρυγόνος ηκούσθη...

Ο χειμώνας είχε περάσει πια, συλλογιζόταν με πίκρα, τα λουλούδια είχαν ανοίξει τα μπουμπούκια

τους, η ερωτική φωνή της τρυγόνας είχε ακουστεί. Αλλά η άνοιξη της αγάπης τους κράτησε λίγο,πολύ λίγο. Ήρθε το καλοκαίρι με τη λαύρα των παθών, αλλά κι αυτό έφυγε γοργά. Και να τώρα που

είχε φτάσει το φθινόπωρο. Φθινόπωρο και στην καρδιά και στην ψυχή της. Μαρασμός στην

ομορφιά της. Από το «Ρόδο της Βασιλεύουσας», όπως την αποκαλούσαν, δεν είχαν απομείνει παρά

λίγα πέταλα ξεθωριασμένα, ωχρά. Ο λίβας της ερωτικής απελπισίας τα είχε ρικνώσει.  

Η ομορφιά, τα νιάτα της έσβηναν, έλιωναν σαν το κερί μπρος στην εικόνα. Κάποτε, στις ώρες της

βαθιάς περισυλλογής της, όταν κλεισμένη στο κελί της έψαχνε με τη σκέψη της τα περασμένα,

παρομοίαζε τη ζωή της με το κερί που έβλεπε να λιώνει πάνω στο τραπέζι της. Όχι τη σημερινή ζωή

της, του μοναστηριού, αλλά εκείνη που άρχισε στον Ιππόδρομο και την Αγία Σοφία και τέλειωσε στο

ασκητήριο του Συμεών, όταν έθαψε την αγάπη της με τα ίδια της τα χέρια. Σαν το κερί έμοιαζε αυτή

η ζωή της. Λαμπάδα ήταν που την άναψε ο έρωτας. Έφεξε, φώτισε με γλυκό φως λίγους μήνες τουβίου της κι ύστερα άρχισε να καίγεται γοργά, να λιώνει. 

Στον τάφο του Θεόφιλου ήταν μοιραίο να συναντηθούν για μια φορά ακόμα  –την τελευταία – η

Κασσιανή και η Θεοδώρα. Ήταν η νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου. Ο συμβολισμός της μεγάλης

ημέρας –η ώρα που οι νεκροί προσμένουν την έγερση του Κυρίου για να εγερθούν κι αυτοί από τα

μνήματά τους – έφερε τις δυο καλόγριες στον τάφο του αγαπημένου τους. 

Η Θεοδώρα ήταν από ώρα στο παράμερο παρεκκλήσιο των Αγίων Αποστόλων, όπου βρισκόταν η

σαρκοφάγος του Θεόφιλου, και συντρόφευε τον αλησμόνητο νεκρό, όταν μια μικρή πόρτα άνοιξε

και πρόβαλε μια μαυροφόρα. Η Αυγούστα αναγνώρισε αμέσως τη γυναίκα που τόσο είχε

κατατρέξει. Ευθύς κύματα οργής τρικύμισαν την ψυχή της. Σηκώθηκε απότομα, ζύγωσε την

Page 166: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 166/173

Digitized by 10uk1s

Κασσιανή με γρήγορα βήματα και στάθηκε αντίκρυ της. 

Οι δυο γυναίκες άλλαξαν ματιές όλο θυμό. Σαν ν' αγωνίζονταν ποια θα νικήσει την άλλη με το

κοφτερό της βλέμμα. Έτσι βρέθηκαν έτοιμες πάλι να συγκρουστούν, σαν να μην τους είχαν διδάξει

τίποτα τα ερείπια που σώριασαν με τον ανήλεο αγώνα τους.  

Πόσο βαθιά είχαν μισηθεί οι δυο αυτές γυναίκες. Πόσο είχε ποθήσει η μια το χαμό της άλλης! Και

τώρα, βρίσκονταν κι οι δυο αφανισμένες. Έρημες, εγκαταλειμμένες, φυλακισμένες σ' ένα κελί

μοναστηριού, εξορισμένες για πάντα από την Εδέμ της ανθρώπινης ευτυχίας. Δεν μπορούσαν να

πουν αν αληθινά έφταιγε η μια για τη συμφορά της άλλης.  

 Όχι, δεν έφταιγε καμιά τους. Θύματα ήταν κι οι δυο. Θύματα της μοίρας που ορίζει όπως θέλει αυτή

τα ανθρώπινα. Το πεπρωμένο είχε αποφασίσει ότι αυτές οι γυναίκες θα συντρίβονταν παλεύοντας

να κερδίσουν το μεγάλο έπαθλο του ανθρώπινου αγώνα, την ευτυχία! 

Αυτές τις σκέψεις έκαναν και η Θεοδώρα και η Κασσιανή την ώρα εκείνη που συναντήθηκαν,ύστερα από τόσο καιρό, στον τάφο εκείνου που η μια, η Θεοδώρα, μίσησε γιατί δεν την άφησαν να

τον αγαπήσει, κι η άλλη, η Κασσιανή, που αγάπησε πολύ γιατί δεν κατόρθωσε να τον μισήσει. Και

συλλογίστηκαν ακόμη, η φιλόδοξη γυναίκα που είχε χάσει ένα θρόνο και η υπερήφανη κόρη που

είχε αρνηθεί ένα στέμμα, ότι στάθηκε μάταιος ο αδυσώπητος αγώνας τους, αφού καμιά τους δεν

νίκησε στο τέλος. Να τες που έστεκαν ζωντανές-νεκρές μπροστά στο μνήμα ενός νεκρού που ζούσε

πάντα στην καρδιά τους. 

«Είναι κι αυτή μια πονεμένη σαν και μένα!» σκέφτηκε η Κασσιανή καθώς κοίταζε το πρόσωπο της

αντιπάλου της, που οι συμφορές το είχαν μαράνει πρόωρα. 

«Πόσο  τη ρήμαξε κι αυτή η δυστυχία!» αναλογίστηκε η Θεοδώρα βλέποντας το ωχρό πρόσωποεκείνης που άλλοτε άστραφτε στη Βασιλεύουσα με την ομορφιά της. 

Η συναίσθηση της κοινής τους δυστυχίας έριξε το τείχος του μίσους που τις χώριζε έως τώρα.

Ξανακοιτάχτηκαν, όχι  πια με οργή, και ετοιμάστηκαν να χωριστούν, χωρίς να συγκρουστούν,

δαμασμένες κι οι δυο από τον οίκτο που ένιωθε η μια για την άλλη. Μα τότε άρχισε μια καμπάνα να

χτυπά. Αμέσως δεύτερη, τρίτη, τέταρτη. Ήταν οι καμπάνες των Αγίων Αποστόλων, που σήμαιναν

χαρμόσυνα για ν' αναγγείλουν ότι «Χριστός Ανέστη»! Από το ναό, που επικοινωνούσε με το

παρεκκλήσιο, έφτασαν οι πρώτες αρμονικές φωνές που έψαλλαν τα αναστάσιμα τροπάρια:

 Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί!...

Οι δυο γυναίκες ανασκίρτησαν. Αυτό το χαρμόσυνο άγγελμα που ερχόταν από τους ουρανούςάγγιζε βαθιά τις καρδιές τους, μαλάκωνε την οργή τους.  

 Μηδείς αδυρέσθω πταίσματα, ακουγόταν μελωδική, επιβλητική η φωνή του αρχιδιάκονου.

Συγγνώμη γάρ εκ τάφου ανέτειλε. 

Από τον τάφο του Κυρίου είχε ανατείλει η μεγάλη συγγνώμη του Παντοκράτορα για τα αναρίθμητα

κρίματα του ανθρώπου. Αυτό το θείο μήνυμα έστελνε στις δυο Βυζαντινές η μεγάλη ώρα. Μέσα σε

μια στιγμή είπαν με τα μάτια όσα δεν θα μπορούσαν ποτέ τα χείλη τους να πούνε. Η μια ψυχή

πλησίασε αδελφικά την άλλη. Και ξαφνικά, σαν να τις έσπρωξε μια δύναμη ακατανίκητη, οι δυο

καλόγριες αγκαλιάστηκαν και ξέσπασαν σε κλάμα. 

Page 167: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 167/173

Digitized by 10uk1s

Θρηνούσαν για ό,τι έχασαν, για ό,τι πόθησαν και δεν μπόρεσαν ν' αποκτήσουν, για όλη τη ζωή τους,

που είχε σωριαστεί σε ερείπια. Έκλαιγαν και συγχωρούσαν. Ωσότου, πρώτη η Κασσιανή είπε το

μεγάλο λόγο: 

«Ήμαρτον, Θεοδώρα!» 

«Συγχώρα με, αδελφή!» αποκρίθηκε η βασανισμένη Αυγούστα. Ακούστηκε τότε από το ναό,

χαρμόσυνη, πανηγυρική, η φωνή του πρωτοψάλτη: Πάσχα το τερπνόν Πάσχα Κυρίου Πάσχα·

Πάσχα εν χαρά αλλήλους περιπτυξώμεθα· ω Πάσχα λύτρον λύπης! 

 Ήταν πια καιρός να δαμάσουν την άγρια λύπη τους, που πήγαινε να τις αφανίσει. Χαρά στις

ανθρώπινες καρδιές ευαγγελιζόταν ο Κύριος. 

Ουρανοί ευφραινέσθωσαν, γη αγαλλιάσθω, εορταζέτω ο κόσμος. Χριστός εγήγερται,

ευφροσύνη αιώνιος!

Οι πολύπαθες γυναίκες αγκαλιάστηκαν ξανά, έσφιξε η μια την άλλη σαν να της νανούριζε τον πόνο

κι άφησαν πάλι τα δάκρυά τους να τρέξουν. Μα τώρα δεν ήταν δάκρυα θλίψης. Ένα αχνό χαμόγελο

χάραζε στα πικραμένα πρόσωπά τους. 

Ο Αδάμ επικράνθη... Επικράνθη και γαρ ενεκρώθη. Επικράνθη και γαρ κατηργήθη. Πού

σου θάνατε το νείκος; Ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς επί μνήματος!

Στη φράση αυτή στράφηκαν και οι δυο προς τον τάφο του Θεόφιλου.  

«Νεκρός ουδείς επί μνήματος!» ψιθύρισε η Θεοδώρα με κάποιο παράπονο. 

Μα η Κασσιανή της χάιδεψε το χέρι στοργικά. 

«Ναι, Θεοδώρα», είπε με φωνή που έπαλλε από συγκίνηση και   πίστη. «Ουδείς νεκρός επί

μνήματος. Ούτε ο Θεόφιλος. Δεν είναι πια στον τάφο του. Έχει κι αυτός αναστηθεί. Ζει! Θα ζει πάντα

μέσα...» 

 Ήθελε να πει  «μέσα στις καρδιές μας», αλλά δεν το τόλμησε. Όμως η Θεοδώρα το μάντεψε και

έσφιξε το χέρι της Κασσιανής, εγκάρδια, ζεστά. Ύστερα οι δυο γυναίκες, αδελφωμένες πια,

κινήθηκαν προς το μνήμα του Θεόφιλου. Γονάτισαν η μια στο πλάι της άλλης, ύψωσαν τα χέρια τους

σε δέηση ολόθερμη κι άρχισαν να προσεύχονται σιωπηλά. Ικέτευαν τον Ύψιστο, που είχε στείλειεπιτέλους στην καρδιά τους «λύτρον λύπης», να αναπαύσει και την τυραννισμένη ψυχή του

Θεόφιλου  –του άνδρα που συνέτριψαν από την άμετρη φιλοδοξία τους κι από τη  μεγάλη τους

αγάπη. 

 Έξω, στην απέραντη Βασιλεύουσα, καμπάνες σήμαιναν όλες μαζί για ν' αναγγείλουν ότι η Ανάσταση

του Κυρίου είχε έρθει να εξορκίσει απ' τον κόσμο την κακία και να φέρει την αγάπη. Πέρα απ' την

πολιτεία, η φύση, που άρχιζε κι αυτή να ανασταίνεται με το νέο ανθοβόλημά της, έστελνε το δικό

της χαρούμενο άγγελμα· ο χειμώνας πέρασε, η άνοιξη είχε φτάσει! 

Page 168: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 168/173

Digitized by 10uk1s

Σημειώσεις 10uk1s 

Page 169: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 169/173

Digitized by 10uk1s

Η Κασσιανή, ή Κασσία ή Ικασία: Μοναχή

http://www.simerini.com/nqcontent.cfm?a_id=140238 

Η Κασσιανή, ή Κασσία ή Ικασία: Μοναχή. Γεννήθηκε στα 810 περίπου και αναφέρεται στα χρονικάγια τη συμμετοχή της στην αντίσταση κατά των εικονομάχων. Η παρουσία της Κασσιανής έχει

επισκιάσει τις σύγχρονές της υμνογράφους-μελωδούς, γιατί αποτελεί την πλέον επιφανή γυναίκα

μελωδό (έγραφε και τους ύμνους και τη μελωδία) στην ιστορία της Βυζαντινής Μουσικής. Έχοντας

ιδιαίτερο ταλέντο, ευφυία, ευαισθησία και εκφραστικό πλούτο διακρίθηκε στον τομέα της

μελουργίας (σ’ αυτό τη βοήθησε η μεγάλη μόρφωση, που η ευγενής καταγωγή της τής επέτρεψε να

πάρει). Γι’ αυτό και το έργο της είναι διαχρονικό και πάντα επίκαιρο, και συγκινεί ιδιαίτερα τον

ορθόδοξο κόσμο. Γνωστή είναι και η παρουσία της -σύμφωνα με τους χρονογράφους- ανάμεσα στις

υποψηφίους συζύγους του αυτοκράτορα Θεοφίλου, όπου «κατήσχυνε» την επιχειρηματολογία του

μονάρχη, αποδεικνύοντας ότι η «αγαθότητα της γυναίκας-Θεοτόκου υπερισχύει της φαυλότητας

της γυναίκας-Εύας». 

Στην Κασσιανή αποδίδονται γύρω στα 45 έργα, από τα οποία τα 23 τουλάχιστον είναι χωρίς

αμφιβολία δικά της, ενώ τα υπόλοιπα είναι άγνωστης προέλευσης. Έχει επίσης μελοποιήσει κείμενα

διαφόρων υμνογράφων. (Νωπά στη μνήμη μας, αγαπητοί αναγνώστες, είναι το περίφημο τροπάριό

της «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή», που ακούσαμε στους ναούς μας τη Μ.

Τρίτη το βράδυ, καθώς και οι ειρμοί από την Α’-Ε’ ωδή του Κανόνος του Μ. Σαββάτου «Κύματι

Θαλάσσης»). Το μεγαλύτερο μέρος του έργου της αποτελείται από στιχηρά για εορταζόμενους

αγίους και αγίες της Εκκλησίας μας. Στην ίδια αποδίδεται και ο τετραώδιος κανόνας: “Άφρων

γηραλέε». 

Κατά τον βυζαντινολόγο Κρουμβάχερ: «H Κασσιανή ήταν μία εξαίρετη μορφή και ότι το έργο της το

διακρίνει ισχυρά πρωτοβουλία, βαθεία μόρφωσις, αυτοπεποίθησις και παρρησία. Πολύσυναίσθημα και βαθεία θεοσέβεια». Και ο Σωφρόνιος Ευστρατιάδης, αναφερόμενος στο έργο της,

είπε ότι «Το χαρακτηρίζει γλυκύτης μέλους ακορέστου», για ν’ αναφέρουμε μόνο μερικές απόψεις. 

Page 170: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 170/173

Digitized by 10uk1s

ΚΑΣΣΙΑ, ΚΑΣΣΙΑΝΗ Ή ΕΙΚΑΣΙΑ

Πηγή: http://www.zephyr.gr/STJOHN/epi13.htm 

Κάθε Μεγάλη Τρίτη οι περισσότεροι Ορθόδοξοι Χριστιανοί αμαρτάνουν στη μνήμη μιας γυναικόςπου υπήρξε από τις λαμπρότερες μορφές του Βυζαντίου, στη μνήμη της μοναχής και ποιήτριας

Κασσιανής. Η Κασσιανή ήταν μια σοφότατη από τα νεανικά της χρόνια αρχόντισσα, που έδειξε τη

χριστιανική της σοφία στον διαξιφισμό με τον αυτοκράτορα Θεόφιλο, όταν ο τελευταίος διάλεγε

νύφη, και η Κασσιανή είχε ορισθεί από την αυλή σαν μια από τις υποψήφιες. Ο Θεόφιλος της

πέταξε το μισογύνικο πείραγμα: “Εκ γυναικός (της Εύας) ερρύη τα φαύλα). Η αντίδραση της νεαρής

αυτής κοπέλας ήταν υπόδειγμα συμπεριφοράς Χριστιανής παρθένου. Ερυθρίασε, λέγουν οι

ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει

την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή

την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: “Αλλά και δια γυναικός (της Θεοτόκου) πηγάζει τα κρείττω), του

είπε, κάνοντας με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολοκλήρου της χριστιανικής θεολογίας.  

Ο Θεόφιλος της γύρισε την πλάτη, όπως γύρισε την πλάτη και στη γυναίκα “εξ ης πηγάζει τα

κρείττω”, αρνούμενος την εικόνα και Αυτής και του Υιού της, και έδωσε το χρυσό μήλο της εκλογής

σε άλλη. Και εδώ ακριβώς τελειώνει κάθε σχέση της ορθόδοξης Κασσιανής και του εικονομάχου

Θεόφιλου. Όλα τα άλλα είναι ασεβής φλυαρία και ρομαντική μυθιστορία. Η Κασσιανή ούτε για το

Θεόφιλο είχε καμιά έλξη, ούτε για το θρόνο, ούτε για τον κόσμο. Ο έρωτάς της ήταν ο Χριστός, η

ομολογία του οποίου την γλίτωσε από την παγίδα που της είχαν στήσει στη ζωή της οι κοσμικοί

άνθρωποι. Έγινε μοναχή, όχι από ερωτική απογοήτευση προς τον ουσιαστικά άγνωστό της Θεόφιλο,

αλλά από έρωτα θείο. Έδωσε την περιουσία της για να κτισθεί η περίφημη τότε μονή “Εικασίας της

μοναχής, ευσεβεστάτης και παρθένου ωραίας τω είδει”. Κλείσθηκε μέσα σ’ αυτήν και έζησε τη

μακαρία ζωή της εν Χριστώ ησυχίας, όταν η ευσεβής επίσης και ορθόδοξη Θεοδώρα, που τελικά

εξέλεξε ο Θεόφιλος για σύζυγο, ζούσε μέσα στις αγωνίες και τις συνωμοσίες του παλατιούαγωνιζόμενη να κρατήσει τα παιδιά της στην Ορθοδοξία, καλώντας τα κάθε τόσο να προσκυνήσουν

“τα νινία”, το μικρό δίπτυχο εικόνισμα του Χριστού και της Θεοτόκου που είχε κρυμμένο, επειδή

φοβόταν τη μήνη του φοβερού συζύγου της. Η Κασσιανή στα ποιήματά της τραγούδησε την

ευδαιμονία του μοναχικού βίου, αλλά και δίδαξε βαθύτατη θεολογία. 

Είναι ρομαντική μεν, αλλά διαβολική λαϊκή παράδοση αυτό το τόσο γνωστό και συνεχώς

διαδιδόμενο παραμύθι, ότι δήθεν ο Θεόφιλος πήγε να βρει την Κασσιανή στο μοναστήρι της την

ώρα που εκείνη έγραφε το περίφημο δοξαστικό της: “Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις...”, και επειδή η

Κασσιανή έφυγε δήθεν και άφησε ημιτελές το ποίημα μέχρι το “... καταφιλήσω τους αχράντους Σου

πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις...” πήρε δήθεν την πένα ο

αιρετικός, φιλοπόλεμος και όχι τόσο πολύ έξυπνος αυτοκράτορας και έγραψε το υπόλοιπο, το καιθεολογικότατο κομμάτι του ποιήματος που λέει: “ων (ποδών) εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν,

κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβω εκρύβη” κάνοντας δήθεν μ’ αυτό τον τρόπο ο Θεόφιλος

υπαινιγμό στη φυγή της Κασσιανής μόλις άκουσε τον κρότο των βημάτων του αυτοκράτορος.

Πρόκειται για παιδαριώδη μύθο, που δυστυχώς πίστεψαν και σοφότατοι και ευσεβέστατοι

άνθρωποι. Τόση δύναμη έχει η παράδοση των ανθρώπων να εξαπατά και τους πιο

καλοπροαίρετους. Το δοξαστικό της Κασσιανής είναι ένα ολοκληρωμένο σε σύλληψη ποίημα,

γεμάτο Χριστιανικό μεγαλείο και αγάπη, αλλά και γνώση θεολογική. 

Για να το καταλάβουμε καλύτερα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η Ορθόδοξος Θεολογία διδάσκει

ότι ο Γιαχβέ των Εβραίων, δεν είναι άλλος από τον Θεάνθρωπο Χριστό, τον σαρκωθέντα Λόγο του

Θεού, που σαρκωθείς στη μήτρα της Παρθένου Μαρίας, σε συγκεκριμένη στιγμή του χρόνου,

Page 171: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 171/173

Digitized by 10uk1s

υπερβαίνει οντολογικά το χρόνο και τις διαστάσεις του και είναι παρών, με την αναστημένη του

σάρκα σ’ ολόκληρη την Ιστορία του Σύμπαντος και σ’ ολόκληρη την Ιστορία του Ισραήλ την προ και

μετά την ιστορική σάρκωση. Σ’ αυτήν την σωματική Παρουσία του Χριστού στην Παλαιά Διαθήκη

(που βλέπουμε στη φιλοξενία του Αβραάμ, στην πάλη Του με τον Ιακώβ, στη συνομιλία Του με τον

Μωϋσή στη φλεγόμενη βάτο (Θεοτόκο) και στο φλεγόμενο Σινά, στην κάμινο των Χαλδαίων με τουςτρεις παίδας κ.τ.λ.). Βλέπουμε να αναφέρεται και η Κασσιανή: “Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίαις

περιπεσούσα γυνή, την Σην αισθομένη τάξιν, οδυρομένη μύρα Σοι προ του ενταφιασμού κομίζει...

Καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας”, θα φιλήσω τα άχραντα πόδια Σου και θα σκουπίσω με τα

μαλλιά της κεφαλής μου αυτά τα ίδια πόδια που η Εύα μετά την παρακοή της το δειλινό μέσα στον

Παράδεισο, άκουσε τον ήχο των βημάτων τους και κρύφθηκε από τον φόβο της. Όμως εγώ, σαν να

λέει η αμαρτωλή, αλλά μετανοημένη γυναίκα, δε φεύγω από φόβο, αλλά πέφτω και πλένω με τα

δάκρυά μου τα πόδια, που φοβήθηκε η Εύα, γιατί εγώ “ηγάπησα πολύ” και μετανόησα. “Δέξαι μου

τας πηγάς των δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ. Μη με την Σην δούλην

παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος”. 

Αναλογισθείτε πόσα είναι “αμαρτιών ημών τα πλήθη” να αποδίδουμε στον ανόητο Θεόφιλο έστωκαι το μισό αυτό αριστούργημα της ποιητικής θεολογίας. Εξ άλλου, η Κασσιανή έγραψε και άλλο

τροπάριο που λέγει ότι αυτός που έκρυψαν “υπό γης των σεσωσμένων οι παίδες”, Αυτός που ετάφη

κάτω από τη γη, Αυτός ο ίδιος είναι που έκρυψε παλιά το διώκτη των Εβραίων Φαραώ κάτω από τα

κύματα της θαλάσσης. “Κύματι θαλάσσης τον κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον υπό γης έκρυψαν

των σεσωσμένων οι παίδες”. Γιατί η Κασσιανή, όπως και όλοι οι Ορθόδοξοι, ήξερε, ότι ο Γαβριήλ

είχε αναγγείλει στην Παρθένο Μαρία ότι “Τέξει Υιόν του Αδάμ αρχαιότερον”.

Page 172: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 172/173

Digitized by 10uk1s

Η Κασσιανή … και το τροπάριό της!Ιδού η αληθινή ιστορία της...

http://www.sxeseis.gr/viewthread.php?tid=7228 

"Είναι γνωστή από τους Βυζαντινούς χρονογράφους η ιστορία κατά την οποία το 830 μ.Χ. η μητρυιά

του Θεόφιλου, Ευφροσύνη, θέλοντας να βρει άξια σύζυγο στο θετό γιο της διοργάνωσε ένα είδος

καλλιστείων, στέλνοντας εντολή σε όλα τα θέματα, τις διοικητικές περιφέρειες της αυτοκρατορίας,

να συγκεντρωθούν οι ωραιότερες κοπέλες και να παρουσιαστούν στο παλάτι. Ανάμεσα στις δώδεκα

κόρες που ορίστηκαν ως υποψήφιες και που κατάγονταν από τις ευγενέστερες οικογένειες,

ξεχώρισαν δύο: η Κασσία, κόρη εξαίσιας ομορφιάς, η οποία καταγόταν από οικογένεια ευπατρίδων

και η αρχόντισσα επίσης Θεοδώρα. 

 Όταν συγκεντρώθηκαν στην επίσημη αίθουσα, η Ευφροσύνη έδωσε στο Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο

να το προσφέρει στην κόρη που θα τον συγκινούσε περισσότερο. Εκείνος στράφηκε προς την

Κασσία, εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της για να της προσφέρει το μήλο. Ιδιόρρυθμος καθώςήταν της απηύθυνε μια απροσδόκητη και κακόβουλη παρατήρηση: "Εκ γυναικός ερρύη τα φαύλα". 

Η Κασσιανή δείχνοντας υπόδειγμα συμπεριφοράς Χριστιανής παρθένου, κοκκίνισε, όπως λένε οι

ιστορικοί, αλλά ούτε τα έχασε, ούτε υπολόγισε ότι θα έχανε το θρόνο, ούτε δέχθηκε να προδώσει

την αλήθεια και το φύλο της. Και έδωσε μια απάντηση, καμπάνα θεολογίας, που έτρεψε σε φυγή

την κακόδοξη ψυχή του Θεόφιλου: "Αλλά και διά γυναικός πηγάζει τά κρείττω", του είπε κάνοντας

με τις επτά αυτές λέξεις περίληψη ολόκληρης της χριστιανικής θεολογίας. 

Ο Θεόφιλος νιώθοντας την αξία και την ευστροφία της και πειραγμένος από την απάντηση αυτή, της

γύρισε την πλάτη, όπως γύρισε την πλάτη και στην Παναγία, στη γυναίκα "εξ ής πηγάζει τα κρείττω",

αρνούμενος την εικόνα και Αυτής και του Υιού Της και έδωσε το χρυσό μήλο της εκλογής στη

σιωπηλή Θεοδώρα. Η Κασσιανή, πέφτοντας θύμα της ευφυίας και της ελευθεροστομίας της, είχεχάσει οριστικά το θρόνο. 

Στη συνέχεια η Κασσιανή έγινε μοναχή, όχι από ερωτική απογοήτευση προς τον ουσιαστικά

άγνωστό της Θεόφιλο, αλλά από έρωτα θείο. Έδωσε την περιουσία της για να κτισθεί η περίφημη

τότε μονή ΄΄Εικασίας της μοναχής΄΄. Κλείσθηκε μέσα σ΄ αυτήν και έζησε τη μακάρια ζωή της εν

Χριστώ ησυχίας, όταν η ευσεβής επίσης και ορθόδοξη Θεοδώρα, που τελικά εξέλεξε ο Θεόφιλος για

σύζυγο, ζούσε μέσα στις αγωνίες και τις συνωμοσίες του παλατιού αγωνιζόμενη να κρατήσει τα

παιδιά της στην Ορθοδοξία, καλώντας τα κάθε τόσο να προσκυνήσουν ΄΄τα νινία΄΄, το μικρό δίπτυχο

εικόνισμα του Χριστού και της Θεοτόκου που είχε κρυμμένο, επειδή φοβόταν τη μήνη του φοβερού

συζύγου της. 

Στο Μοναστήρι η Κασσιανή έγραψε πολλά ποιήματα με τα οποία τραγούδησε την ευδαιμονία του

μοναχικού βίου και δίδαξε βαθύτατη θεολογία. Επίσης έγραψε και άλλα συγγράμματα και

συλλογές, προ πάντων όμως πάρα πολλά τροπάρια, ιδιόμελα, εκκλησιαστικούς ύμνους κ.λ.π.

μεταξύ των οποίων και το γνωστό ΄΄Τροπάριο της Κασσιανής΄΄, το οποίο είναι ένα ολοκληρωμένο σε

σύλληψη ποίημα, γεμάτο Χριστιανικό μεγαλείο, αγάπη και γνώση θεολογική και ψάλλεται το βράδυ

της Μεγάλης Τρίτης στους Ιερούς Ναούς συγκεντρώνοντας πλήθη πιστών για να το ακούσουν.

Σύμφωνα με μια ρομαντική μεν, αλλά καθόλου αληθινή παράδοση, ο Θεόφιλος δεν λυτρώθηκε

ποτέ από τον έρωτα που του ενέπνευσε η ομορφιά της Κασσιανής και την αναζητούσε στα

Μοναστήρια της αυτοκρατορίας του. Κάποτε που έφτασε στο μοναστήρι της, η Κασσιανή κρύφτηκε

για να αποφύγει την ανεπιθύμητη αυτή συνάντηση. Ήταν τότε που συνέθεσε το ιδιόμελο της. Το

Page 173: Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

8/10/2019 Georgios Roussos - Kassiani Stemma Kai Raso

http://slidepdf.com/reader/full/georgios-roussos-kassiani-stemma-kai-raso 173/173

κείμενο βρισκόταν στο αναλόγιο μισοτελειωμένο, ως τη φράση : "ών (ποδών) έν τώ παραδείσω Εύα

το δειλινόν". 

Ο Θεόφιλος διάβασε το τροπάριο, αναγνώρισε το ύφος της Κασσίας, και θέλησε να την πειράξει για

μια  ακόμα φορά. Πήρε τη γραφίδα και συμπλήρωσε τη φράση "κρότων τοίς ωσίν ηχηθείσα τώφόβω εκρύβη", κάνοντας έτσι υπαινιγμό στο φόβο που αυτή ένιωσε όταν άκουσε τον θόρυβο των

βημάτων του. Όταν ο Θεόφιλος έφυγε, η Κασσία γύρισε στο κελί της και με έκπληξη είδε την

επέμβαση του Θεόφιλου. Χωρίς όμως να απαλείψει τη φράση, συνέχισε και ολοκλήρωσε τον ύμνο

της.

Η ζωή και η ιστορία έχουν τους δικούς μυστικούς νόμους. Δύο γυναίκες αντίπαλες σε μια κορυφαία

κρίση υποβολής και κοσμικής εξουσίας, παραδόθηκαν στη συνέχεια στην κρίση της ιστορίας. Η μια

έγινε βασίλισσα κι αργότερα αγία, η άλλη ταπεινή μοναχή. Οπωσδήποτε και οι δύο δικαιώθηκαν

ενώπιον του θρόνου του Θεού. 

Γνωρίζουμε όμως εμείς ποια από τις δύο κέρδισε την υστεροφημία και τη συμπάθεια τωνανθρώπων. Η ταπεινή μοναχή Κασσιανή έχασε τον επίγειο θρόνο, αλλά έγινε πιο διάσημη και πιο

δημοφιλής με ένα μόνο τροπάριο. 

Η Κασσιανή κατέχει στην ιστορία των Βυζαντινών γραμμάτων ξεχωριστή θέση ως αξιόλογη ποιήτρια

με πολλά κοσμικά ποιήματα και άλλα συγγράμματα, αλλά και πολλά εκκλησιαστικά ποιήματα,

ύμνους, τροπάρια, ιδιόμελα κ.λ.π. Σπουδαίο υμνογραφικό έργο είναι το πρώτο δοξαστικό του

εσπερινού των Χριστουγέννων "Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γής " Με την εκκλησιαστική